Τό φανάρι μπροστά μου πάλι κόκκινο, ὅπως κάθε φορά ὅταν ἐκτελῶ τή συγκεκριμένη διαδρομή. Ὁ ἴδιος ἀλλοδαπός μέ τά χαρτομάντηλα καί τό ἀφοπλιστικό χαμόγελο· ἡ αἰτία πού δέν μ’ ἀφήνει νά προσπεράσω ποτέ ἀδιάφορα. Ψάχνοντας γιά ψιλά, βλέπω τόν ὁδηγό πού βρισκόταν μπροστά μου νά τοῦ δίνει δύο κουτιά κονσέρβας. Κάτι σά νά τοῦ ἔδειξε χαμηλά στά πόδια του καί ἔφυγε βιαστικά. Μπράβο, σκέφτηκα, τοῦ ἄφησε φαγητό. Ὁ ἀλλοδαπός ὅμως ἄνοιξε τίς κονσέρβες καί τίς ἄδειασε δίπλα του. Καί τότε κατάλαβα. Δύο σκυλιά ἔτρεξαν κοντά του καί ἄρχισαν νά τρῶνε λαίμαργα τή σκυλοτροφή πού εἶχε ἀποκτήσει γιά λογαριασμό τους!
Δέν προλάβαινα αὐτή τή φορά νά πάρω τά χαρτομάντηλα, γιατί ἦταν ἀπασχολημένος μέ τό... φίλεμα τῶν σκύλων. Ἔφυγα μέ μία πολλαπλή ἀπορία. Κατ’ ἀρχήν, προσπάθησα νά ἑρμηνεύσω τήν κίνηση τοῦ ὁδηγοῦ. Νά εἶχε φέρει ἄραγε τή σκυλοτροφή γιά τά σκυλιά τοῦ συγκεκριμένου φαναριοῦ; Νά ἦταν ἐφοδιασμένος μέ πολλές κονσέρβες γιά νά ταΐζει ὅποιον σκύλο ἔβρισκε μπροστά του, ὅπως ἐγώ φρόντιζα νά εἶχα πάντα ψιλά μαζί μου; Νά τίς στέρησε ἀπό τόν δικό του σκύλο, ἔτσι ἀπό... φιλοζωία;
Γιατί ὅμως νά ἐνδιαφέρθηκε γιά τά ζῶα καί ὄχι γιά τόν ἄνθρωπο πού ἔβλεπε μπροστά του; Μήπως φρόντιζε ἐναλλάξ ἄλλοτε τά δύο σκυλιά καί ἄλλοτε τόν ἄνθρωπο σάν νά ἦταν τρία ζωντανά μέ ἁπλῶς διαφορετικές διατροφικές ἐπιλογές; Τί συναισθήματα νά τόν κυρίευσαν μετά ἀπό μία τόσο εὐγενική, κατ’ αὐτόν, χειρονομία;
«Ὅταν ἀδειάζουν τά χέρια, γεμίζει ἡ καρδιά», ἔλεγε ἡ γιαγιά μου, ὅταν προσπαθοῦσε νά μοῦ ἐμπνεύσει τήν ἀγάπη γιά τόν συνάνθρωπο. Ἄραγε ἡ δική του καρδιά γέμισε μέ ἀγάπη γιά αὐτά τά δύο, πῶς νά τά πῶ, συν-ζῶα;
Ἴσως, θά ἀναρωτηθεῖ κάποιος: Γιατί τόσος λόγος γιά ἕνα τέτοιο μεμονωμένο περιστατικό; Ἀλήθεια, ἔχετε κυκλοφορήσει κάποια ἀπογευμα- τινή ὥρα στό κέντρο τῆς πόλης σας; Ὅταν κάποτε, ὄχι καί πολύ παλιά, ὁ πατέρας ἔβγαζε τό παιδί του γιά βόλτα, τώρα τήν ἴδια ὥρα, βλέπεις τόν ἐνήλικα νά βγάζει βόλτα τόν σκύλο του. Δέν μπορῶ νά τό ἀποδείξω, ὅμως εἶναι ὁλοφάνερο πώς αὐτή ἡ σκυλοκαταιγίδα τῶν ἡμερῶν μας ξεφεύγει κατά πολύ ἐκείνης τῆς λογικῆς, διαχρονικῆς ἀγάπης πρός τά ζῶα, πού κανείς ἀσφαλῶς δέν ψέγει.
Καί τό (δημο)γραφικό πρόβλημα νά διογκώνεται ἀνεπίστρεπτα, χωρίς νά δείχνει κανείς νά ἀνησυχεῖ. Γιατί ἄραγε; Μήπως στά κέντρα τῆς «κατά πλάκας» διαστροφῆς τῆς πραγματικότητας κατεργάζονται κάποιο νέο εὐφυολόγημα-λύση πώς μαζί μέ τίς γέννες τῶν παιδιῶν μποροῦν νά προσμετροῦνται στόν πληθυσμό μιᾶς χώρας καί οἱ γέννες τῶν... σκύλων; Ἀλήθεια, ὕστερα ἀπό τό «κοινωνικό φύλο» γιατί νά μήν ἐπιτρέπεται νά σκεφτοῦμε καί γιά «ζωικό φύλο»; Μέχρι πότε, ἄλλωστε, αὐτός ὁ ρατσιστικός διαχωρισμός ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί τά ζῶα;
Ὁ Θεός ὅμως τίμησε ἰδιαίτερα τόν ἄνθρωπο (μήπως καί ὁ Δημιουργός ρατσιστής;). Δέν τόν ἔπλασε σκυφτό, ὅπως τά ζῶα. Τόν ἔκανε ὄρθιο, νά «θρώσκει ἄνω». Γιά νά ἐννοεῖ τή θεία του καταγωγή καί νά κοιτάζει διαρκῶς τό κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ. Τοῦ ἔδωσε στάση ἡγεμονική καί βασιλική, ὅπως ἁρμόζει στόν κύριο καί βασιλιά τῶν ἐπιγείων. Τόν κατέστησε πρόσωπο, ἀποτυπώνοντας τή θεία σφραγίδα του πάνω στή χωμάτινη φύση τοῦ ἀνθρώπου. Μία σφραγίδα βασιλική, πού σάν χρυσό δακτυλίδι ἀκουμπᾶ πάνω στόν πηλό καί τόν καθιστᾶ εἰ- κόνα τοῦ Θεοῦ χαρίζοντάς του θεϊκά χαρακτηριστικά, ὅπως εἶναι ἡ ἐλευθερία, ὁ λόγος, ἡ ἀθανασία, ἡ δεκτικότητα τῆς ἐνεργείας τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἡ δυνατότητα τῆς δημιουργίας. Καί αὐτή ἡ σφραγίδα δέν εἶναι ἄλλη ἀπό αὐτό τό ἴδιο τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου!
Πῶς νά ἀρνηθῶ, λοιπόν, πῶς νά ἐπιτρέψω νά σβήσει ἀπό πάνω μου τό ἄγγιγμα αὐτοῦ τοῦ βασιλικοῦ δακτυλιδιοῦ καί νά ἀνεχθῶ νά τό ἀνταλλάξω μέ ἕνα δερμάτινο περιλαίμιο πού ἀποφάσισαν νά μοῦ φορέσουν τά ὄργανα τοῦ κοσμοκράτορα «μπόγια»;
Δια-κριτικός
"Ἀπολύτρωσις", Ἰούνιος-Ἰούλιος 2017