Ἁγνή Παπαποστόλου, μία ἐμπνευσμένη ἐκπαιδευτικός καί ἱεραπόστολος

 agni Μές στά μύρα τῆς ἄνοιξης καί στή χαρά τῆς Ἀνάστασης, ξημερώνοντας Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδας, ἀναχώρησε γιά τή χώρα τῶν ζώντων καί τῆς αἰώνιας χα­ρᾶς, πλήρης ἡμερῶν καί ἔργων ἀγαθῶν, ἡ δραστήρια μυροφόρα τοῦ Χριστοῦ θεολόγος Ἁγνή Παπαποστόλου.
  Ἦταν ἡ μικρότερη ἀπό τίς πέντε θυγατέρες τοῦ δάσκαλου Ἰωάννη Παπαποστόλου καί τῆς Θεολογίας. Ὅταν τήν ἄνοιξη τοῦ 1945 ἔφθασε στή γενέτειρά της, στά Γρεβενά, ὡς ἱεροκήρυκας ὁ μετέπειτα ἐπίσκοπος Φλωρίνης πατήρ Αὐ­γουστῖνος Καντιώτης, ἡ εὐαίσθητη ψυχή τῆς ἐφήβου Ἁγνῆς συγκλονίστηκε ἀπό τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐμπνεύσθηκε νά σπουδάσει τήν ἱερή ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας καί νά ἀφιερωθεῖ στό ἔρ­γο τοῦ Θεοῦ.
  Ὡς καθηγήτρια θεολόγος, μετά ἀπό σύντομη ὑπηρεσία σέ διάφορα Γυμνάσια τῆς δυτικῆς Μακεδονίας, ἐγκαταστάθη­κε στήν Κοζάνη, ὅπου καί ὁλοκλήρω­σε τή θητεία της στή Μέση Ἐκπαίδευση. Δέν ἦταν μόνο μία καλή καί δραστήρια ἐκπαιδευτικός, ἀλλά καί φλογερή κατηχήτρια καί κυκλάρχισσα, πού μέ παλμό καί δύναμη κατέθετε παντοῦ τή μαρτυρία τῆς Ἀνάστασης. Τό κατηχητικό της ἔργο ἐντάθηκε καί ἐπεκτάθηκε καί πέ­ραν τῆς Κοζάνης, στόν Βελβενδό, στήν Ἐράτυ­ρα, στή Νεάπολη, στά Γρεβενά καί -μετά τήν ἐκλογή τοῦ πνευματικοῦ της πατρός ὡς ἐπισκόπου τῆς μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαί­ας- στήν Πτολεμαΐ­δα. Συνέκδημός της καί ἰσόψυχη συνεργάτιδα στή διακονία ὑπῆρξε ἡ πνευ­ματική της ἀδελφή Ἀλεξάνδρα Γκέλ­λιου. Πλούσιο τό κατηχητικό καί φιλανθρωπικό ἔρ­γο τους.
  Παράλληλα με τίς ἄλλες δραστηριότητές της στήν Κοζάνη ἡ Ἁγνή διηύθυνε μαθητικό οἰκοτροφεῖο θηλέων, ὅπου οἱ μικρές μαθήτριες ἀπό τά ἀπομακρυσμέ­να χωριά βρῆκαν στέγη καί ἀσφάλεια, ἀλλά καί πνευματική καθοδήγηση. Μέ τόν ἐνθουσιασμό καί τόν δυναμισμό της πυροδότησε πολλές νεανικές ψυχές, πού σήμερα ἐργάζονται δημιουργικά στίς οἰ­κογένειές τους καί στήν κοινωνία.
  Ἀξιοποίησε τήν ἔμφυτη κλίση καί τή χαρισματική ἱκανότητά της γιά τό θέατρο, διοργανώνοντας μέ τούς μαθητές καί τίς μαθήτριές της θαυμάσιες γιορτές. Πα­ρου­σίασε ὑπέροχα θεατρικά ἔργα στήν Κοζάνη καί σέ πολλές ἄλλες πόλεις τῆς Μακεδονίας. Ἀλησμόνητες μένουν οἱ θεατρικές παραστάσεις τοῦ περίφημου ἔρ­γου «Τό κράτος τοῦ Θεοῦ».
  Μέ τόν μακαριστό ἀρχιμανδρίτη π. Αὐγουστῖνο Μύρου, τόν ὁποῖο γνώριζε ἀπό μαθητή τοῦ Γυμνασίου, συνεργά­σθη­κε στή λειτουργία τῶν κατασκηνώσε­ων στόν Βελβενδό Κοζάνης. Μέ τίς κυ­ρίες τῶν κύκλων τῆς περιοχῆς συνέβαλε οὐ­σιαστικά στήν ἀνέγερση τῆς ἱερᾶς μο­­νῆς Ἁγίου Νεκταρίου στό Παλαιογρά­τσανο.
  Στά Γρεβενά, ὡς γενέθλια γῆ, αἰσθανόταν ἰδιαίτερο τό χρέος νά μεταλαμπαδεύσει τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ἐκεῖ  δραστηριοποιεῖται ἡ Ἀδελφότητα «Ἁγία Βαρβάρα», τῆς ὁποίας διετέλεσε πρόε­δρος ἐπί σειρά ἐτῶν. Μέ τίς πνευματικές ἀδελφές της ἐπισκεπτόταν τά χωριά τῆς περιοχῆς καί μέ τήν εὐλογία τοῦ ἱερέα τῆς ἐνορίας κήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ στούς πνευματικά διψασμένους χωρικούς. Στήν αὐλή τοῦ ναοῦ, στήν πλατεία τοῦ χωριοῦ, Κυριακές καί γιορτινές μέ­ρες, σέ καλοκαιρινά πανηγύρια, μέ τόν ἐνθουσιασμό καί τήν ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς της ἀξιοποιοῦσε τήν κάθε εὐκαιρία γιά τό κήρυγμα. Καί μαζί μ’ αὐτό σκόρπι­ζε Καινές Διαθῆκες καί χριστιανικά βιβλία, ἰδιαίτερα τό βιβλίο «Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός», τοῦ ὁποίου τό πέρασμα εἶχε ἁγιάσει τά ὀρεινά ἐκεῖνα μέρη. Σέ μία ἀ­πό τίς ἐξορμήσεις γνώρισε καί πρόβα­λε τόν Ἰωάννη Χασιώτη, μοναδικό ἴσως πα­γκοσμίως φαινόμενο μνήμονος, κα­θώς κατέχει ἀπό στήθους ὅλο τό κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης.
  Μέ τό ἄνοιγμα τῶν συνόρων τῆς Βορείου Ἠπείρου κινητοποίησε πολλούς καί ἔκανε ἀλλεπάλληλες ἀποστολές μέ φάρμακα, τρόφιμα, ρουχισμό στήν πόλη καί τήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Κορυτσᾶς. Συνέβαλε στό κτίσιμο ναῶν καί ἐξασφάλισε πολλά ἐκκλησιαστικά εἴδη γιά βεβηλωμένους καί ἐρειπωμένους ναούς.
  Ὅταν τά Γρεβενά ἐπλήγησαν ἀπό τόν σεισμό (1995), περιόδευσε ὅλα τά χωριά τῆς περιοχῆς. Εἶχε πληγεῖ καί τό πατρικό της σπίτι καί ὡς ὁμοιοπαθής συ­νέπασχε μέ τούς ἀνθρώπους κι ἔβρισκαν μέσα τους μεγαλύτερη ἀπήχηση τά παρηγορητικά καί ἐνθαρρυντικά λόγια της. Μοίραζε, ἐπιπλέον, τρόφιμα καί εἴδη πρώτης ἀνάγκης.
  Τά τελευταῖα ὀκτώ χρόνια τῆς ζωῆς της, πού τά βάραινε ἡ ἡλικία καί ἡ ἀ­σθένεια, εἶχε τήν εὐλογία νά τά περάσει στήν Ἀδελφότητα τῆς «Χριστιανικῆς Ἐλ­πίδος», ὅπου ἀπήλαυσε τή στοργή καί τίς περιποιήσεις τῶν νεότερων ἀ­δελ­φῶν της. Τώρα, ἐνώπιον τοῦ Κυρί­ου, τόν ὁ­ποῖο τό­σο ἀγάπησε καί ὑπη­­ρέτησε, ἄς εὔχεται νά ἀναδείξει Ἐκεῖνος ψυχές πού μέ τή δική της φλόγα θά κη­ρύτ­τουν τό ὄνομά Του!  Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη της!