Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ὁ ἐχθρός ἐντός τῶν τειχῶν

CASTLES c   Τό νά ἀληθεύεις εἶναι δύσκολη ὑπόθεση. Ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδή εἶναι δέσμι­ος τῶν ἐπιθυμιῶν του, οἱ ὁποῖες συχνά δέν εἶναι συμβατές μέ τήν πρα­γμα­τι­κότητα, ψεύδεται. Ψεύδεται ὄχι μόνο στά μικρά καί ἀσήμαντα ἀλλά ἀκόμη καί στά πιό σπουδαῖα καί καίρια. Εἶναι μάλιστα τόσο ἐπιρρεπής στό ψέμα, ὥστε ὁ σεβασμός τῆς ἀλήθειας, τό νά βηματίζεις δηλαδή στά ἴχνη της καί νά τήν ὑ­περασπίζεσαι, νά προϋποθέτει πολλές φορές γενναιότητα.
   Ὡστόσο δέν χρειάζεται νά τονίσουμε πόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ ἀλήθεια στή ζωή μας. Χωρίς αὐτή εἴμαστε τυφλοί, δέν ξέρουμε ποῦ βαδίζουμε. Κι ἄν αὐτό προκαλεῖ τρόμο ὅταν ἀπειλεῖ τή βιοτή μας σέ τοῦτο τόν ἐφήμερο κόσμο, πόσο περισσότερο πρέπει νά μᾶς τρομάζει ὅταν ὑπονομεύει τήν ἐλπίδα τῆς αἰωνιό­τητας, τῆς ἀτελεύτητης ζωῆς ἐν Χριστῷ.
   Ἄς μελετήσουμε κάπως βαθύτερα αὐτό τό θέμα: Ὁ Κύριος εἶπε ὅτι εἶναι ἡ ἀλήθεια (Ἰω 14,6). Ὅτι δηλαδή εἶναι ἐντελῶς ξένος σέ ὁποιοδήποτε ψέμα, παραποίηση ἤ ἀλλοίωση. Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά ὅποιον ψεύδεται εἶναι ἀ­πρόσι­τος, ἀπόλυτα ἀπρόσιτος. Διότι ἐφόσον τό ψέμα παραμορφώνει τήν ἀλή­θεια καί τήν καταστρέφει, πῶς μπορεῖ νά πλησιάσει τόν Θεό, τήν ἀλήθεια, αὐτός πού τοῦ εἶναι ὑποχείριο;
   Πῶς προσεγγίζει ὅμως κανείς τόν Θεό; Πῶς συνδέεται μαζί του; Τό ἐρώ­τημα αὐτό, τό τόσο κρίσιμο, δέν ἐπιδέχεται πολλές ἀπαντήσεις παρά μόνο μία καί ξεκάθαρη: μέσῳ τῆς πίστεως. Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος. Ὁ ἀπό­στο­λος Παῦλος λέει ἐπ’ αὐτοῦ τά ἑξῆς πολύ χαρακτηριστικά: Θά ἀναρωτηθεῖ ποτέ κανείς ποιός θά ἀνεβεῖ στόν οὐρανό γιά νά κατεβάσει τόν Χριστό στή γῆ ἤ ποιός θά κατεβεῖ στήν ἄβυσσο γιά νά τόν ἀναστήσει ἀπό τούς νεκρούς; Ὄχι βέβαια. Εἶναι ἀδύνατο κάτι τέτοιο. Ἐντούτοις ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά οἰκειωθεῖ τό μέγα αὐτό μυστήριο. Πῶς; Μέσῳ τῆς πίστεως (βλ. Ρω 10,6-10). Τί εἶναι πί­στη; Εἶναι ὁ τρόπος νά ἀντιλαμβανόμαστε τά ἀόρατα (βλ. Ἑβ 11,1). Εἶναι, θά λέγαμε, ἡ ἕκτη αἴσθηση, ἡ ὁποία ὑπάρχει στόν καθένα καί μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά γνωρίσουμε τόν Θεό.
   Ἄν λοιπόν θέλει νά προσεγγίσει κάποιος τόν Κύριο, τήν ἀλήθεια, πρέπει πρίν ἀπ’ ὁτιδήποτε ἄλλο νά πιστεύει σωστά. Νά εἶναι ἡ πίστη του ἀπόλυτα στοιχισμένη στή θεία ἀποκάλυψη καί νά μήν ἐκτρέπεται οὔτε κατ’ ἐλάχιστον. Οὔτε σέ ἕνα γιῶτα. Διότι, ὅπως ἡ παραμικρή ἀπόκλιση τοῦ πλοίου ἀπό τή γραμμή πλεύσης θά τό ὁδηγήσει σέ λάθος προορισμό, ἔτσι καί ἡ παραμικρή νόθευση τῆς «ἁγίας ἐντολῆς» (Β´ Πέ 2,21) θά μᾶς ὁδηγήσει στήν πλάνη καί συνεπῶς μακριά ἀπό τόν ἅγιο Θεό.
   Εἴπαμε ὅμως πιό πάνω ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐθιστεῖ στό ψέμα καί στήν παραποίηση. Ὡς ἐκ τούτου δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά μήν προσβάλει τό πά­θος αὐτό καί τήν περιοχή τῆς πίστεως. Ἄλλωστε, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, πα­τέ­ρας τοῦ ψεύδους εἶναι ὁ ἀνθρωποκτόνος σατανᾶς (Ἰω 8,44) καί ὁ σατανᾶς τί ἄλλο προσπαθεῖ νά γκρεμίσει προπάντων ἄν ὄχι τήν πίστη; Ὑπῆρξαν λοιπόν στό διάβα τῆς ἱστορίας πολλά ἕρμαια τοῦ διαβόλου, ἄνθρωποί του, οἱ ὁποῖοι ἐπιχείρησαν νά ἀλλοιώσουν τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως ἀπό ἀλαζονεία καί ἰδιοτέλεια. Μάλιστα τό φαινόμενο αὐτό παρατηρήθηκε ἤδη στήν ἀποστολική ἐ­ποχή, ὅταν ἰδίως ἐπιχείρησε νά εἰσβάλει στήν Ἐκκλησία τό ἀνίερο τάγμα τοῦ Γνωστικισμοῦ. Καί μπορεῖ κανείς νά διαπιστώσει μελετώντας τήν Καινή Δια­θήκη ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου ἀντιμετώπισαν αὐτή τήν ἀπειλή ὄχι μέ δι­πλω­ματία καί ἁβρότητες, ἀλλά μέ ἰδιαίτερη αὐστηρότητα καί ἀσυμβίβαστα. Κι ὅταν ἀργότερα, μετά τούς διωγμούς, ξέσπασαν πολλές τέτοιες κρίσεις μέσα στό ἐκκλησιαστικό σῶμα μέ κυριώτερες τίς αἱρέσεις τοῦ Ἀρειανισμοῦ, τοῦ Νε­στοριανισμοῦ καί τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, οἱ ἅγιοι πατέρες, οἱ ἐντολοδόχοι τῶν ἀποστόλων, ἀκολούθησαν τήν ἴδια γραμμή: κανένας συμβιβασμός μέ τό ψέμα, καμία ὑποχώρηση ἀπό τίς ἐπάλξεις τῆς ἀλήθειας, καμιά συγκάλυψη! Μάλιστα αὐτοί πού σήκωσαν τό μεγαλύτερο βάρος αὐτοῦ τοῦ πολέμου γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς ἱερῆς παρακαταθήκης -παλεύοντας πολλές φορές μέ τόν ἐχθρό ἐντελῶς μόνοι τους- ὑπέστησαν διώξεις καί μαρτύριο καί ἄγγιξαν τόν θάνατο.
   Ἀλλά ἄς ἀφήσουμε τό χθές κι ἄς ἔρθουμε στό σήμερα. Καί σήμερα ἡ ἀ­λήθεια τοῦ Θεοῦ ἀπειλεῖται ἀπό τήν αἵρεση καί τήν πλάνη. Πρέπει νά εἶναι κανείς τυφλός πνευματικά γιά νά μήν τό βλέπει. Ἀπειλεῖται ἰδίως ἀπό τή φο­βερή αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ἔχει ἤδη ἁλώσει ἕνα σεβαστό τμῆμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὀργανισμοῦ. Τί εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός; Εἶναι ὁ σύγ­χρονος συγκρητισμός. Οἱ οἰκουμενιστές φρονοῦν ὅτι δέν εἶναι Ἐκκλησία μόνον ἡ Ὀρ­θοδοξία, ἡ ὁποία παρέμεινε ἀπόλυτα πιστή στήν παράδοση τῶν ἁγίων, ἀλλά καί οἱ αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καί τῶν ὑπολειμμάτων τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. Ὅτι οὐσιαστικά δέν μᾶς χωρίζει τίποτε ἀπ’ αὐτές καί τίς ἀπίθανες πλάνες τους, ἐκτός ἴσως ἀπό κάποιες ἱστορικές συγκυρίες.
   Ἡ αἵρεση αὐτή εἶναι πολύ φοβερή, φοβερώτερη ἀπό τίς ἄλλες τοῦ πα­ρελθόντος, διότι ἐκτός τῶν ἄλ­λων καλύπτεται πίσω ἀπό τό προσωπεῖο τῆς ἀγάπης. Οἱ εἰσηγητές καί οἱ θια­σῶτες της, πού ἀνήκουν κυρίως στόν χῶρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡ­γε­σίας, ὑποστηρίζουν ὅτι αὐτό πού προέχει δέν εἶναι οἱ διαφο­ρές στά δόγματα, ἀλλά ἡ ἀγάπη. Νά εἴμαστε ὅλοι οἱ Χριστιανοί ἑ­νω­μέ­νοι. Μέ ὁ­ποιοδήποτε τίμη­μα. Αὐτό διδάσκουν ἄλλωστε καί οἱ θεωρίες τῆς Νεωτε­ρικότητας, οἱ ὁποῖες γιά πολλούς, καί μάλι­στα «εὐσχήμονες», ὑπερέ­χουν de­ facto καί αὐ­τοῦ τοῦ Εὐαγ­γε­λί­ου. Κι ἔτσι ναρ­κώνεται τό γνή­σιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα.
Μ’ ἄλλα λόγια ὁ Οἰκουμε­νι­σμός ὑποστηρίζει ὅτι ἡ ἀγάπη μπο­ρεῖ νά ψεύδεται, νά ἐξαπατᾶ, νά ἀλλοιώνει τήν ἀλήθεια τοῦ Θε­οῦ κι ὅμως νά ἀ­ποτελεῖ ὁδό θεο­γνωσίας. Νά ὁδη­γεῖ σ’ Αὐτόν πού διακήρυξε μέ τόν λόγο του καί μέ τό αἷμα του ὅτι «ἐγώ εἶμαι ἡ ἀλή­θεια» (Ἰω 14,6)!
   Ἄν αὐτό δέν εἶναι διαστροφή καί ἔγκλημα, τί εἶναι; Κι ἄν αὐτή ἡ κατάσταση δέν προκαλεῖ τήν ἀντί­δρασή μας, ὅπως συμβαίνει σ’ ἕνα ὑγιές σῶμα ὅταν ἀπειλεῖ­ται ἀπό τέτοιο θανατηφόρο κίν­δυνο, τότε τί σημαίνει γιά μᾶς ζωή καί τί θά­νατος;
   Ὁ ἐχθρός εἶναι ἤδη ἐντός τῶν τειχῶν. Ἔστω καί τώρα πρέ­πει οἱ συνειδήσεις μας νά ἀντι­στα­θοῦν μέ ἀποφασιστικότη­τα στήν καμου­φλα­ρισμένη βία του. Ἀλλιῶς, ἄν καθυστερήσουμε κι ἄλλο, θά εἶναι πλέον πολύ ἀργά.

Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας, Δρ Θεολογίας, Φιλόλογος

"Ἀπολύτρωσις", Φεβρ. 2020