ΠΟΝΤΟΣ… ΠΟΝΟΣ

pontos c- Γιαγιά, ποιοί εἶναι ὅλοι αὐτοί πού περπα­τᾶ­νε; Γιατί ἔχεις αὐτή τή φωτογραφία πάνω στό κομοδίνο σου; ρω­τοῦ­σα ἀπό μικρή τή γιαγιά κι ἐ­κεί­νη δέν κουραζόταν νά μοῦ ἀπαντᾶ.
- Ἄχ, παιδάκι μου... γιά νά μήν ξε­χνῶ...
- Τί νά μήν ξεχνᾶς, γιαγιά;
- Νά μήν ξεχνῶ τήν πατρίδα μου, τόν Πόντο. Νά μήν ξεχνῶ ὅσους θυσίασαν τή ζωή τους γιά ἐκεῖνα τά χώματα, ὅσους ἄφησαν ἐκεῖ τά κόκκαλά τους, στήν πατρίδα.
Κι ἄρχιζε ἡ γιαγιά μέ μάτια ὑγρά νά διηγεῖται. Ἔβρισκε πάντα τόν τρό­πο νά μέ ταξιδεύει πρῶ­τα σ’ αὐτή τήν πανέμορφη καί παράξενη, ὅπως τήν ἔλεγε, ἑλληνική γῆ. Νά μοῦ περιγράφει τά σπίτια, τά ἀρχοντικά, τά λιμάνια... Κι ἔφτανε κάποτε στίς δύσ­κολες καί σκοτεινές ἡμέρες...
- Πόντος... ὅπως λέμε πόνος! κατέληγε πάν­τα... Ἔνιωθα πώς ἡ μικρή καρδιά μου δέν θά ἄντεχε ἄλλο.
- Γιατί; Γιατί τόση κακία; ἀναρωτιόμουν.
Σέ ἕνα μικρό κουτί θυμᾶμαι πώς κρατοῦσε σάν φυλαχτό κάποιες μικρές, ξεθωριασμένες ἀπό τόν χρόνο, εἰκόνες ἁγίων τοῦ Πόντου. Θαρρεῖς καί γινόταν ἕνα οἱ εἰκόνες μέ τή μορ­φή τῆς γιαγιᾶς, κα­θώς τίς ἀ­σπα­ζόταν εὐ­λαβικά κι ἔ­πειτα ἔδινε καί σέ μένα νά τίς ἀσπαστῶ.
- Γεμάτος ὁ Πόντος μας ἀπό ἁγίους, μοῦ ἔλεγε. Νά, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεο­- λόγος, ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Ὁ Μεγαλομάρτυρας Θε­ό­δω­ρος ὁ Στρατη­­λά­της, ὁ Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος ὁ Τή­ρων ἀπό τήν Ἀμά­σεια. Ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, πού γεν­νήθηκε στήν Παφλαγονία, ἡ ἁγία Ἑ­λέ­νη, ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Κων­σταντίνου, στή Βιθυνία. Οἱ 40 μάρτυρες ἀπό τή Σεβάστεια, πού μαρ­­τύ­­ρησαν στήν πα­γωμένη λί­μνη. Ἡ μεγαλο­μάρ­τυς ἁγία Κυριακή ἀ­πό τή Βιθυνία. Ὁ ὅσιος Στυλιανός ἦταν κι αὐτός Παφλαγόνας. Ὁ ὅσιος Νίκων ὁ «Μετανοεῖτε» καταγόταν ἀ­πό τήν Τρα­πεζούντα. Ὁ ἅγιος Εὐγένιος, ὁ πρῶ­τος ἐπίσκοπος τῆς Τραπεζούντας, Πόντιος κι αὐτός. Ἀλλά καί νεομάρτυρες ἔχει νά δείξει ὁ Πόντος: τή δεκαπεντάχρονη ἁγία Ἑ­λένη ἀπό τή Σι­νώπη, τόν πρού­χον­τα τῆς Τραπεζούντας νε­ο­μάρ­τυρα Πα­ρασκευᾶ ἀλ­λά καί τόν τόσο κοντι­νό μας ἅγιο Γε­ώργιο Καρσλίδη! Ἅγιοι τοῦ Πόντου, πρεσ­βεύ­σατε γιά μᾶς, ψι­θύριζε κα­θώς σταυροκοπιόταν. ­Τούς­ τοποθετοῦσε στή σειρά, τόν ἕ­να δίπλα στόν ἄλλο καί στό παιδικό μου μυαλό σχηματιζόταν τώρα μία ἄλ­­­λη πορεία ὅμοια μέ ἐκείνη τῆς φω­το­γραφίας…πορεία ἁγίων, οὐρα­νό­δρομη καί ἐλπιδοφόρα!
­- Γιαγιά, ἔλεγα, ἐσύ σέ ποιά πο­ρεί­α θά ἤθελες νά ἤσουν;
Περνοῦσαν λίγα λεπτά σιωπῆς καί ἀργά, κοιτώντας με βαθιά στά μάτια, ἀπαντοῦσε:
- Καί στίς δύο, ἐγγονούλα μου...  Γιά τήν πίστη καί τήν πατρίδα μου, γι’ αὐτά τά δύο θά ἤθελα νά δώσω τή ζωή μου... Κι ἐσύ; Ποῦ θά ἤθελες νά ἤσουν;
- Γιά πάντα μαζί σου, γιαγιά... στή γῆ καί στόν οὐρανό!

Μακρίνα
Κυριακή 27 Μαΐου
(Πεντηκοστή)