Τήν Τετάρτη 20 Ἰουνίου, ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγίου λειτουργιολόγου Νικολάου Καβάσιλα, ἀναχώρησε γιά τήν οὐράνια πατρίδα ἕνας ἀληθινός ἐραστής τῆς θείας Λειτουργίας, ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Παναγιώτης Καραγιάννης, τ. ἐφημέριος τοῦ Ἱ. Ναοῦ τῶν Ταξιαρχῶν (Ἄνω Πόλης).
Ὁ π. Παναγιώτης ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ἱερέως. Διαφύλαξε μέ ζῆλο τήν παρακαταθήκη πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία κατά τή χειροτονία του, καί τήν παρέδωσε στόν Κύριο ἀκέραιη καί ἀμώμητη.
Εἶχε τήν εὐλογία νά μαθητεύσει ἀπό μικρός στή γενέτειρά του τήν Καλαμάτα παρά τούς πόδας ἁγίων ἀνδρῶν. Ἀγάπησε τόν νόμο τοῦ Κυρίου μέ ὅλη του τήν καρδιά καί προσπάθησε σέ ὅλη του τή ζωή νά μήν ξεκλίνει ἀπ’ αὐτόν οὔτε δεξιά οὔτε ἀριστερά. Γνώριζε τήν ἁγία Γραφή ὅσο λίγοι καί ἀγωνιζόταν νά στοιχίζεται τόσο ὁ ἴδιος καί ἡ οἰκογένειά του, ὅσο καί τά πνευματικά του παιδιά στόν κανόνα της.
Λειτουργοῦσε καθημερινά καί δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά πεῖ κανείς ὅτι ἡ θεία Λειτουργία ἦταν ἡ ζωή του. Λειτουργοῦσε μέ πόθο καί πάθος ἅγιο πού ἀντανακλοῦσε στήν κάθε του κίνηση, στήν φωνή του καί στή φωτεινή ὄψη του. Ὅποιοι ἀξιωθήκαμε νά μετέχουμε ἔστω καί μιά φορά στή θεία Λειτουργία μέ λειτουργό τόν π. Παναγιώτη, νιώσαμε πραγματικά τί θά πεῖ ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ ψαλμωδοῦ «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψα 83,3).
Κήρυττε ἀνελλιπῶς σέ κάθε θεία Λειτουργία, προσπαθώντας νά μεταγγίσει στίς ψυχές τῶν παιδιῶν του τό φρόνημα τῶν ἁγίων. Ἦταν πολύ εὐαίσθητος σέ ὅ,τι ἔχει σχέση μέ θέματα πίστεως καί ζωῆς, καί αὐτό φαίνεται ξεκάθαρα καί στά βιβλία πού ἔγραψε ἀπό πόνο καί ἀγωνία γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο.
Διακρίθηκε ὡς πνευματικός. Τό πνευματικό του μέγεθος, ἡ ταπείνωσή του καί ἡ πατρική του ἀγάπη πού ἀγκάλιαζε τούς πάντες, εἵλκυσαν κοντά του χιλιάδες ἀνθρώπους, πού βρῆκαν στό πετραχήλι του ἀνάπαυση καί ἀπλανῆ πνευματική καθοδήγηση. Ποτέ δέν ἐπιχείρησε νά «δέσει» τίς ψυχές πού τόν ἐμπιστεύονταν, γιά νά ἐπιβληθεῖ καί νά ἐξουσιάσει. Ἀντίθετα τίς ἐλευθέρωνε ἀπό κάθε εἴδους δεσμά.
Τό τέλος τῆς ζωῆς του ἦταν ὁσιακό. Στίς πολλές δοκιμασίες τοῦ βίου του, πού ἀντιμετώπιζε πάντοτε μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Κύριο, προστέθηκε ἡ ἀσθένεια. Ἦταν μεγάλο τό βάρος, ἀλλά τό σήκωσε κι αὐτό μέ ὑπομονή καί μέ τή συνείδηση ὅτι «ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φι 1,21). Ζοῦσε, ἀνέπνεε καί πέθαινε γιά τόν γλυκύτατό του Χριστό.
Ὁ π. Παναγιώτης μ’ ἕνα λόγο ὑπῆρξε παραδοσιακός ἱερεύς, ἕνα εἶδος πού ὅλο καί περισσότερο σπανίζει. Παραδοσιακός ὄχι μέ τήν ἔννοια τοῦ τηρητῆ κάποιων τύπων, ἀλλά μέ τήν ἔννοια τοῦ ἱερέως πού εἶναι ταυτισμένος μέ τήν ἱερή ἀποστολή του.
Ἡ Ἀδελφότητά μας, ἡ ὁποία εἶχε ξεχωριστή θέση στήν καρδιά του καί τῆς συμπαραστάθηκε σέ κρίσιμες στιγμές, εὔχεται γιά τήν ἀνάπαυσή του καί ζητᾶ καί ἀπό τή θέση αὐτή τίς προσευχές καί τίς πρεσβεῖες του.