Ἔγιναν ὅλα τόσο γρήγορα... πρίν καλά-καλά ἐγκαταλείψω τά φοιτητικά ἕδρανα, προτοῦ κορνιζώσω καί καμαρώσω τό πολυπόθητο πτυχίο μου, πρίν συνειδητοποιήσω τή νέα πραγματικότητα... ἦρθε τό προσκλητήριο-διορισμός!
Δασκάλα σέ ἕνα μακρινό ὀρεινό χωριό τοῦ Ἕβρου. Μικρή καί ἄμαθη, κρατώντας σφιχτά μέχρι πρίν ἀπό λίγα χρόνια τό χέρι τῆς μητέρας καί ζυγιάζοντας τά φτερά μου σέ μικρά, κοντινά πετάγματα, ἀντίκρυσα γιά πρώτη φορά τόσο ζωντανό τό ὄνειρο τῆς παιδιάστικης ἐπιθυμίας μου. Δασκάλα...
Δέν ξέρω γιατί, ἀλλά τό πρῶτο πού ἔκανα ὕστερα ἀπό τό τηλεφώνημα τῆς Διεύθυνσης ἦταν νά ἀνοίξω ἕνα ἀπό τά ἀγαπημένα μου βιβλία, τό λεξικό μου, καί νά ἀναζητήσω τόν ὁρισμό τῆς λέξης δασκάλα, μία λέξη οἰκεία πού ἔνιωθα ὅμως τώρα νά μέ βαραίνει.
Δάσκαλος-α: αὐτός-ή πού διδάσκει. Αὐτή ἡ ἀγαπημένη λέξη μέ ὁδήγησε σ᾽ ἕναν συνειρμό: δίδω καί ἀσκῶ, δηλαδή μέ μία λέξη, δόσιμο, ἄσκηση τοῦ νά δίνεις! Κατάλαβα πώς τούτη ἡ μικρή λέξη ζητοῦσε ἀπό μένα κάτι μεγάλο καί ἱερό: ἕνα δόσιμο. Καί εἶχε γιά προϋπό- θεση τήν ἄσκηση.
Ἄνοιξα μέ λαχτάρα τόν λόγο τοῦ Θεοῦ κι ἔψαξα νά βρῶ κάτι πού θά μοῦ θύμιζε τή μεγάλη μου ἀποστολή, μία λέξη συνώνυμη. Στάθηκα στήν Α´ Κορινθίους, κεφάλαιο 4: «ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγούς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἄλλ᾽ οὐ πολλοὺς πατέρας» (στ. 15). «Νά μία ταιριαστή λέξη», σκέφτηκα. Παιδαγωγός: νά ὁδηγεῖς τά παιδιά... Κι ἐκεῖνο τό «ἐν Χριστῷ» τόσο ταιριαστά δίπλα του! Παιδαγωγός ἐν Χριστῷ... νά ὁδηγεῖς ψυχές στόν Χριστό, νά ἕνα δόσιμο πού ἀξίζει...
Ἔσκυψα μέ λαχτάρα νά βρῶ στή θεϊκή ἱστορία μίαν ἀπόκριση πού νά ἀνταποκρινόταν σέ τέτοια τιμή, μήπως καί μποροῦσαν νά τήν ψελλίσουν τά χείλη μου τά χωμάτινα... Καί μέ τά λόγια τοῦ Ἠσαΐα ἔσπευσα νά ἀπαντήσω σιγαλά στήν πρόσκληση τήν πατρική: «Ἰδοὺ ἐγώ εἰμι. Ἀποστειλόν με... Ἀμήν».
Μ.Ε.Χ.
Ἀπολύτρωσις 70 (2015) 205