Ταραγμένη θάλασσα ἡ κοινωνία τοῦ 4ου μ.Χ. αἰώνα. Κοσμοθεωρίες καί βιοθεωρίες συγκρούονται μέ σφοδρότητα. Μά μέσα στό μανιασμένο πέλαγος τῶν ἰδεολογιῶν κάποιες ψυχές βρῆκαν πυξίδα σωτήρια. Ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου σηματοδότησε γιά αὐτούς μία νέα πορεία πλεύσεως. Ἀνάμεσά τους καί ὁ νεαρός Εὔπλους. Τό ἀγάπησε τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό ἔκανε ζωή του καί πόθησε νά προσφέρει τήν ὕπαρξή του στήν ὑπηρεσία του. Χειροτονεῖται διάκονος στήν τοπική ἐκκλησία τῆς Κατάνης, στή Σικελία. Θυσία ζῶσα, ἐκλεκτή, εὐωδιάζουσα ἀγάπη κι ἀφοσίωση ἡ ζωή καί ἡ διακονία του. Στέκει ὀρθός στό ἁγιασμένο μετερίζι του μέ ὅπλο τόν ἀγαπημένο λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι τό γνωρίζουν πώς κρεμασμένο στό στῆθος του φέρει πάντοτε ἕνα μικρό χειρόγραφο τοῦ Εὐαγγελίου. Μέ τά λόγια τῆς Γραφῆς κοιμᾶται καί ξυπνάει καί εὐφραίνεται ἀνέκφραστα νά τά ἀπομνημονεύει. Μ᾽ αὐτά νουθετεῖ καί παρηγορεῖ τούς ἀδελφούς. Μ᾽ αὐτά μοχθεῖ νά στερεώσει τήν πίστη τῶν διωκόμενων χριστιανῶν ὅταν θεριεύει ὁ διωγμός.
Γιά τό ἀγαπημένο του εὐαγγέλιο θά ὁδηγήσουν τόν ζηλωτή διάκονο Εὔπλου στό δικαστήριο. Ἡ κατηγορία εἶναι σαφής: κατέχει καί διακινεῖ χειρόγραφα τῶν χριστιανικῶν βιβλίων, τά ὁποῖα εἶναι ἀπαγορευμένα καί ἐπικηρυγμένα ἀπό τόν αὐτοκράτορα Διοκλητιανό.
- Ἀφοῦ ἤξερες ὅτι εἶναι ἀπαγορευμένα αὐτά τά βιβλία, γιατί δέν τά παρέδωσες στό δικαστήριο;
- Εἶμαι χριστιανός καί δέν μοῦ ἐπιτρέπεται νά τά παραδώσω, γιατί περιέχουν τήν αἰώνια ζωή. Καί ὅποιος τά παραδίδει χάνει τήν αἰώνια ζωή.
- Ποῦ ἔχεις κρυμμένα τώρα αὐτά τά βιβλία σου; φώναζαν ἀγριεμένοι οἱ εἰδωλολάτρες.
-Ἐντός μου. Εἶναι χαραγμένα στήν καρδιά μου, ἀπαντοῦσε μέ ἀφοπλιστική ἁπλότητα ὁ ὁμολογητής τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτό πού κρατῶ πάνω μου ἀρνοῦμαι νά τό ἀποχωριστῶ.
Σκληρά βασανιστήρια ὑπέμεινε ὁ διάκονος τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀγαπημένο ἅγιο φυλακτό του στό στῆθος ἔμελλε νά ματώσει. Κι ἡ σφραγίδα τῆς ἀγάπης του θά χαραζόταν πάνω του ματωμένη κάποια αὐγή τοῦ Αὐγούστου τοῦ 304 μ.Χ. Τότε πού γονατιστός καί προσευχόμενος ἔγειρε τόν αὐχένα του στό ξίφος τοῦ δημίου σύμφωνα μέ τή διαταγή τοῦ ρωμαίου διοικητῆ Καλβισιανοῦ. Οἱ ρανίδες τοῦ αἵματός του ποτίσανε τό νιόφυτο δεντρί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀνταπόδομα στή ματωμένη δεξιά τοῦ Φυτουργοῦ της. Ματωμένο ἔπεσε τότε καταγῆς τό χειρόγραφο τοῦ Εὐαγγελίου πού ἔφερε πάντοτε ἐπάνω του. Τό περισυνέλεξαν μέ συγκλονισμό οἱ πιστοί μαζί μέ τό σκήνωμα τοῦ τίμιου διακόνου πού παρέμεινε πιστός στό εὐαγγέλιο ἄχρι τέλους.
Πίσω ἀπό τό ὄνομα τοῦ μεγαλομάρτυρα Εὔπλου διακρίνουμε ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι χριστιανοί μία ἡρωική ὁμολογία κι ἕνα ματωμένο Εὐαγγέλιο. Εἶναι ἡ κληρονομιά μας, ὁ ἀκριβός πλοῦτος πού παραδίδουν στή γενιά μας χέρια θυσιαστικῆς ἀγάπης. Τιμή, εὐλογία καί εὐθύνη γιά μᾶς. Πῶς νά προδώσουμε τό τόσο αἷμα τῆς θυσίας πού ἄρδευσε τήν πίστη μας;
Τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου τοῦ διακόνου Εὔπλου, 11 Αὐγούστου, πανηγυρίζουν οἱ πιστοί μές στούς αἰῶνες τή μαρτυρική μνήμη του. Ἰδιαίτερη τιμή ἀπέδιδαν στόν Ἅγιο οἱ Θρακιῶτες πρόγονοί μας στήν Αἶνο. Μικρός ναός ἀφιερωμένος στή μνήμη του, χτισμένος στήν ἄκρη τοῦ λιμανιοῦ τῆς Αἴνου, ξεπροβόδιζε τά καράβια, ὥστε νά ἔχουν «εὖ πλοῦν», καλό ταξίδι. Πανομοιότυπο ἀντίγραφο τοῦ ὁμώνυμου ναοῦ τῆς Αἴνου εἶναι χτισμένο, ἀπό τά εὐλαβικά χέρια τῶν προσφύγων, στό λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρούπολης, γιά νά κατευοδώνει ὁ Ἅγιος τά ἀμέτρητα σκάφη, μικρά καί μεγάλα, πού ταξιδεύουν στό Αἰγαῖο. Ἕνα καντήλι ἀδιάκοπα ἀναμμένο καί μία ἱκεσία γιά κάθε ταξίδι στή θάλασσα ἀλλά καί στή ζωή: «Σὺ γὰρ ἐν τῷ πελάγει, τῶν ποικίλων ἀγώνων, εὔπλοος ἀνεδείχθης, παμμακάριστε Εὖπλε. Καὶ νῦν πρὸς λιμένας ἡμᾶς, θείους κυβέρνησον». Ἀμήν!
Ἰχνηλάτης