Ὀκτώβριος, ὁ μήνας τῆς Θεσσαλονίκης. Τόν μήνα αὐτό γιορτάζει τόν πολιοῦχο της, ἅγιο Δημήτριο, πανηγυρίζει τήν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τούς Τούρκους καί συγχρόνως ἀποτελεῖ τό κέντρο τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου μέ τή στρατιωτική παρέλαση. Τά τελευταῖα χρόνια ὡστόσο γίνεται ἀρκετός λόγος γιά τόν «ἐθνοκεντρισμό» πού χαρακτηρίζει αὐτές τίς ἐκδηλώσεις καί τή συνακόλουθη παραμέληση τοῦ πολυπολιτι- σμικοῦ παρελθόντος τῆς πόλης, τῆς Selanik ὅπως ὀνομαζόταν ἀπό τούς Τούρκους κατά τήν ὀθωμανική περίοδο. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι κάποιοι ἔφτασαν ἀκόμη καί στό σημεῖο νά ὀνομάζουν σέ ἀφίσες τήν πόλη μέ τό τουρκικό της ὄνομα. Ἀρκετοί μάλιστα, δυστυχῶς πιό σοβαροφανεῖς, μιλοῦν μέ «νοσταλγία» γιά τήν ὀθωμανική Selanik καί θεωροῦν ὅτι πρέπει νά ἀναβιώσει ὁ πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της. Θεωροῦν ὅτι δίνεται ὑπερβολική ἔμφαση στή βυζαντινή καί χριστιανική Θεσσαλονίκη, τήν ὁποία ὑποτιμοῦν ὡς πνευματικά μονοδιάστατη καί πολιτισμικά ὑποδεέστερη. Ἔχει ἐνδιαφέρον λοιπόν νά δοῦμε τήν κατάσταση πού ἐπικρατοῦσε κατά τήν ὀθωμανική περίοδο στή Θεσσαλονίκη καί κατά πόσο αὐτές οἱ ἀπόψεις εὐσταθοῦν ἤ ἁπλά ἀποτελοῦν ἰδεολογικά κατασκευάσματα.
Ἡ Θεσσαλονίκη ἔπεσε στά χέρια τῶν Ὀθωμανῶν γιά πρώτη φορά τό 1391 γιά νά ἐπιστρέψει στούς Βυζαντινούς τό 1403. Ἐπειδή ὅμως ἡ Βυζαντινή Αὐτοκρατορία βρισκόταν σέ παρατεταμένη παρακμή, ἀναγκάστηκε νά παραχωρήσει τή διοίκησή της στούς Ἐνετούς τό 1420. Λίγο ἀργότερα, τό 1430, μετά ἀπό πολιορκία οἱ Ὀθωμανοί θά κατακτήσουν ὁριστικά τήν πόλη, πού θά μείνει ὑπόδουλη μέχρι τό 1912, ὁπότε τήν ἀπελευθέρωσε ὁ ἑλληνικός στρατός.
Τήν κατάκτηση τῆς πόλης ἀπό τούς Ὀθωμανούς ἀκολούθησε ἡ λεηλασία της καί ἡ αἰχμαλωσία τοῦ μεγαλύτερου μέρους τοῦ πληθυσμοῦ της. Μάλιστα ὁ Σουλτάνος Μουράτ Β΄ ἔφερε στήν πόλη περίπου χίλιες οἰκογένειες μουσουλμάνων ἀπό τά Γιαννιτσά καί ἐπέτρεψε σέ ἀπελευθερωμένους, μέ λύτρα κυρίως, χριστιανούς νά κατοικήσουν στήν πόλη διατηρώντας τήν περιουσία τους, γιά νά μήν ἐρημώσει ἐντελῶς. Ἀργότερα, κατά τή διάρκεια τοῦ 15ου αἰώνα, θά ἔρθουν καί θά ἐγκατασταθοῦν στήν πόλη Ἑβραῖοι πού διώχτηκαν ἀπό τή βόρεια Εὐρώπη καί τήν Ἰσπανία.
Παρατηρώντας τήν ἐξέλιξη τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλης, διαπιστώνουμε ὅτι σέ καμία περίπτωση ἡ «πολυπολιτισμική» (Τοῦρκοι, Ἑβραῖοι, Ἕλληνες) πόλη τῆς ὀθωμανικῆς περιόδου δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τήν ἀντίστοιχη βυζαντινή μεγαλούπολη πού ξεπερνοῦσε τίς 200.000 κατοίκους, ἐνῶ ἀκόμη καί στήν παρακμή της στίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰώνα ἔφτανε τίς 40.000. Μετά τήν κατάκτησή της ἀπό τούς Ὀθωμανούς καί γιά δύο αἰῶνες του- λάχιστον ὁ πληθυσμός της κυμαινόταν ἀνάμεσα στίς 20.000 καί 30.000 κατοίκους. Μόλις στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα ἔφτασε τίς 60.000 καί τό 1912 τίς 150.000.
Μεγάλο χτύπημα στόν ἑλληνικό πληθυσμό της ἀποτέλεσαν οἱ σφαγές πού ἀκολούθησαν τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821. Ὑπολογίζεται ὅτι περίπου 25.000 Ἕλληνες ἔχασαν τή ζωή τους. Μόλις τή δεκαετία τοῦ 1880 μπόρεσε ἡ ἑλληνική κοινότητα τῆς πόλης νά ἀνακάμψει ἀπό αὐτό τό χτύπημα. Δέν εἶναι παράξενο λοιπόν πού οἱ Ἕλληνες κατά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλης ἦταν ἐλαφρῶς λιγότεροι ἀπό τούς Ἑβραίους καί τούς Τούρκους.
Ἔχει ἐνδιαφέρον ὅμως νά μελετήσουμε καί τήν πολιτιστική δραστηριότητα τῆς Θεσσαλονίκης κατά τήν ὀθωμα- νική περίοδο, γιά τήν ὁποία γίνεται τόσος λόγος. Ἀπό ἀρχιτεκτονικῆς ἀπόψεως ἀρχικά δέν ὑπάρχει τίποτε ἀξιόλογο ἀπό αὐτήν τήν περίοδο. Τά ὀθωμανικά μνημεῖα τῆς Θεσσαλονίκης, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱστορικός Μαζάουερ, δέν μποροῦν νά συγκριθοῦν ὡς πρός τό μέγεθος, τίς οἰκοδομικές τεχνικές, τόν πλοῦτο διακόσμησης μέ τά μεγάλα συγκροτήματα πού κτί- στηκαν στήν Προῦσα, τήν Ἀδριανούπολη καί τήν Κωνσταντινούπολη. Ἐπίσης καί οἱ συναγωγές ἦταν ἁπλές, μετρίων διαστάσεων καί χωρίς ἀρχιτεκτονικό ἐνδιαφέρον. Εἶναι περιττό νά γίνει ἡ σύγκριση μέ τούς περίλαμπρους βυζαντινούς ναούς τῆς πόλης.
Ἐπίσης, ἡ ἐπίδραση καί ἡ ἀκτινοβολία τῆς ὀθωμανικῆς Selanik στίς τέχνες καί τά γράμματα ἀλλά καί στή θεολογία τοῦ Ἰσλάμ καί τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ ἦταν μηδαμινή. Ὡς πρός τό Ἰσλάμ, ὁ πιό γνωστός ἐκπρόσωπος τῆς πόλης ἦταν ἕνας δερβίσης, ὁ Μούσα Μπαμπά, καί τό μόνο ἴσως ἀξιοσημείωτο ἦταν ὅτι ἐκδιδόταν στήν πόλη τό παντουρκιστικό περιοδικό «Τουράν». Ὡς πρός τούς Ἑβραίους, οἱ ὁποῖοι ἔπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο σέ ἄλλες πόλεις τῆς Εὐρώπης μέ τήν πρωτότυπη σκέψη τους, ἡ Θεσσαλονίκη ἀναφέρεται ὡς κέντρο ταλμουδικῆς μόρφω- σης καί «φιλοσοφίας» μέ ἔντονο μυστικισμό καί προφητεῖες. Ἡ πιό γνωστή μορφή πού συνδέεται μέ τήν πόλη εἶναι ὁ καμπαλιστής Σαμπατάι Σαβή (17ος αἰώνας), ὁ ὁποῖος αὐτοαναγορεύθηκε μεσσίας καί προσείλκυσε πολλούς ὀπαδούς ἀνάμεσα στούς Ἑβραίους ὅλης τῆς Εὐρώπης. Ἡ ἀντίδραση τῶν ραββίνων τῆς Κωνσταντινούπολης ὅμως ἔφερε τή σύλληψή του καί στή συνέχεια τήν ἀποστασία του στό Ἰσλάμ. Παρ᾽ ὅλα αὐτά συνέ- χισε νά ἔχει ὀπαδούς, ἀκόμη καί μετά τόν θάνατό του, κυρίως ἀνάμεσα στούς Ντονμέδες (ἐξισλαμισμένους Ἑβραίους). Φαίνεται μάλιστα ὅτι ὀπαδός του ἦταν καί ὁ Κεμάλ Ἀτατούρκ πού μεγάλωσε στή Θεσσαλονίκη.
Ἡ σύγκριση εἶναι περιττή μέ τίς μεγάλες προσωπικότητες πού ἔδρασαν στή βυζαντινή Θεσσαλονίκη καί ἐπέδρασαν καθοριστικά σέ πολλούς τομεῖς στόν εὐρωπαϊκό, καί ὄχι μόνο, πολιτισμό. Εἶναι ἀρκετό ἁπλῶς νά ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά, ἀνάμεσα σέ πολλούς ἄλλους, τούς Θεσσαλονικεῖς Κύριλλο καί Μεθόδιο, μέ τήν τεράστια προσφορά στό σλαβικό πολιτισμό, τόν Εὐστάθιο, ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τόν σημαντικότερο ἴσως σχολιαστή τοῦ Ὁμήρου, τόν Λέοντα τόν μαθηματικό, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, πού ἐπέδρασε σέ μεγάλο βαθμό στή διαμόρφωση τῆς δογματικῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, τούς μεγάλους νομικούς Ματθαῖο Βλάσταρη καί Ἀρμενόπουλο καί τούς μεγάλους φιλολόγους καί ἐκδότες ἀρχαίων κειμένων Θωμᾶ Μάγιστρο καί Δημήτριο Τρικλίνιο.
Μετά τά παραπάνω, ὁ καθένας πλέον μπορεῖ νά καταλάβει ὅτι ἡ μόνη ἐξήγηση γιά τή νοσταλγία τῆς πολυπολιτισμικῆς Selanik καί τοῦ... «πλούσιου» πολιτισμοῦ της εἶναι μεταφυσικῆς καί ἰδεολογικῆς φύσεως καί σίγουρα δέν ἔχει κα- νένα ἱστορικό ἔρεισμα. Ἕνα ἁπλό ξεφύλλισμα τῆς ἱστορίας τῆς πόλης εἶναι ἀρκετό γιά νά γκρεμίσει αὐτό τό ἰδεολογικό κατασκεύασμα τῆς «ἀνεκτικῆς» καί «πολυπολιτισμικῆς» ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας.
Παναγιώτης Μητσόπουλος
Φιλόλογος
περ. Ἀπολύτρωσις, Ὀκτ. 2017