Φωτεινό μετέωρο, ἀστέρι ἄδυτο φαντάζει ἡ αὐστηρή μορφή του στόν πολύφωτο οὐρανό τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἡ θαρραλέα ὁμολογία του, ἀνέπαφη ἀπό τῶν αἰώνων τό πέρασμα, φθάνει στ᾿ αὐτιά μας ζωηρή, κρυστάλλινη. Γίνεται μήνυμα ἐνθαρρυντικό καί παράγγελμα ἐπιτακτικό• «ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι» (Γ' Βα 19,10).
Σέ χρόνια δύσκολα ἔζησε ὁ προφήτης Ἠλίας. Σέ ἐποχή θρησκευτικῆς ἀποστασίας, ἠθικῆς ἐξαχρειώσεως καί κοινωνικῆς ἀκαταστασίας. Μέ μελανά χρώματα ἀποτυπώνει τήν ἐποχή τοῦ προφήτου ἡ χρυσῆ γλῶσσα τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου• «Πυκνότατο σύννεφο κάλυπτε τά σύμπαντα, διότι ὅλοι πρόκοβαν στό κακό. Εἶχε ναυαγήσει ἡ οἰκουμένη, ὄχι στά νερά ἀλλά στήν ἀσέλγεια. Ἡ σωφροσύνη εἶχε παραμερισθῆ καί ἡ ἀκολασία ἐπιδεικνυόταν. Ἡ ἀρετή καταδιωκόταν καί ἡ κακία καμάρωνε».
Βυθισμένοι στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας οἱ ἄνθρωποι, «τόν Κτίστη ἔβλεπαν καί τά κτίσματα προσκυνοῦσαν». Μά ἐκεῖ πού τό κακό ἔπαιρνε τίς πιό τραγικές διαστάσεις του ἦταν στήν ἐξαχρείωσι καί αὐτῶν τῶν λειτουργῶν τοῦ Θεοῦ. Ὑπῆρχε μία νοοτροπία συμβιβασμοῦ τῶν ἀσυμβιβάστων. Μία προσπάθεια νά ἱκανοποιήσουν καί τόν Θεό καί τά εἴδωλα. Ἔτσι κατήντησαν "ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης". Μέ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ὡδηγοῦσαν τούς ἀνθρώπους στήν ἀθεΐα. Ἐπαγγελλόμενοι τήν ἀλήθεια κατηύθυναν στήν πλάνη τίς ψυχές.
Ἀνάμεσα σ᾿ ὅλους αὐτούς ὁ Ἠλίας «κρατοῦσε τό λυχνάρι τῆς ἀρετῆς, τό φῶς τῆς εὐσεβείας». Ἑβραϊκό τ᾿ ὄνομά του, σημαίνει «ὁ Γιαχβέ εἶνε ὁ Θεός μου». Ἀλλά καί ὅπως ἀκούγεται στή δική μας γλῶσσα, στρέφει τή σκέψη μας στόν ἥλιο πού φωτίζει, ζωογονεῖ, θερμαίνει. Βέβαια, ὅπως ἔδειχναν τά πράγματα, «κανέναν δέν ὠφελοῦσε τό φῶς τοῦ προφήτου, διότι ὅλοι κείτονταν σέ ὕπνο βαθύ, αἰχμάλωτοι τῆς ἁμαρτίας». Αὐτό ὅμως δέν πτόησε τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Δέν τόν παρέσυρε ὁ χείμαρρος τῆς ἀσεβείας. Δέν τόν κατέβαλε ἡ ὁρμή τῆς γενικῆς κρίσεως. «Μονώτατος» αὐτός ἀναδείχθηκε νικητής τοῦ κακοῦ.
Συγκλονιστική μές στήν ἀπολυτότητά της ἡ νοοτροπία του καθηλώνει ἀλλά καί ἐμπνέει• «Ὅσο ὁ Ἰσραήλ ἐγκαταλείπει τό νόμο σου, Κύριε, τόσο ἐγώ θά τόν φυλάγω. Ὅσο ἐκεῖνοι θά φεύγουν μακριά σου, τόσο ἐγώ θά σέ πλησιάζω. Ὅσο θά σέ περιφρονοῦν, τόσο θά σέ λατρεύω. Ὅσο θά ντρέπωνται νά σέ ὁμολογήσουν, τόσο θά διακηρύττω τήν πίστι στ᾿ ὄνομά σου».
Ὤ καί νά ἄνοιγαν τ᾿ αὐτιά τῆς ψυχῆς μας, ἀδελφέ μου! Νά ἄγγιζε τίς χορδές της τό μήνυμα τοῦ ζηλωτοῦ προφήτου! Θά γινόταν τότε ἕνα εὐλογημένο ὁρόσημο γιά ᾿μᾶς ἡ μνήμη του, 20ή Ἰουλίου. Θά ξεκινούσαμε τό πιό ὄμορφο καλοκαίρι τῆς ζωῆς μας, -γιατί ὄχι;- τήν ἀνανεωμένη ἐν Χριστῷ ζωή μας. Μιά ζωή ἀσυμβίβαστη μέ τοῦ κακοῦ τήν τυραννία, διαποτισμένη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πυρωμένη ἀπό τόν ἱερό ζῆλο. Στόν αἰῶνα μας, τόν ψυχρό καί ἀδιάφορο, κάνε μας, Κύριε, ζηλωτάς εὐσεβείας! Ἀμήν.
Στέργιος Σάκκος
Προφητικός τύπος
Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας δέν εἶδε θάνατο, ἀλλά ἀναλήφθηκε στόν οὐρανό, μπροστά στά μάτια τοῦ μαθητοῦ του Ἐλισαίου· «Καί ἐγένετο αὐτῶν πορευομένων, ἐπορεύοντο καί ἐλάλουν· καί ἰδού ἅρμα πυρός καί ἵπποι πυρός καί διέστειλαν ἀνά μέσον ἀμφοτέρων καί ἀνελήφθη Ἠλιού ἐν συσσεισμῷ ὡς εἰς τόν οὐρανόν» (Δ΄ Βα 2,11). Ποῦ ἀκριβῶς πῆγε καί τί ἔγινε ὁ προφήτης, δἐν ἀναφέρεται στό ἱερό κείμενο. Γιά τό λόγο αὐτό καί δέν ἔχουμε δικαίωμα νά κάνουμε αὐθαίρετες ὑποθέσεις γιά τά μετά τόν ἁρπαγμό τοῦ Ἠλία. Πολύ περισσότερο, δέν μποροῦμε νά συμπληρώσουμε τήν ἱστορία του μέ τή φαντασία μας.
Ἕνας παρόμοιος ἁρπαγμός εἶχε συμβεῖ παλαιότερα στόν δίκαιο Ἐνώχ, γιά τόν ὁποῖο διαβάζουμε στή Γένεση· «Καί εὐηρέστησεν Ἐνώχ τῷ Θεῷ καί οὐχ εὑρίσκετο ὅτι μετέθηκεν αὐτόν ὁ Θεός» (Γέ 5,24). Τόσο ἡ μετάθεση τοῦ Ἐνώχ ὅσο καί ἡ ἀνάληψη τοῦ Ἠλία βεβαιώνουν ὅτι ὑπάρχει μετά θάνατον πραγματική καί προσωπική ζωή. Ἐπιπλέον, τά περιστατικά αὐτά εἶναι τύποι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς β΄ παρουσίας του στόν κόσμο καί ἐγγυῶνται τή δική μας μέλλουσα ἀνάσταση.
Μία ἐσφαλμένη ἄποψη
Ἡ Παλαιά ἀλλά καί ἡ Καινή Διαθήκη μιλοῦν γιά ἐπάνοδο τοῦ Ἠλία στή γῆ. Ἡ πληροφορία αὐτή νοθεύτηκε ἀπό ἐπινοήματα τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας. Ὑπάρχει ὁλόκληρη γραμματεία, τά λεγόμενα ἀπόκρυφα κείμενα, πού ἐπιχειροῦν ἄλλοτε νά «συμπληρώσουν τά κενά» τῆς ἁγίας Γραφῆς κι ἄλλοτε νά δώσουν ἀπάντηση σέ ἐρωτήματα πού ἡ περιέργεια ἐγείρει. Ἀπό τέτοια κείμενα διαδόθηκε καί ἡ ἄποψη, πού καί σήμερα κυκλοφορεῖ, ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας θά ξαναέλθει στή γῆ λίγο πρίν ἀπό τή β΄ παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ἀλλά ἄς δοῦμε πῶς ἔχει τό θέμα σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ προφητεία τοῦ Μαλαχία
Στήν ἀρχή τοῦ 3ου κεφαλαίου τῆς προφητείας τοῦ Μαλαχία ὁ Θεός λέει· «Ἰδού ἐγώ ἐξαποστέλλω τόν ἄγγελόν μου, καί ἐπιβλέψεται ὁδόν πρό προσώπου μου, καί ἐξαίφνης ἥξει εἰς τόν ναόν ἑαυτοῦ Κύριος» (Μα 3,1). Ποιός εἶναι ὁ ἄγγελος γιά τόν ὁποῖο γίνεται λόγος δέν λέγεται ἐδῶ. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ὅμως, καθώς καί οἱ Μᾶρκος καί Λουκᾶς στά παράλληλα χωρία (Μρ 1,2· Λκ 1,17), ἐφαρμόζουν τά λόγια τῆς προφητείας στόν Πρόδρομο καί Βαπτιστή τοῦ Κυρίου Ἰωάννη· «Οὗτός γάρ ἐστι περί οὗ γέγραπται· ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου» (Μθ 11,10). Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Μαλαχίας στό ἑπόμενο κεφάλαιο λέει· «Καί ἰδού ἐγώ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τόν Θεσβίτην, πρίν ἤ ἐλθεῖν τήν ἡμέραν Κυρίου τήν μεγάλην καί ἐπιφανῆ» (Μα 4,4). Ξεκάθαρα φαίνεται ὅτι τό πρόσωπο, πού ἀνώνυμα ἀναφέρθηκε ὡς ἄγγελος στό προηγούμενο κεφάλαιο, ἐδῶ κατονομάζεται. Εἶναι ὁ Ἠλίας ὁ Θεσβίτης. Ἐπίσης, τό «πρό προσώπου σου (τοῦ Κυρίου)» ἀντικαθίσταται μέ τήν ἰσοδύναμη ἔκφραση «τήν ἡμέραν Κυρίου τήν μεγάλην καί ἐπιφανῆ». Στήν Καινή Διαθήκη ἡ ἔκφραση αὐτή σημαίνει τήν ἔνδοξη β΄ παρουσία τοῦ Κυρίου. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὅμως σημαίνει τήν πρώτη ἔλευση τοῦ Μεσσία. Γιά τό λόγο αὐτό ὅλη ἡ ἰουδαϊκή γραμματεία περίμενε ὅτι ὁ Ἠλίας θά προηγηθεῖ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία. Καί πράγματι, ὁ Ἠλίας ἦρθε. Ἀλλά οἱ Ἰουδαῖοι, πού δέν ἀναγνώρισαν τόν Χριστό, οὔτε καί τόν Ἠλία κατάλαβαν. Ἔτσι περιμένουν ἀκόμη ὅτι θά ἔλθει κάποτε ὁ Ἠλίας, ὅπως περιμένουν καί τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία.
Ἡ μαρτυρία τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ
Δυστυχῶς ἡ παρανόηση αὐτή παρέσυρε καί πολλούς χριστιανούς. Αὐτοί διακρίνουν τόν ἄγγελο τῆς προφητείας τοῦ Μαλαχία ἀπό τόν Ἠλία. Καί ὁ μέν ἄγγελος δέχονται ὅτι εἶναι ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης, πού ἔζησε στή γῆ πρίν ἀπό τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ γιά τόν προφήτη Ἠλία λένε ὅτι θά ξαναέλθει στόν κόσμο πρίν ἀπό τή β΄ παρουσία τοῦ Κυρίου. Τί λέει ὅμως γιά ὅλα αὐτά ἡ Καινή Διαθήκη;
Ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει τή μαρτυρία τῶν τριῶν πρώτων εὐαγγελιστῶν. Θά ἤθελα ὅμως νά ἐπιμείνω σ' αὐτό πού γράφει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς στό 1ο κεφάλαιο τοῦ εὐαγγελίου του. Ἀκοῦμε ἐκεῖ τόν ἄγγελο πού ἀπεστάλη στόν Ζαχαρία, τόν πατέρα τοῦ Προδρόμου, νά τοῦ λέει γιά τό παιδί πού θά γεννηθεῖ· «Καί αὐτός προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι κάι δυνάμει Ἠλιού, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπί τέκνα καί ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαόν κατεσκευασμένον» (Λκ 1,17). Ἀποδίδει δηλαδή στόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο τό ἔργο πού κατά τήν προφητεία τοῦ Μαλαχία θά ἐπιτελέσει ὁ Ἠλίας. Τό σχετικό χωρίο τῆς προφητείας λέει· «Ὅς (Ἠλίας) ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρός πρός υἱόν καί καρδίαν ἀνθρώπου πρός τόν πλησίον αὐτοῦ...» (Μα 4,5). Μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής ταυτίζει τά δύο πρόσωπα. Ὁ χαρακτηρισμός «ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιού» σημαίνει κατά τόν Χρυσόστομο ὅτι ὁ Ἰωάννης «τήν διάνοιαν ἐπλήρου τήν ἐκείνου (τοῦ Ἠλία)». Ἁπλούστερα τό νόημα τῆς ἐκφράσεως εἶναι ὅτι ὁ Ἰωάννης, τοῦ ὁποίου ἡ γέννηση προαναγγέλλεται, θά εἶναι προφήτης τοῦ ὕψους καί τῆς δυνάμεως τοῦ Ἠλία.
Ἐδῶ πρέπει ἀκόμη νά σημειώσουμε ὅτι πέφτουν πέρα γιά πέρα ἔξω ἐκεῖνοι πού στό παραπάνω χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου προσπαθοῦν νά στηρίξουν τή μετεμψύχωση καί φαντάζονται ὅτι ὁ Ἠλίας μετεμψυχώθηκε στόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο. Ἡ ἑρμηνεία πού ἤδη ἀνέφερα ἀποδεικνύει πόσο πλανεμένος, σαθρός καί αὐθαίρετος εἶναι ἕνας τέτοιος ἰσχυρισμός.
Ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου
Στίς παραπάνω μαρτυρίες, πού εἶναι ἀρκετές γιά νά πείσουν τόν καθένα ὅτι ὁ Ἠλίας πού θά προηγηθεῖ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής του Ἰωάννης, προστίθεται ἡ ἀδιαμφισβήτητη μαρτυρία τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία παραθέτω στή συνέχεια.
Στό 17ο κεφάλαιο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου οἱ μαθηταί θαμπωμένοι ἀπό τή Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος, τῆς ὁποίας μόλις πρίν ἀπό λίγο εἶχαν γίνει μάρτυρες καί ὅπου εἶδαν τόν Μωυσῆ καί τόν Ἠλία, ρωτοῦν τόν Ἰησοῦ· «Τί οὖν οἱ γραμματεῖς λέγουσιν ὅτι Ἠλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον;» (Μθ 17,10). Ἡ ἄποψη τῶν γραμματέων, τήν ὁποία μεταφέρουν οἱ μαθηταί, εἶναι ἡ παράδοση πού ἐπικρατεῖ στούς Ἰουδαίους. Πῶς τήν ἀντιμετωπίζει ὁ Ἰησοῦς καί τί τούς ἀπαντᾶ; «Ἠλίας μέν ἔρχεται πρῶτον καί ἀποκαταστήσει πάντα· λέγω δέ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ' ἐποίησαν ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ' αὐτῶν. Τότε -σημειώνει ὀ εὐαγγελιστής- συνῆκαν οἱ μαθηταί ὅτι περί Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς» (Μθ 17,12-13· πρβλ. καί Μθ 11,4). Ὁ Κύριος ἐπιβεβαιώνει τήν ὑπάρχουσα παράδοση. Ἐπιπλέον δέ διευκρινίζει ὅτι ὁ Ἠλίας ἤδη ἔχει ἔλθει. Τότε οἱ μαθηταί «συνῆκαν», κατάλαβαν πολύ καλά καί δέν τούς ἔμεινε πλέον καμία ἀμφιβολία, ὅτι ὁ Ἠλίας γιά τόν ὁποῖο μιλᾶ ἡ προφητεία καί ἡ παράδοση εἶναι ὁ Ἰωάννης.
Μετά ἀπ' ὅλα αὐτά οὔτε κι ἐμεῖς, νομίζω, ἔχουμε λόγο νά ἀπιστοῦμε στή μαρτυρία τοῦ Κυρίου καί νά περιμένουμε τρίτο ἐρχομό τοῦ Ἠλία.
Ἕνα ἄλλο «ἐπιχείρημα»
Ἕνα τελευταῖο ἐπιχείρημα ὅτι θά ξαναέλθει ὁ Ἠλίας βρίσκουν οἱ ὑποστηρικταί τῆς θεωρίας αὐτῆς στό Ἀπ 11,3 καί ἑξῆς. Ἐκεῖ ὁ Κύριος λέει στόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη ὅτι στίς ἔσχατες ἡμέρες «δώσω τοῖς δυσί μάρτυσί μου, καί προφητεύσουσιν ἡμέρας χιλίας διακοσίας ἑξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. Οὗτοί εἰσιν αἱ δύο ἐλαῖαι καί αἱ δύο λυχνίαι αἱ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τῆς γῆς ἑστῶσαι» (Ἀπ 11,3-4). Στή συνέχεια λέγεται γιά τούς μάρτυρες αὐτούς ὅτι «Οὗτοι ἔχουσιν ἐξουσίαν κλεῖσαι τόν οὐρανόν, ἵνα μή ὑετός βρέχῃ τάς ἡμέρας τῆς προφητείας αὐτῶν. Καί ἐξουσίαν ἔχουσιν ἐπί τῶν ὑδάτων στρέφειν αὐτά εἰς αἷμα καί πατάξαι τήν γῆν ἐν πάσῃ πληγῇ, ὁσάκις ἐάν θελήσωσι» (Ἀπ 11,6). Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Ἠλίας κάποτε ἔκλεισε τόν οὐρανό μέ τήν προσευχή του (Γ΄ Βα κεφ. 17-18) καί ὁ Μωυσῆς μετέστρεψε σέ αἷμα τά νερά τοῦ Νείλου (Ἔξ 7,17), λένε ὅτι «αἱ δύο ἐλαῖαι» καί «αἱ δύο λυχνίαι», τίς ὁποῖες ἀναφέρει τό ἱερό κείμενο, εἶναι ὁ Ἠλίας καί ὁ Μωυσῆς. Τούς διαφεύγει ὅμως τό γεγονός ὅτι τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, πού πολύ συχνά χρησιμοποιεῖ συμβολικές ἐκφράσεις, δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά δώσουμε μία τέτοια ἑρμηνεία.
* * *
Καταλήγουμε, λοιπόν, στό συμπέρασμα ὅτι σέ κανένα βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης δέν γίνεται λόγος γιά ἐρχομό τοῦ Ἠλία πρίν ἀπό τή β΄ παρουσία τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἠλίας ἦρθε ἤδη γιά δεύτερη φορά στή γῆ. Προανήγγειλε τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία, τόν ὁποῖο μάλιστα καί ἔδειξε στό λαό. Ἦρθε στό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ. Δέν θά τόν ξαναδοῦμε πλέον, παρά μόνο κατά τή μέλλουσα ἀνάσταση καί τή β΄ παρουσία τοῦ Κυρίου, μαζί μέ ὅλους τούς δικαίους, μέ τούς ὁποίους θά συναντηθοῦμε.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 40 (1985) 108-110
Μές στό πύρωμα τοῦ καλοκαιριοῦ, στήν «καυτή» ἀτμόσφαιρα πού ἔχουν διαμορφώσει στήν πατρίδα μας γεγονότα θλιβερά, ἡ μορφή τοῦ πυρφόρου προφήτη Ἠλία (20 Ἰουλίου) προβάλλει ὡς ἕνας φάρος φωτεινός, ζωντανό μήνυμα γιά τούς πιστούς τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε, ἡ ἁγιότητα δέν γηράσκει οὔτε χάνει ποτέ τήν ἐπικαιρότητα. Παραμένει τό ποθητό καί ζητούμενο ἀπό ὅλους σέ κάθε ἐποχή.
Ἔζησε σέ δύσκολα χρόνια ὁ προφήτης, κάτω ἀπό τραγικές συνθῆκες. Ὁ Ἰσραήλ, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ξεκομμένος ἀπό τό ναό καί τή λατρεία του, παραδιδόταν ὅλο καί περισσότερο στήν εἰδωλολατρία, κατρακυλοῦσε στήν ἀσέβεια. Μέ ὕπουλο τρόπο παρέσυραν τούς Ἰσραηλίτες στήν πλάνη οἱ ἄρχοντες, ἡ αἰσχρή εἰδωλολάτρισσα Ἰεζάβελ καί τό ὑποχείριό της, ὁ βασιλιάς Ἀχαάβ. Δέν τούς ζήτησαν νά ἀρνηθοῦν τόν Θεό τους, νά ἐγκαταλείψουν τόν Γιαχβέ. Ὄχι! Τούς γνώρισαν ὅμως καί τή θεότητα Βάαλ. Τούς παρότρυναν, χωρίς νά πάψουν νά τελοῦν τίς καθιερωμένες τους θυσίες, νά προσθέσουν σ᾿ ἐκεῖνες καί τή λατρεία τοῦ Βάαλ! Τί πείραζε τάχα;
Ἡ ἁγνή καρδιά τοῦ Ἠλία δέν ἀντέχει τήν πρόκληση, ἐκρήγνυται. Κραυγαλέα ὑψώνεται ἡ προσευχή του, ὅταν καταδιωγμένος ἀπό τή βασίλισσα Ἰεζάβελ βρίσκεται σέ μιά σπηλιά κατάκοπος καί πονεμένος: «Ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοί Ἰσραήλ!» (Γ΄ Βα 19,10). Ἕνα βρασμό ζῆ μέσα του, συγκλονίζεται ὁ προφήτης. Κοχλάζει ἡ καρδιά του ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν ἀληθινό Θεό. Πυρπολεῖται ἀπό τόν θεῖο ζῆλο! Ἄν οἱ «υἱοί Ἰσραήλ» ἐγκατέλειψαν τόν Γιαχβέ, αὐτή ἡ ὁμαδική ἀνταρσία ἀνάβει περισσότερο τόν δικό του ζῆλο· λειώνει ἀπό τόν πόθο νά προσκολληθεῖ στόν Κύριο, νά τοῦ εἶναι δουλικά ἀφοσιωμένος!
Πρόκληση γιά τήν ἐποχή μας ὁ ζῆλος τοῦ Ἠλία. Πολλοί σήμερα θά μέμφονταν τό... φανατισμό του, θά τόν θεωροῦσαν «τῶν ἄκρων». Αὐτή ἡ ἀσάλευτη πίστη του στή μοναδικότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ προσκόλλησή του στόν θεῖο νόμο θά προκαλοῦσε ὄχι μόνο τούς δηλωμένους ἀπίστους, οἱ ὁποῖοι θέλουν τούς χριστιανούς «καλά καί φρόνιμα παιδιά», πειθήνια ὄργανα τοῦ κατεστημένου, πού προβάλλεται ὡς σύγχρονο καί μοντέρνο. Καί πολλοί ἀπό τούς σημερινούς χριστιανούς -σως κι ἀπό ἐκείνους πού θά ’πρεπε νά ’ναι μπροστάρηδες καί νά μεταγγίζουν ζῆλο καί φλόγα- θά προβληματίζονταν ἀπό τήν ἐπιμονή καί τήν... ἀδιαλλαξία τοῦ Ἠλία. Ἴσως κι αὐτοί θά τόν χαρακτήριζαν ὡς φονταμενταλιστή καί «ταλιμπάν». Ἀσφαλῶς ἡ συμπεριφορά τοῦ προφήτη Ἠλία δέν θά ταίριαζε καθόλου στόν «ἀτσαλάκωτο» Χριστιανισμό μας, πού δέν θίγει τά κακῶς ἔχοντα καί εἶναι πρόθυμος μέ ὅλους καί μέ ὅλα νά συμβιβασθεῖ· στόν Χριστιανισμό μας πού «στρυμώχνει» τό δόγμα καί «νερώνει» τό κρασί τῆς πίστεως, γιά νά μήν προκαλεῖ, γιά νά εἶναι ἀρεστός στούς πολλούς.
Ἔλεγχος σκληρός γιά τούς συμβιβασμένους «χριστιανούς» τῆς ἐποχῆς μας ὁ προφήτης Ἠλίας. Ἄς ἦταν νά κατακάψει ἡ πύρινη προσευχή του τήν κομπλεξικότητα καί τήν ἡττοπάθειά μας! Ὅσο ὁ κόσμος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, τόσο νά λαχταροῦμε νά Τόν πλησιάσουμε. Ὅσο γύρω μας ἁπλώνεται ἡ παγωνιά τῆς ἀπιστίας, τόσο μέσα μας νά φουντώνει ἡ φλόγα τῆς πίστεως, ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης. Ὅσο πυρακτώνεται τό καμίνι τῶν πειρασμῶν, τόσο ἐντονότερη νά νιώθουμε τή δροσοβόλο παρουσία τῆς χάριτος. Ὅσο ἐναντιώνονται στό θεῖο θέλημα οἱ ἄπιστοι καί ἀσεβεῖς, τόσο νά μένουμε ἀνυποχώρητοι στήν πίστη μας, ἀσυμβίβαστοι στή ζωή πού παραγγέλλει τό εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου μας.
Πρέπει νά τό καταλάβουμε: Δέν ἀρκεῖ νά διατηροῦμε τήν πίστη καί τήν εὐσέβειά μας. Εἶναι ἀνάγκη καί ἐπιταγή τῶν καιρῶν μας νά γίνουμε ζηλωτές εὐσεβείας. Νά δίνουμε στόν Θεό τήν πρώτη θέση στίς ἐπιλογές, στά σχέδια, στό ὅλο πρόγραμμα τῆς ζωῆς μας. Ἀναγκαία ἐξήγηση: Ἡ σταθερότητα καί τό ἀσυμβίβαστο φρόνημα δέν σημαίνουν σκληρότητα, ἀπομόνωση, μισαλλοδοξία. Σημαίνουν ἁπλῶς γνώση, διακήρυξη καί διαφύλαξη τῆς ἀλήθειας. Ἡ φωτιά τῆς πίστεως δέν καίει. Ἁπλώνεται γύρω σάν δροσιά, πού φωτίζει καί ζωογονεῖ. Τό ἀποκάλυψε μέ σημεῖο ὁ Θεός στόν ζηλωτή προφήτη του, ὅταν τοῦ φανερώθηκε στό ὄρος ὄχι σάν ἄνεμος σφοδρός οὔτε σάν σεισμός ἤ φωτιά ἀλλά ὡς «φωνή αὔρας λεπτῆς» (Γ΄ Βα 19,12).
Δέν ἐπιθυμεῖ ὁ Θεός τό θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀλλά τή μετάνοια καί τή σωτηρία του. Γι᾿ αὐτό προτιμᾶ νά μᾶς καταστήσει γνωστό τόν ἑαυτό του θωπεύοντάς μας μέ τήν ἀγάπη του παρά χτυπώντας μας μέ τή δύναμή του. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐπιθυμεῖ νά ἐργάζονται στόν κόσμο οἱ δικοί του. Νά ἀγκαλιάζουν καί νά καλοῦν στόν Χριστό ὅλους, χωρίς νά ἀποκλίνουν οὔτε στό ἐλάχιστο ἀπό τό νόμο καί τό θέλημά του. Νά εἶναι ἀνοιχτοί σέ ὅλους παραμένοντας σταθεροί στίς πεποιθήσεις τους.
«Ὁ καιρός γάρ ἐγγύς ἐστιν. Ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, καί ὁ ρυπαρός ρυπαρευθήτω ἔτι, καί ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καί ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι», διαβάζουμε στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως (22,11). Εἶναι ἀνάγκη νά ἐντείνουμε τόν ἀγώνα μας. Ἄν ὁ ἅγιος πάψει νά γίνεται συνεχῶς ἁγιότερος, θά χάσει τήν ἁγιοσύνη του. Ἄν ὁ πιστός παρασυρθεῖ ἀπό τή νωθρότητα καί τήν ἀδιαφορία, ἄν χάσει τό ζῆλο του, καταντᾶ συμφορά γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τούς ἄλλους. Ἄν ὅμως παλεύει ἀνακαινίζοντας συνεχῶς καί μεταμορφώνοντας τόν ἑαυτό του, τότε κάνει εὐρύχωρο τό σκεῦος του, γιά νά χωρᾶ τά θεῖα μεγαλεῖα, γιά νά ἀπολαμβάνει θαβώριες ἐμπειρίες. Καί γίνεται τότε ὁ ἅγιος εὐλογία γιά τόν κόσμο, καθώς ἀποπνέει τήν αὔρα τοῦ Πνεύματος, τήν εὐωδία τῆς χάριτος, ἀντανακλᾶ στά σκοτάδια τοῦ κόσμου μας τό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 196-198
Φοβισμένος καί ἀποθαρρυμένος βρίσκεται ὁ προφήτης Ἠλίας κρυμμένος μέσα σέ μιά σπηλιά τοῦ ὄρους Χωρήβ. Οἱ ἀπειλές τῆς Ἰεζάβελ τόν κυνηγοῦν καί ἡ ἀποστασία τοῦ λαοῦ τόν λυγίζει. Ἐκείνη τήν ὥρα τῆς πίκρας καί τῆς ἀδυναμίας ὅμως διαλέγει ὁ Κύριος γιά νά τόν ἐπισκεφθεῖ. Ἔρχεται καί τοῦ κλείνει συνάντηση, τοῦ ὁρίζει χρόνο καί τόπο, πού θά τόν δεῖ· «Θά βγεῖς», τοῦ λέει, «αὔριο καί θά σταθεῖς ἐνώπιον Κυρίου στό βουνό» (Γ΄Βα 19,11). Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά τοῦ δίνει καί σημάδι ἀναγνωρίσεως, πῶς νά καταλάβει ὁ Ἠλίας τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ· «θά περάσει ἀπό μπροστά σου ὁ Κύριος», συνεχίζει. «Θά ξεσηκωθεῖ ἄνεμος δυνατός, ἀλλά δέν θά εἶναι ἐκεῖ ὁ Κύριος. Θά ἀκολουθήσει σεισμός, ὕστερα φωτιά, ἀλλά οὔτε ἐκεῖ θά εἶναι. Καί μετά τό πῦρ φωνή αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος» (Γ΄Βα 19,11-12).
Ἔχει ποικίλους τρόπους νά παρουσιάζεται ὁ Θεός στούς ἁγίους του. Στόν Ἀβραάμ παρουσιάστηκε μέ τρεῖς ἀγγέλους, στόν Ἰσαάκ ἐμφανίσθηκε τή νύχτα καί στόν Ἰακώβ στόν ὕπνο του, στό Νῶε φανερώθηκε μέ τό οὐράνιο τόξο, στό Δανιήλ σέ νυχτερινό ὅραμα· ὁ Μωϋσῆς τόν εἶδε στή φλεγομένη βάτο καί ἀντίκρυσε «τά ὀπίσω» τῆς δόξης του, ὁ Δαβίδ τόν ἀναγνώρισε στόν ἄγγελο πού χτύπησε τό λαό μέ θάνατο, καί καθένας ἀπό τούς προφῆτες συνάντησε τόν Θεό, ὅπως ὁ Θεός εὐδόκησε καί ὅπως ἦταν συμφέρον γιά τόν προφήτη.
«Διά τήν πολλήν καί ἀπερινόητον ἥν ἔσχε πρός αὐτούς ἀγάπην», ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, σμικρύνεται ὁ Θεός καί σωματοποιεῖται, μικραίνει καί παίρνει σῶμα, μεταμορφώνεται καί γίνεται αἰσθητός σ’ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν, ὄχι ὅπως εἶναι, «ἀχώρητος γάρ, ἀλλά κατά τήν ἐκείνων χώρησίν τε καί δύναμιν».
Στόν Ἠλία, πού τό κήρυγμά του ἦταν θύελλα καί σεισμός καί φωτιά γιά τό λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος προτίμησε νά ἐμφανισθεῖ μέ τόν ἦχο μιᾶς ἁπαλῆς αὔρας.
Ἔχουμε συνδέσει κυρίως τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέ συγκλονιστικά γεγονότα. Καί περιμένουμε συνήθως τήν ἐπίσκεψή του μέ ἀστραπές καί βροντές, μέσα σέ καπνούς καί γνόφο. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν ἐξαντλεῖται σ’ αὐτές τίς μεγαλειώδεις καί μεγαλοπρεπεῖς ἐμφανίσεις. Μάλιστα, δέν ἀποτελεῖ ἡ φοβερή ὄψη τήν καλύτερη εἰκόνα του, οὔτε εἶναι ἡ ὀργή τό ἀληθινό του πρόσωπο. «Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Μθ 11,29), μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ μονογενής Υἱός του, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού στό πρόσωπό του εἴδαμε, πράγματι, τόν Κύριο. Τό ἔλεος καί ἡ ἀγάπη τοῦ Πατέρα, ἡ μακροθυμία γιά τόν ἁμαρτωλό καί ἡ γλυκύτητα γιά τόν μετανοημένο εἶναι τά ἀληθινά του γνωρίσματα. Σάν αὔρα λεπτή φυσᾶ μέσα στίς καρδιές τῶν παιδιῶν του τό πανάγιο Πνεῦμα καί τίς δροσίζει, τίς ξεκουράζει, τίς καθαρίζει.
Ἀλλά γιά νά ἀντιληφθοῦμε ἔτσι τή θεία ἐπίσκεψη, χρειάζεται νά διαθέτουμε τά ἀνάλογα αἰσθητήρια. Ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ νηπτικοί πατέρες, ὁ Κύριος ἐνεργεῖ σάν αὔρα λεπτή, χαρίζοντας φῶς καί εἰρήνη, στήν καρδιά ἐκείνη μέσα στήν ὁποία κατοικεῖ ὁ Χριστός καί ἡ ὁποία ἔχει προκόψει στό ἔργο τῆς προσευχῆς.
«Γι’ αὐτό τό λόγο», γράφει ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, «ἔλεγε ὁ Θεός πρός τόν Ἠλία στό ὄρος Χωρήβ ὅτι ὁ Κύριος δέν εἶναι οὔτε στό ἕνα οὔτε στό ἄλλο, δηλαδή σέ ἐπί μέρους ἐνέργειες τῆς χάριτος γιά τούς ἀρχαρίους, ἀλλά σέ αὔρα λεπτή καί φωτεινή· μέ αὐτό ὑπέδειξε τήν τέλεια προσευχή». Καί ὁ ὅσιος Θεόγνωστος συμβουλεύει· «Ἄν ἐπιθυμεῖς νά ἀξιωθεῖς θείας θέας καί ἐμφανίσεως στή διάνοιά σου, προηγουμένως νά ἀσπασθεῖς τήν εἰρηνική καί ἥσυχη ζωή· καί ὅταν ἐνδιατρίψεις σ’ αὐτό τό ἔργο, γνώρισε καί τόν ἑαυτό σου καί τόν Θεό. Ἄν συμβεῖ αὐτό, τίποτε δέν ἐμποδίζει σάν μέσα σέ αὔρα λεπτή, μέ τήν καθαρή δηλαδή κατάστασή σου καί χωρίς νά θορυβεῖ κανένα πάθος σου, νά δεῖς νοερά αὐτόν πού εἶναι ἀθέατος σέ ὅλους, νά σοῦ γνωρίζει ἐναργέστερα τόν ἑαυτό του καί νά σοῦ εὐαγγελίζεται τή σωτηρία».
Ὁ πνευματικός ἀγώνας καί ἡ ἄσκηση εὐαισθητοποιοῦν τήν ψυχή τοῦ πιστοῦ, ὥστε νά νιώθει πάνω του τό ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ σάν τρυφερό χάδι. Σέ μιά καρδιά εἰρηνική, ἀπαλλαγμένη ἀπό πάθη, καί σέ μιά σκέψη καθαρή, φωτισμένη ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὁ Κύριος ἔρχεται καί φανερώνεται γλυκύς καί πρᾶος μέσα ἀπό τίς θύρες πού ἀνοίγει ἡ Ἐκκλησία γιά τά μέλη της. Ἡ χάρη τῶν μυστηρίων, ἡ προσευχή καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γίνονται ὁ χρόνος καί ὁ τόπος, ὅπου ὁ Κύριος κλείνει καί γιά μᾶς συνάντηση μαζί του. Κι ἄλλοτε περνᾶ σάν ἄνεμος σφοδρός, πού διαλύει τά βουνά τῶν παθῶν καί συντρίβει τίς πέτρινες καρδιές καί ἀπό τό φόβο καθηλώνει καί νεκρώνει τή σάρκα. Ἄλλοτε περνᾶ σάν σεισμός ἤ σάν σκίρτημα χαρᾶς μέσα στά σπλάγχνα μας, ὅπως μαρτυροῦν οἱ ἅγιοι πατέρες. Κι ἄλλοτε, στά γυμνασμένα μέ τήν ἀρετή πνεύματα, περνᾶ σάν ἁπαλή αὔρα. Ἔτσι, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής γράφει ὅτι ὁ λόγος τῆς ἁγίας Γραφῆς γιά τόν διορατικώτερο νοῦ, αὐτόν πού ἔχει νικήσει τή φύση καί μπορεῖ νά πιάσει τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ, εἶναι σάν νά ξεντύνεται τό σχῆμα τῶν ἀνθρωπίνων λέξεων καί νά ἀπηχεῖ τά νοήματά του μέ φωνή αὔρας λεπτῆς. Καί ὁ ἅγιος Μακάριος πάλι ἑρμηνεύοντας τό χωρίο λέει ὅτι ὁ Κύριος φανερώνει τήν παρουσία του «ἐν εἰρήνῃ καί ἡσυχίᾳ» καί ἀναπαύεται στήν προσευχή πού γίνεται μέ εἰρήνη καί κατάνυξη, ὄχι στήν προσευχή πού γίνεται μέ φωνές καί ταραχή· «τό μέρος τοῦτο ἰδιωτῶν ἐστι», εἶναι γνώρισμα ἀρχαρίων σημειώνει.
Εἶναι γεγονός ὅτι ὅσοι ἀγαποῦν θερμά τόν Κύριο συγκινοῦνται περισσότερο ἀπό τά ἐλέη καί τίς εὐλογίες του παρά ἀπό τήν ὀργή του. Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός προτιμᾶ νά μᾶς κάνει γνωστό τόν ἑαυτό του δείχνοντάς μας τήν ἀγάπη του, παρά χτυπώντας μας μέ τή δύναμή του. Ἐκείνη ἡ συνάντησή του μέ τόν Ἠλία ἦταν ἕνας ἔλεγχος γιά τή βιαιότητα του προφήτου. Ὁ Θεός ἤθελε νά τοῦ πεῖ καί νά τοῦ διδάξει ὅτι δέν θέλει τό θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά τή σωτηρία του. Ἄν καί πολλές φορές τά σημεῖα τῆς ἀποτομίας του γιά τήν ἁμαρτία τοῦ λαοῦ εἶναι ἀναγκαῖα, ἐν τούτοις τό πραγματικό ἔργο τοῦ Θεοῦ μέσα στόν κόσμο δέν ἐκτελεῖται μέ τέτοια μέσα. Τό συγκλονιστικώτερο γεγονός τοῦ κόσμου, ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, πού σήμανε τή σωτηρία μας, ἔγινε μέ τόν πιό ἀθόρυβο καί ταπεινό τρόπο, μέσα σέ μιά φάτνη ἑνός χωριοῦ. Ὅπως φυσᾶ μαλακά ἡ αὔρα, ἔτσι ἦλθε ὁ Κύριος ἀνάμεσά μας, ὥστε νά μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι τά λόγια ἐκεῖνα στόν προφήτη Ἠλία ἦταν μιά προφητεία γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ εἶδαν τόν Ἠλία πάνω στό ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως νά συζητᾶ μέ τόν Κύριο γιά τήν ἔξοδό Του «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», πού θά γινόταν πάλι ταπεινά καί ἀδύναμα, ἀλλά πού αὐτή θά μεταμόρφωνε τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἄλλη μιά φορά, γιά νά μᾶς μιλήσει καί νά μᾶς πείσει, δέν διάλεξε τούς βροντερούς ἤχους τῆς δυνάμεώς του, ἀλλά τούς γλυκεῖς ψιθύρους τῆς ἀγάπης του, πού τόν ἔφερε μέχρι τό σταυρό.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 44 (1989) 97-99
Ἄγγιγμα δροσιᾶς
Ἐπίκαιρο εἶναι μέσα στό καλοκαιρινό κάμα νά θυμηθοῦμε ἕνα περιστατικό ἀπό τή ζωή τοῦ πύρινου προφήτη ᾿Ηλία, πού τόν γιορτάζουμε μές στό κατακαλόκαιρο (20 ᾿Ιουλίου). Φοβισμένος καί ἀποθαρρυμένος κρύβεται ὁ ᾿Ηλίας μέσα σέ μιά σπηλιά τοῦ ὄρους Χωρήβ. Οἱ ἀπειλές τῆς ᾿Ιεζάβελ τόν κυνηγοῦν καί ἡ ἀποστασία τοῦ λαοῦ τόν πληγώνει. Αἰσθάνεται μόνος. ᾿Εκείνη τήν ὥρα τῆς πίκρας καί τῆς ἀδυναμίας διαλέγει ὁ Θεός, γιά νά ἐπισκεφθεῖ τόν ἄνθρωπό του. ῾Ο ἴδιος μάλιστα ὁρίζει τόν τόπο καί τό χρόνο συνάντησης· «Θά βγεῖς αὔριο», λέει στόν προφήτη, «καί θά σταθεῖς ἐνώπιον Κυρίου στό βουνό. Προσοχή! Θά περάσει ὁ Κύριος». Καί πῶς θά καταλάβει τή θεϊκή παρουσία ὁ ἄνθρωπος; «Θά πνεύσει δυνατός ἄνεμος πού διαλύει τά βουνά καί συντρίβει τούς βράχους, δέν θά βρίσκεται στόν ἄνεμο ὁ Κύριος· ἔπειτα θά γίνει σεισμός, δέν θά εἶναι στό σεισμό ὁ Κύριος. Μετά τό σεισμό θ᾿ ἀκολουθήσει φωτιά, δέν θά εἶναι στή φωτιά ὁ Κύριος. Μετά τή φωτιά θ᾿ ἀκούσεις αὔρα λεπτή κι ἐκεῖ θά εἶναι ὁ Κύριος!» (Γ´Βα 19,11-12).
Ὥρα μοναδική! «῾Ο ἄπειρος Θεός», λέει ὁ ἅγιος Μακάριος, «σμικρύνεται καί σωματοποιεῖται», γιά νά τόν δεῖ ὁ ἄνθρωπος. Σ᾿ ἄλλες στιγμές τῆς ἱστορίας ἐμφανίζεται ὁ Θεός μέ ἄλλες μορφές, συνήθως φοβερές· μέ βροντές, ἀστραπές καί καπνούς στόν Μωυσῆ, στό Σινᾶ, μέ πυρωμένο ἄνθρακα στόν διστακτικό ᾿Ησαΐα. Τώρα, στόν ζηλωτή προφήτη, τοῦ ὁποίου τό κήρυγμα ἦταν θύελλα καί σεισμός καί φωτιά γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος προτιμᾶ νά ἐμφανισθεῖ μέ τόν ἦχο τῆς ἁπαλῆς αὔρας.
Ἡ συγκεκριμένη ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ ἐλέγχει τή βιαιότητα καί σκληρότητα τοῦ προφήτη. Εἶναι μία συμβολική διδαχή ὅτι δέν θέλει ὁ Θεός τό θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀλλά τή σωτηρία του. Προτιμᾶ νά μᾶς κάνει γνωστό τόν ἑαυτό του δείχνοντας τήν ἀγάπη του, παρά προβάλλοντας τή δύναμή του. Νά μᾶς συγκινεῖ μέ τίς εὐλογίες, παρά νά μᾶς φοβίζει μέ τήν ὀργή του. Τό ἔλεος καί ἡ ἀγάπη τοῦ Πατέρα, ἡ μακροθυμία γιά τόν ἁμαρτωλό καί ἡ γλυκύτητα γιά τόν μετανοημένο εἶναι τά ἀληθινά του γνωρίσματα. ᾿Αρκεῖ νά διακρίνει στήν ψυχή τήν καλή προαίρεση, τή διάθεση γιά μετάνοια.
Ἐπιθυμώντας βαθιά τή σωτηρία μας ὁ Κύριος δέν ἐξαντλεῖται στίς μεγαλειώδεις καί μεγαλοπρεπεῖς ἐμφανίσεις. Μάλιστα δέν ἀποτελεῖ ἡ φοβερή ὄψη τήν καλύτερη εἰκόνα του οὔτε εἶναι ἡ ὀργή τό ἀληθινό πρόσωπό του. Μαρτυρεῖται αὐτό στό πιό συγκλονιστικό γεγονός πού εἶδε ὁ κόσμος· στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔγινε μέ τόν πλέον ταπεινό καί ἀθόρυβο τρόπο στή φτωχή φάτνη τῆς Βηθλεέμ. Λίγο ἀργότερα, τή μαρτυρία τοῦ ψαλμωδοῦ «ὅτι χρηστός ὁ Κύριος» (Ψα 33,9) τήν ἐπιβεβαιώνει ἡ αὐτοσύσταση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεανθρώπου «ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Μθ 11,29).
Τί χρήσιμο μάθημα γιά τίς διαπροσωπικές μας σχέσεις νά προτάσσουμε τήν ἀγάπη τῆς βίας, νά προτιμοῦμε τό χαμόγελο ἀπό τά σφιγμένα χείλη! ᾿Αλλά γιά νά τό μάθεις αὐτό πρέπει πρῶτα νά βιώσεις τήν παρήγορη κι ἐνθαρρυντική ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι «αὔρα λεπτή», Θεός ἐλέους καί ἀγάπης. Μόνο στήν ἄνετη ἀτμόσφαιρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἀνθίζει ἡ ἀγάπη γιά τόν συνάνθρωπο. Μακάρι νά τό καταλάβουμε!
Στέργιος Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 57 (2002) 147