Κυρ. ΙΑ΄ Ματθαίου Μθ 18,23-35

῾Η παραβολή τοῦ ἀχάριστου δούλου

 9 ῾Η εὐαγγελική περικοπή τῆς ΙΑ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου διηγεῖται τήν παραβολή τοῦ ἀχάριστου καί ἄσπλαγχνου δούλου, τήν ὁποία καταγράφει μόνο ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος (18,23-35). ῾Ο ᾿Ιησοῦς χρησιμοποιεῖ τήν παραβολή αὐτή γιά νά ἀπαντήσει στήν ἐρώτηση τοῦ Πέτρου· «Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμέ ὁ ἀδελφός μου καί ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;» (18,21).
  Τήν ἐρώτηση αὐτή τήν κάνει ὁ Πέτρος στόν Κύριο ἐπηρεασμένος ἀπό τίς ραββινικές διατάξεις πού λεπτολογώντας στήν ἑρμηνεία τοῦ νόμου ἔθεταν ὅρια στή ἀπόδοση συγγνώμης. Τρεῖς φορές ἦταν τό ἀνώτατο ὅριο συγχώρησης τοῦ ἰδίου προσώπου κατά τούς ραββίνους. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Πέτρος μέ τό «ἑπτάκις» ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι ἐπιδεικνύει μεγαλοψυχία, ὡστόσο ὅμως βρίσκεται μακριά ἀπό τό πνεῦμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο διδάσκαλος τοῦ ἀπαντᾶ κατά τόν ἴδιο τρόπο «ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (στ. 22), αὐξάνοντας ἔτσι τίς περιπτώσεις τῶν ἀφέσεων σέ ἀριθμό ἀπεριόριστο, καί συνεχίζει μέ τήν παραβολή τοῦ ἀχάριστου δούλου, γιά νά διδάξει ὅτι πάντοτε «δεῖ ἡμᾶς συμπαθεῖς εἶναι», ὅπως παρατηρεῖ ὁ Θεοφύλακτος, διότι ὁ ἴδιος ὁ Θεός πρῶτος συμπαθεῖ καί συγχωρεῖ τίς δικές μας ἁμαρτίες.

α) ῾Η εὐσπλαγχνία τοῦ βασιλιᾶ πρός τόν ὀφειλέτη δοῦλο (18,23-27)

  Τήν ἐποχή ἐκείνη οἱ βασιλεῖς τῶν λαῶν τῆς ᾿Ανατολῆς συνήθιζαν νά καλοῦν σέ λογοδοσία καί νά ζητοῦν λογαριασμό ἀπό τούς διοικητές τῶν ἐπαρχιῶν τους καί ἀπό τούς δούλους τους. Στήν παραβολή αὐτή εἶναι συγκινητική καί συγκλονιστική ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ βασιλιᾶ πρός τόν δοῦλο πού ζητοῦσε ἱκετευτικά τή μακροθυμία του, διότι δέν εἶχε νά ἀποδώσει τό ὑπέρογκο ποσό πού τοῦ χρωστοῦσε. ῾Ο βασιλιάς σπλαγχνίστηκε τόν δοῦλο καί τόν ἀπάλλαξε ἀπό τήν τεράστια ὀφειλή του.

18,23. Διά τοῦτο ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετά τῶν δούλων αὐτοῦ.
  Διά τοῦτο: ῾Ο Κύριος συνεχίζει τήν ἀπάντησή του στόν Πέτρο. ῾Η παραβολή μέ τό «διά τοῦτο» συνδέεται μέ τά προηγούμενα καί παρουσιάζει τή συμπάθεια καί τή συγχωρητικότητα πρός τούς ἄλλους ὡς συνέπεια τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς· «ἐπειδή ἀπεριόριστα πρέπει νά συγχωροῦμε διά τοῦτο...», λέει τήν παραβολή πού ἀκολουθεῖ.
  ῾Ωμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ: Γιά τήν κατανόηση τῶν θείων ἀληθειῶν καί γιά τήν ἐξαγωγή διδαγμάτων πού ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὁ Κύριος ἐξομοιώνει τά ἐπουράνια μέ τά ἐπίγεια. Οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἀπέφευγαν νά χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ὀνομάζει βασιλεία τῶν οὐρανῶν τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία.
  Στήν ἁγία Γραφή ὁ τίτλος τοῦ βασιλιᾶ ἀποδίδεται στόν Θεό. ῾Ο ἀπ. Παῦλος λέει ὅτι εἶναι· «ὁ μακάριος καί μόνος δυνάστης, ὁ βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί κύριος τῶν κυριευόντων» (Α´ Τι 6,15) καί ὁ προφήτης Δανιήλ διακηρύττει· «ἡ βασιλεία αὐτοῦ βασιλεία αἰώνιος» (7,27).
  ῾Ο βασιλιάς τῆς παραβολῆς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετά τῶν δούλων αὐτοῦ, θέλησε νά τοῦ ἀποδώσουν λογαριασμό οἱ δοῦλοι του, γι᾿ αὐτό ἄρχισε νά ἐρευνᾶ τό χρέος τοῦ καθενός.
Δοῦλοι ὀνομάζονται ἐδῶ οἱ ἀνώτεροι ἀξιωματοῦχοι, οἱ συνοδοί τοῦ βασιλιᾶ, οἱ αὐλικοί του πού εἶχαν τή διαχείριση τοῦ βασιλικοῦ χρήματος. ῾Η λέξη στούς ἀρχαίους συγγραφεῖς χρησιμοποιεῖται συχνά γιά νά δηλώσει τούς σατράπες, δηλαδή τούς κυβερνῆτες ἐπαρχιῶν πού ἦταν ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν.

18,24. ᾿Αρξαμένου δέ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων.
  Μόλις ἄρχισε νά κάνει λογαριασμό ὁδήγησαν μπροστά του ἕναν ὀφειλέτη μυρίων ταλάντων. Τό τάλαντο ἦταν μέτρο βάρους καί νομισματική μονάδα. Τό τάλαντο χρυσοῦ, ἦταν τό ἀκριβότερο νόμισμα τῆς κλασικῆς ἀρχαιότητος. Τά μύρια τάλαντα εἶναι δέκα χιλιάδες τάλαντα. Πόσο μεγάλη ἀξία εἶχε τό ποσό αὐτό φαίνεται κι ἀπό τό γεγονός ὅτι μέ τήν προσφορά μυρίων ταλάντων ἐπιχείρησε ὁ ζάμπλουτος βασιλιάς Δαρεῖος νά ἐξαγοράσει τόν Μ. ᾿Αλέξανδρο ὥστε νά ἀποσύρει τά νικηφόρα στρατεύματά του ἀπό τή χώρα τῶν Περσῶν, χωρίς βέβαια νά τό κατορθώσει. Τό ὑπερβολικά μεγάλο χρέος τοῦ ὀφειλέτη συσσωρεύθηκε πιθανόν ἀπό τήν καθυστέρηση φόρων τούς ὁποίους ὁ δοῦλος ἤ δέν συγκέντρωσε ὅπως ὄφειλε ἤ καταχράστηκε γιά προσωπικό του συμφέρον.
  Τά μύρια τάλαντα, τό ὑπέρογκο αὐτό ποσό πού χρωστοῦσε ὁ ὀφειλέτης, ἀπεικονίζουν τό πλῆθος τῶν εὐεργεσιῶν καί εὐλογιῶν μέ τίς ὁποῖες μᾶς ἔχει χρεώσει ὁ Θεός, ἀπό τή φυσική ζωή καί τά τόσα ἀγαθά πού ἀπολαμβάνουμε (ἀέρας-ἥλιος-νερό), μέχρι τίς πνευματικές δωρεές καί μάλιστα τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν πού μᾶς χαρίζει. ῞Ολα αὐτά σάν μύρια τάλαντα μᾶς καθιστοῦν χρεῶστες τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Καί τό χρέος μας αὐξάνει καί γίνεται ὑπέρογκο ὅταν εἴμαστε ἀχάριστοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, δέν τόν εὐγνωμονοῦμε καί δέν τόν ὑπακοῦμε ἀλλά καθημερινά παραβαίνουμε τό ἅγιο θέλημά του καί ἁμαρτάνουμε ἐνώπιόν του. ῾Ωστόσο ὁ πανάγαθος Θεός συγχωρεῖ καί τίς ἁμαρτίες μας καί μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τό βάρος τῶν παραπτωμάτων.
  ῞Ολοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι οἱ ὀφειλέτες τοῦ μεγάλου αὐτοῦ χρέους τῶν ἁμαρτιῶν ἀφοῦ «πάντες ἥμαρτον καί ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρω 3,23). ῞Ολοι εἴμαστε χρεωφειλέτες καί μολύναμε τόν ἑαυτό μας καί τόν κόσμο, ἀφοῦ σύμφωνα μέ τή διαπίστωση τοῦ προφήτη ᾿Ωσηέ «ἀρά καί ψεῦδος καί φόνος καί κλοπή καί μοιχεία κέχυται ἐπί τῆς γῆς, καί αἵματα ἐφ᾿ αἵμασι μίσγουσι» (4,2). Μόνο ἄν δοῦμε τόν ἑαυτό μας στό πρόσωπο τοῦ χρεωφειλέτη τῆς παραβολῆς θά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε σωστά καί σέ βάθος τό νόημά της. Γράφει ὁ ἐπίσκοπος Φλωρίνης Αὐγουστίνος στό βιβλίο του «Σαλπίσματα»· «Καί ἐάν, ἀγαπητέ, βλέπων τήν φωτογραφίαν τοῦ ὀφειλέτου δούλου δέν φωνάξῃς· "᾿Εγώ, Κύριε, εἶμαι ὁ ὀφειλέτης τῶν μυρίων ταλάντων", τότε εἰς μάτην διά σέ εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν αὐτήν. Διότι δέν ἠννόησες ἀκόμη τό βάθος καί τήν ἔκτασιν τῆς συμφορᾶς πού λέγεται ἁμαρτία. ῎Ω! ᾿Εάν ἡ ἁμαρτία ἦτο κάτι πού θά ἠδύνατο νά μετρηθῇ καί νά ζυγισθῇ, θά ἐκουράζεσο, ἄνθρωπε, μετρῶν καί ζυγίζων τά ἁμαρτήματά σου. Μετρᾶς τήν ἄμμον τῶν ποταμῶν καί θαλασσῶν; Μετρᾶς τά φύλλα πού ἔχουν τά δένδρα ἑνός ἀπεράντου δάσους; ῎Αλλο τόσο θά εἰμποροῦσες νά μετρήσῃς καί τά ἁμαρτήματά σου» (σελ.76).
  ῾Ο Θεός δέν παύει νά ζητάει λογαριασμό ἀπό τούς δούλους του, ὅταν τούς φέρνει ἀντιμέτωπους μέ τό θέλημά Του, ὅταν μέ διάφορες δοκιμασίες προσπαθεῖ νά ξυπνήσει τήν κοιμισμένη συνείδησή τους. Στόν Δαυΐδ πού ἔπεσε σέ διπλό ἁμάρτημα στέλνει τόν προφήτη Νάθαν γιά νά τόν ἐλέγξει καί στούς Νινευΐτες τόν προφήτη ᾿Ιωνᾶ.

18,25. Μή ἔχοντος δέ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτόν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καί τήν γυναῖκα αὐτοῦ καί τά τέκνα καί πάντα ὅσα εἶχε, καί ἀποδοθῆναι.
  ῾Ο δοῦλος ἦταν ἀσυνεπής, καταχραστής, σπάταλος καί συνεπῶς φτωχός. Δέν μποροῦσε νά ἀποδώσει τό χρέος. ῾Η μόνη λύση γιά νά πάρει πίσω ὁ βασιλιάς τό ποσό πού τοῦ ἀνῆκε ἦταν νά διατάξει πραθῆναι καί τήν γυναῖκα αὐτοῦ καί τά τέκνα καί πάντα ὅσα εἶχε.
  Στήν ἀρχαιότητα ὅπως νόμιμα διεξαγόταν τό δουλεμπόριο, ἔτσι ὑπῆρχαν καί νόμοι γιά τήν πώληση γυναικός καί τέκνων (βλ. Λε 25,39). ῞Οταν ἕνας δέν εἶχε νά ἐξοφλήσει τά χρέη του στήν ὁρισμένη προθεσμία, μποροῦσε ὁ δανειστής νά τοῦ ἀπαλλοτριώσει πάντα ὅσα εἶχε, ὄχι μόνο τήν περιουσία του, ἀλλά καί τή γυναίκα του καί τά παιδιά του.

18,26. Πεσών οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοί καί πάντα σοι ἀποδώσω.
  Κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοί: ῾Ο δοῦλος ζητᾶ ἀπό τόν κύριο νά μήν ἐκτελεστεῖ ἀμέσως ἡ ἐντολή πού ἔδωσε γιά τήν πώληση τῆς οἰκογενείας του. Ζητᾶ χρόνο μέ τήν ἐλπίδα νά βρεῖ κάποιον τρόπο νά ἀνταπεξέλθει καί χωρίς νά τό πολυσκεφτεῖ δίνει ἀνυπόστατες ὑποσχέσεις.
  ῾Η κραυγή τοῦ χρεώστη δούλου ταιριάζει στά χείλη τοῦ κάθε ἀνθρώπου. ῞Ολοι ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τή μακροθυμία τοῦ πολυεύσπλαγχνου πατέρα πού εἶναι ὅμως καί ὁ δίκαιος κριτής. ῾Ο ψαλμωδός μᾶς βεβαιώνει· «Οἰκτίρμων καί ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καί πολυέλεος (Ψα 102,8). Καί στόν ῎Ορθρο τῶν δώδεκα εὐαγγελίων τῆς Μ. Παρασκευῆς, ἡ ᾿Εκκλησία μας ψάλλει κατανυκτικά στό τέλος τῶν ἕντεκα πρώτων εὐαγγελίων· «δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε, δόξα σοι». Τά ἐπεισόδια πού διαδραματίζονται ὅλη τή Μ. ῾Εβδομάδα ἀποτελοῦν μιά κορυφαία ἔκφραση τῆς μακροθυμίας του. Αὐτή ὅμως ἡ ἀνείπωτη μακροθυμία του πρέπει νά μᾶς ἐμπνέει φόβο καί νά ὠθεῖ στή μετάνοια (βλ. Β´ Πέ 3,9).
  Πάντα σοι ἀποδώσω: ᾿Ενῶ ἦταν τελείως χρεωκοπημένος ὁ ὀφειλέτης ὑπόσχεται πληρωμή καί μάλιστα πλήρη ἐξόφληση. ῾Υπάρχουν ἄνθρωποι πού μπροστά σέ δύσκολες περιστάσεις καί σέ ὧρες κινδύνου, δίνουν βαρειές ὑποσχέσεις καί κάνουν μεγάλα ταξίματα πού δέν μποροῦν νά τά ἐκτελέσουν.
 
18,27. Σπλαγχνισθείς δέ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτόν καί τό δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ.
  ᾿Απέλυσεν αὐτόν: ᾿Ενῶ ὁ δοῦλος ζήτησε μόνο προθεσμία καί ἀναβολή τοῦ χρόνου τῆς ἐξόφλησης τῶν χρεῶν του, ὁ κύριος τόν ἀντάμειψε βασιλικά. Τοῦ ἔδωσε πολύ περισσότερα ἀπό αὐτά πού ζήτησε, τόν συγχώρησε καί μέ γενναιοδωρία τοῦ χάρισε ὁλόκληρο τό δάνειο. ῾Ο Ζιγαβηνός ἐξηγεῖ ὅτι αὐτό θά μποροῦσε νά τό κάνει ἀπό τήν ἀρχή, ὅμως ἀπείλησε μέ τήν ἐκποίηση τῶν ὑπαρχόντων του, διότι ἤθελε νά βοηθήσει τόν δοῦλο νά ἀντιληφθεῖ τό μεγάλο χρέος καί ἑπομένως καί τό μέγεθος τῆς δωρεᾶς πού τοῦ προσφέρει. ᾿Εάν εὔκολα ἀποσποῦσε τή συγχώρηση θά συνέχιζε τήν παρανομία του.
 Τό ἀπέλυσεν αὐτόν δείχνει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι μία δουλεία, μία δέσμευση, μία σκλαβιά, ἀπό τήν ὁποία μόνο ὁ Θεός ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο. ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης τονίζει· «Πᾶς ὁ ποιῶν τήν ἁμαρτίαν, δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας» (᾿Ιω 8,34), καί μόνο «ἐάν ὁ υἱός ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε» (᾿Ιω 8,36). Τό ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι μία ἐλεεινή δουλεία, τό βεβαιώνει ἡ ἴδια ἡ ἐμπειρία μας. Εὐτυχισμένοι εἶναι ὅσοι κατέφυγαν στόν Χριστό καί μέ τή μετάνοια ἀπαλλάχτηκαν ἀπό τήν φρικτή τυραννία της καί γνώρισαν τήν ἀληθινή ἐλευθερία καί τή θαυμαστή εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

β) ῾Η σκληρότητα τοῦ εὐεργετημένου δούλου στόν σύνδουλό του (18,28-30)

  Δέν πέρασε πολύ ὥρα μετά ἀπό τή συγκινητική ἐκείνη σκηνή τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ κυρίου πρός τόν δοῦλο καί μιά τελείως ἀντίθετη σκηνή ἀσπλαγχνίας ξετυλίγεται.
  ῾Ο δοῦλος πού ἀπαλλάχτηκε ἀπό τό τεράστιο ποσό, προβαίνει σέ μιά πράξη ἀγνωμοσύνης. Στήν τοῦ «δεσπότου φιλανθρωπίαν» ἀντιτίθεται ἡ τοῦ «δούλου ἀπανθρωπία», κατά τόν Ζιγαβηνό.

18,28. ᾿Εξελθών δέ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὅς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατόν δηνάρια, καί κρατήσας αὐτόν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις.
  ᾿Εξελθών: Μόλις ὁ δοῦλος ἐκεῖνος βγῆκε ἔξω ἀπό τό σπίτι τοῦ κυρίου του, ἐνῶ ἀκόμη ἠχοῦσαν στά αὐτιά του τά λόγια τοῦ βασιλιᾶ πού τοῦ χάρισε τήν ὀφειλή καί ἔνιωθε πασίχαρος γιά τήν ἀπροσδόκητη εὐεργεσία πού τοῦ ἔγινε, ἔκανε κακή χρήση τῆς ἐλεθερίας πού τοῦ δόθηκε. ᾿Αμέσως εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ πού τοῦ ὄφειλε ἑκατόν δηνάρια, ἕνα ποσό ἀσήμαντο μπροστά σ᾿ αὐτό πού τοῦ χαρίστηκε. Τό δηνάριο ἤ δραχμή ἦταν ρωμαϊκό νόμισμα ἀργυρό. Δέν ξέρουμε ἀκριβῶς τήν ἀξία του, ἀλλά ἕνα δηνάριο ἦταν τό ἡμερομίσθιο ἑνός ἀνειδίκευτου ἐργάτη (βλ. Μθ 20,2).
  Καί κρατήσας αὐτόν ἔπνιγε: ῎Ισως ὁ δανειστής ἔπιασε τόν χρεώστη ἀπό τό λαιμό καί πιέζοντάς του τόν λάρυγγα κόντευε νά τόν πνίξει λέγοντας «ξόφλησέ μου τό χρέος», ἀλλά πιθανότερον μέ τό ἔπνιγε ὁ Κύριος δηλώνει τήν πίεση πού δημιουργοῦσε, τή στενοχώρια, τό ἀδιέξοδο καθώς ἀπαιτοῦσε τήν ἄμεση ἐξόφληση τοῦ χρέους.
  Προφανῶς παρατηρεῖ ὅτι ὁ δανειστής ντρέπεται ἐξαιτίας τῆς μικρῆς ποσότητας τοῦ χρέους νά πεῖ στόν ὀφειλέτη του· δῶσε μου τά ἑκατό δηνάρια, γι᾿ αὐτό λέει γενικά καί ἀόριστα· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. Γιά νά δοθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι τοῦ χρωστοῦσε μεγάλο ποσό.
  Πολλοί ἄνθρωποι τυφλοί καί ἀχάριστοι, γρήγορα λησμονοῦν τήν εὐεργεσία πού τούς κάνει ὁ Θεός. ᾿Ενῶ τούς συγχωρεῖ τόσα πολλά ἁμαρτήματα, εἶναι σκληροί καί ἀπαιτητικοί πρός τούς συνανθρώπους τους καί δέν συγχωροῦν κάποιες μικροαδικίες πού ἔγιναν εἰς βάρος τους.

18,29. Πεσών οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τούς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτόν λέγων· μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοί καί ἀποδώσω σοι.
  ῾Η ἱκεσία τοῦ δούλου πρός τόν κύριο πού προηγήθηκε εἶναι σχεδόν ἴδια μέ αὐτήν πού ὁ ἴδιος ἀκούει τώρα ἀπό τόν σύνδουλό του· μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοί καί ἀποδώσω σοι. Παραλείπεται μόνο τό «πάντα», διότι τό ποσό τώρα ἦταν μικρῆς ἀξίας καί ὁ ὀφειλέτης ἀσφαλῶς μποροῦσε νά τό ἐξοφλήσει ὁλόκληρο. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐπισημαίνει· «Αὐτός ὅμως δέν σεβάστηκε οὔτε τά λόγια μέ τά ὁποῖα ὁ ἴδιος σώθηκε, οὔτε καί ὁ ὅμοιος τρόπος τῆς παρακλήσεως τοῦ ὑπενθύμισε τή φιλανθρωπία πού τοῦ ἔκανε ὁ κύριός του, ἀλλά ἀφοῦ τά παραμέρισε ὅλα αὐτά ἐξαιτίας τῆς πλεονεξίας, τῆς σκληρότητος καί τῆς μνησικακίας του, ἔγινε πιό φοβερός ἀπό ὁποιοδήποτε θηρίο καί καταπίεζε τόν σύνδουλό του».
 
18,30. ῾Ο δέ οὐκ ἤθελεν, ἀλλά ἀπελθών ἔβαλεν αὐτόν εἰς φυλακήν ἕως οὗ ἀποδῷ τό ὀφειλόμενον.
  ῾Ο δοῦλος οὐκ ἤθελεν, δέν δέχτηκε καί δέν ὑποχώρησε, δέν τοῦ ἔδωσε οὔτε τήν ἀναβολή πού ζητοῦσε, ἀλλά ἔβαλεν αὐτόν εἰς φυλακήν ἕως οὗ ἀποδῷ τό ὀφειλόμενον.
  Μέ τή φυλάκιση ὁ ἄνθρωπος δέν θά μποροῦσε νά βρεῖ τρόπο νά ἐξοφλήσει τό χρέος, ἀλλά ἔτσι ὁ ἄσπλαχνος καί μνησίκακος δανειστής ἱκανοποιοῦσε μέν τό πάθος του ἐκδικούμενος τόν ὀφειλέτη του, εἶχε καί τήν ἐλπίδα μήπως συγκινηθοῦν οἱ οἰκεῖοι ἤ φίλοι τοῦ χρεώστη καί ἀποδώσουν τό χρέος, ὥστε νά τόν γλυτώσουν ἀπό τή φυλακή.

γ) ῾Η ὀργή τοῦ βασιλιᾶ καί ἡ τιμωρία τοῦ ἀχάριστου δούλου (18,31-35)

῾Ο βασιλιάς καλεῖ τόν ἀχάριστο δοῦλο του, τόν χαρακτηρίζει «πονηρό». Τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι ἔπρεπε νά φερθεῖ πρός τόν σύνδουλό του μέ τήν ἴδια ἐπιείκεια μέ τήν ὁποία νωρίτερα τοῦ φέρθηκε αὐτός. Στή συνέχεια ὁ κύριος ἐκδηλώνει τήν ὀργή του καί τόν παραδίδει στούς βασανιστές, ἕως ὅτου ἀποδώσει ὁλόκληρο τό ὀφειλόμενο ποσό.

18,31. ᾿Ιδόντες δέ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τά γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καί ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τά γενόμενα.
  ᾿Ελυπήθησαν σφόδρα μέ τό γεγονός οἱ ὑπόλοιποι δοῦλοι, οἱ ὁποῖοι ἐνημέρωσαν τόν κύριό τους γιά τό ἐπεισόδιο. ῾Η λύπη συχνά περιέχει καί τήν ἀγανάκτηση.
  Οἱ σύνδουλοι δέν διέβαλαν τόν ἄσπλαγχνο δοῦλο, ἀλλά διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τά γενόμενα. Στήν ἐφαρμογή τῆς παραβολῆς παίρνοντας κατά γράμμα αὐτή τή λεπτομέρεια θά μποροῦσε νά ὁδηγηθεῖ κάποιος στό συμπέρασμα ὅτι ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει νά γινόμαστε κατήγοροι τῶν συνανθρώπων μας. Εἶναι γνωστό ὅμως ὅτι τίς παραβολές δέν τίς ἑρμηνεύουμε κατά γράμμα. ᾿Εδῶ ἔπρεπε νά ὁλοκληρωθεῖ ἡ παραβολή καί γι᾿ αὐτό σημειώνεται αὐτή ἡ λεπτομέρεια.
 
18,32-33. Τότε προσκαλεσάμενος αὐτόν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τήν ὀφειλήν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεί παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καί σέ ἐλεῆσαι τόν σύνδουλόν σου, ὡς καί ἐγώ σε ἠλέησα;
  Δοῦλε πονηρέ: ῞Οταν ὁ δοῦλος τοῦ χρωστοῦσε τίς δέκα χιλιάδες τάλαντα, δέν τόν ὀνόμασε πονηρό, δέν τόν πρόσβαλε, οὔτε τόν ἔβρισε, ἀλλά τόν ἐλέησε. Τώρα ὅμως πού ἔδειξε ἀχαριστία πρός τόν σύνδουλό του, τόν ὀνομάζει πονηρό δοῦλο, διότι δέν μιμήθηκε τήν καλοσύνη τοῦ κυρίου του.
  «Πρόσεξε τήν πραότητα τοῦ κυρίου. Συγκρίνει τόν ἑαυτό του μαζί του καί ἀπολογεῖται, ἐπειδή πρόκειται ν᾿ ἀνακαλέσει τή δωρεά· μᾶλλον δέν τήν ἀνεκάλεσε ὁ κύριος, ἀλλά ἐκεῖνος πού τήν ἔλαβε», ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
  Τήν ὀφειλήν ἐκείνην ἀφῆκά σοι: ῾Η ἀντωνυμία ἐκείνη λέγεται μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση καί τονίζει τό μέγεθος τῆς ὀφειλῆς πού τοῦ χάρισε.
  Οὐκ ἔδει: Δέν εἶχες καί σύ χρέος νά μιμηθεῖς τή χρηστότητα καί τή φιλανθρωπία μου;

18,34. Καί ὀργισθείς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτόν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τό ὀφειλόμενον αὐτῷ.
  ᾿Αφοῦ ὁ δοῦλος ἔμεινε ἀσυγκίνητος ἀπό τήν εὐεργεσία, τώρα τοῦ ἐναπομένει ἡ τιμωρία.
  Καί ὀργισθείς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτόν τοῖς βασανισταῖς: ᾿Οργίστηκε ὁ κύριος καί παρέδωσε τόν ἀχάριστο δοῦλο στούς ἄσπλαγχνους βασανιστές.
  ᾿Εκεῖνοι πού ἀπήλαυσαν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά προσέχουν πολύ τή συμπεριφορά τους πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους, γιά νά μήν ἐξάπτουν τήν ὀργή τοῦ Κυρίου. ῾Ο εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης λέει· «Πᾶς ὁ μισῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί· καί οἴδατε ὅτι πᾶς ἀνθρωποκτόνος οὐκ ἔχει ζωήν αἰώνιον ἐν ἑαυτῷ μένουσαν» (Α´ ᾿Ιω 3,15).
  ῾Ο Θεός μᾶς συγχωρεῖ ἀλλά ἡ συγχώρηση αὐτή, τότε μένει διαρκής καί ἀμετάκλητη, ὅταν σέ ὅλη μας τή ζωή μένουμε πιστοί καί ὑποταγμένοι στό θέλημά του, ἐπιεικεῖς καί ἀνεξίκακοι πρός τούς ἄλλους ἀκόμη καί πρός τούς ἐχθρούς μας.
 
18,35. Οὕτω καί ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐάν μή ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπό τῶν καρδιῶν ὑμῶν τά παραπτώματα αὐτῶν.
  Δέν λέγει ὁ ᾿Ιησοῦς ὁ πατήρ σας, ἀλλά ὁ πατήρ μου, διότι «τῶν ἀσυμπαθῶν καί ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν ὁ ἐπουράνιος Θεός οὐκ ἔστι Πατήρ, ἀλλά κριτής καί τιμωρός», λέει ὁ Θεοτόκης, συνοψίζοντας τήν πατερική διδασκαλία.
  ῾Ο στίχος αὐτός πού εἶναι καί ὁ ἐπίλογος τῆς παραβολῆς περιέχει τό σκοπό της ἀλλά καί μιά σοβαρή προειδοποίηση πρός ὅλους μας. Μέ τόν ἴδιο τρόπο θά φερθεῖ καί ὁ οὐράνιος Πατέρας σέ ὅσους δέν θά συγχωρήσουν μέ ὅλη τους τήν καρδιά τά παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν τους. Πολλές φορές συμβαίνει νά λέμε μόνο μέ τά χείλη μας ὅτι συγχωροῦμε, ἐνῶ μέσα στήν καρδιά μας κρύβουμε μῖσος. Στήν περίπτωση αὐτή, μόλις μᾶς δοθεῖ ἡ κατάλληλη εὐκαιρία, δέν θά διστάσουμε νά ἐκδικηθοῦμε καί νά βλάψουμε αὐτούς πού μᾶς ἀδίκησαν. Παρόμοια ἐντολή μᾶς εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία· «᾿Εάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Μθ 6,14-15) καί στήν Κυριακή προσευχή· «καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Μθ 6,12).
  ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἀπαριθμεῖ τά ὀφέλη πού ἔχουμε ὅταν συγχωροῦμε· «Πρόσεχε, λοιπόν, πόσα κερδίζεις, ὅταν ἀντιμετωπίζεις μέ ἐπιείκεια τίς ἐχθρότητες ἐκ μέρους τῶν ἐχθρῶν σου. Τό πρῶτο καί μέγιστο εἶναι ὅτι ἀπαλλάσσεσαι ἀπό τά ἁμαρτήματά σου. ᾿Αποκτᾶς καρτερία καί ὑπομονή. Γίνεσαι ἐπιεικής καί φιλάνθρωπος. Δέν σέ ἀγγίζει ἡ ὀργή, καί αὐτό δέν μπορεῖ μέ τίποτε νά ἐξισωθεῖ. Τό μεγαλύτερο ὅμως ἀπό ὅλα εἶναι ὅτι κερδίζεις τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ἔχεις ἁμαρτήσει, θά λάβεις συγχώρηση, ἄν ζῆς ἐνάρετα, θά ἀποκτήσεις περισσότερη παρρησία».
  ῾Ο πιστός πού ζῆ καί ἀπολαμβάνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σφραγίστηκε μέ τό πάθος καί τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἐκδηλώνει τήν εὐγνωμοσύνη του συγχωρώντας ὁποιοδήποτε μικρό ἤ μεγάλο λάθος τοῦ ἀδελφοῦ του. Διαφορετικά προκαλεῖ τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἀχάριστος δοῦλος τῆς παραβολῆς. ᾿Αναλογιζόμενοι τά μύρια τάλαντα πού μᾶς χαρίζει ὁ Θεός, ἄς ἀφήσουμε τά λίγα καί εὐτελῆ χρέη τοῦ πλησίον μας. ῾Ο Κύριος γιά τήν ἐξόφληση τῶν ἁμαρτιῶν μας, μᾶς ἔδωσε εὔκολο καί ἁπλό δρόμο, πού μπορεῖ νά ὑπερνικήσει ὅλα τά ἐμπόδια: Νά ἀποφεύγουμε τή μνησικακία καί νά συγχωροῦμε γενναιόψυχα καί μέσα ἀπό τήν καρδιά μας, ὅσες φορές χρειαστεῖ τούς συνανθρώπους μας. ῾Η γῆ μας θά ἦταν ἀληθινός παράδεισος, ἄν μαθαίναμε νά ζυγίζουμε βαριά τά δικά μας παραπτώματα καί ὄχι τῶν ἄλλων.
  ῾Η ἀνεξικακία πρέπει νά εἶναι τό ἰδιαίτερο γνώρισμα τῶν μαθητῶν τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο Κύριος μᾶς τήν δίδαξε μέ τόν λόγο του ἀλλά καί μέ τό παράδειγμά του· «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει, παραδίδου δέ τῷ κρίνοντι δικαίως» (Α´ Πε 2,23). ῾Ο ἅγιος Αὐγουστῖνος γράφει· «᾿Αγάπα τούς ἐχθρούς σου καί νά εὔχεσαι νά γίνουν ἀδελφοί σου. ῎Ετσι ἀκριβῶς ἀγάπησε ὁ Κύριος, ὅταν κρεμασμένος πάνω στόν σταυρό ἔλεγε· "Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι" (Λκ 23,34). ῎Ηθελε νά τούς ἀποσπάσει ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο μέ μιά προσευχή γεμάτη εὐσπλαχνία...῎Ετσι, λοιπόν, ἄν μάθεις νά προσεύχεσαι γιά τόν ἐχθρό σου, βαδίζεις στήν ὁδό τοῦ Κυρίου».
  Στήν Π. Διαθήκη παράδειγμα ἀνεξικακίας πρός τούς ἀδελφούς του ἀποτελεῖ ἡ εὐγενική μορφή τοῦ ᾿Ιωσήφ ὁ ὁποῖος μετά τή φανέρωσή του τούς εἶπε· «Μή φοβεῖσθε· τοῦ γάρ Θεοῦ εἰμι ἐγώ...» (Γέ 50,19). ᾿Αφοῦ εἶμαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, δέν μπορῶ νά σᾶς βλάψω. Δέν μπορῶ νά μνησικακῶ καί νά σᾶς ἀνταποδώσω τό κακό πού μοῦ κάνατε.
  ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος ἐπαναλαμβάνοντας τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου (Μθ 5,23-26), θεωρεῖ τή μνησικακία ἕνα ἀπό τά κωλύματα γιά τή θεία Κοινωνία, ὅπως τήν πορνεία καί τή βλασφημία· «῾Ως τόν πορνεύοντα καί τόν βλασφημοῦντα ἀμήχανον μετασχεῖν τῆς ἱερᾶς Τραπέζης, οὕτω τόν ἐχθρόν ἔχοντα καί μνησικακοῦντα ἀδύνατον ἀπολαῦσαι κοινωνίας ἁγίας». Σωτήρια καί ἡ προτροπή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου· «῎Αφες ὁ ἀφεθείς· ἐλέησον, ὁ ἠλεημένος· κτῆσαι τῷ φιλανθρώπῳ τό φιλάνθρωπον, ἕως καιρός». Συγχώρησε ἐσύ πού ἔχεις συγχωρηθεῖ. ᾿Ελέησε ἐσύ πού ἔχεις δεχτεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. ᾿Απόκτησε τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ μέ τή δική σου φιλανθρωπία. ῞Εως ὅτου εἶναι ἀκόμη καιρός.

Στεργίου Σάκκου, Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)