Σταυρός – Τό σύμβολο τῶν χριστιανῶν (Γ´)

Ἀπό τή φάτνη στόν σταυρό – Ἡ ὁδός τῆς κένωσης

 

   Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά ἑορτάσουμε καί νά βιώσουμε τό «μέγα μυστήριον» τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος χαρακτηρίζει τά Χριστούγεννα «μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν», καθώς ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἐγκαινιάζει τό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας.

   Ὁ Χριστός ἐνανθρώπησε, γιά νά θεοποιηθοῦμε, τονίζει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στόν λόγο του «Περὶ ἐνανθρωπήσεως». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει χαρακτηριστικά πώς ὁ Χριστός ἐνανθρώπησε, γιά νά ἐξαγοράσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή δουλεία τοῦ νόμου καί νά μᾶς χαρίσει τήν υἱοθεσία (βλ. Γα 4,5).

   Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτει τό μέγεθος τῆς ἀγάπης του, πού ἀγκαλιάζει καί σώζει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Διοχετεύεται σέ μᾶς ὡς ἔλεος, πού μᾶς χαρίζει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.

   Μπροστά στό μυστήριο τῆς ἐνανθρώπησης ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι στεκόμαστε ἐκστατικοί. Μαζί μ’ ἐμᾶς μένει ἔκ- θαμβη καί «πᾶσα φύσις ἀγγέλων». Πῶς ὁ Θεός συγκατατέθηκε νά λάβει τή φθαρτή φύση τοῦ ἀνθρώπου! «Ταπείνωσιν ἄφατον» χαρακτηρίζει αὐτή τή συγκατάβαση ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Δέν δύναται ὁ ἄνθρωπος νά κατανοήσει καί νά ἐξηγήσει τό μέγεθος τῆς ταπείνωσης τοῦ Χριστοῦ.

   Ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν περιγράφει τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ὡς κένωση. Ὁ Χριστός «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών» (Φι 2,7). Ὄχι μόνο ταπείνωσε τόν ἑαυτό του, ἀλλά ἄδειασε. Ἄδειασε ὄχι βέ- βαια ἀπό τή θεότητά του ἀλλά ἀπό τή δόξα τῆς θεότητας.

   «Ὁ πλήρης κενοῦται, ἀδειάζει ἀπό τή δική του δόξα, γιά νά μεταλάβω ἐγώ τή δική του πληρότητα. Τί πλοῦτος ἀγαθότητας! Τί μυστήριο συντελέσθηκε γιά χάρη μου! Ἐγώ πλάσθηκα κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καί δέν φύλαξα τήν εἰκόνα. Ἐκεῖνος παίρνει τή δική μου σάρκα, ὥστε καί τήν εἰκόνα νά σώσει καί τή σάρκα νά καταστήσει ἀθάνατη», ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος.

   Ὁ Χριστός κάλυψε τή θεότητα μέ τό ἀνθρώπινο σχῆμα: «σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος» (Φι 2,8). Πῶς ἔλαβε τό ἀνθρώπινο σχῆμα; «Γενόμενος ἐκ γυναικός, γενόμενος ὑπὸ νόμον» (βλ. Γα 4,4). Ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος τονίζει δύο ὕψιστα σημεῖα ταπείνωσης. Ὁ Χριστός γεννήθηκε ἀπό γυναίκα καί ἔλαβε σῶμα, ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος. Ἡ μόνη διαφορά μέ τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους εἶναι ἡ ἄσπορος γέννηση καί τό ἀναμάρτητο τοῦ βίου του.

   Ἡ κένωση τοῦ Χριστοῦ μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησής του ὁδηγεῖ τόν προφήτη Ἠσαΐα σέ ἔκπληξη: «Εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος» (53,2). Ἡ ἀνθρώπινη μορφή φαινόταν ἀσήμαντη σέ σχέση μέ τή θεϊκή δόξα.

   «Τί ἄλλο μένει νά πῶ; Δημιουργό καί φάτνη βλέπω, βρέφος καί σπάργανα, λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχια πολλή, ἀνέχεια πολλή. Εἶδες ὅμως τί πλοῦτος μέσα στή μεγάλη φτώχια; Ὁ πλούσιος ἔγινε φτωχός γιά χάρη μας», ξεσπάει σέ ὕμνο ὁ χρυσορρήμων πατέρας, θαυμάζοντας τό μυστήριο τῆς ἐνανθρώπησης.

   Ἄλλο σημεῖο ταπείνωσης τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μέ τόν ἀπ. Παῦλο, εἶναι ὅτι ὑπέταξε τόν ἑαυτό του στόν Νόμο ζώντας ὡς Ἰουδαῖος καί τηρώντας τίς ἐντολές του. Ἔτσι ὁ Κύριος τοῦ κόσμου καταδέχτηκε νά γίνει δοῦλος, γιά νά ἐλευθερώσει τούς δούλους ἀπό τήν τυραννία τοῦ Νόμου.

   Τό μέσο μέ τό ὁποῖο ἐπιτεύχθηκε ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τή δουλεία τοῦ Νόμου καί τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ σταυρός. «Ὁ Μονογενής, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἤθελε νά σώσει αὐτούς πού βρίσκονται ὑπό τόν οὐρανόν καί νά ὑπομείνει τή γέννηση κατά σάρκα ἀπό γυναίκα. Ἔτσι, ὄντας ἐλεύθερος, ἀξίωσε νά κρυφτεῖ μέσῳ τῆς κένωσής του. Πρίν ἀπό τόν τιμημένο σταυρό ἦταν ἀναγκαῖο ὁ τρόπος τῆς οἰκονομίας τῆς σάρκας νά παραμείνει κρυφός, ὥστε, ὑπομένοντας τή σταύρωση ὡς ἄνθρωπος, νά ἐξουδετερώσει τόν θάνατο», σημειώνει ὁ ἅγιος Κύριλλος.

   Στή θεολογία τῶν Πατέρων διακρίνουμε μία ἄρρηκτη σύνδεση τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ καί τῆς σταύρωσης. «Ἄν ὁ Χριστός δέν ἀνασταινόταν, θά ἤμασταν οἱ πιό ἀξιοθρήνητοι ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους» (βλ. Α´ Κο 15,19), σημειώνει ὁ θεῖος Παῦλος. Ἀλλά κι «ἄν ὁ Χριστός δέν γεννιόταν, δέν θά εἴχαμε ποτέ τήν ἀνάσταση», συμπληρώνει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Στή συνέχεια τοῦ λόγου του «Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» τονίζει τή μεγάλη ἀξία τῆς ἑορτῆς: «Τό ὅτι ὁ Χριστός πέθανε, ἐνῶ ἦταν ἄνθρωπος, ἦταν ἑπόμενο, διότι κι ἄν δέν ἔκανε ἁμαρτία, πῆρε ὅμως θνητό σῶμα. Καί πάλι ἦταν θαυμαστό καί αὐτό. Τό νά θελήσει ὅμως νά γίνει ἄνθρωπος, ἐνῶ ἦταν Θεός, καί νά ἀνεχθεῖ νά ταπεινωθεῖ τόσο, αὐτό εἶναι τό πιό φρικτό καί ἐκπληκτικό».

   Παρόμοια καί ὁ Μέγας Βασίλειος στήν «Ἐπιστολὴ τοῖς ἐν Σῳζοπόλει» ὑπογραμμίζει: «Ἄν δέν εἶχε συμβεῖ ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου, δέν θά εἶχε δοθεῖ τό λύτρο γιά χάρη μας μέ τόν σταυρικό του θάνατο καί χωρίς αὐτό δέν θά εἶχε καταλυθεῖ ἡ ἐξουσία τοῦ θανάτου ἀπό τόν Χριστό».

   Ὁ Χριστός μέ τή γέννηση καί τή σταύρωσή του ἐξαφάνισε τήν κατάρα, κατέστειλε τήν ἁμαρτία, κατενίκησε τόν θάνατο, ἄνοιξε τόν παράδεισο καί ὕψωσε τόν ἄνθρωπο στόν οὐρανό. Στόν πυρήνα τῆς ἐνανθρώπησης καί τῆς σταύρωσης ζοῦμε τήν ἀπύθμενη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

   Ἄς ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς τό παράδειγμα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος καί σταυρωθέντος Χριστοῦ, πορευόμενοι στή ζωή μας μέ ταπείνωση καί ἐνεργώντας μέ ἀγάπη πρός ὅλους, ἀδιάκριτα.

 

π. Δαυΐδ Καρύπογλου

“Ἀπολύτρωσις”, Δεκ. 2025