Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Τό ἀγώνισμα τῆς μετάνοιας

track background c  Διανύουμε ἤδη τόν πρῶτο μήνα τῆς καινούργιας χρονιᾶς. Τό προηγούμενο ἔτος εἶναι πλέον παρελθόν καί προστέθηκε στήν ἁλυσίδα τῶν χρόνων τῆς ζωῆς μας πού ἀποτελοῦν ἱστορία.
  Ἡ παράταση τοῦ χρόνου εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγάλα δῶρα τοῦ Θεοῦ πού ἀπο­λαμ­βάνουμε, διότι μᾶς δίνει τό περιθώριο νά ἀξιοποιήσουμε καλύτερα τά χαρίσματα μέ τά ὁποῖα μᾶς προίκισε ὁ Κύριος, καί νά συνδεθοῦμε ἔτσι βαθύτερα μαζί του.
  Τό σημαντικώτερο ἀπ᾽ αὐτά τά χαρίσματα εἶναι ἀναμφίβολα ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας· τό ὅτι μποροῦμε νά ἀναθεωρήσουμε τή ζωή μας, νά ἐντοπίσουμε τίς ἁμαρτίες καί τά λάθη μας πού μᾶς ἀπομάκρυναν ἀπό τόν ἅγιο Θεό, νά ξεπλυθοῦμε ἀπό τή βρομιά τους μέ τή χάρη τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ καί νά χαράξουμε μιά καινούργια εὐλογημένη πορεία. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἄγγελος. Φέρει σάρκα, εἶναι πιό ἀδύναμος ἀπό τούς ἀγγέλους καί μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ ρέπει πρός τήν ἁμαρτία. Γι᾽ αὐτό ἡ ἀγαθότητα καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ οὐράνιου Πατέρα ἔχει προ­νοήσει ὥστε νά ὑπάρχει γι᾽ αὐτόν αὐτή ἡ λυτρωτική εὐκαιρία.
  Ἄν θέλαμε νά παραστήσουμε κάπως τή μετάνοια, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνα ἀγώνισμα. Ἕνα σκληρό ἀγώνισμα, στό ὁποῖο ὅμως πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά νικήσουμε. Εἶναι σκληρό διότι ἀπαιτεῖ νά βαδίσουμε τόν τραχύ δρόμο τῆς ταπείνωσης, ἀλλά ἀπό τήν ἄλλη δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος. Ἄν θέλουμε νά φτάσουμε στή δόξα τοῦ οὐρανοῦ καί στήν ὁλοκλήρωση, θά τό πετύχουμε μόνο μέσα ἀπ᾽ αὐτή τή δοκιμασία.
  Ὡστόσο σ᾽ αὐτή τήν προσπάθεια δέν εἴμαστε μόνοι. Ἔχουμε γυμναστή, ἀλείπτη, μιά πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα, ἡ μνήμη τῆς ὁποίας ἐγκαινιάζει, πολύ κατάλληλα, κάθε νέο ἔτος. Πρόκειται γιά τόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή, τόν πρόδρομο τοῦ Κυρίου καί τόν σπουδαιότερο ἀπό τούς προφῆτες. Ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ὁ κατεξοχήν κήρυκας τῆς μετάνοιας. Τό μήνυμά του ἦταν ἁπλό ἀλλά καί βαθύ: Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού πλησιάζει, δηλαδή ὁ Χριστός, εἶναι ἀπό τή φύση της ἁγία καί ἄμωμη. Πῶς λοιπόν νά θησαυριστεῖ σέ ψυχές καί συνειδήσεις ἀκάθαρτες; Δέν γίνεται κάτι τέτοιο. Συνεπῶς ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος νά πετάξει ἀπό πάνω του κάθε τι πού τόν μόλυνε καί -τό δυσκολώτερο- νά μετουσιώσει τή μεταστροφή του αὐτή σέ ἔργα, δηλαδή σέ βίωμα, σέ ζωή.
  Ἡ διδαχή αὐτή συγκλόνιζε, προκαλοῦσε στά πλήθη πού τόν ἄκουγαν πραγματικό σεισμό. Ὄχι μόνο διότι ἦταν μιά ἐπανάσταση ἐνάντια στήν τυπολατρία καί στόν θρησκευτικό καθωσπρεπισμό πού τότε δέσποζε στόν Ἰσραήλ, ἀλλά διότι ὁ Ἰω­άννης τήν εἰκόνιζε μέ τήν ἴδια τή βιοτή του, ἐνσάρκωσή της ἦταν ὁ ἴδιος. Ὁ ἄν­θρω­πος αὐτός δέν εἶχε τίποτε στή γῆ. Ζοῦσε στήν ἔρημο μόνος καί χωρίς τήν πα­ρα­μικρή ὑλική παραμυθία. Ἡ τροφή του ἦταν ἀπό τίς εὐτελέστερες, ἀκρίδες καί ἀγριόμελο, ἐνῶ τά ἐνδύματά του ἀποτελοῦνταν ἀπό ἕνα ροῦχο καμωμένο ἀπό τρίχες καμήλας καί μιά πέτσινη ζώνη. Ὅλα αὐτά τά παράξενα καί προκλητικά δέν ἦταν ἔκφραση μιᾶς ἰδιορρυθμίας. Ἦταν ἕνας τρόπος πού βρῆκε ὁ πύρινος αὐτός προφήτης νά κραυγάσει στεν­τόρεια ὅτι ἁμαρτία θά πεῖ ἔρημος, διάλυση, νέκρωση. Ὅτι μακριά ἀπό τόν Κύριο ὁ ἄνθρωπος λιμοκτονεῖ, εἶναι ἀνέστιος καί γυμνός καί ὅτι γιά νά ἀναπαυθεῖ, πρέπει νά ἐπιστρέψει στό ζεστό καί ἄνετο σπίτι τοῦ Πατέρα, δηλαδή νά μετανοήσει. Καί κάτι ἀκόμη πολύ σημαντικό: Τό τέλος αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ μεγαλύτερου «ἀνάμεσα σ᾽ ὅσους γεννήθηκαν ἀπό γυναῖκες» (Μθ 11,11), δέν ἦταν γαλήνιο καί ἤρεμο. Φυλακίστηκε καί σφαγιάστηκε ἐπειδή ὑπερασπίστηκε ἀνυποχώρητα τόν θεῖο νόμο. Ἤθελε ἔτσι νά μᾶς διδάξει, ἀκόμη καί μέ τό αἷμα του, ὅτι αὐτός πού μετανοεῖ ἀληθινά δέν ἔχει πλέον δικό του θέλημα. Ὅτι θέλημά του καί ζωή του καί καύχημά του εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἔχει χρέος νά ὑπερασπιστεῖ μέχρι τόν θάνατο.
  Κλείνοντας, πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε γιά τό θέμα μας δύο ἀκόμη ἀλήθειες ζωτικῆς σημασίας: Πρῶτον, ὅτι, ὅπως εἴπαμε, ἡ μετάνοια εἶναι χάρισμα, εἶναι ἡ πιό μεγάλη εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ. Ἀλλά προσοχή: Τό χάρισμα αὐτό ἐνεργοποιεῖται μόνον ὅταν ἡ συνείδησή μας εἶναι δεκτική. Ἡ πωρωμένη συνείδηση, ἡ πετρωμένη, αὐτή πού συμβιβάστηκε μέ τήν ἁμαρτία κι ἔφτασε στό σημεῖο νά τήν ἀμνηστεύει ἤ καί νά τήν ἀπολαμβάνει, εἶναι πολύ δύσκολο νά μετανοήσει. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει μέ ἐσκεμμένη ὑπερβολή ὅτι αὐτοί πού φωτίστηκαν ἀπό τή χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, γεύτηκαν τά δῶρα του κι ἔπειτα ἔπεσαν ἑκούσια, εἶναι ἀδύνατο νά ἀνα­νήψουν (βλ. Ἑβ 6,4-6). Μ᾽ ἄλλα λόγια δέν πρέπει νά ἁμαρτήσουμε· ἄν ὅμως συμβεῖ αὐτό, ἡ πτώση μας εἶναι ἀνάγκη νά ὀφείλεται σέ ἀδυναμία καί νά μήν ἀποτελεῖ σέ καμιά περίπτωση ἐπιλογή.
  Δεύτερον, πρέπει πάντοτε νά ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι ὁ χρόνος πού ἔχουμε στή διά­θεσή μας γιά νά ὁλοκληρώσουμε τή μετάνοιά μας δέν εἶναι ἀπεριόρι­στος. Κάποια στιγμή πού δέν ἐλέγχουμε καί δέν μποροῦμε νά προσ­δι­ορίσουμε, θά τελειώ­σει. Ἡ ὥ­ρα τοῦ θανά­του εἶναι ἄ­δηλη. Πόσοι ἀδελφοί μας πού γιόρ­τασαν τήν πρω­το­χρο­νιά τοῦ 2019 μέ σχέδια γιά τό μέλ­λον ἔχουν ἤδη ἀνα­χω­ρήσει γιά τόν οὐ­ρα­νό; Αὐτό ση­μαίνει ὅτι πρέπει νά ἀ­γωνι­ζόμα­στε στό στά­­διο τῆς με­τά­νοιας δι­αρ­κῶς καί ἐν­τατικά, καί νά μήν ἀνα­βάλ­λου­με ποτέ τήν κρί­­σιμη καί σωτήρια αὐ­­τή ὑ­πό­­θε­ση.
  Σάν συμπέρασμα τῆς σύντομης αὐτῆς σπου­δῆς θά ὑπο­γράμ­­­μι­ζα, μέ ἐπίγνω­ση, ὅτι δέν χάθηκε ἀπολύτως τίποτε. Ἡ μετάνοια εἶ­ναι παντο­δύ­ναμη. Μπορεῖ νά ἀνα­στήσει γιά τή Βα­σιλεία τοῦ Θεοῦ κά­θε τι πού ἔπε­σε καί συν­­­τρίφτηκε. Φτά­νει ἐ­­­μεῖς νά βαδί­σουμε τόν δρό­μο της μέ τόλ­μη, ἀποφασιστι­κότητα καί ἐμπι­στο­σύ­νη στό ἔλε­ος τοῦ Κυρίου.
Ἡ μετάνοια δέν εἶ­ναι ἁπλά κάτι ἀνα­γκαῖ­ο. Εἶναι ἡ μοναδική μας ἐλπίδα.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας, Δρ Θεολογίας

"Ἀπολύτρωσις", Ἰαν. 2020