Μεγάλο ἔλλειμμα συνέπειας χαρακτηρίζει τήν ἐποχή μας. Τό διαπιστώνουμε καθημερινά, δυσανασχετοῦμε καί διαμαρτυρόμαστε. Ποιός ὅμως μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι μένει ἀκέραιος καί ἀπρόσβλητος ἀπό τό ψέμα, τήν ἀπάτη, τήν περιρρέουσα ὑποκρισία; Ἔχει γίνει σχεδόν κανόνας ἄλλοι νά φαίνονται καί νά συστήνονται οἱ ἄνθρωποι καί ἄλλοι νά εἶναι στήν πραγματικότητα.
Ὑπάρχει ὡστόσο ἡ λαμπρή καί ἀξιομίμητη ἐξαίρεση. Τή βλέπουμε στόν κόσμο τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ, πού προβάλλουν ὡς ὑποδείγματα συνέπειας, πρότυπα ἀλλά καί ἀρωγοί στόν ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ πού ὀφείλει καί θέλει νά τούς μιμηθεῖ. Γιά παράδειγμα παίρνω δύο γυναικεῖες μορφές ἀπό τό ἁγιολόγιο τοῦ Ἰουλίου· δύο ἁγίες ἰδιαίτερα ἀγαπητές στόν εὐσεβῆ λαό, πού τό ὄνομά τους ἀκούγεται καί στόν ἑβδομαδιαῖο κύκλο· ἡ ἁγία Κυριακή (7/7) καί ἡ ἁγία Παρασκευή (26/7).
Ἀνάσταση μηνᾶ τό ὄνομα τῆς πρώτης, διάγγελμα πώς ἀνήκει στόν ἀναστημένο Κύριο. Καί πράγματι ἀναστάσιμη ἦταν ὅλη ἡ ζωή της. Στά σεπτά πάθη τοῦ Κυρίου μᾶς ἀνάγει τῆς Παρασκευῆς τό ὄνομα. Κι ὅλη της ἡ ζωή ἦταν προετοιμασία γιά τό μαρτύριο, μέ τό ὁποῖο ἐπισφραγίσθηκε. Καί βέβαια, μέσα ἀπό τό μαρτύριο ἡ Παρασκευή ζοῦσε τήν ἀνάσταση, ὅπως καί ἡ Κυριακή δικαίωσε τό ἀναστάσιμο ὄνομά της διά τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη τῶν δύο ἁγίων γυναικῶν καλεῖ καί προκαλεῖ νά ἀναρωτηθοῦμε καί νά ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας κατά πόσο συμφωνεῖ τό ὄνομα μέ τή ζωή μας; Ὁ Χρυσόστομος π.χ. ἔχει πράγματι χρυσό στόμα; Ὁ Παντελεήμων διακρίνεται γιά τό ἔλεος καί τήν ἀγάπη; Ὁ Σωτήριος ποιά σχέση ἔχει μέ τή σωτηρία πού χαρίζει ὁ Σωτήρας Χριστός; Ἡ Ἀρετή, ἡ Ἀγαθή, ἡ Ἐλπίδα, πόσο πραγματώνουν στήν καθημερινή τους ζωή αὐτό πού ὑπόσχεται τό ὄνομά τους;
Ἀλλά ἐκτός ἀπό τό βαπτιστικό μας ὄνομα ἔχουμε ὅλοι τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ζωή μας κυλᾶ ἀνάμεσα στό θάνατο καί στήν ἀνάσταση. Τό διατυπώνει ἁπλά ἀλλά ἀξιωματικά ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β΄ Κο 4,10). Θάνατος σημαίνει συντριβή, μετάνοια, ἀπάρνηση τῶν δικαίων ἀπαιτήσεών μου χάριν τῶν ἄλλων, συγχώρηση, ἀγάπη, θυσία. Ὅταν αὐτά ὑπάρχουν στή ζωή μας, λάμπει καί μοσχοβολᾶ μέσα καί γύρω μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εμαστε συνεπεῖς χριστιανοί, μιά ἀξιόλογη κατάθεση γιά τή βελτίωση τῆς κοινωνίας μας.
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 63 (2008) 195
Ἀπάνεμο λιμάνι καί καταφυγή μου, τοῦ Θεοῦ ἡ ἁγιασμένη ἐκκλησιά! Βρέθηκα ἐκεῖ ἀναζητώντας λίγη δροσιά μέσα στήν κάψα τοῦ καλοκαιριοῦ καί τῆς ψυχῆς μου!
Μπροστά, σέ μιάν ἄκρη τοῦ τέμπλου διέκρινα μιά εἰκόνα πού προσείλκυσε τήν προσοχή μου. Ἔργο κάποιου ἁπλοῦ λαϊκοῦ ζωγράφου, μέ εὐσέβεια καλλιτεχνημένο, ἀνιστορεῖ τίς μορφές δύο ἁγίων: τῆς ἁγίας Κυριακῆς καί τῆς ἁγίας Παρασκευῆς.
Σεμνές οἱ μορφές τους εἰκονίζουν τή νεότητα, τήν δοσμένη ἀπόλυτα στόν Θεό. Ἡ λευκότητα τῆς παρθενίας καί τό πορφυρό τοῦ μαρτυρίου ντύνουν τίς κόρες τῆς μάνας Ἐκκλησίας, πού προσφέρουν στόν Νυμφίο Ἰησοῦ τή ζωή τους θυσία ζῶσα.
Εἶναι ἰδιαίτερα ἀγαπητές στούς πιστούς καί γιορτάζουν τόν ἴδιο μήνα. Κάπως ἔτσι τίς συνέδεσε καί ὁ ἁγιογράφος πού τίς ἔβαλε τήν μιά δίπλα στήν ἄλλη. Δέν γνωρίστηκαν στήν ἐπίγεια ζωή τους. Ἔζησε στή Ρώμη τό πρῶτο μισό τοῦ 2ου αἰ. ἡ Παρασκευή καί τόν 3ο αἰ. στά μέρη τῆς Μελιτηνῆς ἡ Κυριακή. Συναντήθηκαν στόν οὐρανό. Ἐκεῖ πού ἀνταμώνουν, μέσα στήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὅσοι πολύ Τόν ἀγαποῦν.
Καθώς στεκόμουν ἐκεῖ, μέσα στόν ναό τοῦ Θεοῦ, ἔσβησε θαρρεῖς ὁ χρόνος κι ὁ τόπος καταργήθηκε. Κι ἦρθε στό νοῦ μου ἡ ζωή τῶν δύο ἁγίων ἔτσι ὅπως ἀπό μικρό παιδί τήν γνώριζα.
Στόν κυκεώνα τῆς εἰδωλολατρίας τῶν πρώτων μ.Χ. αἰώνων πνέει αὔρα τοῦ Πνεύματος. Μές στήν ἀσυδοσία κάποιες ψυχές ἁγνεύουν καί μές στήν πλάνη ὑπηρετοῦν τήν ἀλήθεια.
Βλαστοί πιστῶν οἰκογενειῶν καί οἱ δυό τους. Εὐλογημένη οἰκογένεια, πού 'χεις ἀγκωνάρι στά θέμελά σου τόν Χριστό, πού 'χεις πυξίδα στήν πορεία τό Εὐαγγέλιο! Πόσους καρπούς γλυκόχυμους ἔχεις χαρίσει στήν Ἐκκλησία! Μέσα ἀπό τό σπιτικό τους οἱ ἁγίες ἔλαβαν κληρονομιά καί εὐχή τή σταθερότητα ἄχρι τέλους.
Ἡ ὑποταγή τους στόν Θεό φέρει θαυμαστή καρποφορία. Τά νεανικά τους χείλη εὐαγγελίζονται τή σωτηρία. Ἡ οὐράνια βασιλεία ἁπλώνεται στή γῆ ἀπό ψυχή σέ ψυχή μυστικά καί ἀθόρυβα. Μαρτυρία πού ἔρχεται ἡ ὥρα νά σφραγιστεῖ μέ τό μαρτύριο. Παράδοξα σημεῖα ἐπιτελοῦνται. Ἡ φωτιά χάνει τή δύναμή της καί τά θηρία ἡμερώνουν· ὁ πόνος γίνεται γλυκύς καί ὁ θάνατος ποθητός. Καί ἀκόμη πιό συγκλονιστικό· οἱ δήμιοι μετανοοῦν μπρός στά θαυμάσια πού ἐπιτελεῖ ἡ Παρασκευή καί τά εἴδωλα συντρίβονται μέ τήν προσευχή τῆς Κυριακῆς.
Γίνονται συνεργοί στό θαῦμα οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ, «οἱ ἠγορασμένοι ἀπό τῆς γῆς», πού «ἀκολουθοῦν τό Ἀρνίον ὅπου ἄν ὑπάγῃ».
Ποιός τό ΄πε πώς τό ἄνθος τῆς νιότης τους κόπηκε ἄδοξα μέ τό ξίφος τοῦ δημίου;
Ποιός τό 'πε πώς ἡ ζωή τους ἔσβησε καθώς τό παρθενικό τους αἷμα πότιζε τή γῆ;
Μπουμπούκια εὐωδιαστά τά πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία στόν μεγάλο Γεωργό της. «Ὡς ἀπαρχή τῆς φύσεως» τά χάρισε ἡ οἰκουμένη στόν «Φυτουργό τῆς κτίσεως».
* * *
Στήν ἁγιογραφία τοῦ ναοῦ, πού εἶχα μπροστά μου, οἱ ἁγίες κρατοῦσαν ταπεινά τήν προσφορά τους στόν Θεό. Τήν τίμια κεφαλή της ἡ ἁγία Παρασκευή, τό ἄλικο αἷμα της ἡ ἁγία Κυριακή.
Πῶς πέτυχαν τήν ἁγιότητα; Τό φθαρτό τους σῶμα, ὅμοιο μέ τό δικό μου, πού πονᾶ, ἀποκάμνει, φθείρεται, πῶς ἄντεξε τό φρικτό μαρτύριο; Ἡ νεανική τους καρδιά πῶς περιφρόνησε πλούτη καί δόξες; Ἡ εἰκόνα -βιβλίο τοῦ πιστοῦ, ὅπως σοφά τήν ὀνομάζει ἕνας πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας- μοῦ ἔδωσε τήν ἀπάντηση. Ναί, τό μυστικό τους βρίσκεται ἐκεῖ· στό βλέμμα τους τό στραμμένο στόν οὐρανό, στό σταυρό πού κρατοῦν στό χέρι, σύμβολο θυσίας καί νίκης αἰώνιας.
Ἰχνηλάτης