Ἀνατροπές στή ζωή μας

anatropesΤά χαρτιά του, τά πτυχία του, ἀ­ποδείξεις γνώσεων καί δεξιοτήτων, ἐξέπληξαν θετικά τούς ὑπευθύνους καί ἡ πρόσληψή του ἦταν ἐξασφαλισμένη. Ὅμως… τελευταία στιγμή κάτι συνέβη καί ὅλα ἀνατράπηκαν. Γιατί;
Ἡ χαρά τους μεγάλη. Σέ ἕνα μή­να μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας οἱ δύο θά γίνονταν ἕνα. Κοίταζαν ὁ ἕνας τόν ἄλλο μέ ἀγάπη καί ἀφοσίωση, ἔκαναν ὄνειρα γιά τό αὔριο. Κι ὅμως, ἡ Ἄννα τελευταῖα δέν ἔνιωθε τόσο καλά... Ὁ ἐ­πίμονος βήχας, ὁ πυρετός πού δέν ἔπεφτε... ὁδηγοῦν σέ ἰατρικές ἐξετάσεις. Διάγνωση: καρκίνος. Γιατί;
Δεκατέσσερα χρόνια ἄργησε νά συλλάβει τό παι­δί της. Ὁ ἐρχομός του ἔσβησε ὅλες τίς προηγούμενες πικρίες. Καί ὁ Λάμπης μεγάλωνε. Ὄμορφο παι­δί, ἔξυπνο καί ἐργατικό. Ὅλοι τό καμάρωναν, ὅλοι χαίρονταν καί μακάριζαν τούς γονεῖς πού εἶχαν τέτοιο παιδί... Ἐ­κεῖνο τό βράδυ βγῆκε μία βόλτα μέ τούς φίλους του. Τήν ἑπομένη θά ἔφευγε στρατιώτης καί ἤθελε νά τούς ἀποχαιρετήσει. Ὅμως ἡ ὥρα περνοῦσε... Μεσάνυχτα, μία, δύο. Στίς τρεῖς παρά τέταρτο χτύπησε τό τηλέφωνο: «Ὁ κύριος Χ.;  Τό παιδί σας βρέθηκε ἔξω ἀπό τόν δρό­μο, τό αὐτοκίνητό του ἀναποδογυρισμέ­νο...». Γιατί;
Κάποιοι μᾶς συμβουλεύουν νά μή ρωτᾶμε γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά. Καί ὅμως εἶναι εὐλογημένα τά γιατί. Τά καθαγίασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἐπάνω στόν σταυρό: «ὁ Θεός μου ὁ Θεός μου, εἰς τί με ἐγκατέλιπες;» (Μρ 15,34). Ἀπάντηση δέν ὑπῆρξε ἄμεσα, ἔμεινε ὅμως ἀναπάντητο τό ἐρώτημα; Ἀναπάντητο φαινομενικά...
  Τό λάθος εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι περιμένουν ἀπαντήσεις στά δικά τους «για­τί» ἀπό τούς ἄλλους. Καμιά ἀπάντησή τους ὅμως δέν τούς ἀνακουφίζει, δέν τούς γαληνεύει. Ἡ πονεμένη ψυχή, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, μοιάζει μέ τό μάτι πού δέν ἀνέχεται οὔτε φτερό. Καί ἡ πιό τρυφερή κίνηση, ἀκόμη καί αὐτῶν πού μᾶς ἀγαποῦν, αὐξάνει τόν πόνο. Καί ἡ πιό διακριτική σύγκριση μέ ἀνάλογες περιπτώσεις δέν ἀντέχεται. Ὁ λόγος πού ἐκφέρεται ὡς λογικό ἐπιχείρημα ἐνοχλεῖ ἀβάσταχτα.
  Τό ἐπιχείρημα «ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη ἐπιτρέπει αὐτή τή δοκιμασία» δημιουργεῖ αὐθόρμητα τό ἐρώτημα: Αὐ­τούς, πού μᾶς παρηγοροῦν καί ἀπαντοῦν στόν πόνο μας μέ συμβουλές, ὁ Θεός γιατί δέν τούς ἀγαπάει καί ἀγαπάει μόνο ἐμᾶς; Κανείς μέ λόγια καί μέ συμβουλές δέν μπορεῖ νά μᾶς παρηγορήσει. Ρίχνει μόνο λά­δι στή φωτιά. Ἡ ἀπάντηση δέν μπορεῖ νά ἀνιχνευθεῖ οὔτε σέ ἀνάλογες περιπτώσεις οὔτε σέ βα­ρύ­γ­δου­πα βιβλία οὔτε σέ συνταγές παρηγοριᾶς.
  Ἀπό τούς ἀνθρώπους κανείς δέν μπορεῖ νά δώσει λύση στό πρόβλημα. Οὔτε σοφός οὔτε ἐπιστήμονας οὔ­τε φιλόσοφος. Τήν ἀπάντηση θά τή δώσει τό Πνεῦ­μα τό ἅγιο στά βάθη τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, διότι οἱ μεγάλες θλίψεις εἶναι πέρα καί πάνω ἀπό τήν ἀνθρώπινη λογική. Ὁ θάνατος, ὁ πόνος, ἡ ἀδικία ἀποτελοῦν μυστήριο πού ἡ ὅποια ἀπάντηση τό διασαλεύει. Ὁ δρόμος πού περνάει μέσα ἀπό τόν θάνατο καί τή ζωή, τόν σκανδαλισμό καί τή δοξολογία, ἀνάμεσα στό θαῦμα καί στήν ἀδικία παρουσιάζει στροφές, κρυμμένες γωνί­ες ὅπου διασφα­λίζεται ἡ ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Ἄν ξεφύγει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν πειρασμό νά λυγίσει, τότε ἀντικρύζει τήν ἀλήθεια μέ τέτοια ὄψη πού δέν τήν εἶχε φανταστεῖ. Ὁ πόνος, ἄν καταφέρει κάποιος νά τόν ἀγ­κα­­λιά­σει, γεννᾶ πρωτόγνωρες εὐαισθησίες καί ξεδιπλώνει πραγματικότητες πού μέ ἄλλο τρόπο δέν μπο­ροῦν νά ἰδωθοῦν. Ἡ πρόκληση δέν εἶναι νά συμβοῦν τά γεγονότα. Αὐτά εἶναι γεγονότα. Ἄρα ἔχουν γίνει, ἄ­ρα ὑπάρχουν. Ἡ πρόκληση εἶναι νά ἀνοίξει ὁ ἄν­θρωπος τά μά­τια του γιά νά τά ἀντικρύσει.
  Σίγουρα τά γεγονότα αὐτά, ὅσο σκληρά καί ἄν εἶ­ναι, ὅσο κι ἄν μᾶς ματώνουν, δέν μποροῦν νά καταργήσουν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ὑπάρχει. Καί εἶναι ἀγάπη καί ζωή. Ἡ τέλεια ἀγάπη καί τό πλήρωμα τῆς ζωῆς. Τό μεγαλύτερο θαῦμα τῆς ὕ­παρξής του εἶναι ἡ συνύπαρξή του μέ τόν πόνο, τήν ἀδικία καί τόν θάνατο. Ἐπιστέγασμα τῆς ἀγάπης του ἡ Σταύρωσή του. Ἄν δέν γινόταν ὅμως ἡ Σταύρωση, Ἀνάσταση δέν θά ὑπῆρχε. Ὁ Χριστός θά ἦ­ταν μόνο ἕνας καλός δάσκαλος, ὄχι ὁ Θεός. Ὁ Θε­ός δίνει τήν εὐκαιρία. Σ’ ἐμᾶς μένει νά τή δοῦμε καί νά τήν ἀξιοποιήσουμε, ἀποδεχόμενοι ταπεινά τό τόσο ἀκατανόητο ἀλλά καί μόνο σωτήριο θέλημά του.

Σουλτάνα Τσιάρα

Φιλόλογος