Μέ τήν ἔναρξη τοῦ σχολικοῦ ἔτους βρεθήκαμε μάρτυρες μιᾶς ριζικῆς ἀλλαγῆς στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στήν Πρωτοβάθμια καί Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση. Μέχρι πρίν λίγο, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν δίδασκε τήν ὀρθόδοξη πίστη στούς μαθητές, οἱ ὁποῖοι στή συντριπτική τους πλειοψηφία στήν Ἑλλάδα εἶναι βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Παράλληλα, ὑπῆρχαν καί στοιχεῖα θρησκειολογίας, πού διδάσκονταν ἀπό τήν Στ´ Δημοτικοῦ μέχρι τήν Γ´ Λυκείου σέ ἰδιαίτερα κεφάλαια καί ὄχι ἀναμεμιγμένα μέ τή διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης πίστης.
Γιά πρώτη φορά ἀπό τήν ἵδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀλλοιώνεται καί μετατρέπεται σέ μία περίεργη θρησκειολογία, στήν ὁποία ἀναμειγνύονται ἡ ὀρθόδοξη πίστη μέ διάφορα θρησκεύματα, δημιουργώντας σύγχυση καί ἐνσπείροντας ἀμφιβολίες στούς ἄπειρους καί χωρίς κρίση μαθητές. Ὁ χῶρος μάλιστα πού διατίθεται στά νέα σχολικά ἐγχειρίδια γιά τή διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης πίστης δέν εἶναι πρωτεύων οὔτε κἄν ἐπαρκής. Τά ἄλλα θρησκεύματα παρουσιάζονται μονόπλευρα, ἐνῶ ἀποκρύπτονται ἐπιμελημένα διδασκαλίες τους πού ὠθοῦν στόν φανατισμό, τόν ρατσισμό καί τό μίσος καί ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τή δική μας παράδοση.
Πῶς νά προσλάβουν οἱ μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ καί τοῦ Γυμνασίου ὅλες μαζί τίς θρησκεῖες καί μάλιστα πολτοποιημένες στήν ἴδια ἑνότητα, ὅταν σέ αὐτή τήν ἡλικία ἀγνοοῦν ἀκόμη καί τά βασικότερα σημεῖα τῆς πίστης στήν ὁποία ἀνήκουν; Μέ τά καινούργια βιβλία -πού ἀπατηλά ὀνομάζονται φάκελοι- οὐσιαστικά ἀκυρώνεται τό ἀναμφισβήτητο δικαίωμα τῶν γονέων νά δώσουν στά παιδιά τους θρησκευτική ἀγωγή σύμφωνα μέ τίς δικές τους πεποιθήσεις.
Βεβαίως μέσα ἀπό τήν ταυτόχρονη διδασκαλία τῶν διαφόρων θρησκειῶν προσεγγίζεται καί ἡ ὀπτική τους σέ διάφορα κοινωνικά θέματα. Ἔτσι, ὅμως, ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος οἱ μαθητές νά υἱο- θετοῦν ἄκριτα πεποιθήσεις καί παραδοχές ξένες πρός τή δική τους πίστη. Ἐπιχειρεῖται, δηλαδή, μέ τά νέα προγράμματα σπουδῶν μία διείσδυση στή θρησκευτική τους συνείδηση, μέ σκοπό τήν ἐπιρροή καί τόν προσηλυτισμό τους σέ θρησκεύματα καί ἐπικίνδυνους πνευματικούς χώρους.
Ἐπιπλέον, ἡ δομή τοῦ νέου Προγράμματος Σπουδῶν εἶναι ἄκρως προβληματική καί ἀντιπαιδαγωγική. Δέν ὑπάρχει ἀλληλουχία οὔτε κἄν στοιχειώδης ἱστορική καί λογική σειρά. Πληροφορίες ἀπό διάφορους θρησκευτικούς χώρους καί παραθέματα «χύδην» συνωστίζονται ἀτάκτως, προσκαλώντας τόν διδάσκοντα νά τά συρράψει. Συνεπῶς ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος, ὅπως ἐπιβάλλεται ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, κρίνεται μή λειτουργική, ἀναποτελεσματική καί ἐν πολλοῖς ἐπικίνδυνη. Ἡ πολυθρησκειακή προσέγγιση τῶν νέων Προγραμμάτων Σπουδῶν στά Θρησκευτικά ὄχι μόνο δέν λύνει τίς ἀπορίες τῶν παιδιῶν, ἀλλά μᾶλλον τίς ἐπαυξάνει, ὁδεύοντας χωρίς εἱρμό, ἑνιαῖο κορμό καί διήκουσα ἔννοια.
Ἐξάλλου, πῶς μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ καί τό ἀναγραφόμενο στόν «Ὁδηγό ἐκπαιδευτικοῦ στά Θρησκευτικά Δημοτικοῦ καί Γυμνασίου» ὅτι «Ἡ κριτική προσέγγιση τῆς ΘΕ (Θρησκευτικῆς Ἐκπαίδευσης) ἐπιχειρεῖ... νά τόν βοηθήσει (τόν μαθητή) νά μετακινηθεῖ ἀπό τίς προκατανοήσεις του καί νά διαλεχθεῖ μέ τίς ἀφηγήσεις καί τόν λόγο βασικῶν θρησκευτικῶν ἀλλά καί κοσμικῶν παραδόσεων πού ἀρνοῦνται τή θρησκευτική ἀλήθεια» (σελ. 20). Καί παρακάτω διαβάζουμε: «προσφέρουν εὐκαιρίες νά μελετήσουν καί νά στοχαστοῦν μέ δομημένο τρόπο διαφορετικές θρησκευτικές καί φιλοσοφικές θεωρήσεις καί νά προσεγγίσουν τίς θρησκευτικές ἰδέες μέσα ἀπό διαφορετικές διαδρομές» (σελ. 21).
Τό θλιβερό εἶναι ὅτι τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν ἀπευθύνεται μόνο σέ ὀρθόδοξους μαθητές, στοχεύοντας στήν ἀποδόμηση τῆς πίστης τους, ἐνῶ ρωμαιοκαθολικοί, μουσουλμάνοι καί ἑβραῖοι ἕλληνες μαθητές -ὅπου λειτουργοῦν σχολεῖα ἀμιγῶς δικά τους- ἔχουν τό προνόμιο νά διδάσκονται ὁμολογιακοῦ περιεχομένου μάθημα Θρησκευτικῶν. Ἡ ἀντιμετώπιση αὐτή συνιστᾶ ἄνιση μεταχείριση καί ἀδικία εἰς βάρος τῆς πίστης τῶν ὀρθόδοξων μαθητῶν.
Ὅλα αὐτά συντελοῦνται ἐνῶ ἀκόμη τό Σύνταγμά μας, στό προοίμιο τοῦ ὁποίου γίνεται ἐπίκληση τῆς «Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος», προβλέπει ὅτι: «Ἡ παιδεία... ἔχει σκοπό... τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης» (ἄρθρο 16, §2). Ἐπιπλέον, θεμελιώνει ὅτι «Ἐπικρατοῦσα θρησκεία στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ» (ἄρθρο 3, §1). Ἐπίσης, ὁ νόμος 1566/1985 ὁρίζει ὅτι ἡ Παιδεία ὑποβοηθεῖ τούς μαθητές «νά διακατέχον- ται ἀπό πίστη πρός τήν πατρίδα καί τά γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης». Ἀλλά καί ἡ Εὐρωπαϊκή Σύμβαση δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου ρητά προβλέπει: «Πᾶν Κράτος... θά σέβεται τό δικαίωμα τῶν γονέων ὅπως ἑξασφαλίζωσι τήν μόρφωσιν καί ἐκπαίδευ- σιν... συμφώνως πρός τάς ἰδίας αὐτῶν θρησκευτικάς καί φιλοσοφικάς πεποιθήσεις» (ἄρθρο 2). Νά θυμίσουμε ὅτι τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο τῶν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων μέ ἀπόφασή του στίς 20/7 /2007 καταδίκασε τή Νορβηγία (ὑπόθεση Folgero), ἐπειδή εἰσήγαγε στά δημόσια σχολεῖα ὕλη πολυθρησκευτική γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ὅπως δηλαδή ἔπραξε καί τό ἑλληνικό Ὑπουργεῖο Παιδείας. Ὅλο αὐτό τό νομοθετικό πλαίσιο μέ μία ὑπουργική ἀπόφαση ἔχει ἀνατραπεῖ!
Σέ κάθε περίπτωση, ὁ ἑλληνικός λαός ὀφείλει νά γνωρίζει τήν ἀλήθεια. Οἱ γονεῖς θά πρέπει νά πάρουν τήν ὑπόθεση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν τους στά χέρια τους καί νά ἀντιδράσουν μέ ὅποιο τρόπο μποροῦν. Ἡ παθητική ἀποδοχή τῶν νέων μέτρων ἐν γένει ὑφαίνει τήν καταδίκη μας ὡς Γένους. Ἡ ἴδια συγχυτική ἀτμόσφαιρα ἑτοιμάζεται καί γιά τά βιβλία τῆς Ἱστορίας ἀπό τήν ἑπόμενη σχολική χρονιά. Ἐπιβάλλεται ἀγώνας, μέχρις ὅτου τά βιβλία-φά- κελοι ἀποσυρθοῦν. «Σ’ αὐτά τά δύσκολα χρόνια ὁ καθένας μας πρέπει νά κάνει ὅ,τι γίνεται ἀνθρωπίνως καί ὅ,τι δέν γίνεται ἀνθρωπίνως νά τό ἀφήνει στόν Θεό», διδάσκει ὁ ἅγιος Παΐσιος. Καί συνεχίζει: «Ἔτσι θά ἔχουμε ἥσυχη τή συνείδησή μας ὅτι κάναμε ἐκεῖνο πού μπορούσαμε. Ἄν δέν ἀντιδράσουμε, θά σηκωθοῦν οἱ πρόγονοί μας ἀπό τούς τάφους. Ἐκεῖνοι ὑπέφεραν τόσα γιά τήν πατρίδα καί ἐμεῖς τί κάνουμε γι’ αὐτήν; Ἡ Ἑλλάδα, ἡ Ὀρθοδοξία, μέ τήν παράδοσή της, τούς ἁγίους καί τούς ἥρωές της, νά πολεμῆται ἀπό τούς ἴδιους τούς Ἕλληνες καί ἐμεῖς νά μή μιλᾶμε! Εἶναι φοβερό!» (Λόγοι Β΄, Πνευματική ἀφύπνιση, σσ. 36-37).
Εὐδοξία Αὐγουστίνου