Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Πασχάλης Γλώσσης: σινιάλο γιά τόν οὐρανό

paschalis cΜέσα στήν ἀναστάσιμη χαρά, τή Δια­καινήσιμο Ἑβδομάδα, μᾶς ἀξίωσε ὁ ἅ­γι­ος Θεός νά συνεορτάσουμε κι ἕνα δεύ­τερο πάσχα! Αὐτό τό… «ἐκτυ­πώ­τε­ρον», τό προσωπικό πάσχα τοῦ ἀ­δελ­φοῦ μας Πασχάλη, ὁ ὁποῖος μέ ὁδηγό του τόν ἀ­διάψευστο λόγο τοῦ Κυρίου πού δια­βε­βαιώνει, «ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀ­κού­ων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρ­χεται» (Ἰω 5,24), μᾶς ἀποχαιρέτησε μέ τόν ἀ­ναστά­σιμο παιάνα «Χριστὸς ἀνέ­στη, ἀδερ­φοί!» καί «μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν».
Κι ἐμεῖς βιώνοντας τό θαῦμα, ἀ­να­λο­γιζόμαστε, ἀδελφέ μας Πασχάλη, «ὅ­σα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός» (Λκ 8,39) καί μέ­νουμε ἐκ­στατικοί μπροστά στά με­γα­λεῖα του καί τή δύναμη τῆς ἀναστάσεώς του. Κι ὅπως σέ ἀντικρίζουμε μέσα στό ἔκ­πα­γλο φῶς τοῦ ἀναστημένου Χρι­στοῦ, τά δάκρυα τοῦ πόνου γίνονται δάκρυα χα­ρᾶς καί δοξολογίας καί «σκιρ­τῶντες ὑ­μνοῦμεν τὸν αἴτιον, τὸν μόνον εὐλο­­γητὸν τῶν Πατέρων, Θεὸν καὶ ὑ­περ­έν­δο­ξον»!
Ὁ Πασχάλης μας, μέ τό πηγαῖο χα­μόγελό του, τήν αὐθεντικότητα τοῦ χα­ρακτήρα του, τόν αὐθορμητισμό καί τήν ἁπλότητά του, «κέρδιζε» ἀμέσως κάθε ἄνθρωπο πού συναντοῦσε· εἴτε ἦταν με­γάλος εἴτε μικρός, εἴτε ἁπλός εἴτε «εὐ­σχήμων»... Ἔτσι κάπως -σχε­δόν χω­ρίς νά τό καταλάβουμε- μπῆκε καί στά σπίτια μας, στίς οἰκογένειές μας, στή ζωή καί στήν καρδιά μας... κι ἔγινε φί­λος ἀληθινός κι ἀδελφός ἐν Χριστῷ.
Ζήσαμε μαζί! Κατηχητικά, ὁμάδες, ἐκδρομές, κατασκηνώσεις, προσκυνή­ματα, γιορτές... Μετείχαμε ἀπό κοινοῦ σέ Ἀκολουθίες, θεῖες Λειτουργίες, ἱερές μυσταγωγίες... Κάναμε ἀτέλειωτες συ­ζητήσεις, πήραμε ἀποφάσεις, μοιραστή­­­καμε ὁραματισμούς... Ἤμασταν μ­αζί μέ­ρες καί νύχτες, καλοκαίρια καί χει­μῶνες. Στούς ἀγῶνες, στίς χαρές, μά καί στίς δυσκολίες, στούς πειρασμούς, στίς θλί­ψεις. «Ἐπιλείψει γάρ με διη­γού­μενον ὁ χρόνος» (Ἑβ 11,32).
Πῶς νά περιγράψει κανείς τί ἦταν γιά ὅλους ἐμᾶς, μά καί γιά τόν καθένα μας ξεχωριστά, ὁ Πασχάλης; Ἕνα ἁπλό παιδί ἀπό μιά φτωχική γειτονιά στή Μαγνησία Θεσσαλονίκης, πού συνάν­τη­σε τόν Χρι­στό κι Ἐκεῖνος τό ἔκανε ἄγ­γελό του στή γῆ καί στόν οὐρανό. Βλέ­πετε, γίνονται καί στίς μέρες μας αὐτά! Γίνονται καί σέ μᾶς αὐτά, ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε! Κα­θώς... «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σή­με­ρον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβ 13,8).
Συνδέθηκε μέ τόν Χριστό καί μέ τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν παιδική του ἡλικία. Μικρός μαθητής ἀκόμα τοῦ Δημοτικοῦ, ξεκινᾶ νά φοιτᾶ καί στό κατηχητικό σχο­λεῖο τῆς ἐνορίας του. Μακάριοι οἱ γο­νεῖς πού ὁδηγοῦν τά παιδιά τους στόν Χριστό καί τά ἐναποθέτουν στά χέρια τῆς μητέ­ρας μας Ἐκκλησίας. Τά ἀσφα­λίζουν καί τούς ἐξασφαλίζουν τήν αἰώ­νια ἀποκατά­σταση. Γι’ αὐτό, ἀκόμη καί μπροστά στό μνῆμα ἀντέχουν μή λυ­πούμενοι «καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔ­χον­τες ἐλπίδα» (Α´ Θε 4,13).
Μεγαλώνοντας γίνεται συνεργάτης στό ἱεραποστολικό ἔργο τῆς Ἐκκλη­σί­ας. Διδάσκεται ἀνόθευτο τό Εὐαγγέλιο, κι ὁ ἴδιος σπουδάζει «τὰ ἱερὰ γράμ­μα­τα» μέ­νοντας «ἄχρι τέλους» πιστός σέ αὐ­τά, «εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθε». Θέτει ὡς θε­μέλιο τῆς πνευματικῆς του ζωῆς τόν «κείμενον» κι ἐμπιστεύεται τήν οἰ­κοδομή του στά χέρια «ἀπλανοῦς πνευ­ματικοῦ πατέρα», ἐναποθέτοντας στό πετραχήλι του ὅλη του τήν πνευ­μα­τική πορεία. Σάν ἄοκνη μέλισσα πε­ρι­δια­βαί­νει στά ποικίλα μυρίπνοα ἄνθη τῆς Ἐκ­κλησίας καί τρυ­γάει ἀπό παντοῦ πνευ­- ματικούς καρπούς.
Πολυσχιδής προσωπικότητα ὁ ἴ­διος, ἀσχολεῖται μέ πλεῖστα ὅσα... μά δέν ἀ­ποπροσανατολίζεται. Ἐπιλέγει τήν «ἀ­γαθὴν μερίδα», καί σέ αὐτήν θά βρίσκει πάντοτε τόν ὁδοδείκτη τῆς πο­ρείας του. Ζεῖ ἁπλά, θά ἔλεγα φτωχικά, μά χαίρεται τά πάντα καί δέν τοῦ λείπει τί­ποτα. Ὁ Χριστός γίνεται τό κέντρο τῆς ὕπαρξής του. Τό θέλημά Του σκο­πός τῆς ζωῆς του κι ἡ καθημερινότητά του ἕνας διαρ­κής διπλός ἀγώνας: νά γνω­ρίσει «τί θέλει ὁ Θεός» ἀπό ἐκεῖνον καί νά τό ἐφαρ­μό­σει σέ κάθε στιγμή, σέ κά­θε ἔκφανση τῆς ζωῆς του.
Κι ὁ Χριστός τόν ἐπισκέπτεται κι ἐ­νεργεῖ μέσῳ αὐτοῦ. Πόσοι ἄνθρωποι δέν μαρτυροῦν πώς, ὅταν ξεστράτισαν ἀπό τήν πίστη, βρέθηκε στόν δρόμο τους ὁ Πασχάλης καί τούς βοήθησε νά ἐπι­στρέ­ψουν; Πόσοι ἄνθρωποι δέν ἐξο­μολο­γή­θηκαν βάζοντας πνευματική ἀρ­χή, ἀφοῦ γνωρίστηκαν μέ τόν Πασχάλη; Ἐμφα­νι­ζόταν ἀναπάντεχα, κι ἀπο­συρό­ταν ἥ­συ­χα, ὅταν δέν τόν χρεια­ζό­σουν ἄλλο, γιά νά συνεχίσει κάπου ἀλλοῦ... Κι «ὁ ἐ­πι­στρέ­ψας ἁμαρτωλὸν ἐκ πλά­νης ὁδοῦ αὐτοῦ σώσει ψυχὴν ἐκ θανά­του καὶ κα­λύψει πλῆθος ἁμαρ­τιῶν» (Ἰα 5,20).
Τό οἰκοδόμημά του δοκιμάστηκε στή φωτιά, κι ἄντεξε, κι ἔλαμψε σάν τόν ἥλιο. Ἡ ζωή του ὑπῆρξε σταυ­ρι­κή. Ἡ ἀσθέ­νεια τόν ἐπισκέπτεται ἀπό τή νε­αρή του ἡ­λικία, μά ἐκεῖνος λές καί τή ζεῖ σάν εὐ­λο­γία, σηκώνει τόν σταυ­ρό του σάν λα­μ­πάδα πασχαλινή. Ἀρ­γότερα μέ τήν ἐκλεκτή του σύζυγο, τήν πο­λυ­α­γα­πημένη του Χριστίνα, ση­κώ­νουν ἀ­πό κοινοῦ καί μέ τήν ἴδια χάρη τόν σταυρό τῆς ἀτεκνίας... Ἀναλώνονται κυριολε­κτικά, «ψυχῇ τε καὶ σώματι» στή δια­κο­νία τῶν παι­διῶν τοῦ Θεοῦ. Κα­τη­χητικά, κατα­σκη­νώσεις, ὁμάδες, γιορ­τές, ἐκ­δρο­μές… Σκορποῦν ποι­κιλοτρό­πως καί πλουσίως τήν ἀγά­πη τους σέ δεκάδες παιδιά, τά ὁποῖα βλέ­πουν στό πρόσωπό του τόν ἀγα­πη­μένο τους «θεῖο Πάσχο»!
Ὅλα γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ! Κι ὅταν ἦρθε καιρός πού ὅλα «τά ᾽σκιαζε ἡ φο­βέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλα­βιά»... τῆς ἐπιδημίας, ἀ­κούστηκε τό «ἐγώ, Κύ­ριε»... καί γίνεται τό σαλόνι τους διαδι­κτυ­ακή αἴθουσα διδασκαλίας, κι αὐλή, καί «τὰ πάντα ἐν πᾶσι»... Ἔτσι τώρα οἱ προσ­ευχές τῶν μικρῶν παι­διῶν, μά κι ἐκείνων πού με­γάλωσαν στά χρόνια πού περάσαν, τόν συνοδεύουν στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ καί κοσμοῦν τόν δίκαιο στέ­φανο πού ὁ Κύριος τοῦ ἑ­τοί­μασε.
Τιμοῦσε ἀληθινά καί εἰλικρινά τούς πάντες, χωρίς -ταυτόχρονα- νά ἀπα­ξι­ώνει καί νά ἀδικεῖ κανέναν. Μεγάλοι καί μικροί, ἁπλοί καί σπουδαῖοι, εὐερ­γέτες κι εὐεργετηθέντες, φίλοι κι ἄ­γνω­στοι, ἀπο­λάμ­βαναν μίας ἰδιαίτερης, μονα­δι­κῆς καί προσωπικῆς τιμῆς κι ἐκτιμή­σε­ως ἀπό τόν Πασχάλη. Ξεπερ­νοῦσε τήν «πρέπου­σα», γινόταν... ὑ­περβατική. Ἀ­κόμα κι αὐ­τούς πού ὁ κό­σμος συνή­θισε νά πε­ρι­φρονεῖ, ὁ Πα­σχάλης τούς ἀγ­κά­λιαζε, τούς νοιαζόταν καί τούς τιμοῦσε μέ τόν δικό του αὐ­θεντικό τρόπο. Ἔ­βλεπε, φαί­νεται, τήν «εἰκόνα τοῦ Θε­οῦ» κι ἤξε­ρε ὅτι... «ἐμοὶ ἐποιήσατε».
Κι ἐσύ πού διαβάζεις αὐτές τίς γραμ­μές, ἀδελφέ μου, θέλω νά εἶσαι βέβαιος, πώς, ἄν κάποτε συνυπῆρξες μέ τόν Πα­σχάλη ἤ ἄν κάπου συνερ­γά­στηκες μαζί του, ἐκεῖνος μᾶς πληρο­φοροῦσε ὅτι εἶ­σαι «φοβερός»! Κι ἄν νομίζεις ὅτι δέν ἀξί­ζεις τίποτα κι ἴσως νιώθεις τώρα ἀ­πελ­­πισμένος, νά εἶσαι σίγουρος ὅτι ἐκεῖ­νος μᾶς διαβεβαίωνε ὅτι εἶσαι «ψυχού­λα». Ἀλλά κι ἄν κά­ποιος, πρός στιγμήν ἴσως, τόν πίκρανε, μπορεῖ νά εἶναι βέ­βαιος ὅτι τό ὄνομά του ἔγινε κόμπος στήν προσ­ευχή τοῦ Πασχάλη καί μπῆκε βαθύτερα στήν καρδιά του. Μά κι ἐκεῖ­νος, ἄν κά­ποιον στεναχώρησε -τό ξέρεις ἤδη-, τοῦ ζή­τη­σε ταπεινά νά τόν συγχω­ρέσει.
Ἔτσι πολιτεύθηκε στά μόλις 39 χρόνια του ὁ Πασχάλης, πρός τούς μα­κράν καί τούς ἐγγύς, πρός τήν ἴδια τήν οἰκο­γένειά του. Ὑ­πάκουος, σε­βαστικός πρός τούς γο­νεῖς, στοργικός πρός τόν ἀδελ­φό, ἀφοσιωμένος στή σύζυγό του κατά τό ἀποστολικό παράγ­γελ­μα· «οἱ ἄνδρες ἀ­γαπᾶτε τὰς γυναῖκας ἑαυ­τῶν, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησε τὴν ἐκ­κλη­σί­αν...» (Ἐφ 5,25). Κι ἦ­ταν πράγματι ἡ ἀ­γά­πη του ἀληθινή, βαθειά, πνευ­μα­τική. Γι’ αὐτό κι ἡ μο­ναδική βιοτική του μέ­ρι­μνα, καθώς βα­δίζει πρός τήν οὐράνια βασιλεία, εἶναι ἡ «Χρι­στι­νού­λα» του.
Ὑπηρέτησε μέ προθυμία, ζῆλο κι αὐ­ταπάρνηση τήν Ἐκκλησία καί τήν Πα­τρί­δα, μέ κάθε τρόπο· ὅποτε κι ἄν τοῦ ζητή­θη­κε. Στήν Ἀδελφότητά μας, δια­κόνησε ὑποδειγματικά ἀπό ὅλες σχε­δόν τίς θέ­σεις. Ὑπῆρξε κατηχητής, κυ­κλάρ­χης, ὁ­μαδάρχης, ὑπαρχηγός, ἀρ­χηγός, ἱερο­κή­­ρυκας... Κι ἡ ἀπουσία του στοιχί­ζει τώρα περισσότερο.
Ὡς ἐλάχιστο ἀντίδωρο στόν ἅγιο Θεό, πού μᾶς τόν χάρισε ὅλα αὐτά τά χρόνια, προσφέρουμε τήν ἄπειρη εὐ­γνωμοσύνη μας καί τήν καρδιόβγαλτη δο­ξολογία μας! Μά περισσότερο Τόν ἀνυμνοῦμε καί Τόν εὐλογοῦμε, γιατί μᾶς δώρισε τόν Πασχάλη αἰώνια, στέ­λεχος πιά τῆς οὐράνιας κατα­σκή­νω­σης, μαζί μέ τόν Δάσκαλό μας, σημεῖο ἀγαπημένο στόν χάρτη τῆς ζωῆς, γιά νά θυμίζει σέ ὅλους τόν ἀληθινό προ­ο­ρισμό μας...
Καί καθώς τόν ἀκοῦμε νά μᾶς φω­νάζει, πώς ἐκεῖ εἶναι «τέλεια ἡ ζωή», νιώθουμε πώς πρέπει κι ἐμεῖς νά ἑτοι­μαζόμαστε, καθώς «μικρόν» καί πάλι θέ­λει ἀνταμωθοῦμε. Νά δώσει ὁ Κύριος γιά ὅλους!
Καλό Παράδεισο, πολυαγαπημένε ἀδελφέ μας Πασχάλη! Αἰωνία σου ἡ μνήμη!

Ἀπόστολος Κεκελίδης