Στή γῆ τῆς ἐρήμου, ἐκεῖ πού ἀνθίζουν μονάχα τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ ἀπόλυτου καί τοῦ ἀληθινοῦ, ξετυλίχθηκε ἀθόρυβα ὁ βίος τοῦ ὁσίου Λογγίνου. Ἀνήκει σ᾽ αὐτούς πού ἐγκατέλειψαν τά ἐγκόσμια γιά νά βιώσουν τά ὑπερκόσμια στή χώρα πού κανένα ἐκτυφλωτικό γήινο φῶς δέν ἀποσπᾶ τόν ἄνθρωπο, ἐκεῖ πού νικῶνται τά ρέοντα καί τά πρόσκαιρα. Ὁ ῞Οσιος διατυπώνει λιτά τήν ἐμπειρία τῆς ἀσκητικῆς του βιοτῆς: «Ἡ νηστεία ταπεινώνει τό σῶμα, ἡ ἀγρυπνία καθαρίζει τόν νοῦ, ἡ ἡσυχία φέρνει τό πένθος, τό πένθος βαπτίζει τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία».
Ἕνας ἀπό τούς λόγιους καί σοφούς ἀσκητές τῆς ἐρήμου ὑπῆρξε ὁ ὅσιος Λογγῖνος. Τό σπινθηροβόλο πνεῦμα του καί ἡ ἄρτια ἐσωτερική του συγκρότηση ἀναδεικνύονται μέσα ἀπό τούς λόγους του, ὅπως διασώζονται στά ἀποφθέγματα τῶν Πατέρων. Νοτισμένα μέ τή δρόσο τῶν δακρύων τῆς προσευχῆς καί ποτισμένα μέ τόν ἱδρώτα τοῦ πνευματικοῦ μόχθου, τά λόγια του μεταφέρουν σέ μᾶς τήν πνευματική του συγκομιδή: «Ὥσπερ ὁ νεκρὸς οὐκ αἰσθάνεται τινός, οὐδὲ κρίνει τινά, οὕτω καὶ ὁ ταπεινόφρων οὐ δύναται κρίναι ἄνθρωπον» (Εὐεργετινός, σελ. 280). Κι ὅταν κάποτε ὁ Ὅσιος ρωτήθηκε ποιά ἀρετή εἶναι μεγαλύτερη ἀπό ὅλες, ἀπάντησε μέ λόγο μεστά θεολογικό: «Καθὼς ἡ ὑπερηφανία εἶναι μεγαλυτέρα ἀπὸ ὅλας τὰς κακίας καὶ τὰ πάθη, ὥστε ὁποὺ ἐδυνήθη νὰ ρίψη καὶ τοὺς Ἀγγέλους ἀπὸ τὸν Οὐρανόν, ἔτσι ἐκ τοῦ ἐναντίου ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι μεγαλυτέρα ἀπὸ ὅλας τὰς ἀρετάς. Ἐπειδὴ αὐτὴ δύναται νὰ ἀναβιβάσει ἀπὸ τὰς ἀβύσσους τὸν ἄνθρωπον. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Κύριος πρωτύτερα ἀπὸ ὅλους μακαρίζει τοὺς πτωχοὺς τῷ πνεύματι: ἤτοι τοὺς ταπεινούς» (Εὐεργετινός, σελ. 275).
Ὁ ἅγιος Λογγῖνος βίωνε μέ χαρισματική κατάνυξη τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί τῆς ψαλμωδίας. Ἀντικρύζοντάς τον μέσα στή μεθυστική εὐτυχία τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό, ἕνας μαθητής του τόν ρώτησε:
- Ἀββᾶ, αὐτός εἶναι ὁ πνευματικός κανόνας, νά κλαίει ὁ μοναχός, ὅταν κάνει τήν ἀκολουθία του;
Καί ὁ Γέροντας τοῦ ἀπάντησε:
- Ναί, παιδί μου, αὐτός εἶναι ὁ κανόνας πού ἐπιζητεῖ ὁ Θεός.
Βέβαια, ὁ Θεός δέν ἔπλασε τόν ἄνθρωπο νά κλαίει, ἀλλά νά χαίρεται καί νά εὐφραίνεται καί νά τόν δοξάζει, ὅπως οἱ ἄγγελοι, μέ τήν καθαρή καί ἀναμάρτητη ζωή του. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε στήν ἁμαρτία καί γι᾽ αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά κλαίει, ἐνῶ ὅπου δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, ἐκεῖ δέν ἔχει θέση τό κλάμα».
Οἱ ψίθυροι τοῦ Πνεύματος, πού πνέει χαρισματικά στήν ἔρημο, φθάνουν ὥς ἐμᾶς μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία τοῦ ὁσίου Λογγίνου, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη εἰρηνικά καί ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη του στίς 17 Νοεμβρίου.
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί τοῦ σήμερα, πού μᾶς σαγηνεύει τό ἄπειρο ἀλλά ἀπειλεῖ διαρκῶς τή ζωή μας τό μηδέν, ἄς στηριχθοῦμε στό στέρεο ραβδί τῶν ἔμπειρων πνευματικῶν ὁδοιπόρων, γιά νά ὁδηγηθοῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἰχνηλάτης
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβριος 2015