Ὁ καθαρισμός τῶν μητέρων

  katharismosΤό θαῦμα τῆς ζωῆς πού ἀποκα­λύ­πτεται μέ τή γέννηση πάντοτε γοή­τευε τόν ἄνθρωπο. Ἡ χαρά πού τή συνο­δεύ­ει, τό ἀπρόσιτο τῆς δια­δικα­σί­ας πού τε­λεσιουργεῖται κρυφά μέσα στό γυνα­ικεῖο σῶμα, καί τό μυστήριο πού τήν πε­ρι­βάλ­λει, ἔδιναν πολλές ἀ­φορ­μές στόν ἀρ­χαῖο ἄνθρωπο νά ἀνα­πτύ­ξει ποι­κίλες ἀ­ντιλήψεις ἕως καί δει­σιδαι­μονίες σχε­τικά μέ αὐ­τήν. Ἄλ­­­- λες φορές τήν ἀσφά­λιζε μέ τα­μπού καί ἀκραῖες ἀπαγορεύ­σεις καί ἄλ­λες τήν ἐξέθετε ἀσύστολα μέ ὀρ­γιαστικές τελε­τουργίες.
  Ἀπό τήν κοινή ἀνθρώπινη ἐ­μπει­­ρία δέν ἐξαιρεῖται ἡ Παλαιά Διαθήκη, οὔτε οἱ ἀρχαῖοι Ἰσραη­λί­τες εἶχαν περισσό­τε­ρη γνώση ἀπό τούς ἄλλους πέραν κά­ποιων γνω­στῶν δεδομένων. Ἡ γέννηση ἀντι­μετωπιζόταν ἀνάλογα μέ τίς ἑκά­στο­­τε ἱστορικές συνθῆκες, ἀλλά γε­νι­κῶς πά­ντα μέ σεβασμό καί συ­στολή. Γιά πα­ρά­δειγμα, ἀπό τήν ἐ­πισήμανση ὅτι στή Σάρρα «ἐ­ξέλι­­­πεν γίνεσθαι τὰ γυναι­κεῖα» (Γέ 18, 11) γι᾽ αὐτό δέν ἤλπιζε στήν τεκνοποιία, καταλαβαί­νου­με ὅτι γνώ­ρι­ζαν τή σύνδεση τοῦ μηνι­αί­ου κύ­κλου τῆς γυναίκας μέ τή σύλληψη καί τή γέν­νηση. Οἱ ἀποβολές ἤ οἱ πρόωροι το­κετοί (βλ. Ἔξ 21,22· Ἰβ 3,16), ἐπίσης, ἔ­διναν πληροφορί­ες σχετικά μέ τήν κρυ­φή ἐμβρυϊ­κή ζω­ή. Χαρα­κτη­ρ­ιστική εἶναι ἡ πα­ρο­­μοί­ωση τοῦ σχημα­τισμοῦ τοῦ ἐμ­βρύου μέ τήν πήξη τοῦ γάλα­κτος καί στή συ­νέ­χεια τῆς περιβο­λῆς τοῦ πή­γματος μέ δέρ­μα, κρέ­ας, ὀ­στά καί νεῦ­ρα, πού δια­βά­ζουμε στόν Ἰώβ (10,8-11), ἤ ἡ διά­κρι­ση ἀ­νά­με­σα στό «ἐξεικο­νι­σμένο» καί μή ἔμ­βρυο (βλ. Ἔξ 21,22-23). Σέ κάθε πε­ρί­πτωση ἡ ἐμβρυϊ­κή ζωή ἦ­ταν ἕνα μυ­στήριο, πού γνωρίζει καί ἐρ­γάζεται ὁ Θεός μέ σχέδιο καί ἰδι­αί­τερη φροντίδα μα­κριά ἀπό τό ἀν­­θρώ­πινο βλέμ­μα (βλ. Ψα 138,13· Ἐκ 11,5· Ἰε 1,5).
  Ὅταν ἐρχόταν ὁ καιρός τοῦ το­κε­τοῦ, οἱ ἰσραηλίτισσες μητέρες γεννοῦ­σαν μέ τή βοήθεια συγγενῶν, φίλων (βλ. Ρθ 4,14-15) ἤ μαιῶν (βλ. Γέ 38,28· Ἔξ 1,18 κ.ἄ.). Ἡ διαδικασία τοῦ τοκετοῦ παραμένει ὀδυνηρή καί ἐξαντλεῖ τίς δυ­νάμεις τῆς μητέρας, ἐνῶ συχνός ἦταν ὁ θάνατος κατά τή διάρκειά του (βλ. Γέ 35,17-18· Α´ Βα 4,19-20). Μετά τήν κο­πή τοῦ ὀμφάλιου λώρου ἔπλεναν τό μω­ρό μέ νερό, τό ἔτριβαν μέ ἁλάτι καί τό τύλιγαν (σπαρ­γάνωναν) μέ ὑφασμά­τινες λωρίδες (βλ. Ἰζ 16,4).
  Στό 12ο κεφάλαιο τοῦ Λευϊτικοῦ ὁ­ρί­ζονται οἱ διατάξεις γιά τή θρησκευτική ἀντιμετώπιση τῆς λεχώνας, ἡ ὁποία θε­ωρεῖται «ἀκάθαρτη» καί ἀπαγορεύεται νά συμμετέχει στή λατρεία. Ἡ περίοδος τῆς «ἀκαθαρσίας» διαρκοῦσε σαράντα ἡμέρες γιά τό ἀγόρι καί ὀγδόντα γιά τό κορί­τσι. Κατόπιν ἔπρεπε νά προσέλθει στόν Ναό, γιά νά προσφέρει θυσίες. Ἡ φράση «αἵματι ἀκαθάρτῳ» (στ. 4) δηλώ­νει πιθα­νότατα τήν αἰτία τῆς «ἀκαθαρ­σίας», πού εἶναι ἡ ροή τοῦ αἵματος καί τῶν ἄλλων ὑγρῶν τοῦ σώματος, τά ὁ­ποῖα γενικῶς ἐντάσσονται σέ αὐτήν τήν κατηγορία καί θεωροῦνται ἐμπόδια στήν ἐπικοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, ἐπειδή Ἐκεῖ­νος εἶναι πανάγιος καί ἀπό­λυτα «καθα­ρός» (Λε κεφ. 11-15).
  Ὡστόσο, οἱ αἰτίες πού ὁρίζουν ὡς «ἀκάθαρτα» πρόσωπα, ἀντικείμενα ἤ κα­­ταστάσεις στόν μωσαϊκό νόμο ποτέ δέν ἀναφέρονται σαφῶς, ἐνῶ ὁ λαός κα­­λεῖται νά ἐφαρμόσει τίς σχετικές δια­τάξεις χωρίς ἐπεξηγήσεις. Οἱ αἰτίες εἰ­κάζονται κατά περίπτωση, ἀλλά οἱ δια­­τάξεις στό ἀρχαῖο Ἰσραήλ δέν εἶχαν μό­νο θρησκευτική διάσταση· εἶχαν συγ­χρό­νως καί κοινωνική, ὑγειονομική, οἰ­κο­­λογική κ.ἄ. Ἡ ἀπομόνωση ἀπό τίς δη­­­μό­σιες θρησκευτικές τελετουργίες ἐξα­σφά­­λιζε ἄλλες φορές τήν προστα­σία τῆς δημόσιας ὑγείας (π.χ. δερματο­πά­θειες) ἤ τοῦ περιβάλλοντος (ἀκά­θαρ­τα ζῶα), ἄλλες φορές τόν ἰδιωτικό χῶ­ρο τῶν ἀνθρώπων καί σέ κάθε περί­πτω­ση ἀσκοῦσε ὅλους τούς Ἰσραηλίτες στήν ὑ­πακοή στόν θεῖο νόμο χωρίς προ­­ϋπο­θέ­σεις. Ἡ θρησκεία ἦταν ἡ μόνη κοινά ἀ­πο­δεκτή αὐθεντία, πού μπο­ροῦ­σε νά ἐπιβληθεῖ διαχρονικά σέ ὅλα τά κοινω­νικά στρώματα καί νά ρυθμίσει σχέσεις. Στήν προκειμένη περίπτωση ἡ ὁριζόμε­νη περίοδος «ἀκα­θαρσίας» προ­­στάτευε τή νέα μητέρα ἕως ὅτου ἀναλάβει τίς δυ­νάμεις της μετά ἀπό τήν ἐπώδυνη δια­δικασία τοῦ τοκε­τοῦ.
  Ἡ Καινή Διαθήκη κατήργησε τήν πα­­λαι­οδιαθηκική ἀκαθαρσία, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀπαγόρευσε νά θεω­ροῦ­νται ἀ­κάθαρτα ὅσα ὁ ἴδιος καθάρισε (βλ. Πρξ 10,15) καί ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος δια­κή­ρυξε ὅτι «πάντα καθαρὰ τοῖς κα­θαροῖς» (Ττ 1,15). Ἔτσι καί ἡ Θεο­τό­κος Μαρία δέν ἦταν ὑποκείμενη στίς μω­σαϊ­κές δια­τάξεις, ἀφοῦ γέννησε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ σέ ἀπόλυτη συνεργασία μέ τόν Δημι­ουρ­γό τῆς ζωῆς, ὁπότε τά πά­ντα ἦταν «κα­θαρά». Ἐπισκέφθηκε ὡ­στόσο τόν Ναό τοῦ Σολομῶντος, «ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως» (Λκ 2,22), ὅπως ἀκρι­βῶς ἔπραξε καί ὁ Θε­άνθρωπος Υἱός της ἐκπληρώνοντας «πᾶσαν δικαι­ο­σύνην» (Μθ 3,15). Διότι ἡ τήρηση κα­θεμιᾶς διά­ταξης σήμαινε ταυ­τοχρόνως καί τήν κα­τάργηση τῆς ὑπο­χρεωτι­κότη­τάς της γιά ὅλους ὅσοι ἐ­πρόκειτο νά γί­νουν μέρος τῆς νέας Δια­θήκης μέ τόν Θεό.

Ἀθανάσιος Παπαρνάκης

Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

"Ἀπολύτρωσις", Φεβρ. 2024