Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Κυριακή Ἀπόκρεω (Μθ 25,31-45)

῾Η Δευτέρα Παρουσία καί ἡ μέλλουσα Κρίση

lastjudgment  ῾Η περικοπή τῆς τελικῆς κρίσεως (Μθ 25,31-46) διαβάζεται ὡς εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τήν Κυριακή τῆς ᾿Απόκρεω. ᾿Αποτελεῖ τόν ἐπίλογο τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου πού καταγράφεται στά κεφάλαια 24 καί 25 τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου καί ἔχει θέμα της τό τέλος τοῦ κόσμου, τή Β´ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί τή μέλλουσα κρίση. Εἰδικά τό 25ο κεφάλαιο περιλαμβάνει τήν παραβολή τῶν 10 παρθένων, ὅπου τονίζεται ἡ συνεχής ἐγρήγορση καί προετοιμασία γιά τή Β´ Παρουσία, καί τήν παραβολή τῶν ταλάντων, πού ἐπιβεβαιώνει ὅτι ὁ Κύριος θά ἀποδώσει στόν καθένα κατά τά ἔργα του.
   Στήν περικοπή μας ὁ Κύριος μέ συμβολική γλώσσα, μέ ἔντονες καί ζωηρές εἰκόνες παρουσιάζει τή μέλλουσα κρίση τῆς ἀνθρωπότητος. ῾Η Γραφή, ὅταν ἀναφέρεται στήν κόλαση καί στόν παράδεισο, χρησιμοποιεῖ πάντα ἐκφράσεις καί περιγραφές οἱ ὁποῖες εἶναι καθαρά ἀνθρωπομορφικές. ᾿Ανθρωποπρεπῶς καί ὄχι θεοπρεπῶς ἐκφράζονται στίς περιπτώσεις αὐτές τά ἱερά κείμενα, ἐπισημαίνουν οἱ πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς ᾿Εκκλησίας μας. Μέ τόν τρόπο αὐτό μποροῦμε ἁπλἀ νά καταλάβουμε πράγματα καί καταστάσεις πού εἶναι ἔξω ἀπό τή δική μας διάσταση, σέ μία ἄλλη συχνότητα, πνευματική.


α) ῾Ο ᾿Ιησοῦς θά ἔρθει ὡς κριτής τῶν ἐθνῶν (25,31-33)

25,31. ῞Οταν δέ ἔλθῃ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καί πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ.
  ῾Η περικοπή τῆς μελλούσης κρίσεως θεωρήθηκε ἀπό πολλούς ἑρμηνευτές ὡς παραβολή. ᾿Εντούτοις εἶναι μία προφητεία, ὅπως φαίνεται ἤδη ἀπό τήν ἀρχή της. ᾿Ενῶ οἱ παραβολές συνήθως ἀρχίζουν μέ τό «ἄνθρωπός τις» καί ἄλλα παρόμοια, ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τόν υἱό τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο τίτλος ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μεσσιανικός. ῎Ετσι αὐτοαποκαλεῖται πολλές φορές στά Εὐαγγέλια ὁ ᾿Ιησοῦς, διότι εἶναι ὁ κατεξοχήν ἄνθρωπος, ἀλλά ταυτόχρονα καί ὁ ἕνας ἀληθινός Θεός, ὁ ἐνανθρωπήσας Γιαχβέ, ὁ Θεάνθρωπος.  
  ᾿Εν τῇ δόξῃ αὐτοῦ: ᾿Ενῶ στήν πρώτη παρουσία του ὁ Κύριος ἦρθε ταπεινός καί ἄσημος, στή δεύτερη θά ἔρθει μέ ὅλη τή θεϊκή καί μεγαλοπρεπῆ του δόξα.
   Καθίσει ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ: ῾Ο φοβερός κριτής τῆς μελλούσης κρίσεως εἶναι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. Αὐτό δηλώνει ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός εἶναι ἀνώτερος ὅλων, εἶναι Θεός. ῾Η περικοπή μᾶς δίνει ἕνα δυνατό ἐπιχείρημα γιά τή θεότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία δέν παραδέχονταν ὁ ῎Αρειος καί οἱ ὀπαδοί του, καθώς καί οἱ σημερινοί χιλιαστές.

25,32. καί συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τά ἔθνη, καί ἀφοριεῖ αὐτούς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμήν ἀφορίζει τά πρόβατα ἀπό τῶν ἐρίφων.
   Καί συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τά ἔθνη: ῞Ολοι οἱ ἄνθρωποι πού ἀνά τούς αἰῶνες πέρασαν ἀπό τή γῆ, θά συναχθοῦν μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ κατά τήν ὥρα τῆς Β´ Παρουσίας σ᾿ ἕνα φοβερό καί παγκόσμιο δικαστήριο. «Τούς γάρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τά διά τοῦ σώματος πρός ἅ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθόν εἴτε κακόν» (Β´ Κο 5,10· πρβλ. ᾿Απ 20,11-13).
   ῾Ο Κύριος θά κρίνει «ζῶντας καί νεκρούς». ῾Η κρίση του δέν θά εἶναι αὐθαίρετη· θά ἀποδώσει ἀμοιβή ἤ τιμωρία στούς ἀνθρώπους ἀνάλογα μέ τά ἔργα τους. ῞Οσοι τόν ὁμολόγησαν καί τόν ἀκολούθησαν θά βλέπουν τή δόξα του καί θά σκιρτοῦν· θά καμαρώνουν γι᾿ αὐτόν πού ἀγάπησαν καί πού γιά τό ὄνομά του «ἐβάδισαν ὁδούς σκληράς». ῞Οσοι τόν ἀρνήθηκαν καί τόν πολέμησαν μέ τή ζωή ἤ μέ τά λόγια τους θά τρέμουν ἀντικρίζοντας λαμπρό καί δυνατό αὐτόν πού «ἐξεκέντησαν» (᾿Απ 1,7), πού πλήγωσαν. Θά ντρέπονται ἀλλά καί θά λυσσοῦν, καθώς θά διαπιστώσουν ὅτι ἀπό τά χέρια αὐτοῦ πού κάρφωσαν πάνω στό σταυρό, κρέμεται τώρα ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα.
   ῞Ωσπερ ὁ ποιμήν ἀφορίζει τά πρόβατα ἀπό τῶν ἐρίφων: ῾Η εἰκόνα δείχνει τήν ἀλάνθαστη βεβαιότητα καί τήν ἀδέκαστη ἀπόφαση τοῦ Κυρίου. Θά διαχωριστοῦν οἱ δίκαιοι ἀπό τούς ἁμαρτωλούς μέ ὅση εὐκολία ἕνας βοσκός διακρίνει καί χωρίζει τά πρόβατα ἀπό τά γίδια. ῞Οπως ἡ φύση ξεχωρίζει τά πρόβατα ἀπό τά γίδια, ἔτσι ἡ προαίρεση καί ἡ διαγωγή τοῦ κάθε ἀνθρώπου τόν κατατάσσει στούς δικαίους (πρόβατα) ἤ στούς ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς (γίδια).

25,33. καί στήσει τά μέν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τά δέ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.
Σύμφωνα μέ τίς ἀντιλήψεις τῶν ἀρχαίων, ἡ θέση στά δεξιά τοῦ βασιλιᾶ ἤ κάποιου ἐπισήμου προσώπου ἦταν θέση τιμῆς, ἐνῶ στά ἀριστερά του θέση παραγκωνισμοῦ καί καταφρόνιας.

β) ῾Η ἀμοιβή τῶν δικαίων (25,34-40)

25,34. Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεύς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου.
   ῾Ο βασιλεύς δέν εἶναι ἕνα παραβολικό πρόσωπο, ἀλλά ὁ ἴδιος «ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου», ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός.
   Οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου: Εὐλογητός εἶναι αὐτός πού ἀξίζει νά εὐλογεῖται καί νά δοξάζεται. Τό ὄνομα αὐτό ἀποδίδεται μόνο στόν Θεό, διότι μόνο αὐτός εἶναι τέλειος. Κατά χάρη ὅμως ὁ Θεός δίνει καί στούς ἀνθρώπους ἀπό τή δική του δόξα καί τελειότητα καί τούς καθιστᾶ εὐλογημένους. Γι᾿ αὐτό οἱ δίκαιοι ὀνομάζονται εὐλογημένοι τοῦ πατρός.
   Κληρονομήσατε: ῞Οπως τά παιδιά κληρονομοῦν τήν περιουσία τοῦ πατέρα τους, ἔτσι καί οἱ δίκαιοι, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός, κληρονομοῦν τή βασιλεία του. Πολύ ἐπιτυχημένα ὁ ἅγιος Χρυσόστομος παρατηρεῖ ὅτι δέν λέει ὁ Κύριος «παίρνουν» ἤ «ἀποκτοῦν», ἀλλά κληρονομοῦν γιά νά δείξει τή συγγενική σχέση τῶν δικαίων μέ τόν Θεό πατέρα.
   ᾿Από καταβολῆς κόσμου, ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας ὁ Θεός φρόντισε γιά τούς δικούς του καί ἑτοίμασε γι᾿ αὐτούς τό πλούσιο, εὐφρόσυνο καί ἔνδοξο βασίλειο ὅπου θά κατοικοῦν.

25,35-36. ᾿Επείνασα γάρ, καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καί ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καί συνηγάγετέ με, γυμνός, καί περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καί ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καί ἤλθετε πρός με.
   Τό κριτήριο μέ τό ὁποῖο ξεχωρίζει ὁ Κύριος τούς δικούς του εἶναι ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη. Τονίζει αὐτό τό χαρακτηριστικό ὄχι διότι εἶναι τό μοναδικό, ἀλλά διότι εἶναι τό κύριο. Μετά τόν Μυστικό δεῖπνο, στήν παράδοση τῆς διαθήκης του, ὁ ᾿Ιησοῦς λέει πρός τούς μαθητές του· «᾿Εν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (᾿Ιω 13,35). ᾿Εδῶ ἀναφέρει ἕξι περιπτώσεις ἀγάπης ὅπου μετριέται καί ὑπολογίζεται καί ἡ παραμικρή ἐκδήλωση ἀγάπης.
   Στίς χῶρες τῆς ᾿Ανατολῆς, πού ὁ καιρός εἶναι πολύ ζεστός καί τό νερό σπάνιο, ἦταν εὐεργετική καί οὐσιαστική πράξη ἀγάπης ἡ προσφορά ἑνός ποτηριοῦ μέ νερό. Γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος ἀναφέρει ὡς φιλανθρωπία καί τό ἐποτίσατέ με.
   Γυμνό, ἐννοεῖ τόν φτωχοντυμένο, ὅπως τό λέμε καί σήμερα. Αὐτόν πού ἔχει λίγα ροῦχα ἤ τριμμένα καί σχισμένα καί κρυώνει.
   Τό κυριότερο γιά τό ὁποῖο θά κριθοῦμε στή Β´ Παρουσία εἶναι τό ἔργο τῆς ἀγάπης, τό ὁποῖο προϋποθέτει καί ὅλα τά ἄλλα. ῾Ο π. Αὐγουστῖνος ἐπίσκοπος Φλωρίνης λέει· «῾Η χριστιανική ἐλεημοσύνη εἶναι ἀγάπη στήν πράξη, εἶναι ἐφαρμοσμένη ἀγάπη. ῾Η δέ ἀγάπη, σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ κορυφαία, ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν... Μέσα στήν τήρηση τῆς ἐντολῆς τῆς ἀγάπης περικλείεται ἡ τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν. Καί πράγματι ὅποιος ἀγαπάει τόν πλησίον του μέ εἰλικρινῆ ἀγάπη, δέν τόν ἀπατᾶ, δέν λέει ψέματα, δέν τόν διαβάλλει καί δέν τόν συκοφαντεῖ, δέν ψευδορκεῖ, δέν πορνεύει καί δέν μοιχεύει, καί γενικά δέν κάνει κανένα κακό πού μπορεῖ νά βλάψει τόν πλησίον του» («Σταγόνες ἀπό τό ὕδωρ τό ζῶν», σελ. 36).

25,37-40. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καί ἐθρέψαμεν, ἤ διψῶντα καί ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καί συνηγάγομεν, ἤ γυμνόν καί περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἤ ἐν φυλακῇ, καί ἤλθομεν πρός σέ; Καί ἀποκριθείς ὁ βασιλεύς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε.
   Οἱ δίκαιοι ἐκπλήσσονται ὄχι μέ τό ὅτι τούς ἀποδίδονται ἀγαθοεργίες τίς ὁποῖες δέν ἔκαναν, ἀλλά διότι αὐτές ἑρμηνεύονται ὡς προσφορά στόν ἴδιο τόν Κύριο. Αὐτό φανερώνει τήν πίστη τους στό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία τούς ἐμπνέει νά κάνουν ἔργα ἀγάπης μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση, χωρίς νά ἀποβλέπουν σέ ἀμοιβή.
   Κάθε προσφορά ἀγάπης πρέπει νά εἶναι ἀνιδιοτελής, νά μήν ἀποβλέπει στήν ἀμοιβή, οὔτε στήν ἀναγνώριση καί τήν ἐπίδειξη, ἀλλά νά γίνεται μόνο διότι αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

γ) ῾Η καταδίκη τῶν ἀσπλάχνων (25,41-46)

25,41. Τότε ἐρεῖ καί τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον τό ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
   Οἱ κατηραμένοι εἶναι ἀντίθετο τοῦ εὐλογημένοι. ᾿Ενῶ παραπάνω εἶπε· «οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου» (στ. 34), γιά τούς ἁμαρτωλούς λέει ἁπλῶς οἱ κατηραμένοι καί ὄχι οἱ κατηραμένοι τοῦ πατρός μου, διότι ὁ Θεός δέν καταρᾶται τόν ἄνθρωπο, ἀλλά τά προσωπικά του κακά καί οἱ ἁμαρτίες του εἶναι πρόξενοι τῆς καταστροφῆς καί τῆς καταδίκης του. Οἱ ἄνθρωποι πού παραδόθηκαν στόν διάβολο καί μόνοι τους ἔκοψαν κάθε δεσμό πού τούς ἕνωνε μέ τόν Θεό παύουν νά εἶναι εὐλογημένοι, γίνονται κατηραμένοι.
   Εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον: ῾Η αἰώνια φωτιά εἶναι ἡ κόλαση. Λέγεται καί «πῦρ ἄσβεστον» (Μρ 9,43), καί «πυρός ζῆλος ἐσθίειν μέλλοντος τούς ὑπεναντίους» (῾Εβ 10,27), «κάμινος τοῦ πυρός» (Μθ 13,42). «᾿Επειδή ἀκοῦς γιά φωτιά», λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «μή νομίσεις ὅτι εἶναι τέτοια ἐκείνη ἡ φωτιά. Δέν εἶναι ὑλική σάν τή δική μας φωτιά, ἀλλά τέτοια πού γνωρίζει ὁ Θεός».
   ῾Η Καινή Διαθήκη δηλώνει τήν κατάσταση τῆς κολάσεως και μέ ἄλλα ἐκφραστικά ὀνόματα· «ἀπώλεια» (Φι 3,19· Β´ Πέ 2,3), «ὄλεθρος αἰώνιος» (Β´ Θε 1,9), «θλῖψις μεγάλη» (Μθ 24,21), «μέλλουσα ὀργή» (Μθ 3,7·Λκ 3,7), «σκότος τό ἐξώτερον» (Μθ 8,12· 22,13· 25,30), «ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων« (Μθ 8,12· 24,51· 25,30 Λκ 13,28), «γέεννα» (Μθ 5,22. 29. 30· Μρ 9,43· Λκ 12,5).
   Μέ ὅλες αὐτές τίς ὀνομασίες ἡ ἁγία Γραφή προσπαθεῖ νά ζωγραφίσει μπροστά μας τήν ἔννοια μιᾶς τραγικῆς πραγματικότητας τήν ὁποία θά βιώσουν οἱ ἀσεβεῖς καί ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί πού, ὅσο ζοῦσαν στή γῆ, δέν δέχτηκαν τόν Κύριο καί τή σωτηρία πού ᾿Εκεῖνος προσφέρει. ῞Ενα πρόσφατο παράδειγμα ἀπό τή σύγχρονη πραγματικότητα θά μᾶς βοηθήσει νά προσδιορίσουμε καλύτερα τήν ἔννοια τῆς κολάσεως καί νά καταλάβουμε πῶς εἶναι δυνατόν νά καίγονται οἱ κολασμένοι, χωρίς νά ὑπάρχει ἐκεῖ φυσική φωτιά. Πρίν μερικά χρόνια οἱ ἐφημερίδες ἀνέφεραν μία τραγική εἴδηση· Μία μητέρα πού εἶχε βγεῖ στό μπαλκόνι τοῦ σπιτιοῦ της μέ τό μωρό της στήν ἀγκαλιά, δέν πρόσεξε, μέ ἀποτέλεσμα νά τῆς γλιστρήσει τό παιδί ἀπό τά χέρια, νά πέσει κάτω καί νά σκοτωθεῖ. Χτυπιόταν καί ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητα ἡ τραγική μάνα φωνάζοντας «Καίγομαι! Καίγομαι!». ῏Ηταν ἡ φωτιά τῆς συνειδήσεως πού τήν ἔκανε νά νιώθει πώς βρίσκεται μέσα στίς φλόγες. Κάπως ἔτσι θά καίγονται καί οἱ κολασμένοι.
   ῾Η ἄποψη ὅτι δημιουργός τῆς κόλασης εἶναι ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τῶν ἁμαρτωλῶν δέν στηρίζεται στή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς. Μιλοῦμε γιά δημιουργία φωτός καί ὄχι σκότους, διότι τό σκότος δέν εἶναι μία ὀντότης, εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀπουσία τοῦ φωτός. Μιλοῦμε ἐπίσης γιά ἀγάπη καί ὁρίζουμε τό μίσος ὡς ἀπουσία τῆς ἀγάπης. Παρόμοια ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ, συνεπάγεται τήν κόλαση.
  Τό ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ: ῾Ο Θεός ἑτοίμασε γιά τούς ἀνθρώπους πρό καταβολῆς κόσμου τή βασιλεία του. Στόν παράδεισο τούς θέλει καί τούς καλεῖ ὅλους. ῾Ο διάβολος ἀπό τήν ἄλλη πλευρά μέ τήν ἀνταρσία του ἑτοίμασε γιά τόν ἑαυτό του καί ὅσους τόν ἀκολουθοῦν τήν κόλαση. ᾿Απομακρύνθηκε ἀπό τήν κατάσταση τοῦ φωτός καί τῆς δόξας καί ἔπεσε στήν κατάσταση τοῦ σκότους, τοῦ ἅδη.
   Διάβολος θά πεῖ διαβολέας, συκοφάντης. Λέγεται ἔτσι ὁ Σατανᾶς, ὁ ἀρχηγός τῶν δαιμόνων, διότι συκοφάντησε τόν Θεό στήν Εὔα ὡς φθονερό.
   Καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ: Σύμφωνα μέ ὅσα ἀποκαλύπτει ἡ ἁγία Γραφή, οἱ δαίμονες ἦταν κάποτε ἄγγελοι ἀγαθοί, ἀλλά ἀκολούθησαν τόν ῾Εωσφόρο στήν ὑπερηφάνεια καί ἀμέσως ἔπεσαν στό σκοτάδι τῆς κακίας, τῆς ἀδυναμίας καί τῆς δυστυχίας. ῾Ο πρωταίτιος καί ἀρχηγός τους λέγεται διάβολος καί οἱ ἄλλοι ἄγγελοι πονηροί ἤ ἄγγελοι τοῦ διαβόλου ἤ δαίμονες ἤ δαιμόνια κ.ἄ. ῾Ο διάβολος καί οἱ ἄγγελοί του, πού φθόνησαν τόν Θεό, φθονοῦν πολύ καί τόν ἄνθρωπο, γι αὐτό καί προσπαθοῦν συνέχεια νά τόν παρασύρουν στή δική τους καταστροφή.

25,42-45. ᾿Επείνασα γάρ, καί οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καί οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καί οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καί οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενής καί ἐν φυλακῇ, καί οὐκ ἐπισκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καί αὐτοί λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἤ διψῶντα ἤ ξένον ἤ γυμνόν ἤ ἀσθενῆ ἤ ἐν φυλακῇ, καί οὐ διηκονήσαμέν σοι; Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε.
   ᾿Αντίστοιχα πρός τήν ὁμάδα τῶν δικαίων (στ. 34-40), καί οἱ ἄσπλαχνοι κρίνονται μέ μέτρο τήν ἀγάπη πού δέν ἔδειξαν πρός τούς ἀδελφούς καί συνανθρώπους τους. ᾿Από τά λόγια τοῦ Κυρίου πρός τίς δύο ὁμάδες τῶν κρινομένων θά μποροῦσε κανείς νά θεωρήσει τήν ἀγάπη ὡς τό μοναδικό κριτήριο καί γνώρισμα τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ. ᾿Αλλά ἕνα τέτοιο συμπέρασμα δέν θά ἦταν σωστό. ῎Αν ἐμβαθύνουμε στά λόγια τοῦ Κυρίου θά δοῦμε ὅτι κάθε ἀγαθοεργία καί προσφορά ἤ κάθε ἀσπλαχνία καί ἀδιαφορία πρός τούς ἄλλους ἀνάγεται στό πρόσωπο τοῦ ἰδίου τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί συνδέεται μ᾿ αὐτό.
   ῾Επομένως ἡ ἀγάπη εἶναι ἀληθινή καί ὁλοκληρωμένη μόνο ὅταν ἀπορρέει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί αὐτή προϋποθέτει πίστη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. ῾Η πίστη μέ συνδέει μέ τόν Χριστό καί καλλιεργεῖ τήν ἀγάπη μου πρός Αὐτόν. ῾Η ἀγάπη πρός τόν Χριστό μας ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη πρός τούς ἀδελφούς πρῶτα ἀλλά καί πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους πού εἶναι πλάσματα τοῦ Θεοῦ.
   ῾Ο Χριστός εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (βλ. Κλ 1,15) καί ὁ κάθε ἄνθρωπος πλάστηκε «κατ᾿ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ (Γέ 1,26). Γι᾿ αὐτό ἔχει τήν ἔμφυτη ἔφεση νά κοινωνήσει μέ τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό. Κοινωνεῖ δέ μέσῳ τοῦ ἀδελφοῦ καί τοῦ συνανθρώπου, τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ». ῾Η ἀγάπη του πρός τόν Χριστό διοχετεύεται στήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. ῞Ολα αὐτά λέγονται σαφέστατα στά λόγια τοῦ Κυρίου «ἐμοί ἐποιήσατε» ἤ οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε.
 
25,46. Καί ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον.
   ῾Η ἡμέρα τῆς κρίσεως θά εἶναι πράγματι ἡμέρα δικαιοσύνης, πού θά κάνει τούς δικαίους νά ξεχειλίσουν ἀπό εὐγνωμοσύνη καί τούς ἀδίκους νά σκύψουν ἀναπολόγητοι τό κεφάλι. ῎Επειτα θά πάει ὁ καθένας, ἄλλος εἰς κόλασιν αἰώνιον κι ἄλλος εἰς ζωήν αἰώνιον, ἀνάλογα μέ τό τί διάλεξε ὁ ἴδιος καί τί ἀποφάσισε μόνος του. Τό φῶς τῆς Θεότητος, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Μ. Βασίλειος, τούς μέν δικαίους, τούς ἐκλεκτούς καί τούς μετανοημένους ἁμαρτωλούς τούς φωτίζει καί τούς εὐφραίνει, ἐνῶ γιά τούς ἀδίκους καί τούς ἀμετανοήτους γίνεται φωτιά πού τούς καίει.
   ῾Ο παράδεισος, ἡ αἰώνια ζωή εἶναι μιά κατάσταση ἀσύλληπτη καί ἀπερίγραπτη μέ τίς δυνατότητες πού διαθέτει ὁ ἄνθρωπος. ῾Ο χαρισματικός ρήτορας τῆς ᾿Εκκλησίας μας ὁ ᾿Ηλίας Μηνιάτης λέει· «῾Ο παράδεισος ὑπερβαίνει κάθε γλώσσα καί κάθε νοῦ, διότι οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος μπορεῖ νά μᾶς ἐξηγήσει καθώς εἶναι». «῏Ω παράδεισε», ἔλεγε κάποιος, «ἠμποροῦμεν νά σέ κερδίσωμεν, μά δέν ἠμποροῦμεν νά σέ κατανοήσωμεν».
   Αὐτή τή δυσκολία αἰσθάνεται ὁ ἀπ. Παῦλος, ὅταν θέλει νά μᾶς μεταφέρει τήν ἐμπειρία τοῦ παραδείσου. ῞Οσα εἶδε, ἄκουσε καί ἔζησε ἐκεῖ εἶναι «ἄρρητα ῥήματα» (Β᾿ Κο 12,4), ἀνέκφραστα πράγματα. Γι᾿ αὐτό περιορίζεται στό ἐπιγραμματικό· «ἅ ὀφθαλμός οὐκ οἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α´ Κο 2,9). Αὐτά πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά τούς ἀγαπητούς του εἶναι τόσο ἐξαίσια, πού ὄχι μόνο δέν τά γεύτηκαν οἱ ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ἀλλά οὔτε κι αὐτή ἡ φαντασία δέν ἔχει τή δυνατότητα νά τά συλλάβει ποτέ.
   Τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ κρίνει καί τοποθετεῖ στόν παράδεισο τόν πιστό. Κι ἀντίστροφα, παράδεισος γιά τόν πιστό εἶναι ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἔλεγε ὅτι · ἄν πάω στόν παράδεισο καί μοῦ ποῦν ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι ἐκεῖ ἀλλά στήν κόλαση, θά ζητήσω νά πάω στήν κόλαση, διότι ἡ κόλαση μέ τόν Χριστό γίνεται παράδεισος, ὅπως καί ὁ παράδεισος χωρίς τόν Χριστό γίνεται κόλαση.
   ῾Η περικοπή μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ κόλαση θά ἔχει τά ἑξῆς στοιχεῖα:
α) Θά εἶναι αἰώνια, χωρίς τήν ἐλπίδα νά τελειώσει, χωρίς τή δυνατότητα νά ἀλλάξει. «Στήν κόλαση δέν φυτρώνει τό λουλούδι τῆς ἐλπίδας» (Δάντης).
β) Οἱ κολασμένοι θά ζοῦν ἀπομονωμένοι καί ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν Θεό.
   Φαντασθεῖτε τόν ἑαυτό σας κλεισμένο σ᾿ ἕνα δωμάτιο, ἤ ἔστω σ ἕνα εὐρύχωρο σαλόνι, ὅπου θά μένατε αἰώνια ὁλομόναχος, χωρίς καμία ἐπικοινωνία μέ τούς ἀγαπητούς σας. Μᾶς πιάνει φρίκη καί μόνο πού τό σκεπτόμαστε. Αὐτό εἶναι κόλαση.
γ) Θά κατοικοῦν μαζί μέ τούς δαίμονες.
δ) Θά βρεθοῦν ἀντιμέτωποι μέ τήν ἀλήθεια. Θά μάθουν ὅτι οἱ φτωχοί πού δέν περιμάζεψαν, οἱ δυστυχισμένοι τούς ὁποίους δέν βοήθησαν, δέν ἦταν ξένοι ἀλλά οἱ ἀδελφοί τους καί ἀδελφοί τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· ἦταν αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἱ ἐγκληματίες καί κακοῦργοι θά ἀναγνωρίσουν ὅτι σκότωσαν ὄχι ἕναν ξένο, ὄχι ἕναν ἐχθρό ἀλλά τόν ἴδιο τόν ἀδελφό τους, πού ὁ Θεός τόν εἶχε βάλει δίπλα τους γιά νά τόν ἀγαπήσουν. Οἱ ὑπερήφανοι ἀναγνωρίζουν ὅτι περιφρόνησαν καί πλήγωσαν τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους, οἱ ἀλαζόνες βρίσκονται ἀντιμέτωποι μέ τό κενό τους καί οἱ φθονεροί διαπιστώνουν ὅτι πλήγωσαν καί φαρμάκωσαν ὄχι κάποιον ξένο ἀλλά τόν ἑαυτό τους.
   Τό γεγονός ὅτι θά ἀντιληφθοῦν οἱ κολασμένοι τήν ἀλήθεια, ἀλλά δέν θά μποροῦν νά μετανοήσουν καί νά ἀλλάξουν τίποτε, χαρακτηρίζει ἀρκετά τήν τραγικότητα τῆς καταστάσεώς τους. Γιά νά καταλάβετε πῶς θά αἰσθανθοῦν, ἀναφέρω δύο περιστατικά·
   1. ῾Η ὑπόθεση τῆς ἀρχαίας τραγωδίας τοῦ Οἰδίποδα. ῞Οταν διπίστωσε ὅτι ἡ μητέρα τῶν παιδιῶν του ἦταν ἡ δική του μητέρα, τήν ὁποία εἶχε κάνει σύζυγο, ἀφοῦ προηγουμένως σκότωσε τόν πατέρα του, αἰσθάνθηκε ἀνυπόφορη τή ζωή του, ἔβγαλε τά μάτια του μέ τά ἴδια του τά χέρια καί περιφέρονταν «τυφλός τά τ᾿ ὦτα τόν τε νοῦν τά τ᾿ ὄμματα», τυφλός στ᾿ αὐτιά, στό νοῦ, στά μάτια.
   2. Στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας ἕνας γενίτσαρος, μπῆκε σ᾿ ἕνα ἑλληνικό σπίτι κι ἀφοῦ ἅρπαξε καί κατέστρεψε ὅ,τι βρῆκε μπροστά του, ἐπιχειρεῖ νά ἀτιμάσει τήν κόρη τῆς οἰκογενείας. Γιά νά κάνει μάλιστα τή βδελυρή πράξη σκοτώνει τούς γονεῖς καί τούς ἀδελφούς της πού πρόβαλαν ἀντίσταση. ᾿Αργότερα ὅμως ἀποκαλύπτεται ὅτι αὐτή ἡ οἰκογένεια, τήν ὁποία τόσο βάναυσα καί ἀπάνθρωπα κατέστρεψε, ἦταν ἡ δική του. ῞Οταν κατάλαβε τί ἔκανε, δέν μπόρεσε ν᾿ ἀντέξει τήν ἀλήθεια· παραφρόνησε.


 
῾Η μέλλουσα Κρίση

   Τό κήρυγμα γιά τή Β´ Παρουσία τοῦ Κυρίου, τή μέλλουσα κρίση, τήν κόλαση καί τόν παράδεισο, δέν τό ἀκοῦνε καθόλου εὐχάριστα σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Τό εἰρωνεύονται καί τό περιγελοῦν. Γιά τήν ᾿Εκκλησία μας ὅμως εἶναι μία πραγματικότητα, τήν ὁποία διακηρύττουμε καί στό σύμβολο τῆς πίστεώς μας· «Καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς». Καί ἡ πίστη αὐτή στηρίζεται στόν ἀδιάψευστο λόγο καί στή διδασκαλία τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος πολλές φορές στήν ἐπίγεια ζωή του διαβεβαίωσε τούς μαθητές του ὅτι θά ξαναέλθει (βλ. Μθ 24· 25· Μρ 13· Λκ 17· 20· 21). Θά συνοψίσουμε τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς γιά τή βεβαιότητα τῆς μελλούσης κρίσεως σέ ὁρισμένα ἁπλᾶ ἐπιχειρήματα.
   1. ῾Η ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ: Γιά κάθε ἐπιθυμία πού ἔχουμε ἔμφυτη μέσα μας ὑπάρχει τό ἀντίκρυσμα πού τήν ἱκανοποιεῖ. Γιά τήν πείνα ὑπάρχει τό φαγητό, γιά τή δίψα τό νερό, γιά τήν κούραση ἡ ἀνάπαυση, γιά τή νύστα ὁ ὕπνος κτλ. ῾Η πιό εὐγενής ἐπιθυμία πού φωλιάζει στήν καρδιά ὅλων τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ ἐπιθυμία γιά ζωή ἀτέλειωτη, αἰώνια. Εἶναι δυνατόν γιά τήν πιό καυτή καί πιό ἅγια ἐπιθυμία μας νά μήν ὑπάρχει ἀντίκρυσμα; ῎Οχι. ῾Η ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ δέν θά μποροῦσε ν᾿ ἀφήσει ἀνεκπλήρωτη αὐτή τήν ἐπιθυμία.
   2. ῾Η δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ: Καθημερινά βλέπουμε νά βασιλεύει στόν κόσμο ἡ ἀδικία. Οἱ ἀθῶοι καί ἀγαθοεργοί ὄχι μόνο δέν βραβεύονται ἀλλά περιφρονοῦνται, συκοφαντοῦνται, διασύρονται. ᾿Αντίθετα οἱ ἔνοχοι καί κακοποιοί ὄχι μόνο δέν τιμωροῦνται, ἀλλά συχνά προβάλλονται ὡς σπουδαῖοι, τιμοῦνται καί θαυμάζονται. ῾Η δικαιοσύνη τῶν ἀνθρώπων, οἱ νόμοι καί τά δικαστήρια τους, μοιάζουν μέ τόν ἱστό τῆς ἀράχνης. Συλλαμβάνουν καί τιμωροῦν τούς μικροαπατεῶνες καί τούς μικροπαραβάτες. Οἱ μεγάλοι κακοῦργοι μένουν ἀτιμώρητοι καί ἄπιαστοι ἀπό τό νόμο, ὅπως τά μεγάλα θηρία, ἀρκοῦδες, λιοντάρια, δέν μπορεῖ νά τά κρατήσει ὁ ἱστός τῆς ἀράχνης, ὁ ὁποῖος συλλαμβάνει μόνο μικρά ἔντομα καί ζωΰφια. ῎Αν ὁ θάνατος βάζει τέρμα στή ζωή μας, ποῦ ὑπάρχει δικαιοσύνη; ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ξεκινώντας ἀπό τή θεόπνευστη βάση πού θέτει ὁ ἀπ. Παῦλος στό 1ο κεφάλαιο τῆς Α´ πρός Θεσσαλονικεῖς ᾿Επιστολῆς ἀποδεικνύει μέ μαθηματική ἀκρίβεια τήν ὕπαρξη τῆς κολάσεως. ῾Η μέθοδος πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος πατέρας ἰσχύει στά μαθηματικά καί λέγεται «εἰς ἄτοπον ἀπαγωγή». Συγκεκριμένα λέγει· ῞Οσα βλέπουμε στή ζωή μᾶς ὁδηγοῦν σέ τρία πιθανά συμπεράσματα·
α) Δέν ὑπάρχει Θεός.
β) ῾Υπάρχει Θεός καί εἶναι ἄδικος ἤ ἀδιάφορος γιά τόν κόσμο.
γ) ῾Υπάρχει Θεός δίκαιος, πού μακροθυμεῖ καί θά κρίνει τόν καθένα κατά τά ἔργα του στή μέλλουσα κρίση.
   Τήν πρώτη καί τή δεύτερη ὑπόθεση ἀπορρίπτει ἡ ἁρμονία τοῦ σύμπαντος, ἡ ἀνυπέρβλητη ὀμορφιά τῆς δημιουργίας καί ἡ ἀέναη πρόνοια γιά τή συντήρηση καί τῶν δύο. ῎Ετσι μόνο ἡ τρίτη πρόταση ἀποδεικνύεται λογική.
   3. Οἱ προφητεῖες τῆς ἁγίας Γραφῆς: ῞Ολες οἱ προφητεῖες τῆς ἁγίας Γραφῆς ἔχουν ἐκπληρωθεῖ μέ ἀπόλυτη ἀκρίβεια. Μένει ἀνεκπλήρωτη μόνο ἡ προφητεία γιά τή Β´ Παρουσία τοῦ Κυρίου καί τή μέλλουσα κρίση. ῎Εχουμε ἑπομένως σοβαρό λόγο νά πιστεύουμε ὅτι κι αὐτή ἡ προφητεία θά ἐκπληρωθεῖ, ὅταν τό θελήσει ὁ Κύριος. Μᾶς βεβαίωσε ὅτι θά ἔρθει καί θά κρίνει τόν κόσμο. Τό πότε, δέν μᾶς τό εἶπε. Εἶναι ἑπομένως πολύ λογικό νά τόν περιμένουμε πάντα.
   4. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός: Τό ἴδιο τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πιό δυνατή βεβαιότητα, τό πιό ἀτράνταχτο ἐπιχείρημα γιά τήν ἀλήθεια τῆς Β´ Παρουσίας του καί τῆς μελλούσης κρίσεως. ῎Αν ἀμφισβητήσουμε τήν ἀλήθεια αὐτή τότε πρέπει νά δεχθοῦμε ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός δέν εἶναι ἀληθινός καί ἀξιόπιστος· δέν εἶναι οὔτε ἀγαθός διότι ἔγινε ἡ αἰτία μέ τή διαβεβαίωσή του αὐτή νά πλανηθοῦν ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, πού τόν πίστεψαν, ἀφιέρωσαν σ᾿ αὐτόν τή ζωή τους καί σφαγιάστηκαν γι᾿ αὐτή τήν πίστη. ᾿Αλλά μιά τέτοια σκέψη δέν μπορεῖ νά τή δεχθεῖ ἡ λογική τοῦ ἀνθρώπου, διότι ξέρουμε ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός εἶναι αὐτός πού μᾶς ἀγάπησε καί πού ἦρθε γιά νά μᾶς δώσει ζωή περίσσια.
   5. ῾Η ᾿Εκκλησία: Εἶναι ἕνας ἀδιάψευστος μάρτυρας κι ἕνας ἀξιόπιστος ἐγγυητής πού μᾶς βεβαιώνει ὅτι θά ξαναέρθει ὁ Κύριος γιά νά κρίνει τόν κόσμο καί νά ἀποδώσει στόν καθένα ἀνάλογα μέ τά ἔργα του. ῾Η ᾿Εκκλησία ἀπό τήν ἡμέρα τῆς ἱδρύσεώς της μέχρι σήμερα καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων καταθέτει τή μαρτυρία της. Εἶναι ἕνας λαμπρός καί ἁγνός μάρτυρας πού ἐπιβεβαιώνει τή μαρτυρική κατάθεσή της μέ τό μαρτύριο τῶν παιδιῶν της. Τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων της, πού αἰῶνες τώρα μοσχοβολοῦν καί ἐπιτελοῦν τόσα θαυμαστά δείχνουν ὅτι ὄχι μόνο οἱ ψυχές ζοῦν καί μετά τό θάνατο, ἀλλά καί τά νεκρά σώματα θά ἀναστηθοῦν γιά τήν τελική κρίση.
   ῎Αλλοτε ὡς νύμφη ὁλόλευκη ἡ ᾿Εκκλησία μέ τούς ἁγίους καί παρθένους της, κι ἄλλοτε ὡς βασίλισσα πορφυροντυμένη μέ τούς αἱματοβαμμένους μάρτυρές της, μαρτυρεῖ καί καταθέτει στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, τήν ἀνάσταση τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί τή Β´ Παρουσία του. ᾿Αλλά ἡ ᾿Εκκλησία δέν καταθέτει μόνο τή μαρτυρία της γιά τή Β´ Παρουσία τοῦ Κυρίου καί τή μέλλουσα κρίση. Εἶναι αὐτή πού τά ἐγγυᾶται. ᾿Αποτελεῖ ἡ ᾿Εκκλησία, θά λέγαμε, ἕναν ὅμηρο στά χέρια τοῦ κόσμου. Πῶς νά μήν ξαναέρθει στή γῆ ὁ Χριστός, ἀφοῦ ὁ κόσμος κρατᾶ ὅμηρο ὅ,τι ἐκλεκτότερο, τήν ἀγαπημένη νύμφη τοῦ Κυρίου, αὐτή τήν ὁποία ὁ Θεάνθρωπος ἐξαγόρασε μέ τό ἴδιο του τό αἷμα;
   ῾Η ᾿Εκκλησία ἐξαγγέλλει στόν κόσμο τή μέλλουσα κρίση. Στήν ᾿Ακολουθία τοῦ μεσονυκτικοῦ διακηρύττει τόν ἐρχομό τοῦ Νυμφίου της μέ τόν ὕμνο· «᾿Ιδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα...». Περιμένει τόν Κύριο μέ τήν ἱκεσία «Ναί, ἔρχου, Κύριε ᾿Ιησοῦ» (᾿Απ 22,20).

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία εὐαγγελικῶν περικοπῶν (Βοήθημα γιά κυκλάρχες)