Κυρ. ΣΤ΄ Ματθαίου Μθ 9,1-8

῾Η θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ
 

 Τήν ΣΤ´ Κυριακή τοῦ Ματθαίου διαβάζεται ἡ εὐαγγελική περικοπή, ἡ ὁποία ἐξιστορεῖ τή θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ (Μθ 9,1-8). ῾Ο Χριστός θεράπευσε πολλούς παραλυτικούς, ὅπως ἀναφέρεται καί στά τέσσερα Εὐαγγέλια. ῾Η θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ τοποθετεῖται καί ἀπό τούς τρεῖς πρώτους εὐαγγελιστές (βλ. Μρ 2,3-12· Λκ 5,17-26) μετά ἀπό τήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος καί λίγο πρίν ἀπό τήν κλήση τοῦ Ματθαίου. ᾿Ιδιαίτερα στό κατά Ματθαῖον σημειώνεται μέ μεγαλύτερη ἀκρίβεια ὅ,τι συνέβη στήν Καπερναούμ μετά τήν ἐπιστροφή τοῦ ᾿Ιησοῦ ἀπό τή χώρα τῶν Γεργεσηνῶν. ῾Η διήγηση τοῦ Ματθαίου εἶναι πιό σύντομη καί λιτή ἀπό αὐτή τῶν ἄλλων εὐαγγελιστῶν.

῾Ο ᾿Ιησοῦς συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ (9,1-2)

9,1. Καί ἐμβάς εἰς πλοῖον διεπέρασε καί ἦλθεν εἰς τήν ἰδίαν πόλιν.
Τόν στίχο αὐτό τόν συναντοῦμε καί προηγουμένως, ὡς κατακλείδα τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς πού διαβάζεται τήν Ε´ Κυριακή τοῦ Ματθαίου.
῾Ο Κύριος ὑπακούοντας στήν παράκληση τῶν Γεργεσηνῶν μπῆκε στό πλοῖο, διέπλευσε τή λίμνη καί ἦρθε εἰς τήν ἰδίαν πόλιν, τήν Καπερναούμ, ἡ ὁποία ἦταν τό κέντρο καί τό ὁρμητήριο τῆς δράσεώς του στήν περιοχή τῆς Γαλιλαίας.
«Δική του πόλη ἐδῶ ὀνομάζει τήν Καπερναούμ, διότι στή Βηθλεέμ γεννήθηκε, στή Ναζαρέτ μεγάλωσε καί στήν Καπερναούμ διέμενε συνεχῶς», βεβαιώνει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.

9,2. Καί ἰδού προσέφερον αὐτῷ παραλυτικόν ἐπί κλίνης βεβλημένον· καί ἰδών ὁ ᾿Ιησοῦς τήν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου.
pralytoskapernaoum῞Οπως μᾶς πληροφοροῦν οἱ ἄλλοι δύο εὐαγγελιστές ὁ ᾿Ιησοῦς κήρυττε σ᾿ ἕνα σπίτι ὅπου εἶχε συγκεντρωθεῖ τόσο μεγάλο πλῆθος κόσμου, ὥστε νά δημιουργηθεῖ ἀδιαχώρητο.
Καί ἰδού προσέφερον αὐτῷ παραλυτικόν: ῾Ο εὐαγγελιστής Ματθαῖος συνηθίζει στό εὐαγγέλιό του νά εἰσάγει τά γεγονότα μέ τήν ἔκφραση καί ἰδού, μέ σκοπό νά διεγείρει τήν προσοχή τῶν ἀναγνωστῶν του γιά αὐτά πού πρόκειται νά ἐξιστορήσει.
Αὐτοί πού προσέφερον, ὁδήγησαν τόν παραλυτικόν μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ, εἶναι οἱ ἀναφερόμενοι ἀπό τούς ἄλλους εὐαγγελιστές τέσσερις συνοδοί πού σήκωσαν τόν παραλυτικόν, τόν μετέφεραν στή στέγη καί ἀπό ἐκεῖ τόν κατέβασαν μέσα στό σπίτι, στό σημεῖο πού στεκόταν ὁ ᾿Ιησοῦς. Εἶναι φανερό ὅτι μέ τήν ἐνέργειά τους αὐτή ζητοῦν ἀπό τόν Κύριο νά τόν θεραπεύσει.
Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Μᾶρκος χρησιμοποιοῦν πάντοτε τή λέξη παραλυτικός (βλ. Μθ 4,24· 8,6· Μρ 2,3. 4. 9), ἐνῶ ὁ Λουκᾶς ὡς γιατρός, καί στό Εὐαγγέλιο καί στίς Πράξεις, προτιμᾶ τή λέξη «παραλελυμένος» (5,18. 24· Πρξ 8,7· 9,33), διότι ἔτσι συναντᾶται στήν ἰατρική ὁρολογία τῆς ἐποχῆς. Τό ὅτι μεταφέρουν τόν ἀσθενῆ ἐπί κλίνης βεβλημένον, πάνω σέ κρεβάτι, εἶναι ἐνδεικτικό τῆς σοβαρῆς καί ἀθεράπευτης παράλυσής του.
῾Ο ᾿Ιησοῦς ἰδών, εἶδε εἴτε ὡς καρδιογνώστης εἴτε ἀπό τίς ἐνέργειες τίς ὁποῖες ἔκαναν οἱ συνοδοί γιά νά φθάσουν ὥς τόν διδάσκαλο, τήν πίστιν αὐτῶν καί τήν βραβεύει. Διακρίνει ὅμως καί τήν πίστη τοῦ ἴδιου τοῦ παραλυτικοῦ, τόν ὁποῖον ὀνομάζει τέκνον. «᾿Εάν ὁ παράλυτος δέν πίστευε, ὁ ᾿Ιησοῦς δέν θά τόν ὀνόμαζε τέκνον. ῾Η πίστη στόν Χριστό δίνει τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας καί κάνει τόν ἄνθρωπο τέκνο τοῦ Θεοῦ (βλ.᾿Ιω 1,12)», ἐπισημαίνει ὁ Θεοτόκης.
῏Ηταν ἐξίσου τολμηρό καί γιά τούς συνοδούς νά ἐπιχειρήσουν ὅ,τι ἐπιχείρησαν, καί γιά τόν παραλυτικό νά ὑποστεῖ αὐτή τήν ταλαιπωρία. Σίγουρα ἡ ἀπόπειρα νά φτάσουν μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ, δέν ἦταν οὔτε ἄνετη οὔτε ἀνώδυνη οὔτε ἀκίνδυνη. ῾Η πίστη τους ὅμως τούς ἔσπρωξε νά πραγματοποιήσουν αὐτό πού σκέφτηκαν, παραμερίζοντας κάθε ἐμπόδιο πού ὀρθωνόταν μπροστά τους.
Θάρσει (πρβλ. Μθ 9,22· 14,27· Μρ 10,49· Πρξ 23,11): ῾Ο ᾿Ιησοῦς πού στέκει δίπλα του ὄχι μόνο τοῦ δίνει θάρρος καί δέν τόν ἀφήνει νά ἀπελπιστεῖ, ἀλλά τόν ἐλευθερώνει καί τόν λυτρώνει ἀπό ὅ,τι τόν βασανίζει καί τόν ταλαιπωρεῖ. Τό θάρσει πού ἀπευθύνει ὁ ᾿Ιησοῦς πρός τόν παράλυτο, ἀποτελεῖ ἕνα ἐνθαρρυντικό καί παρήγορο μήνυμα πρός τόν κάθε ἄνθρωπο πού δοκιμάζεται στή ζωή του ἀπό τά πολύπλευρα καί πολυποίκιλα κακά πού ὑπάρχουν μέσα στόν κόσμο. Κανείς ἐπίσης δέν πρέπει νά ἀποθαρρύνεται ὅταν ἔχει δίπλα του ἀδελφούς πού πιστεύουν στόν Χριστό καί ἐκφράζουν τήν πίστη τους μέ ἔργα ἀγάπης καί θυσίας.
῾Ο ᾿Ιησοῦς μέ τή φράση ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου δέν καθορίζει τό αἴτιο τῆς ἀσθενείας οὔτε ἀναφέρεται στίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου ὡς αἰτία τῆς ἀσθενείας του. ῾Απλῶς συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες πού ἔχει ὁπωσδήποτε ὁ ἄνθρωπος.
᾿Αποτελεῖ ἀναντίρρητη ἀλήθεια ἡ διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ βαθύτερη αἰτία τῆς ἀρρώστιας. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τόσο στήν περικοπή μας ὅσο καί ὅταν θεράπευσε τόν παραλυτικό τῆς Βηθεσδά (᾿Ιω 5,14) συνέδεσε τήν ἀσθένεια μέ τήν ἁμαρτία. Τό φυσικό κακό εἶναι συνέπεια τοῦ πρώτου ἠθικοῦ κακοῦ στόν ἄνθρωπο, δηλαδή τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας (βλ. Γέ 3,17ἑ). Γιά τή διόρθωση καί τήν τελείωση τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεός μεταχειρίζεται ὡς ὄργανο τῆς παιδαγωγικῆς του σοφίας τήν ἀσθένεια, σέ ὅποια περίπτωση τήν θεωρεῖ ἀναγκαία καί χρήσιμη. ῾Ωστόσο ὁ ᾿Ιησοῦς μᾶς δίδαξε ὅτι ἡ ἀρρώστια δέν προέρχεται πάντα ἀπό προσωπικές ἁμαρτίες, ὅπως ὑποστήριζαν πολλοί ραββίνοι. Γιά τόν ἐκ γενετῆς τυφλό ὁ Κύριος εἶπε· «οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (᾿Ιω 9,3).
῾Ο πρῶτος ἄνθρωπος βγῆκε ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ ὑγιής καί τέλειος σωματικά. ᾿Αλλά ἀπό τότε πού καταπάτησε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἡ ἁμαρτία τάραξε τήν ὕπαρξή του καί διαπότισε κάθε κύτταρο τοῦ σώματός του μέ τό μικρόβιο τῆς φθορᾶς. ῾Η ἁμαρτία, ἐνῶ ξεκινᾶ ἀπό τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἐπηρεάζει καί τό σῶμα, διότι ὑπάρχει στενή σχέση καί ἀλληλεπίδραση μεταξύ ψυχῆς καί σώματος. Αὐτό τό διαπιστώνουμε καί μόνοι μας στόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. ῾Ο θυμός, ἡ ὀργή, ὁ φθόνος εἶναι καθαρά πνευματικές ἁμαρτίες, ὅμως ἐπηρεάζουν πολύ καί τήν ὑλική ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου. ῎Αν σκεφθοῦμε καί τίς τόσες ἄλλες ἁμαρτίες πού φθείρουν ἄμεσα τό σῶμα, π.χ. τόν ἀλκοολισμό, τό κάπνισμα, τά παρά φύσιν πάθη, τά ναρκωτικά, θά καταλήξουμε στό συμπέρασμα στό ὁποῖο ἔφθασε ὁ ἅγιος Χρυσόστομος· «Τά πλείονα τῶν ἀρρωστημάτων ἐξ ἁμαρτημάτων εἰσί τῶν ἡμετέρων». Στόν μικρό καί στόν μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα πρός τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο ψάλλουμε· «᾿Από τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τό σῶμα, ἀσθενεῖ μου καί ἡ ψυχή...». Γι᾿ αὐτό ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς προειδοποιεῖ· «Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρω 6,23) καί «εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ (τό σῶμά του) φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» (Α´ Κο 3,17).
῾Η ὑγεία μας εἶναι τό πολυτιμότερο ἐπίγειο ἀγαθό καί πρέπει νά φροντίζουμε ὥστε νά μήν τή φθείρουμε. ᾿Αλλά πάνω κι ἀπό τήν ὑγεία τοῦ σώματός μας εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ἡ θεραπεία της ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας. Αὐτή ἡ θεραπεία ἐπιτελεῖται μέ τήν καθημερινή μας μετάνοια καί τή χάρη τῶν μυστηρίων τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο Θεός, τόν ὁποῖο προσβάλλουμε καί πληγώνουμε μέ τίς ἁμαρτίες μας, δέχεται νά μᾶς συγχωρήσει, νά μᾶς ξεπλύνει καί νά μᾶς θεραπεύσει ἀπό τή φοβερή ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας, ἄν ἐμεῖς μέ τή μετάνοια τοῦ τό ζητήσουμε.
῾Ο Χριστός ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες μας μέ τή δύναμη τῆς σταυρικῆς θυσίας του. ῞Οσους ἁμαρτωλούς συγχωροῦσε προτοῦ σταυρωθεῖ, ὅπως τόν παραλυτικό, τούς συγχωροῦσε προκαταβολικά, μέ τή δύναμη τῆς θυσίας του πού ἔγινε κατόπιν.

῾Ο ᾿Ιησοῦς διαβάζει τίς σκέψεις τῶν γραμματέων (9,3-5)

9,3. Καί ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ.
Καί ἰδού τινες τῶν γραμματέων: ῾Ο εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει ὅτι κοντά στόν ᾿Ιησοῦ κάθονταν Φαρισαῖοι καί δάσκαλοι τοῦ νόμου· «Καί ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καί αὐτός ἦν διδάσκων, καί ἦσαν καθήμενοι Φαρισαῖοι καί νομοδιδάσκαλοι οἵ ἦσαν ἐληλυθότες ἐκ πάσης κώμης τῆς Γαλιλαίας καί ᾿Ιουδαίας καί ᾿Ιερουσαλήμ» (5,17). Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Μᾶρκος δέν τό γράφουν αὐτό ἀπό τήν ἀρχή, ἀλλά στή συνέχεια κάνουν λόγο γιά τήν παρουσία τῶν γραμματέων.
Γραμματεῖς, νομικοί ἤ νομοδιδάσκαλοι στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ λέγονταν αὐτοί πού μελετοῦσαν καί ἑρμήνευαν τόν μωσαϊκό νόμο καί τόν δίδασκαν καί στούς ἄλλους, δηλαδή οἱ σημερινοί θεολόγοι. ῾Ο μωσαϊκός νόμος εἶχε θέση καί θρησκευτικῆς καί πολιτικῆς νομοθεσίας, διότι ὁ ἰσραηλιτικός λαός εἶχε θεοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης. ῎Ετσι ὁ νομικός ἦταν ἕνα εἶδος θεολόγου καί νομικοῦ συγχρόνως. Οἱ γραμματεῖς ἀνῆκαν κυρίως στήν τάξη τῶν φαρισαίων. Οἱ μορφωμένοι, δηλαδή, φαρισαῖοι ὀνομάζονταν νομικοί ἤ γραμματεῖς.
Μετά ἀπό τήν πρώτη δράση τοῦ ᾿Ιησοῦ στή Γαλιλαία, καθώς ἡ φήμη του ἐξαπλωνόταν συνεχῶς, ἀναστατώθηκαν οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι ὅλης τῆς περιοχῆς, καί, ὅπως συμπληρώνει ὁ Λουκᾶς, ἦρθε ἀκόμη καί ἀντιπροσωπεία ἀπό τά ᾿Ιεροσόλυμα. Σκοπός τους ἦταν νά ἀκούσουν τί λέει αὐτός ὁ νέος διδάσκαλος, πού δέν πέρασε ἀπό τίς σχολές τους, γιά νά τόν παγιδεύσουν, νά χαλκεύσουν κατηγορίες εἰς βάρος του. ῏Ηρθαν νά κρίνουν, νά δοκιμάσουν τόν νέο ἱεροκήρυκα τῆς Γαλιλαίας
῾Ο ᾿Ιησοῦς, ἐνῶ ξέρει ὅτι μέσα στά πλήθη πού τόν ἀγαποῦν εἶχαν στήσει τήν ἐνέδρα τους καί οἱ ἄνθρωποι πού τόν μισοῦν, ὅμως δέν ταράζεται ἀλλά τούς προκαλεῖ ἀκόμη περισσότερο μέ τό λόγο καί τά σημεῖα του. Συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες τοῦ παραλύτου.
῾Η ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἀποκλειστικά στήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ὁ ἀρχιερέας δέν τολμοῦσε νά συγχωρήσει ἁμαρτίες, γι᾿ αὐτό εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. Τό ρῆμα βλασφημῶ σημαίνει βλάπτω τή φήμη κάποιου, τόν λοιδορῶ, τόν ὑβρίζω. Οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι μένουν κατάπληκτοι καί ἀναρωτιοῦνται· Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βλάσφημος πού τολμάει νά συγχωρήσει ἁμαρτίες; Εἶχαν ἔλθει μέ σκοπό νά θηρεύσουν ἄστοχες ἐκφράσεις τοῦ νέου δασκάλου, γιά νά τόν ταπεινώσουν μπροστά στό πλῆθος τῶν ἀκροατῶν του, καί ξαφνικά ἀκοῦν μία φοβερή -κατά τή γνώμη τους- βλασφημία, πού τούς διευκολύνει στά μοχθηρά τους σχέδια. Δέν τολμοῦν ὡστόσο νά κάνουν παρατήρηση στόν ᾿Ιησοῦ ἤ νά τόν ἀναθεματίσουν, ἀλλά διαλογίζονται, κάνουν διάφορους λογισμούς ἐναντίον του. ᾿Εκλαμβάνουν τά λόγια τοῦ ᾿Ιησοῦ ὡς βλασφημία, διότι αὐτοί δέν δέχονται τή μεσσιανική ἰδιότητα καί ἐξουσία του καί νομίζουν ὅτι οἰκειοποιεῖται κατά βλάσφημο τρόπο ἰδιώματα καί ἐξουσίες τοῦ Θεοῦ.
Τό ὅτι μόνος ὁ Θεός ἔχει τήν ἐξουσία νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες εἶναι μιά ἀπό τίς βασικές διδασκαλίες τῆς ἁγίας Γραφῆς (βλ. ᾿Ησ 43,25 κ.ἀ.). Πρός ὁποιαδήποτε κατεύθυνση καί ἄν ἐκδηλώνεται ἡ ἀνθρώπινη κακία, προσβάλλει ἄμεσα ἤ ἔμμεσα τόν Θεό. ῾Ο Δαβίδ π.χ. μετά τόν φόνο καί τή μοιχεία πού διέπραξε ὁμολογεῖ στήν ἐξομολόγησή του· «Σοί (τῷ Θεῷ) μόνῳ ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν σου ἐποίησα» (Ψα 50,6). Γι᾿ αὐτό, μόνο ὁ Θεός ἔχει τό δικαίωμα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν. ᾿Εάν ὁ Χριστός ἦταν μόνο ἄνθρωπος ἤ ἔστω κάποιος μεγάλος προφήτης, ὁ σφετερισμός αὐτοῦ τοῦ θείου δικαιώματος θά ἀποτελοῦσε πραγματικά μεγάλη βλασφημία.
Κάποιοι ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης ἔδωσαν συγχώρηση ἁμαρτιῶν, ὅπως ὁ Νάθαν στόν Δαυΐδ (βλ. Β´ Βα 12,13), τήν ἔδωσαν ὅμως ὄχι ἀπό μόνοι τους ἀλλά ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ.
Δύο εἴδη ἁμαρτωλῶν παρουσιάζονται στήν περικοπή μας. ῾Ο παραλυτικός καί οἱ γραμματεῖς. ῾Ο δυστυχής, ὅπως φαίνεται, ἁμαρτωλός καί οἱ εὐσεβεῖς, ὅπως ἐπίσης παρουσιάζονται, γραμματεῖς. ῞Οποιος χωρίς νά τό θέλει εἶναι ἁμαρτωλός, πέφτοντας στήν ἁμαρτία ἀπό ἀδυναμία καί συναρπαγή, αὐτός πάσχει, θλίβεται, πονεῖ, βασανίζεται, μετανοεῖ καί προσφεύγει στόν Χριστό γιά νά σωθεῖ. ῾Υπάρχουν ὅμως καί οἱ ἁμαρτωλοί πού ἐπιμένουν στήν ἁμαρτία, παραμένοντας ἀμετανόητοι καί ἀσυγκίνητοι. ᾿Ενῶ εἶναι ἔνοχοι, παρουσιάζονται ὡς δίκαιοι. ᾿Αντί μάλιστα νά ντρέπονται, νά φοβοῦνται καί νά κρύβονται, εἶναι θρασεῖς καί ἀναίσθητοι· φθάνουν μάλιστα στό σημεῖο νά ἐλέγχουν τούς δικαίους, νά βρίζουν καί νά κατηγοροῦν ἀκόμη καί αὐτόν τόν Θεό. Τέτοιοι εἶναι οἱ γραμματεῖς πού λέγουν στόν ᾿Ιησοῦ ὅτι βλασφημεῖ.

9,4. Καί ἰδών ὁ ᾿Ιησοῦς τάς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρά ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;
Τήν ἴδια στιγμή ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε στά βάθη τῶν καρδιῶν τους, τάς ἐνθυμήσεις αὐτῶν. ᾿Ενθύμησις εἶναι ὁ διαλογισμός· αὐτή τή λέξη χρησιμοποιεῖ ἄλλωστε ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς στό παράλληλο χωρίο (βλ. 5,22). ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός γνωρίζοντας τούς κακούς διαλογισμούς τῶν γραμματέων, τούς ξεσκεπάζει μέ τήν ἐπίπληξη ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρά ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Στή βιβλική ἀνθρωπολογία ἡ καρδία εἶναι ἡ ἕδρα τῆς νόησης, τῆς σκέψης, ἀλλά συχνά δηλώνει καί ὅλο τόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο, τήν ἐσωτερική κίνησή του, τή διανοητική, τή συναισθηματική καί τή βουλητική δραστηριότητά του. ῾Ο ᾿Ιησοῦς μέ τό ἐρώτημα ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρά ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; ἀποκαλύπτει τούς διαλογισμούς τῶν γραμματέων καί ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι καρδιογνώστης. ᾿Αφοῦ καρδιογνώστης εἶναι μόνο ὁ Θεός, οἱ γραμματεῖς ἔπρεπε νά καταλάβουν ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ Θεός.
Οἱ πονηροί λογισμοί γιά τούς ὁποίους ἐλέγχει ἐδῶ ὁ ᾿Ιησοῦς τούς γραμματεῖς δέν εἶναι φευγαλέες σκέψεις ἀμφιβολίας καί ἀπιστίας πού μπορεῖ νά ἐνοχλήσουν κάθε ἄνθρωπο. Οἱ γραμματεῖς ἀποδέχτηκαν αὐτές τίς σκέψεις, τίς ἔκαναν πεποίθησή τους καί βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μέ τόν ᾿Ιησοῦ. Εἶναι γεγονός ὅτι πολύ δύσκολα μπορεῖ κανείς νά ἀποφύγει τούς κακούς καί πονηρούς λογισμούς, διότι εὔκολα προσβάλλουν τή σκέψη τοῦ ἀνθρώπου. Σύμφωνα μέ τήν πατερική διδασκαλία ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στούς κακούς λογισμούς πού ἁπλῶς περνοῦν ἀπό τή σκέψη καί παραμένουν ἀνενέργητοι, καί στούς λογισμούς τούς ὁποίους ἀποδέχεται ὁ ἄνθρωπος καί τούς θέτει σέ ἐνέργεια προσβάλλοντας ἔτσι τόν Θεό καί βλάπτοντας τούς συνανθρώπους του. Οἱ κακοί λογισμοί ἀποκρούονται μέ τή συνεχῆ ἐπαγρύπνηση, τόν ἐπίμονο καί σταθερό ἀγώνα τοῦ πιστοῦ καί μέ τήν ἀποφυγή τῶν ἀφορμῶν πού τούς προκαλοῦν.

9,5. Τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἤ εἰπεῖν, ἔγειρε καί περιπάτει;
Τό ἐρώτημα αὐτό καί ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ πού ἀκολουθεῖ ἀποκαλύπτουν ἀκόμη καθαρώτερα τή θεότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
Γιά τούς γραμματεῖς εἶναι πολύ εὔκολο νά πεῖ ἕνας· ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, διότι ἡ ἄφεση εἶναι ἕνα γεγονός πού δέν μπορεῖ κανείς νά τό ἐλέγξει καί νά τό διαπιστώσει. Δέν μπορεῖ ὅμως νά πεῖ ἔγειρε καί περιπάτει χωρίς νά φανεῖ τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐντολῆς. Γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος τούς βάζει τό δίλημμα· Τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἤ εἰπεῖν, ἔγειρε καί καί περιπάτει;
Τό νόημα εἶναι τό ἑξῆς· «᾿Εγώ, λέει ὁ ᾿Ιησοῦς, θεωρῶ ὅτι ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι πρᾶγμα δυσκολώτερο ἀπό τή θεραπεία, διότι τό δεύτερο μπορεῖ νά τό κάνει κι ἕνας προφήτης μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Σεῖς, βέβαια, δέν πιστεύετε ὅτι ἔχω πράγματι τήν ἐξουσία νά συγχωρῶ, ἀλλά ὅτι βλασφημῶ καί σάν βλάσφημος δέν μπορῶ νά κάνω τή θεραπεία πού μοῦ ζητοῦν. Δεῖτε, λοιπόν, καί τή θεραπεία, γιά νά μήν ἔχετε καμιά δικαιολογία γιά τήν ἀπιστία σας».
Βέβαια στήν πραγματικότητα καί τά δύο αὐτά ἔργα εἶναι δύσκολα. Εἶναι σάν νά λέει ἕνας· Τί εἶναι εὐκολώτερο: νά κρατῶ τόν ῎Ολυμπο στό χέρι μου καί νά τόν παίζω σάν μπάλα ἤ νά κρατῶ τήν ὑδρόγειο σφαῖρα; Καί τό ἕνα καί τό ἄλλο εἶναι ἀδύνατα καί ἔτσι δέν ὑπάρχει μεταξύ τῶν ἀδυνάτων σύγκριση. «῏Ησαν δέ ἄμφω τά περί ὧν ἠρώτησε Θεῷ μέν δυνατά, ἀνθρώπῳ δέ ἀδύνατα», βεβαιώνει ὁ Ζιγαβηνός.

῾Ο ᾿Ιησοῦς θεραπεύει τόν παράλυτο (9,6-7)

9,6-7. ῞Ινα δέ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας -τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθείς ἆρόν σου τήν κλίνην καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκόν σου. Καί ἐγερθείς ἀπῆλθεν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ.
῾Ο υἱός τοῦ ἀνθρώπου, μέ τό ἄρθρο, ἀποτελεῖ χριστολογικό τίτλο, δηλαδή ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Τό ὄνομα αὐτό ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, καί μόνο αὐτός, τό χρησιμοποιεῖ γιά τόν ἑαυτό του δεκάδες φορές, ὅπως βλέπουμε καί στά τέσσερα Εὐαγγέλια (Μθ 8,20· Μρ 8,38· Λκ 7,34 κ.ἀ.). Πρίν ἀπό τόν Χριστό ὁ προφήτης Δανιήλ (Δα 7,13) χρησιμοποιεῖ τόν τίτλο ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου δηλώνοντας τόν Μεσσία. Μετά τόν Χριστό ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος «πλήρης Πνεύματος ἁγίου» βλέπει στά δεξιά τοῦ Πατρός «τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου» (Πρξ 7,56), δηλαδή τόν ἀναστημένο ἄνθρωπο ᾿Ιησοῦ περιβεβλημένο τή δόξα τῆς θεότητός του. ᾿Επίσης ὁ εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης στήν ᾿Αποκάλυψη βλέπει τόν Κύριο ὡς «ὅμοιον υἱῷ ἀνθρώπου» (1,13). Αὐτά τά ὁράματα μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβουμε γιατί ὁ Κύριος αὐτοαποκαλύφθηκε ὡς «ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου». ῎Αν ἔλεγε στούς συγχρόνους του «εἶμαι Θεός» ἤ «εἶμαι ἄνθρωπος», δέν θά ἀκριβολογοῦσε, διότι δέν ἦταν μόνο Θεός οὔτε μόνο ἄνθρωπος. ῎Αν ἔλεγε «εἶμαι Θεάνθρωπος», δέν θά τόν καταλάβαιναν. Γι᾿ αὐτό, θυμίζοντάς τους τή μεσσιανική προφητεία τοῦ Δανιήλ, αὐτοσυστήθηκε ὡς «ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου», πού σημαίνει κατά τή θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας «ἄνθρωπος τό φαινόμενον καί Θεός τό κρυπτόμενον» (βλ. Β´ Κο 5,19· Κλ 2,9 κ.ἀ.).
῞Οπως κατά τή δημιουργία τοῦ κόσμου, ὁ Θεός εἶπε· «Γενηθήτω φῶς» καί μέ τήν προσταγή του «ἐγένετο φῶς» (Γέ 1,3), ἔτσι καί τώρα ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, πού εἶναι Θεός, ἔδωσε τή διαταγή ἆρόν σου τήν κλίνην καί ἀμέσως ὁ παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος.
«῾Ως ἀπόδειξη τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτημάτων ὁ ᾿Ιησοῦς χρησιμοποιεῖ τή θεραπεία τοῦ σώματος. ῾Ως ἀπόδειξη ὅμως τῆς θεραπείας χρησιμοποιεῖ τό ὅτι (ὁ πρώην παράλυτος) βάσταξε στά χέρια του τό κρεβάτι, ὥστε νά μή θεωρηθεῖ ὅτι αὐτό πού συνέβη ἦταν δημιούργημα τῆς φαντασίας», τονίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος. Μερικοί, προκειμένου νά μειώσουν τό ὑπερφυσικό γεγονός, ὑποστήριξαν ὅτι ὁ Κύριος εἶπε ἆρόν σου τήν κλίνην, ἐπειδή ἡ κλίνη ἦταν ἁπλῶς ἕνα ἐλαφρύ στρῶμα ἤ ἴσως ἕνα ὕφασμα μόνο. Τό γεγονός εἶναι ὅτι ὁ πρώην κατάκοιτος παραλυτικός, ὁ ὁποῖος πλησίασε τόν ᾿Ιησοῦ μεταφερόμενος ἀπό ἄλλους, πηγαίνει τώρα στό σπίτι του περπατώντας καί μεταφέροντας αὐτό πού τόν μετέφερε.
Τρεῖς ἐνέργειες τοῦ ᾿Ιησοῦ στή θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ ἀποδεικνύουν τή θεότητά του:
α) ῾Η ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, πού κανείς δέν τήν ἀντιλαμβάνεται.
β) ῾Η καρδιογνωσία, τήν ὁποία ἀντιλαμβάνονται οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι, ἀφοῦ οἱ ἴδιοι διαπιστώνουν ὅτι ὁ Κύριος διαβάζει τούς διαλογισμούς τους.
γ) ῾Η ἀνόρθωση τοῦ παραλυτικοῦ, πού τήν βλέπουν ὅλοι.
Μέ τίς ἐνέργειες αὐτές ἐκπληρώνεται ἡ ρήτρα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι «ἐπί στόματος δύο μαρτύρων καί ἐπί στόματος τριῶν μαρτύρων στήσεται πᾶν ρῆμα» (Δε 19,15).
῾Ο πρώην παράλυτος θεραπευμένος παίρνει τό κρεβάτι του καί πάει εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ. ῾Ο Χριστός δέν τοῦ ζήτησε νά μείνει κοντά του. ῎Ηθελε νά τόν δοῦν ὅλοι, αὐτόν πού πρίν λίγο τόν ἔφεραν οἱ δικοί του πάνω στό κρεβάτι, νά φεύγει τώρα μεταφέροντάς το, καί μ᾿ αὐτό τόν τρόπο νά λιτανεύσει τό σημεῖο, ὥστε νά γίνει γνωστό σέ ὅλους.
῾Ο Κύριος καί μέ τό σημεῖο αὐτό, ὅπως καί μέ ἄλλα παρόμοια, ἔδειξε τό ἐνδιαφέρον καί τόν σεβασμό ὄχι μόνο γιά τήν ψυχή ἀλλά καί γιά τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.

 ῾Ο λαός δοξάζει τόν Θεό (9,8)

9,8. ᾿Ιδόντες δέ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καί ἐδόξασαν τόν Θεόν τόν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.
᾿Εδόξασαν τόν Θεόν: Οἱ ἄνθρωποι ἐδόξασαν τόν Θεό, ὄχι τόν ᾿Ιησοῦ ὡς Θεό, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Θεοτόκης. Δέν ἀντιλήφθηκαν ὅτι ἐπιτέλεσε τό σημεῖο μέ δική του δύναμη, γι᾿ αὐτό ἐθαύμασαν τήν ἐξουσίαν πού ἔδωσε ὁ Θεός τοῖς ἀνθρώποις, ὥστε νά ἐπιτελοῦνται τέτοια θαύματα. «᾿Αντιλαμβάνονται τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μπροστά τους βλέπουν ἄνθρωπο. Γι᾿ αὐτό ἀποδίδουν τό θαῦμα στή δωρεά τοῦ Θεοῦ καί ὄχι στή δική του δύναμη», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος.
῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐμποδίζονταν ἀπό τή σάρκα τοῦ ᾿Ιησοῦ νά ἀντιληφθοῦν ὅτι εἶναι Θεός. Αὐτός ὅμως δέν τούς κατηγοροῦσε, ἀλλά συνέχιζε μέ τά ἔργα του νά τούς ἀφυπνίζει καί νά ἐξυψώνει τό φρόνημά τους. ῾Οπωσδήποτε δέν ἦταν μικρό πρᾶγμα τό ὅτι τόν θεωροῦσε ὁ λαός ἀνώτερο ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ.
῾Η θεότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό θεμέλιο τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας καί ἡ πέτρα σκανδάλου γιά τούς αἱρετικούς. ῾Η ἁγία Γραφή δίνει ἀναρίθμητες ἀποδείξεις γι᾿ αὐτό τό θέμα καί μπορεῖ κάθε ἄνθρωπος πού διαθέτει τόν κοινό νοῦ, νά μελετήσει, νά ἐρευνήσει καί νά πεισθεῖ γιά τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια. Στό συγκεκριμένο περιστατικό ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύεται μέ μιά ὁμοβροντία τριῶν ἀλλεπαλλήλων σημείων· τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, τή γνώση τῶν καρδιῶν καί τή θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ. ῾Ο μόνος πού μπορεῖ νά ἀποκαταστήσει καί τήν πνευματική καί τή σωματική φθορά καί ὁ μόνος πού μπορεῖ νά ἐλέγχει τή λειτουργία τοῦ δημιουργήματός του, δηλαδή νά ἐτάζει καρδιές, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ δημιουργός (βλ. Β´ Πα 6,30· Ψα 7,10· ᾿Απ 2,23). ῾Ο Χριστός πραγματοποιεῖ καί τά τρία συγχρόνως, διότι αὐτός εἶναι «ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ δι᾿ οὗ τά πάντα ἐγένετο» (᾿Ιω 1,3). Τό πρῶτο, βέβαια, τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, οἱ φαρισαῖοι τό ἀμφισβήτησαν, τό δεύτερο καί τό τρίτο ὅμως δέν μπόρεσαν νά τό ἀρνηθοῦν.
 Συνοψίζοντας ἐπισημαίνουμε ἰδιαίτερα τίς τρεῖς σύντομες φράσεις πού εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς στό σημεῖο τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ. α) «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». β) «᾿Εγερθείς». γ) «Ἆρόν σου τήν κλίνην καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκόν σου». Οἱ τρεῖς αὐτές προσταγές τοῦ Κυρίου μετέβαλαν τό ἀκίνητο καί παράλυτο ἐκεῖνο σῶμα σέ ὑγιῆ καί ρωμαλέο ἄνθρωπο. Τρεῖς ἀνάλογες ἐνέργειες μεταβάλλουν τόν ἁμαρτωλό, καί πνευματικά παράλυτο, σέ ζωντανό καί ἁγιασμένο μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἐφόσον ἀληθινά μετανοήσει καί ἐξομολογηθεῖ. ῾Η πρώτη τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἐνοχή τῆς ἁμαρτίας καί ἀπό κατάδικο τόν κάνει παιδί τοῦ Θεοῦ. ῾Η δεύτερη τόν ἐλευθερώνει ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν πού τόν κρατοῦσαν παράλυτο καί ὑπόδουλο, γιά νά τόν καταστήσει δυνατό καί δραστήριο χριστιανό. ῾Η τρίτη τόν ἐπαναφέρει στό σπίτι του, δηλαδή στήν ᾿Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ πατέρα πού θά τόν ὁδηγήσει στήν αἰώνια κατοικία τῆς βασιλείας τῶν ούρανῶν. Αὐτό τό θαῦμα πού δέν ἔπαψε ποτέ νά συμβαίνει μέσα στήν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀσύγκριτα ἀνώτερο ἀπό κάθε εἴδους θεραπεία.

Στεργίου Σάκκου,
Εὐαγγελικές περικοπές (Βοήθημα γιά κυκλάρχες)