Μιά ἀπελεύθερη δούλη

 AGIA MATRONAἈπό τότε πού ὁ Θεός «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών», οἱ δοῦλοι πού πίστεψαν σ᾽ Αὐτόν ἔνιωσαν τά δε­σμά τους νά σπᾶνε, τίς ἁλυσίδες νά διαλύονται καί τήν ψυχή τους ἀπελεύθερη νά ζεῖ στόν κόσμο τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας τοῦ πνεύματος.
  Μία τέτοια ψυχή ἐλεύθερη, πλούσια μέσα στή φτώχια της ἦταν ἡ δούλη Ματρώνα. Πνευματική ἀπόγονος τῶν πρώτων θεσσαλονικέων χριστιανῶν πού πί­στεψαν στόν Χριστό μέ τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν καί δημιούργησαν τήν ὀλιγάριθμη ἀλλά ζωντανή τοπική ἐκκλησία στήν ἔνδοξη ἑλληνική πό­λη. Ὑπῆρξε εὐγενής γόνος ἔνθερμων χριστιανῶν, ἐκλεκτό μέλος τῆς ἐκ­κλησίας τῶν Θεσσαλονικέων. Ὑ­πη­­ρετοῦσε τήν Παντίλλα, μία πλού­­σια Ἑβραία, ἡ ὁποία ἦταν σύζυγος τοῦ στρατοπεδάρ­χη τῆς Θεσ­σαλο­νίκης στό τέλος τοῦ 3ου μ.Χ. αἰ­ώ­να. Ἡ ἀρχόντισσα ἐκτιμᾶ τήν εὐγέ­νεια καί τήν τιμιότητα τῆς δούλης της καί τή διαλέγει ἀνάμεσα στίς ἄλλες, γιά νά τή συνοδεύ­ει στίς συχνές της ἐπισκέψεις στή συναγωγή. Ἡ εὐσεβής Ματρώνα ἄφηνε στήν εἴσοδο τήν κυρία της καί διακριτικά δέν ἔμπαι­νε στή συ­ναγω­γή, ἀλλά ἔτρεχε μέ λαχτάρα στή σύναξη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ἀ­ληθινοῦ Θεοῦ. Εἶ­­ναι τό μυστικό τῆς ζωῆς της, ὁ θη­σαυρός τῆς καρ­διᾶς της. Μέρα καί νύχτα ὡς δούλη ἄσημη καί καταφρονημένη δέν ἔχει δική της γνώμη, θέληση, προτίμηση. Μά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας μέ δίψα καί πόθο βιώνει τήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ, ρίχνει τήν ἄγκυρα τῆς ὕπαρξής της στό ποθητό λιμάνι τοῦ οὐρανοῦ.
  Πέρασαν χρόνια, μά κάποτε τό μυ­στι­κό της ἀποκαλύφθηκε. Ἄργησε νά ἐ­πιστρέψει στή συναγωγή καί κάποιος δοῦλος τήν κατήγγειλε στήν ἀρχόντισσα ὡς χριστιανή. Αὐτό προκάλεσε τήν ὀρ­γισμένη ἀντίδραση τῆς Παντίλλας. Ἡ πλού­σια ἀρχόντισσα ξεχνᾶ τήν ἀφοσί­ω­ση τῆς δούλης της, διαγράφει μεμιᾶς τά χρόνια πού μέ πρόθυμη ὑπακοή καί θυσιαστική ἀγάπη στάθηκε δίπλα της. Μέ ἀνεξήγητη σκληρότητα καί μίσος διατάζει ἀμέσως τούς ὑπηρέτες της νά τή συλλάβουν καί νά τή βασανίσουν μέ ἄ­γριες μαστιγώσεις. Ἡ Ματρώνα ξαφνιάζεται μέ τήν ἀγριότητα τῆς κυρίας της, ἀλλά ὑπομένει καρτερικά τά βασανιστήρια καί τούς ἐξευτελισμούς. Μέ ἱλαρότητα καί παρρησία δηλώνει ὅτι εἶναι χριστιανή. Ναί, ἡ κυρία της ἐξουσιάζει τό σῶμα καί τήν ἴδια της τή ζωή, ὡσ­τό­σο δέν μπορεῖ νά τῆς ἀλλάξει τήν πίστη. Ἡ ψυχή της εἶναι δοσμένη στόν ἀληθινό Θεό, ἀνήκει στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
  Ἡ Παντίλλα διέταξε νά τή φυλακίσουν ἁλυσοδεμένη καί νά σφραγίσουν τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ ἀφήνοντάς την ὁλομόναχη καί νηστική, χωρίς νά μπορεῖ κανένας νά τήν ἐπισκεφτεῖ. Τήν ἐπισκέφθηκε ὅμως Ἐκεῖνος πού δέν ἐμποδί­ζε­ται ἀπό κλειδωμένες πόρτες καί ἀ­μπα­ρωμένες θύρες, ὁ πανταχοῦ πα­ρών Κύριος. Παρηγόρησε καί στήριξε τήν καρδιά τῆς Ματρώνας, πού ὑπέμεινε ἄ­δικα δεινά καί πόνους γιά τήν ἀγάπη του καί θεράπευσε τελείως τίς πληγές της. Ἡ ἴδια ἡ Παντίλλα διαπίστωσε τό θαῦ­μα, μπαίνοντας πρώτη μέσα στό κελλί μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες. Εἶδε τή δούλη της ὄρθια νά ψάλλει μέ ἱλαρότητα ὕ­μνους δοξολογίας στόν Θεό πού ποιεῖ θαυμάσια. Ἔβλεπε τίς συντριμμένες ἁ­λυσίδες, τίς γιατρεμένες πληγές, ἀντί­κρι­ζε ὁλοζώντανο τό θαῦμα, ἀλλά τά μάτια τῆς ψυχῆς της ἔμεναν κλειστά. Ἐλεύθερη, ἀλλά δούλη στό μίσος της, δέν μποροῦ­σε νά δεχθεῖ ὅτι ἡ δούλη της ἦταν ἀληθινά ἐλεύθερη. Ἡ καρδιά τῆς Παντίλλας  δέν ταπει­νώθηκε, δέν συγκινήθηκε. Ἀ­ντίθετα, ἐ­ξορ­γίζεται καί διατάζει νέα ὀ­δυνηρά βασανιστήρια. Κι ὅταν τό θαῦ­μα ἐπαναλαμβάνεται, αὐτή παραμένει ἑ­κούσια στή σκλαβιά τῶν πα­θῶν. Τά νέα ἀπάνθρωπα βασανιστήρια πού διατάζει καταβάλλουν παντελῶς τή γενναία χριστιανή δούλη. Ἡ Ματρώνα παραδίδει τό πνεῦμα της ψελλίζοντας λόγια προσευ­χῆς καί ἀφοσίωσης στόν Κύριό της καί ἡ ψυχή της πετᾶ γιά τήν αἰώνια ἐλευθερία.
  Ἡ ἑβραία κυρία δίνει ἐντολή νά τυλίξουν τό σῶμα τῆς μάρτυρος μέ σε­­ντόνι καί νά τό ρίξουν ἀπό τά τείχη, νά σαπίσει ἔξω ἀπό τήν πόλη. Μία δούλη λιγότερη δέν κινεῖ τό ἐνδιαφέρον κανενός! Γιά τούς χριστιανούς ὅμως ἔχει ἀνε­κτίμητη ἀξία. Τό ἱερό λείψανo τῆς μάρτυρος τό περισυλλέγουν μέ αὐτοθυσία καί τό ἐνταφιάζουν μέ τιμή καί εὐλάβεια κοντά στή Λεωφόρο, δηλαδή τήν Ἐγνατία ὁδό.
  Μέ τήν ἀνατολή τῆς ἐλευθερίας καί τήν κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ὁ ἐπίσκοπος Ἀλέξανδρος μεταφέρει τό ἱερό λείψανο μέσα στήν πόλη, ἀνεγείροντας ναό πρός τιμήν τῆς παρθενομάρτυρος Ματρώνας, βλαστοῦ τῆς ἁγιοτόκου Θεσ­σα­­λονίκης. Τήν ἐποχή τῆς Φραγκοκρατίας οἱ αἱρετικοί Λατίνοι ἅρπαξαν τό λείψανο καί τό μετέφεραν στή Βαρκελώνη τῆς Ἰσπανίας, σέ ναό ὁ ὁποῖος κα­τά τόν Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο καταστρά­φηκε ἀπό τούς βομβαρδισμούς.
  «Γνώμην ἀήττητον, Ματρῶνα, φέρουσα, πίστιν τὴν ἔνθεον ἄσυλον ἔσωσας, μὴ δουλωθεῖσα τὴν ψυχήν...», ψάλ­λουμε εὐλαβικά στίς 27 Μαρτίου τιμώ­ντας τή μνήμη τῆς γνήσιας δούλης τοῦ Θεοῦ. Διδασκόμαστε ἀπό τή μαρτυρική της βιοτή τό ἀδούλωτο φρόνημα τῶν ἀληθινά ἐλεύθερων ψυχῶν, πού νικοῦν τίς σκλαβιές αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί συ­ντρίβουν τίς βαριές ἁλυσίδες, στηρίζο­ντας τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα τους στόν ἐλευθερωτή Χριστό.

Ἰχνηλάτης

"Ἀπολύτρωσις", Μάρ. 2024