Κάθε φορά πού μπαίνει ὁ Δεκέμβριος, κυριαρχεῖ στόν νοῦ καί στήν καρδιά κάθε πιστοῦ μία εἰκόνα: αὐτή τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία περικλείει σ’ αὐτή τήν εἰκόνα βαθιά θεολογικά μηνύματα. Ἀξίζει, λοιπόν, νά ἐνσκήψουμε κι ἐμεῖς λίγο πιό προσεκτικά καί νά προσλάβουμε τά ὑψηλά μηνύματα πού ἐκπέμπει κάθε ἀπεικονιζόμενο στοιχεῖο.
Ὁ Χριστός μας γεννιέται μέσα σέ ἕνα σπήλαιο. Τό μαῦρο χρῶμα στό ἐσωτερικό του παραπέμπει στό σκοτάδι τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου, στόν ζόφο στόν ὁποῖο ἦταν βυθισμένα τά ἔθνη πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα. Ἔρχεται στόν νοῦ μας ὁ λόγος τοῦ προφήτη Ἠσαΐα, «ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα» (9,2).
Τό φῶς πού ἔρχεται στόν κόσμο εἶναι ἀσφαλῶς τό θεῖο Βρέφος καί δηλώνεται πιό συγκεκριμένα μέ μία ἀκτίνα πού κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό καί ἀκουμπᾶ στό σπήλαιο. Εἶναι φῶς θεῖο, τό ἄκτιστο φῶς πού καταυγάζει τό μυστήριο. Σέ κάποιες εἰκόνες, στή μέση τῆς διαδρομῆς τῆς ἀκτίνας διακρίνεται ἕνα ἀστέρι, κατά τήν ἁγιογραφική διήγηση σχετικά μέ τόν ἀστέρα πού ἔστεκε πάνω ἀπό τή φάτνη καί μήνυε τό γεγονός.
Τό κεντρικό πρόσωπο, ὁ νεογέννητος Θεάνθρωπος, φεγγοβολεῖ. Ἡ ἁγιογράφηση ἀκολουθεῖ τήν εὐαγγελική διήγηση πιστά καί ἐμφανίζει τό θεῖο Βρέφος σπαργανωμένο. Τά σπάργανα ὑπαινίσσονται ἤδη ἀπό τή γέννηση τοῦ Κυρίου τά σάβανα τῆς ταφῆς του, ἀλλά καί ἡ φάτνη στήν ἀπεικόνισή της θυμίζει περισσότερο τόν τάφο.
Δίπλα στόν Χριστό δεσπόζει ἡ Παναγία Δέσποινα. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη μορφή στήν εἰκόνα, καθώς αὐτή ὑπῆρξε ὁ μεγάλος συνεργάτης τοῦ Θεοῦ στήν ἐνανθρώπηση. Συνεσταλμένη, σεμνή, σιωπηλή. Μπροστά στό ἀπόκρυφο μυστήριο «ῥᾷον σιωπή». Κάποτε τό πρόσωπό της εἶναι στραμμένο ἔξω ἀπό τό σπήλαιο. Μέ αὐτή τή στάση οἱ ἁγιογράφοι ἀποδίδουν τό δέος τῆς Παναγίας ἐνώπιον τοῦ ἀπορρήτου θαύματος τῆς Γέννησης. Εἶναι φανερή ἡ τρυφερότητά της, ἀλλά ταυτόχρονα διατηρεῖ μία ἀπόσταση ὑπαγορευμένη ἀπό τή γνώση τῆς θεότητας. Εἶναι ἡ μόνη πού καταλαβαίνει πλήρως ὅτι μπροστά της βρίσκεται ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός καί διστάζει νά κοιτάξει.
Μέσα στό σπήλαιο κοντά στόν Χριστό βρίσκονται δύο ζῶα, ἕνα βόδι κι ἕνας ὄνος. Καί πάλι πίσω ἀπό αὐτή τήν ἀπεικόνιση θά συναντήσουμε τόν προφήτη Ἠσαΐα καί τά σκληρά ἐλεγκτικά του λόγια γιά τήν ἄλογη ἀνθρωπότητα· «ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν» (1,3). Μᾶς προτρέπει ἡ εἰκόνα δυναμικά νά μή φανοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀλογότεροι τῶν ἄλογων ζώων πού ἀναγνώρισαν τόν Δημιουργό τους καί τόν προσκύνησαν. Τό βόδι ἐκπροσωπεῖ τούς ἐθνικούς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὁ ὄνος τούς Ἰουδαίους. Ἐνυπάρχει, ὡστόσο, στά δύο ζῶα κι ἕνα ἀκόμη σημαινόμενο: Τό ὀνάριο ἐκφράζει τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας πού γίνεται ἄνθρωπος, ἐνῶ ὁ βοῦς ὡς θυτικό ζῶο δηλώνει πώς ὁ Χριστός ἦρθε στή γῆ γιά νά θυσιαστεῖ ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου σωτηρίας.
Προχωρώντας ἔξω ἀπό τό σπήλαιο συναντοῦμε τόν Ἰωσήφ. Πολύ σοφά ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία δηλώνει μέ αὐτή τήν τοποθέτησή του στήν ἄκρη τῆς εἰκόνας ὅτι ἁπλῶς ὑπουργεῖ τό μυστήριο, δέν μετέχει. Δέν ἀνήκει στήν ἁγία οἰκογένεια, ἀλλά διακονεῖ ὡς προστάτης τοῦ θείου Βρέφους καί τῆς μητέρας του. Συνήθως κάθεται προβληματισμένος, προφανῶς γιατί τό μυστήριο τῆς ἐνανθρώπησης δέν εἶναι εὔκολο νά τό συλλάβει ἀνθρώπινος νοῦς.
Ἡ εἰκόνα πλαισιώνεται ἀπό τίς μορφές τῶν ἀγγέλων. Ντυμένοι μέ ἀρχαῖα ἐνδύματα, ἔχουν πλούσια κόμη πού δηλώνει τά πολλαπλά χαρίσματά τους καί μία κορδέλα πού συμβολίζει τό «μάζεμα», τή συνεχῆ συγκέντρωση τοῦ νοῦ στόν Θεό. Κάποιοι ἄγγελοι σκύβουν μέ σεβασμό πρός τό σπήλαιο, ἄλλοι δοξολογοῦν τόν Θεό στραμμένοι πρός τά οὐράνια καί ψάλλουν τό «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λκ 2,14), ἐνῶ ἕνας ἄγγελος μεταφέρει τό χαρμόσυνο ἄγγελμα στούς ποιμένες ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ» (Λκ 2,11).
Οἱ βοσκοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ πρῶτοι ἁπλοϊκοί ἄνθρωποι πού πληροφορήθηκαν «τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονός» (Λκ 2,15) κι ἔσπευσαν νά προσκυνήσουν τόν σωτήρα Χριστό. Συνοδεύονται ἀπό τά πρόβατά τους, πού πιθανόν νά ἀποτέλεσαν καί δῶρο πρός τόν Ἐμμανουήλ, ἐνῶ ἄλλοτε ἀπεικονίζονται μέ φλογέρες· ἑνώνουν κι αὐτοί τό χαρμόσυνο τραγούδι τους μέ τό ἆσμα τῶν ἀγγέλων, συγχορεύουν γῆ καί οὐρανός. Ἀντιπροσωπεύουν τήν καλοκάγαθη μερίδα τῶν ἀνθρώπων πού πίστεψαν καί λάτρεψαν ἀμέσως τόν Χριστό ὡς τόν ἀναμενόμενο Μεσσία.
Στήν εἰκόνα ἁγιογραφοῦνται καί οἱ Μάγοι, παρόλο πού δέν προσκύνησαν τή βραδιά τῆς Γέννησης. Ἄλλοτε πάνω στίς καμῆλες τους κι ἄλλοτε σέ ἄλογα κρατώντας τά δῶρα τους ἐμφανίζονται στό σπήλαιο. Εἶναι οἱ σοφοί τῆς ἐποχῆς τους κι ἀντιπροσωπεύουν τά ἔθνη, τούς ἀναζητητές τῆς Ἀλήθειας ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ παρουσία τους παροτρύνει τούς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος ὅλων τῶν αἰώνων νά ἀναγνωρίσουν τή σοφία στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, νά φωτιστεῖ ὁ δρόμος τους ἀπό τόν ἀστέρα καί νά κατακτήσουν τήν κατεξοχήν γνώση, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἄν κοιτάξουμε τούς μάγους προσεκτικά, διαπιστώνουμε στίς μορφές τους τή διαφορετική τους ἡλικία· μία ἀκόμη λεπτομέρεια τῆς ὀρθόδοξης εἰκόνας πού σηματοδοτεῖ πώς ὁ Χριστός ἦρθε γιά κάθε ἡλικία.
Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση ἀπεικονίζει τή Γέννηση συμβολικά καί ἀντιρρεαλιστικά, χωρίς ρομαντισμούς καί συναισθηματισμούς. Στεκόμαστε μέ δέος, μέ συγκίνηση μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Γέννησης. Καί παρακαλοῦμε καί ἱκετεύουμε τόν Ἐμμανουήλ νά λειτουργήσει μέσα μας, νά δράσει. Κάθε ἀπεικονιζόμενο πρόσωπο ἤ στοιχεῖο νά ἀκουμπήσει τό μήνυμά του στήν καρδιά μας, νά τό μελετήσουμε προσευχητικά, κατανυκτικά, νά μποῦμε κι ἐμεῖς σέ μιά γωνιά τῆς εἰκόνας μαζί μέ τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων καί νά προσκυνήσουμε τό γεγονός πού ἄλλαξε τή ζωή μας…
Ἀγγελική Τσιραμπίδου
Φιλόλογος
"Ἀπολύτρωσις", Δεκ. 2015