Ἕνας ἀπό τούς πιό ἀπειλητικούς ἐχθρούς τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ὁ κίνδυνος τῆς ἐκκοσμίκευσης ἤ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ κίνδυνος νά προσαρμοστοῦμε στήν νοοτροπία αὐτοῦ τοῦ κόσμου (βλ. Ῥω 12,2).
Στήν γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης ἡ λέξη «κόσμος» ἔχει δύο σημασίες: σημαίνει ἀφ’ ἑνός μέν τήν ἀνθρωπότητα χάριν τῆς ὁποίας θυσιάστηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἰω 3,16), καί ἀφ’ ἑτέρου τούς ἀντίθεους ἀνθρώπους καί τό φρόνημά τους. Ὁ ὅρος «ἐκκοσμίκευση» σχετίζεται φυσικά μέ τήν δεύτερη σημασία. Τό Εὐαγγέλιο διδάσκει ὅτι ὁ Χριστιανός δέν πρέπει νά ἔχει καμιά φρονηματική σχέση μέ τούς ἀσεβεῖς· τό Πνεῦμα τό ἅγιο τόν καλεῖ, ἄν θέλει ἀληθινά νά εἶναι τοῦ Θεοῦ, «νά φύγει ἀπ’ αὐτούς καί νά ξεχωρίσει καί νά μήν ἀγγίζει ἀκάθαρτο πρᾶγμα» (Β΄ Κο 6,17) -«νά φύγει» βεβαίως τροπικά ὄχι τοπικά (βλ. Ἰω 17,15). Καί ἀκόμη τό ἴδιο Πνεῦμα τονίζει ἀλλοῦ στήν ἁγία Γραφή ὅτι οἱ πιστοί δέν πρέπει «νά ἀγαποῦν τόν κόσμο μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου», διότι «ἄν κάποιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, δέν ὑπάρχει μέσα του ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός» (Α΄ Ἰω 2,15), δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό.
Ὅμως τί ἀκριβῶς εἶναι «κόσμος» καί «κοσμικό φρόνημα»; Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ (βλ. Α΄ Ἰω 2,16) λέει ὅτι εἶναι τρία πράγματα:
α) «Ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός». Μέ τόν ὅρο αὐτό δηλώνεται ἡ σαρκολατρία, ὁ πανσεξουαλισμός. Πρόκειται γιά τήν τάση πού ἔχει ὁ κοσμικός ἄνθρωπος νά θεοποιεῖ τό σέξ καί νά βλέπει τά πάντα μέσα ἀπό τό πρῖσμα αὐτοῦ τοῦ ψευτοθεοῦ. Στήν ἐποχή μάλιστα τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος γράφει τά λόγια αὐτά, ἡ σαρκολατρία ἄγγιζε ἀκόμη καί τόν χῶρο τοῦ ἱεροῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Νικολαΐτες, οἱ πρῶτοι αἱρετικοί, ἐναντίον τῶν ὁποίων γράφτηκαν οἱ Καθολικές Ἐπιστολές τοῦ Πέτρου, τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Ἰωάννη, ἡ Ἀποκάλυψη καί τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, δίδασκαν τήν ἀκολασία ὡς μέσο προσέγγισης τοῦ Θεοῦ(!). Ἀλλά καί σήμερα τί ἀφήνει ἄθικτο αὐτή ἡ βρομιά; Ἡ γύμνια καί ἡ ξετσιπωσιά ἔχουν γίνει μόδα καί κυκλοφοροῦν ἀκόμη καί μέσα στούς ναούς, ἐνῶ ὁ τύπος, ἡ τηλεόραση, ὁ κινηματογράφος καί τό διαδίκτυο σερβίρουν προκλητικά κάθε εἴδους ἀνωμαλία ἀκόμη καί στά ἀθῶα παιδικά μάτια.
β) «Ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν». Δηλαδή ἡ φιλαργυρία καί ἡ πλεονεξία. Ὁ κοσμικός ἄνθρωπος μαζί μέ τήν σάρκα λατρεύει ὡς θεό καί τό χρῆμα καί γενικά τίς ὑλικές ἀπολαύσεις. Γιά τό χρῆμα μπορεῖ νά προσβάλει, νά ποδοπατήσει, νά προδώσει ἤ καί νά ἐγκληματήσει ἀκόμη. Ὅλα τά μετρᾶ καί τά ζυγίζει μέ μέτρο καί ζυγαριά τό πορτοφόλι του. Ὁ ἄλλος, ἀκόμη καί ὁ ἀδελφός του, δέν εἶναι στά μάτια του ὁ συνάνθρωπός του, ὁ συνοδίτης του, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εὐκαιρία γιά ἐκμετάλλευση ἤ ὁ ἀντίπαλος τῆς τσέπης του. Ἀλλά καί γενικώτερα, τί ἔχει καταδικάσει σέ πεῖνα καί ἔσχατη φτώχεια τήν πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων πού ἐμεῖς οἱ καλοταϊσμένοι ὀνομάζουμε «τρίτο κόσμο»; Δέν εἶναι ἡ πλεονεξία μας; Γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν εἰρηνεύουν; Δέν ὀφείλεται αὐτό στήν διχόνοια πού γεννᾶ τό ἀνελέητο κυνήγι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν; Ὅπως γράφει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, «Ἀπό ποῦ προέρχονται οἱ πόλεμοι καί ἀπό ποῦ οἱ μεταξύ σας διαμάχες; Δέν προέρχονται ἀπό τίς ἡδονές σας;… Ἐπιθυμεῖτε κάτι καί δέν τό ἔχετε. Γιά νά τό ἀποκτήσετε φονεύετε καί φθονεῖτε» (Ἰα 4,1-2).
γ) «Ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου». Ἔτσι ὀνομάζεται τό πάθος τῆς φιλοδοξίας, ἡ ἐμπαθής ἐπιθυμία μου νά διακρίνομαι. Καί λέω «ἐμπαθής», διότι κατ’ ἀρχήν δέν εἶναι κακό νά ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν διάκριση, τό νά ξεχωρίζει ἀπό τούς ἄλλους. Αὐτό καί στήν φύση του εἶναι καί ἀποτελεῖ μοχλό γιά τήν ὑγιῆ ἐξέλιξή του. Κακό γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος στήν προσπάθειά του νά κερδίσει τόν ἔπαινο καί τήν τιμή ψεύδεται, ὑποκρίνεται ἤ ἐκμεταλλεύεται τούς συνανθρώπους του. Πόσοι ἄνθρωποι πού θαυμάστηκαν γιά τίς ἐπιδόσεις τους καί τό ἔργο τους, ἀποδείχθηκαν στό τέλος κίβδηλοι καί ἀνέντιμοι! Καί πόσοι ἄνθρωποι πού ἄξιζαν πραγματικά καί δούλεψαν στήν ζωή τους, θάφτηκαν κάτω ἀπό τό πέλμα τῶν ἐκμεταλλευτῶν τους! Καί τό πιό φοβερό εἶναι ὅτι τό πάθος αὐτό «ἅπτεται καὶ τῶν τελείων», ἀγγίζει κι αὐτούς πού κατά τ’ ἄλλα εἶναι ἐνάρετοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου «τέλειου» εἶναι ὁ φαρισαῖος τῆς παραβολῆς (βλ. Λκ 18,9-14), ὁ ὁποῖος, ἐνῶ ἦταν ἄμεμπτος ὡς πρός τήν τήρηση τοῦ Νόμου, ἐπιδίωκε τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων ἐμπαίζοντας τόν ἴδιο τόν Θεό!
Νά λοιπόν τί εἶναι «κόσμος» καί «κοσμικό φρόνημα».
Τό κρίσιμο ἐρώτημα εἶναι ἄν ἐμεῖς, «οἱ σάρκα φοροῦντες», μποροῦμε νά ἀντιμετωπίσουμε αὐτούς τούς πειρασμούς, καί μάλιστα σέ ἐποχές πού ὑποδαυλίζονται συνεχῶς καί προβάλλονται ὡς κανόνες ζωῆς.
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι μόνοι μας ἀδυνατοῦμε νά ἀντισταθοῦμε. Ὁ ἀγώνας εἶναι ἄνισος. Ὅμως ὁ πιστός, αὐτός πού ἔμαθε νά ἐμπιστεύεται τήν ζωή του στόν Θεό, δέν εἶναι μόνος. Εἶναι μαζί του ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, αὐτός πού νίκησε τόν κόσμο (βλ. Ἰω 16,33). Μ’ αὐτή τήν προϋπόθεση καί ἡ δική μας νίκη ἐνάντια στόν κόσμο εἶναι βέβαιη. Ἄς μήν ἔχουμε καμία ἀμφιβολία. Ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε καί νά στρατευθοῦμε ὁλόψυχα σ’ αὐτόν τόν ἱερό πόλεμο.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβριος 2017