Τά ζῶα στήν Παλαιά Διαθήκη

beesΣύμφωνα μέ τήν πατερική διδασκαλία, τά ἄλογα ζῶα, στερούμενα τοῦ «κατ’ εἰκόνα», πλάστηκαν ἀπό τόν Θεό γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν ἀλλά καί τήν ὠφέλεια τοῦ ἔλλογου ἀνθρώπου. Μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἔμψυχη καί ἄψυχη κτίση δέν συνυπάρχουν πλέον ἁρ­μονικά μέ τόν κύριό τους, τόν ἄνθρωπο. Τά ζῶα εἰδικότερα, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἀπό «ἥμε­ρα καί χειραγωγούμενα» πού ἦταν, γἰνονται «φοβερά καί ἀποτρόπαια». Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέ­ος Θεολόγος σημειώνει χαρακτηριστικά ὅτι ἡ ἀλλαγή αὐτή ἐπῆλθε διότι, μετά τήν πτώση τά ζῶα καταφρόνησαν τόν ἄν­θρωπο, βλέποντας ὅτι «γυμνώθηκε ἀπό τήν πρώτη του δόξα»1.
Τά ζῶα, ὡστόσο, δέν παύουν νά εἶ­ναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καί δέν ἔ­χουν χάσει παντελῶς τόν ἀρχικό τους προ­ορισμό. Ὑπηρετοῦν τόν ἄν­θρωπο, τόν διδάσκουν καί τόν νουθετοῦν, ἔστω καί μέ τίς ἐνστικτώδεις κινήσεις καί συμπεριφορές τους.
Στήν ἁγία Γραφή πάμπολλες εἶναι οἱ ἀναφορές σέ ζῶα τῆς ξηρᾶς, σέ πτηνά καί θαλάσσια ζῶα. Στήν Παλαιά Διαθήκη πιό συγκεκριμένα, τό πρῶτο ζῶο στό ὁποῖο γίνεται ἰδιαίτερη ἀναφορά εἷναι ὁ ὄφις. Ὁ φρόνιμος (Γέ 3,1) ὄφις, ἡ θέα τοῦ ὁποίου δέν προκάλεσε φόβο στήν Εὔα, σημειώνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀφοῦ κατέστη ὄργανο τοῦ διαβόλου, ἔ­γινε σύμβολο τῆς πανουργίας καί τῆς κακίας καί ὡς ἐκ τούτου συνώνυμο τοῦ δια­βόλου (βλ. Ἀπ 12,9). Ἀκόμη καί τήν πονηρία, ὅταν στή θέα τοῦ ὄφι κανείς ἀνακαλεῖ στή μνήμη τήν πτώση τῶν Προ­πατόρων, «θά ἔχει ὁπωσδήποτε ὠφέλεια» 2.
Ὑπάρχουν, ὡστόσο, καί περιστατικά στά ὁποῖα ὑποφώσκει ἡ προπτωτική σχέση ἀνθρώπου καί ζώων. Στήν περί­πτω­ση τοῦ προφήτη Ἠλία γιά παράδει­γ­μα, ὁ Θεός δίνει ἐντολή σέ ἕναν κό­ρα­κα νά θρέψει τόν προφήτη του (βλ. Γ΄ Βα 17,4). Τό μισότεκνο αὐτό πτηνό, πού τρέφει μόνον γιά λίγο τούς νεοσσούς του (βλ. Ἰβ 38,41), καλεῖται ἀπό τόν Θεό νά θρέψει τόν ἐκλεκτό του. Ἐπιπλέον, ὁ Ἰω­νᾶς διασώθηκε μέσα στήν κοιλιά ἑνός κήτους πού ὁ Θεός διέταξε νά τόν καταπιεῖ (βλ. Ἰν 2,1), προτυπώνοντας ἔτσι τήν τριήμερη ἔγερση τοῦ Υἱοῦ του. Γιά νά τόν συνετίσει ἔπειτα, πρόσταξε ὁ Θεός ἕναν σκώληκα ἑωθινό (βλ. Ἰν 4,7) νά ξηράνει τήν κολοκύνθη πού τόν ἀνέπαυσε μέ τή σκιά της. Ἐπίσης, στήν περίπτωση τοῦ προφήτη Δανιήλ (βλ. Δα 6,18), οἱ φο­βεροί λέοντες δέν τοῦ ἐνέπνευσαν φόβο, διότι «εἶχε ἐπανέλθει στήν παλαιά εἰκόνα», ἐπισημαίνει ὁ χρυσορρήμων πατέρας. Τέλος, ἕνα ἄλλο πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι τό περιστατικό μέ τήν ὄνο τοῦ Βαλαάμ, πού μίλησε μέ ἀνθρώπινη λαλιά συνετίζοντας τό ἀφεντικό του, ἀφοῦ προηγουμένως τοῦ ἀ­πο­καλύφθηκε ἄγγελος Θεοῦ (βλ. Ἀρ 22, 28).
Στά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὑπάρχουν πολλές ἀναφορές σέ χαρα­κτη­ριστικά ζώων ἀρνητικά καί θετικά. Στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν γιά παράδειγ­μα ὁ συγγραφέας καλεῖ τόν ἄνθρω­πο νά μιμηθεῖ τήν προκοπή τοῦ μυρμη­­γκιοῦ καί τήν ἐργατικότητα τῆς μέλισσας (βλ. Πρμ 6,6-8). Μέ ἀλεπού παρομοιάζονται οἱ ψευδοπροφῆτες πού ἐποφθαλμιοῦν τά ποίμνια τοῦ Ἰσραήλ (βλ. Ἰζ 13,4). Ὁ ἄ­πληστος παρομοιάζεται μέ τήν πέρδικα, ἡ ὁποία φροντίζει νεοσσούς πού δέν τῆς ἀνήκουν καί στό τέλος τήν ἐγκαταλείπουν (βλ. Ἰε 17,11).
Γίνεται, λοιπόν, σαφές ὅτι ἡ ἄψυχη κτίση, πού «συστενάζει καὶ συνωδίνει» (Ρω 8,22) μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἐξακολουθεῖ νά ὠφελεῖ σιωπηρά τόν πεπτωκότα ἄν­θρωπο, τήν κορωνίδα τῆς κτίσεως, ἀναμένοντας μαζί του, τή λύτρωση.

Δ. Καλογεράκη

1. Συμεών Νέου Θεολόγου,
Λόγοι Ἠθικοί, SC 122, σ. 190
2. Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν ΡΜΗ Ψαλμόν, Ε.Π.Ε. 7,504.