Χρύσανθος ὁ Αἰτωλός

xrysan2 Μιά ἀκόμη λησμονημένη ἱερή μορ­φή! Εἶναι ἀδελφός τοῦ γνωστοῦ μας ἁ­γίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Γεννήθηκε πι­θανόν τό 1712 στό χωριό Ταξιάρχης τῆς ἐπαρχίας Ναυπακτίας καί Ἄρτης. Πρῶτο σχολεῖο ὑπῆρξε τό σπίτι τους. Οἱ εὐσε­βεῖς γονεῖς τους φρόντισαν γιά τήν κατά Θεόν ἀγωγή τῶν παιδιῶν τους.
 Ὁ Χρύσανθος, ἔχοντας μεγάλη ἔ­φεση γιά τά γράμματα, διέθεσε εἰκοσι­πέντε χρόνια γιά τόν καταρτισμό του. Στή σχολή τῆς Σιγδίτσας τῆς Παρνασσίδας μαθητεύει κοντά στόν Ἀναστάσιο Γόρ­διο. Στά Γιάννενα μυεῖται στά μαθηματικά ἀπό τόν Μπαλάνο Βασιλόπουλο. Στήν Κων­σταντινούπολη σπουδάζει γλῶσσα καί φιλοσοφία κοντά στόν Δωρόθεο Λέ­σβι­ο, ὁ ὁποῖος τόν στέλνει στήν Κέρ­κυ­ρα, στόν νεότερό του κατά εἴκοσι χρόνια Νι­κηφόρο Θεοτόκη, ὅπου σπου­δάζει ρη­τορική.
  Μέ γεμάτη τήν ἐκπαιδευτική του φα­ρέτρα ξεκινᾶ τή σταδιοδρομία του. Πρῶ­τα πρῶτα διδάσκει τά παιδιά τῶν ὁμο­γενῶν τῆς Πόλης. Ἀνάμεσα στούς ἄλ­λους, μαθητής του εἶναι καί ὁ γιός τοῦ μεγάλου διερμηνέα τῆς ὑψηλῆς Πύλης Νικολάου Σούτσου, ὁ Γεώργιος, ὁ ὁποῖ­ος πέρασε τόν βίο του μακριά ἀπό τήν πο­λιτική, καλλιεργώντας τά γράμματα.
  Κι ἐνῶ δίδασκε στήν Πόλη, ὁ ἀδελ­φός του Κοσμᾶς, πού βρισκόταν στό Ἅγιο Ὄρος καί εἶχε ἀποφοιτήσει ἀπό τήν Ἀθωνιάδα Σχολή, πῆρε τήν ἡρωική ἀ­πό­φαση νά μεταβεῖ ἐκεῖ τό 1759, γιά νά ἐ­φοδιασθεῖ μέ τή σχετική ἄδεια   τοῦ οἰ­­κουμενικοῦ πατριάρχη, προκειμέ­νου νά ξεκινήσει τό ἀφυπνιστικό ἔργο του. Ἔτσι, ὁ ἀδελφός του Χρύσανθος συμβάλλει στήν ἔκδοση τῆς ἄδειας ἀλ­λά καί στή γνωριμία του μέ τούς ἄλ­λους Ἕλληνες.  Τό γεγονός αὐτό εἶναι καθοριστικό γιά τήν ἀνανέωση τῆς ἄ­δειας κατά τήν εἰ­κο­σά­χρονη ἱεραπο­στολική του διαδρο­μή. Ἀ­σφαλῶς τό Γένος χρωστᾶ στόν Χρύ­­σανθο εὐγνω­μοσύνη γιά τή βοή­θεια στό ξεκίνημα τοῦ Πατροκοσμᾶ. Ἐπιπλέ­ον, ὁ μεγάλος ἀδελφός προσπάθησε τότε νά μυήσει τόν μικρότερο στή ρη­το­ρική τέχνη. Ὁ ἡφαιστειώδης ὅμως δι­δά­χος ἀγνόησε τή ρητορική τῶν αἰ­θου­σῶν κι ἀκολου­θών­τας τούς κανόνες τῆς καρ­διᾶς ἄνοι­ξε καινούργιους δρόμους.
  Οἱ εἰδικοί μελετητές ὑποστηρίζουν ὅτι μία πενταετία σχολάρχησε ὁ Χρύσανθος στή Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή καί ἔδωσε πολλά μέ τή ζωτικότητά του, τό ἦθος του καί τά προ­σόντα του. Μέ τήν ἔκρηξη ὅμως τῶν Ὀρ­λωφικῶν ὁ προσ­τάτης του Νικόλαος Σοῦτσος κα­ρα­τομεῖ­ται, ἐνῶ ὁ ἴδιος δια­τρέχει τόν κίν­δυνο νά χαρακτηρισθεῖ ρωσόφιλος. «Διὰ τὰς και­ρικὰς ἀταξίας καὶ τοὺς φό­βους τῶν τότε πολέμων», τoῦ ρωσο­τουρκικοῦ δη­λαδή πολέμου πού ἦταν σέ ἐξέλιξη, τόν συ­ν­αντοῦμε στή Νά­ξο νά συνεχίζει τό παι­δευτικό του ἔργο.
  Στίς Κυκλάδες δέν ἦταν τόσο με­γά­λος ὁ φόβος τῆς Τουρκιᾶς, ἀλλά τό ὄρ­γιο τῆς παπικῆς προπαγάνδας ἀποτελοῦσε ἕνα ἄλλο εἶδος τρομοκρατίας. Ὁ πάπας κατά τήν Τουρκοκρατία εἶχε ἐ­ξαπολύσει στά νησιά ρωμαιοκαθολικούς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἵδρυαν σχολεῖα.  Ἔ­τσι ἡ παιδεία περιερχόταν σχεδόν ἐξ ὁλο­κλήρου στά χέρια τους. Στήν πόλη  τῆς Νάξου εἶχαν ἱδρύσει, μέ σκοπό τόν προσ­ηλυτισμό τῶν ἑλληνοπαίδων, τή Γαλλική Ἐμπορική Σχολή, τή Σχολή Οὐρ­σουλινῶν καί ἀργότερα στά Μονοίτσια τό σχολεῖο τῶν Φραγκισκανῶν.
  Ἡ παρουσία τοῦ Χρυσάνθου στό νη­σί ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα σταθμό στήν παιδευτική ἱστορία του. Εἶναι οὐ­σι­α­στικά ὁ πρῶτος δάσκαλος μέ κύρος πού δια­κονεῖ στό νησί καί προβάλλει ἀν­τίστα­ση. Ἱδρύει ἀμέσως σχολή στόν Ἅ­γιο Γε­ώρ­γιο, ἡ ὁποία σύντομα ἀνα­δει­­κνύεται σέ λαμπρό πνευματικό κέντρο καί συμ­βάλ­λει στήν ἀναχαίτιση τῆς πα­πι­κῆς προ­πα­γάνδας. Τό σχολεῖο αὐτό ἀ­ποτελεῖ «κάρ­φος» γιά τόν λατίνο «ἐπί­σκοπο» Νά­ξου Ἰω. Κρίσπι, γι᾽ αὐτό καί σέ ἔκθεσή του ἀναφέρει: «Οἱ κατηραμένοι (καλό­γηροί τινες)... ἐσχημάτισαν εἶδός τι σχο­λείου, ἔνθα διδάσκουσι τήν νεο­λαίαν τῶν  Ἑλ­λήνων καί ποτίζουσιν αὐτήν τά φθορο­ποιά αὐτῶν διδάγματα».
  Στή διακονία τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ λει­τουργήματος ὑπῆρξε παράδειγμα ἁγίου ἐκπαιδευτικοῦ. Ἡ ἐκπαίδευση γιά τόν Χρύσανθο ἦταν ἱερουργία, μετάγγιση θείων δογμάτων καί ναμάτων, πλούτου τῆς θύραθεν σοφίας. Μεταδοτικός καί ἐ­σωστρεφής, σιωπηλός καί ἀνεκδή­λω­τος πορευόταν στόν δρόμο τοῦ καθή­κοντος, στόν ἴδιο ἀνήφορο μέ τόν αὐ­­τά­δελφό του Κοσμᾶ.
  Σημαντική προσφορά στήν παιδευτική ἱστορία τῆς Νάξου ἀποτελεῖ ἡ βιβλιο­θήκη του, ἡ ὁποία συνέβαλε στήν καλ­λιέργεια πνευματικοῦ κλίματος τόσο ἐ­κεῖ ὅσο καί στά ἄλλα νησιά.
  Τό 1775 ἔζησε μία ἔκπληξη, πού τοῦ ἔδωσε ἄφατη χαρά καί παραμυθία. Τόν ἐπισκέφτηκε ὁ ἀδελφός του Κοσμᾶς. Ἀργότερα, τόν Μάρτιο τοῦ 1779, τοῦ ἔ­στειλε γράμμα, στό ὁποῖο ἐπιχειρεῖ τόν ἀ­πολογισμό τῆς διακονίας του.
   Μέ τόν θάνατο τοῦ Χρυσάνθου -με­τά τόν Μάρτιο τοῦ 1785- κλείνει ἡ Σχο­λή του.
  Τό μοναδικό γραπτό του κείμενο πού περισώθηκε εἶναι ἡ διαθήκη του· ἐκεῖ διαβάζουμε: «Ὅσον εἰς τήν ὀρθοδοξίαν ... ἀκλινῶς τε καί ἀμετατρέπτως διέμεινα καί λόγῳ καί διανοίᾳ καί ταύτῃ τῇ ὁμο­λογίᾳ τῆς πίστεως τῆς ἁγίας καί καθο­λικῆς μητρός ἡμῶν ἐκκλησίας διάκειμαι μέχρι καί ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς καί οὔτε εἰς λατινικόν δόγμα οὔτε εἰς λου­τερανικόν καί καλβινικόν διεφθαρμένον τε καί ἐναντίον τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἐξέκλινα πώποτε... Συγγενεῖς μου ὁποῖοι ζῶσι δέν ἠξεύρω πλήν ὡς πτωχός δέν ἔχω νά τούς ἀφήσω τίποτες καί ἄς μέ συγχωρήσουν».
  Ἄς ἔχουμε τήν πρός τόν Θεόν πρε­σβεία Χρυσάνθου τοῦ ἱεροῦ, τοῦ σο­φο­λογιωτάτου ἐν διδασκάλοις.

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Φιλόλογος - Θεολόγος

"Ἀπολύτρωσις", Νοεμβρίου 2015