Κυρ. ΙΕ΄ Λουκᾶ Λκ 19,1-10

 Ἡ μετάνοια τοῦ Ζακχαίου

  zakxaios ῾Η περικοπή τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου διαβάζεται στούς ναούς ὡς εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πρίν τήν ἔναρξη τοῦ Τριωδίου. Εἶναι ἡ πρώτη περικοπή ἀπό τή μεγάλη σειρά τῶν ἀναγνωσμάτων πού προηγοῦνται τοῦ Πάσχα καί ἔχουν ὡς κύριο θέμα τους τή μετάνοια. Βρίσκεται μόνο στό κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιο καί ἐντάσσεται στά γεγονότα πρό τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου.
   ῾Ο εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀφηγήθηκε προηγουμένως τή θεραπεία τοῦ τυφλοῦ, τήν ὁποία ἔκανε ὁ Κύριος «ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτόν εἰς ᾿Ιεριχώ». Στή συνέχεια περιγράφει τή συνάντηση τοῦ ᾿Ιησοῦ μέ τόν Ζακχαῖο, πού ἔγινε μέσα στήν ᾿Ιεριχώ.

19,1. Καί εἰσελθών διήρχετο τήν ᾿Ιεριχώ· καί ἰδού ἀνήρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος.

   ᾿Ιεριχώ· ῾Η πόλη αὐτή βρίσκεται δυτικά τοῦ ᾿Ιορδάνη καί εἶναι ἀπό τίς ἀρχαιότερες πόλεις τῆς Παλαιστίνης. Περιλαμβανόταν στόν κλῆρο τῆς φυλῆς Βενιαμίν.
    ῾Η γεωγραφική της θέση τήν καθιστοῦσε κλειδί σ᾿ ὅλη τή γῆ Χαναάν. ῏Ηταν ἡ πρώτη πόλη πού ἔπρεπε νά ἐκπορθήσουν οἱ ᾿Ισραηλίτες μέ τήν εἴσοδό τους στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, μετά σαράντα χρόνων περιπλάνηση στήν ἔρημο. ῾Η κατάκτησή της ἔγινε μ᾿ ἕναν θαυμαστό τρόπο, πού περιγράφεται στό 6ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναυῆ. Τό ὄνομα τοῦ ἡγέτη τους, τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναυῆ, καί ἡ θαυματουργική κατάκτησή της ἔμειναν χαραγμένα στήν ἱστορία καί στή σκέψη τῶν ᾿Ισραηλιτῶν.
    Μετά ἀπό αἰῶνες ἕνας ἄλλος ᾿Ιησοῦς πλησιάζει τήν ᾿Ιεριχώ. Δέν εἶναι ὁ υἱός τοῦ Ναυῆ ἀλλά ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τοῦ Ναυῆ ἦρθε ὡς κατακτητής· ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός εἰσέρχεται ὡς ἐλευθερωτής. ᾿Επιθυμεῖ νά λυτρώσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου. γιά τό σκοπό αὐτό δίνει ἀλλεπάλληλες μάχες· στά σύνορα Γαλιλαίας καί Σαμάρειας γκρεμίζει τό φρούριο πού εἶχε στήσει ὁ σατανᾶς στά σώματα τῶν δέκα λεπρῶν καί θεραπεύει τούς δυστυχεῖς ἀνθρώπους· μπαίνοντας στήν ᾿Ιεριχώ, διαλύει τό σκοτάδι πού εἶχε καλύψει τά μάτια τοῦ τυφλοῦ καί τοῦ χαρίζει τό φῶς. ῾Ο λαός ἐνθουσιασμένος τόν ἀκολουθεῖ. Πιστεύει ὅτι σύντομα αὐτός θά ἀναλάβει τή βασιλεία καί θά στήσει πάλι τό θρόνο τοῦ Δαυΐδ στά ᾿Ιεροσόλυμα.
   καλούμενος Ζακχαῖος· Τό ὄνομα Ζακχαῖος εἶναι ἑβραϊκό· σημαίνει ἀθῶος, καθαρός. ᾿Αλλά ὁ Ζακχαῖος τῆς περικοπῆς μας κάθε ἄλλο παρά καθαρός καί ἀθῶος ἦταν. ῏Ηταν κλέφτης, ἅρπαγας, διεφθαρμένος. Αὐτή τήν ἀντίθεση δυστυχῶς τή διαπιστώνουμε σέ πολλές περιπτώσεις. Μπορεῖ π.χ. κάποιος νά λέγεται Γεννάδιος καί νά εἶναι δειλός. Νά λέγεται Εὐσέβιος καί νά εἶναι ἀσεβής, Χρυσόστομος καί νά εἶναι βλάσφημος καί ἀθυρόστομος, ᾿Αρετή καί νά συμπεριφέρεται μέ κακία κτλ. ᾿Αλλά ἡ σοβαρότερη ἀντινομία βρίσκεται στή δική μας ζωή καί στό ἱερό ὄνομα «χριστιανός», πού ὅλοι φέρουμε. Λεγόμαστε χριστιανοί, μικροί Χριστοί, μιμητές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δέν εὐθυγραμμίζουμε τή ζωή μας στά ἴχνη του. Γινόμαστε κακέκτυπο τοῦ Χριστοῦ καί αἰτία νά βλασφημεῖται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους.
(Μπορεῖ νά ἀναφερθεῖ τό παράδειγμα τοῦ Μ. ᾿Αλεξάνδρου, ὁ ὁποῖος στή μάχη συνάντησε ἕναν δειλό στρατιώτη, πού λεγόταν ᾿Αλέξανδρος, καί τοῦ εἶπε· «῎Η θά ἀλλάξεις ὄνομα ἤ διαγωγή»).

19,2. καί αὐτός ἦν ἀρχιτελώνης, καί οὗτος ἦν πλούσιος.

   ῏Ην ἀρχιτελώνης· ῾Η ᾿Ιεριχώ ἦταν ἕδρα ἑνός ἀπό τά πέντε τελωνειακά τμήματα στά ὁποῖα ὁ Καίσαρας χώρισε τήν Παλαιστίνη. ῾Ο Ζακχαῖος ἦταν ἀρχιτελώνης, ὁ ἀρχηγός τῆς τελωνειακῆς ἐπιχείρησης πού εἰσέπραττε τούς φόρους τῆς περιοχῆς.
    ῏Ην πλούσιος· Πλούτησε, βέβαια, μέ τήν περιουσία καί τά ἀγαθά τοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖο καταπίεζε μέ τή βαρειά φορολογία, πού τό ὕψος της αὐτός καί οἱ συνέταιροί του καθόριζαν. Οἱ ἄνθρωποι δούλευαν σκληρά καί ἀκατάπαυστα, χύνοντας κυριολεκτικά τόν ἱδρώτα καί τό αἷμα τους στήν καλλιέργεια τῆς γῆς, καί οἱ τελῶνες μέ σκληρότητα καί ἀδικία ἀποσποῦσαν τούς καρπούς τῶν μόχθων τους.
   Στή φράση· καί αὐτός ἦν ἀρχιτελώνης καί οὗτος ἦν πλούσιος, διακρίνεται ἴσως καί κάποιος θαυμασμός τοῦ εὐαγγελιστῆ. Βλέπει τό μέγεθος τοῦ πλούτου καί τήν ὑψηλή κοινωνική θέση τοῦ ἀρχιτελώνη Ζακχαίου καί νιώθει ἱκανοποίηση, διότι αὐτά δέν στάθηκαν ἱκανά νά ἀνακόψουν τήν πορεία του πρός τή σωτηρία, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ πλούσιου νεανίσκου.

19,3. καί ἐζήτει ἰδεῖν τόν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καί οὐκ ἠδύνατο ἀπό τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρός ἦν.

   ᾿Εζήτει ἰδεῖν τόν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι· ῾Η συνάντηση τοῦ Ζακχαίου μέ τόν Κύριο δέν εἶναι κάτι τυχαῖο καί συμπτωματικό. ᾿Ενδιαφέρεται νά δεῖ τίς ἐστι, ποιός εἶναι αὐτός πού ἡ προσωπικότητά του εἶναι σ᾿ ὅλους γνωστή. Οἱ θεραπεῖες καί οἱ λόγοι του εἶναι ἀντικείμενο συζητήσεως τῶν περισσοτέρων. ῎Εχει ἀκούσει πολλά ὁ Ζακχαῖος. Σίγουρα ἄκουσε καί τίς ἐπικρίσεις γιά τήν ἐπιείκεια καί τή συγκατάβαση τήν ὁποία δείχνει ὁ ᾿Ιησοῦς πρός τούς τελῶνες καί τούς ἁμαρτωλούς. ῞Ολα αὐτά τόν συγκινοῦν. Ποιός εἶναι αὐτός πού καί ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἀποδεικνύεται ἀπ᾿ τά σημεῖα πού ἐπιτελεῖ καί ἀγάπη δείχνει πρός τούς ἁμαρτωλούς; Στά βάθη τῆς ὑπάρξεώς του γεννιέται σφοδρή ἡ ἐπιθυμία νά δεῖ τόν ᾿Ιησοῦ.
   ῾Ο ἄνθρωπος ἀκολουθεῖ τίς ἐπιθυμίες του. ῾Ολόκληρο τό «εἶναι» του ἐπιστρατεύει, γιά νά ἀποκτήσει αὐτό πού ἐπιθυμεῖ. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ὅλος μιά ἀσίγαστη ἐπιθυμία· ζητιάνος τῆς χαρᾶς καί κυνηγός τῆς ἀλήθειας. «῞Οπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν»  (Μθ 6,21), λέει ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία. Συνήθως, στόν πεπτωκότα ἄνθρωπο, οἱ ἐπιθυμίες ταυτίζονται μέ τά πάθη καί τόν ἐξωθοῦν στήν καταστροφή. ῞Οταν ὅμως ἡ ἐπιθυμία στρέφεται σέ ἀνώτερα καί θεῖα πράγματα, τότε ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται στήν πραγματική χαρά καί τή σωτηρία. ῾Ο Ζακχαῖος χρόνια προσπαθοῦσε νά γεμίσει τό κενό τῆς ψυχῆς του, κυνηγώντας μέ ἀπληστία τόν πλοῦτο, ἀλλά δέν τά κατάφερε· τώρα ἀναζητεῖ τόν πραγματικό θησαυρό.
   Γιά νά γνωρίσουμε τόν Χριστό ὀφείλουμε νά τόν ἀναζητήσουμε. Καί ἀναζήτηση σημαίνει πόθος ψυχῆς, ἀσίγαστη δίψα, προσπάθεια νά ἀνακαλύψουμε τόν ἀληθινό προορισμό μας πάνω στή γῆ. ῾Ο Δαυΐδ στόν 41ο Ψαλμό ἐκφράζει τόν πόθο του γιά τόν Θεό μέ τήν εἰκόνα τοῦ διψασμένου ἐλαφιοῦ, πού τρέχει στίς πηγές τῶν ὑδάτων. Καί σ᾿ ἄλλον Ψαλμό ἐπαναλαμβάνει· «᾿Εξεζήτησέ σε τό πρόσωπό μου· τό πρόσωπόν σου, Κύριε, ζητήσω» (26,8).
   Τίποτε δέν μπορεῖ νά ὑποκαταστήσει αὐτή τή δίψα τῆς θείας παρουσίας. Τίποτε δέν ἔχει τή δύναμη νά ἀναπληρώσει τή θέση τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά καί στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό ἀκριβῶς ἐκφράζει καί ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος· «῏Ω Κύριε, εἶναι ἀνήσυχη ἡ ψυχή μας, ἕως ὅτου εὕρει ἀνάπαυση κοντά Σου». Καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος λέει· «῾Ο Θεός εἶναι πῦρ καί ζητᾶ ὕλη ν᾿ ἁρπάξει, δηλαδή ἀγαθή πρόθεση καί προαίρεση, καί νά πέσει μέσα σ᾿ αὐτήν καί ν᾿ ἀναφθεῖ. Σέ ὅποιους ἀναφθεῖ, πετάγεται σέ φλόγα μεγάλη καί φθάνει ὥς τούς οὐρανούς καί δέν ἀφήνει αὐτόν πού φλογίσθηκε νά σταματήσει καθόλου καί νά ἠρεμήσει».
   Οὐκ ἠδύνατο ἀπό τοῦ ὄχλου· ῾Ο Ζακχαῖος δέν μένει μόνο στήν ἐπιθυμία. Πλησιάζει πρός τό πλῆθος πού συρρέει γύρω ἀπ᾿ τόν ᾿Ιησοῦ, προσπαθώντας νά τόν δεῖ· συνωστίζεται ἀνάμεσα στόν κόσμο. Εἶναι ὅμως ἀδύνατο νά διακρίνει τόν ᾿Ιησοῦ· ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρός ἦν, εἶχε μικρό ἀνάστημα, ἦταν κοντός. Τό ἐμπόδιο, πού ὀρθώνεται μπροστά του, δέν τόν σταματᾶ· εἶναι ἀποφασισμένος νά δεῖ τόν ᾿Ιησοῦ, ἔστω κι ἄν χρειαστεῖ νά παραμερίσει τήν ἀξιοπρέπειά του καί νά κινηθεῖ ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι ταιριάζει στήν κοινωνική του θέση.

19,4. Καί προδραμών ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπί συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι.

   προδραμών ἔμπροσθεν· Τρέχει μπροστά, πρός τήν κατεύθυνση πού πορεύεται τό πλῆθος, ξεπερνᾶ τούς ἄλλους καί ψάχνει ἕναν σίγουρο τόπο, ἀπό τόν ὁποῖο θά μπορεῖ νά ἀντικρύσει τόν ᾿Ιησοῦ, καθώς θά διέρχεται ἀπό κεῖ.
   ᾿Ανέβη ἐπί συκομορέαν· Γιά νά καταλάβει κανείς τή σημασία αὐτῆς τῆς ἐνέργειας, πρέπει νά φαντασθεῖ τόν ἀντιδήμαρχο ἤ τόν πρόεδρο τοῦ ἐμπορικοῦ ἐπιμελητηρίου ἤ κάποιον διάσημο μεγαλοβιομήχανο νά ἀνεβαίνει σάν ἀλητόπαιδο σέ ἕνα δένδρο, γιά νά δεῖ ἀπό κεῖ κάποιο διερχόμενο πρόσωπο, τό ὁποῖο θεωρεῖται κοινωνικά κατώτερό του. ῾Ο Ζακχαῖος ἀνέβηκε στή συκομουριά ὄχι γιά νά δεῖ κάποιον ἀξιωματοῦχο, ρωμαῖο αὐτοκράτορα, τετράρχη ἤ στρατηγό, ἀλλά τόν ᾿Ιησοῦ.
   Τί θά ἔλεγε ὁ κόσμος, ὅταν θά ἔβλεπε αὐτό τό ἐπίσημο πρόσωπο νά ἀνεβαίνει πάνω στή συκομουριά σάν ἕνα ἀτίθασο παιδί; Τόν διακαῆ του πόθο καμιά τέτοια σκέψη, καμιά ἀξιοπρέπεια δέν στάθηκε ἱκανή νά τόν ἀνακόψει. ῞Οταν κανείς μέ πάθος ἐπιθυμεῖ κάτι, κάνει πράγματα πού κάτω ἀπό «ὁμαλές» συνθῆκες θά ἦταν ἀδύνατο νά τά διανοηθεῖ.
   Σίγουρα ἦταν ἀσυμβίβαστη πρός τήν κοινωνική του θέση ἡ ἐνέργειά του αὐτή. ῎Ισως ἐμεῖς θά τή χαρακτηρίζαμε καί παιδαριώδη. ῾Ο καρδιογνώστης Κύριος ὅμως συγκινεῖται ἀπό τήν ταπείνωση καί τόν πόθο του καί σταματᾶ, γιά νά ἀσχοληθεῖ εἰδικά μ᾿ αὐτόν.

19,5. Καί ὡς ἦλθεν ἐπί τόν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτόν καί εἶπε πρός αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γάρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι.

   ᾿Αναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτόν·  ῾Ο Ζακχαῖος ἐπιθύμησε μόνο νά δεῖ τόν ᾿Ιησοῦ κι αὐτό τοῦ φαινόταν ἀρκετό. ῾Ωστόσο, ἡ λαχτάρα τῆς καρδιᾶς του δέν διαφεύγει τήν προσοχή τοῦ παντεπόπτη Κυρίου. Σηκώνει τά μάτια του καί τόν βλέπει. Τό βλέμμα τοῦ ᾿Ιησοῦ συναντιέται μέ τοῦ τελώνη· κι εἶναι μιά ἰσχυρή ἐπικοινωνία, πού ἀγγίζει τόν Ζακχαῖο μέχρι τά βάθη τῆς ὑπάρξεώς του· τόν ἀνασταίνει.
   Μέ μιά παρόμοια ματιά ἀργότερα, στήν αὐλή τοῦ ἀρχιερέα, ὁ Κύριος θά δημιουργήσει συγκλονισμό στήν καρδιά τοῦ Πέτρου καί θά τόν ὁδηγήσει στή μετάνοια· «Στραφείς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ, καί ὑπεμνήσθη ὁ Πέτρος...τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καί ἐξελθών ἔξω... ἔκλαυσε πικρῶς» (Λκ 22,61).
   Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· ῎Ηδη ἡ ἐπικοινωνία μεταξύ ᾿Ιησοῦ καί Ζακχαίου ἔχει ἐπιτευχθεῖ. ῾Ο Κύριος τόν προσφωνεῖ μέ τό ὄνομά του καί προστακτικά τόν καλεῖ νά ζήσει τή λυτρωτική ἐμπειρία πού λαχταρᾶ. Στή συνάντηση αὐτή τοῦ ᾿Ιησοῦ μέ τόν παραστρατημένο ἄνθρωπο ἀρχίζει ἡ σωτηρία. ῾Ο Ζακχαῖος γίνεται οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ καί ὁ Κύριος τοῦ ἀνακοινώνει ὅτι θά πάει τήν ἴδια μέρα στό σπίτι του νά φιλοξενηθεῖ· σήμερον γάρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι.

19,6-7. Καί σπεύσας κατέβη, καί ὑπεδέξατο αὐτόν χαίρων. Καί ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρά ἁμαρτωλῷ ἀνδρί εἰσῆλθε καταλῦσαι.

   Καί σπεύσας κατέβη· ῾Ο Ζακχαῖος ἀνταποκρίθηκε πάραυτα στήν τιμή πού τοῦ κάνει ὁ Κύριος. κατέβηκε γρήγορα καί ὑπεδέξατο αὐτόν χαίρων, ὑποδέχθηκε τόν ᾿Ιησοῦ στό σπίτι του μέ χαρά. Τή χαρά, πού δέν βρῆκε τόσα χρόνια στόν πλοῦτο καί στήν ὑψηλή κοινωνική θέση, τοῦ τήν προσφέρει ὁ Κύριος μέ τήν ἐπίσκεψη στό σπίτι του. ῎Αν θεωροῦσε σπουδαῖο ὁ Ζακχαῖος καί μόνο τό νά δεῖ τόν ᾿Ιησοῦ, τό νά Τόν δεχθεῖ στό σπίτι του, νά καθίσει στό ἴδιο τραπέζι, νά Τόν συναναστραφεῖ μιά μέρα καί νά συζητήσει μαζί Του ὑπερέβαινε τά ὅρια τῆς φαντασίας του.
   ῾Ο ὄχλος ὅμως, ὁ ὁποῖος ἀκολουθοῦσε τόν ᾿Ιησοῦ καί ζοῦσε μέ τήν αὐταπάτη ὅτι αὐτός πορεύεται πρός τόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Δαυΐδ, ἀποκαρδιώθηκε ἀπό τήν ἐνέργεια αὐτή. Γνώριζε τήν προηγούμενη διαγωγή τοῦ Ζακχαίου καί δέν ἦταν σέ θέση νά ἐκτιμήσει τήν ἀναζήτησή του. Πολύ περισσότερο δέν μποροῦσε νά ἐξηγήσει τή συμπεριφορά τοῦ ᾿Ιησοῦ, ὁ ὁποῖος ἤθελε νά ἐνθαρρύνει τή μετάνοια τοῦ Ζακχαίου καί νά τόν βοηθήσει, ὥστε νά βγεῖ ἀπό τόν ἁμαρτωλό κλοιό πού τόν περιέσφιγγε.
Διεγόγγυζον· Τό ρῆμα «γογγύζω» εἶναι ἠχοποίητο, ἀπό τή φωνή τῶν περιστεριῶν «γόγγυ-γόγγυ». ῾Η πρόθεση «διά» ἐπιτείνει τή σημασία του. Σημαίνει γκρινιάζω ὑπερβολικά καί δυνατά, γιά νά δείξω τή δυσαρέσκειά μου ἤ κατακρίνω μουρμουριστά.
   Σάν ἀντίποδας στή χαρά τοῦ ἁμαρτωλοῦ πού ἀγγίζει τόν Θεό οἱ πάντες, ὁ ὄχλος πού ἀκολουθεῖ, ἀλλά «πόρρω ἀπέχει» (Μθ 15,8) ἀπό τόν ᾿Ιησοῦ, γογγύζει.
   ῞Οσοι ἄκουσαν τόν διδάσκαλο νά ζητᾶ φιλοξενία στό σπίτι τοῦ ἀρχιτελώνη, ἑνός ἄτιμου καί μιαροῦ ἀνθρώπου, ἀποκαρδιώθηκαν καί Τόν κατέκριναν. Δημιουργήθηκε μιά κατακραυγή, ἕνας ἔντονος ψίθυρος, ἕνα μουρμουρητό ὑπόκωφο καί ἐχθρικό. ᾿Αποροῦν γιά τό πῶς ὁ ᾿Ιησοῦς μπαίνει στό σπίτι ὅπου κατοικεῖ ἕνας καταπιεστής τοῦ λαοῦ, μιά βδέλλα πού ἀπομυζᾶ ἀχόρταγα τό αἷμα τῶν φτωχῶν ἀνθρώπων.
   ῾Ο Κύριος, ὅμως, δέν λογαριάζει τή γνώμη τοῦ κόσμου, ὅπως δέν τή λογάριασε καί ὁ Ζακχαῖος. Εἶναι κυνηγός ψυχῶν, πού ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ, γιά νά ζητήσει καί νά σώσει τό ἀπολωλός. ῞Οταν ὅλος ὁ κόσμος δυσανασχετεῖ γιά τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός δέχθηκε νά μπεῖ στό σπίτι ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀρχιτελώνη, τήν ἴδια στιγμή ἕνας ἄνθρωπος μετανοεῖ καί ἀρχίζει καινούργια ζωή. Γιά τούς πολλούς αὐτό ὑπῆρξε ἀφορμή σκανδάλου, κριτικῆς καί δυσανασχέτησης. Παρά τά σχόλια καί τήν κατακραυγή, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἄγγιξε βαθιά τόν μετανιωμένο ἁμαρτωλό.

19,8. Σταθείς δέ Ζακχαῖος εἶπε πρός τόν Κύριον· ἰδού τά ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καί εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν.

   ῾Ο Ζακχαῖος μετανοεῖ γιά τά ἐγκλήματα πού ἔχει διαπράξει. ῾Η μετάνοια τόν ἀποκαθιστᾶ καί τόν κάνει πάλι παιδί τοῦ Θεοῦ. Δέν περιορίζεται στό νά ἐκφράσει τή λύπη του γιά τίς ἀδικίες καί τά λάθη του· προχωρᾶ ἀμέσως στήν ἔμπρακτη ἀποκατάσταση. Μετάνοια πού περιορίζεται στά λόγια καί σέ μερικούς ἐξωτερικούς ἐντυπωσιακούς τύπους εἶναι ἄκαρπη, ψεύτικη. ῾Η ἁγία Γραφή μᾶς παρουσιάζει παραδείγματα ἀνθρώπων πού ἔδωσαν τήν ἐντύπωση ὅτι μετανοοῦν, ἀλλά, ἐπειδή ἦταν ψεύτικη ἡ μετάνοιά τους, μία προσωρινή μεταμέλεια, δέν σώθηκαν (Κάιν, Φαραώ, Σαούλ, ᾿Ιούδας). ῎Εχουμε ὅμως καί ἀνθρώπους μέ εἰλικρινῆ μετάνοια (Δαυΐδ, Πέτρος, Παῦλος). αὐτοί παραμένουν φωτεινά παραδείγματα, πού ἀξίζει καί πρέπει νά τά μιμηθοῦμε.
   ῾Η ἀληθινή μετάνοια φαίνεται ἀπό τό πόσο πρόθυμος εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά ξεκόψει ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά ἀποχωρισθεῖ αὐτά πού τόν κρατοῦν σφικτά στή γῆ, εἴτε εἶναι χρήματα εἴτε δύναμη καί ἐξουσία εἴτε ἀξιώματα. Μόνο ὅποιος βρεῖ κάτι ἀνώτερο ἀπ᾿ αὐτά συνειδητοποιεῖ τή σχετικότητά τους καί δίνει προτεραιότητα στά πνευματικά. ῾Ο Ζακχαῖος βρῆκε τόν Χριστό καί τή σωτηρία πού ᾿Εκεῖνος προσφέρει.
   Τά ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς· ῾Η δήλωση τοῦ Ζακχαίου· «Τό ἥμισυ τῆς περιουσίας μου δίνω, Κύριε, στούς φτωχούς καί ἄν πῆρα ἀπό κάποιον παράνομο φόρο, τοῦ ἐπιστρέφω τά τετραπλάσια», ἀποδεικνύει πόσο ἀδικαιολόγητος ἦταν ὁ γογγυσμός καί ὁ σκανδαλισμός τοῦ κόσμου.
   ῾Ο ᾿Ιησοῦς δέν δίδαξε τόν Ζακχαῖο, καί ὅμως αὐτός ἔκανε ὅ,τι θά ἐπιθυμοῦσε ὁ διδάσκαλος. ῎Εδωσε στούς φτωχούς τά μισά ἀπό τά ὑπάρχοντά του καί ἀπέδωσε στό τετραπλάσιο ὅσα εἶχε εἰσπράξει παράνομα. Φαίνεται πώς γνώριζε τά κεντρικά νοήματα τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, ἄν καί ὁ ἴδιος δέν τόν ἄκουσε ποτέ νά διδάσκει. Τόν συγκινοῦσε ἡ διαβεβαίωση τοῦ ᾿Ιησοῦ ὅτι ὁ Θεός δέχεται τούς ἁμαρτωλούς καί θαύμαζε ἐνδόμυχα τήν ἔμπρακτη μετάνοια πού δίδασκε. Πιθανόν νά γνώριζε πώς κι ἕνας ἀπό τούς μαθητές του, ὁ Ματθαῖος, ἦταν τελώνης στήν Καπερναούμ καί ἄλλαξε ζωή, γιά νά ἀκολουθήσει τόν ᾿Ιησοῦ.
   εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα· Τό ρῆμα «συκοφαντῶ» σημαίνει εἰσπράττω ἀπό κάποιον ὁρισμένο χρηματικό ποσό ὡς φόρο, ἐπικαλούμενος ἀνύπαρκτους νόμους. (Γιά τή σημασία τοῦ ρήματος βλέπε στό 9ο Μάθημα).
᾿Αποδίδωμι τετραπλοῦν· ῾Η στό τετραπλάσιο ἀπόδοση εἶναι ἐντολή τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Δέν ἰσχύει γιά ὅλες τίς κλοπές καί γιά τίς ποικίλες τελωνικές εἰσπράξεις, ἀλλά μόνο γιά τήν κλοπή μοσχαριῶν ἤ προβάτων· «᾿Εάν τις κλέψῃ μόσχον ἤ πρόβατον καί σφάξῃ ἤ ἀποδῶται, πέντε μόσχους ἀποτίσει ἀντί τοῦ μόσχου καί τέσσαρα πρόβατα ἀντί τοῦ προβάτου» (῎Εξ 22,1).
   Τό τετραπλοῦν τοῦ Ζακχαίου ὑπαινίσσεται τήν εἰδική ἐκείνη διάταξη τοῦ ρωμαϊκοῦ νόμου, κατά τήν ὁποία «εἴτε δημόσιον εἴτε ἰδιωτικόν πρόσωπον ἀπαιτήσει τι παρανόμως, μετά τοσούτου ἄλλου ἀποδίδωσιν αὐτό τῷ ἀδικηθέντι· εἰ δέ μετά βίας ἀπῄτηται, τό τετραπλοῦν δίδωσι καί σφοδρῶς τιμωρεῖται» (Βασιλικά 56,1,8).
   Κατά τήν ὀρθή παρατήρηση τοῦ Θεοφύλακτου, «ὁ Ζακχαῖος δέδωκεν πάντα τόν βίον», διότι «καί ὅσα ἀπό τά ὑπάρχοντά του κράτησε, τά ἤθελε γιά νά τά δώσει σ᾿ ὅσους ἀδίκησε... Πράγματι, ἔδωσε τά μισά ἀπό τά ὑπάρχοντά του στούς φτωχούς· τοῦ ἔμειναν τά ἄλλα μισά. ᾿Από αὐτά πάλι δίνει τετραπλάσια σ᾿ ὅσους ἀδικήθηκαν ἀπ᾿ αὐτόν. ᾿Αφοῦ ἡ περιουσία τοῦ ἀρχιτελώνη προερχόταν ἀπό ἀδικίες, τήν ἐπέστρεψε. Σκέψου ὅτι ἔτσι ἀπογυμνώθηκε ἐντελῶς».
   ῞Οταν ὁ Ζακχαῖος συναντᾶ τόν Κύριο, ἑκούσια πτωχεύει καί ἀποκτᾶ ἄφθαρτο θησαυρό. κερδίζει τήν ἐσωτερική του εἰρήνη· ὁ Κύριος πληρώνει τήν καρδιά του μέ τήν παρουσία του. Πέτυχε αὐτό πού μᾶς προτρέπει ἕνα κατανυκτικό τροπάριο τοῦ ῎Ορθρου τῆς Μ. Τρίτης· «Διάδος πτωχοῖς καί κτῆσαι φίλον τόν Κύριον». ᾿Αντίθετα, ὁ πλούσιος νεανίσκος, ὁ ὁποῖος συνάντησε τόν Χριστό πρίν ἀπό τόν Ζακχαῖο, ἄν καί ἦταν ἄμεμπτος ἠθικά, μελετοῦσε τό νόμο καί ποθοῦσε νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή, μόλις τοῦ ὑπέδειξε ὁ Κύριος μία ὁλοκληρωτική αὐταπάρνηση προκειμένου νά Τόν ἀκολουθήσει, ἀπομακρύνθηκε σκυθρωπός καί λυπημένος.
   ῾Η σωτηρία τοῦ πλούσιου Ζακχαίου ἑρμηνεύει αὐτό πού προηγουμένως εἶπε ὁ Κύριος· «Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λκ 18,27).

19,9-10. Εἶπε δέ πρός αὐτόν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καί αὐτός υἱός ᾿Αβραάμ ἐστιν. ῏Ηλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός.

   ῾Ο ᾿Ιησοῦς διαγγέλλει θριαμβευτικά· σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, ἀπαντώντας σ᾿ ὅσους τόν κατέκριναν γιά τό ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον του πρός τόν ἁμαρτωλό ἀρχιτελώνη. Παρόμοια ἐξήγηση ἔδωσε καί ὅταν διαμαρτυρήθηκαν οἱ φαρισαῖοι γιά τή συνεστίασή του μετά «τῶν τελωνῶν καί ἁμαρτωλῶν» στό σπίτι τοῦ Ματθαίου.
   ῾Η ἔκφραση καί αὐτός υἱός ᾿Αβραάμ ἐστιν ἦταν ἀπάντηση στό καύχημα τῶν ᾿Ιουδαίων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι θεωροῦσαν τούς ἑαυτούς τους ὡς γνήσιους ἀπογόνους τοῦ ᾿Αβραάμ καί φύλακες τοῦ νόμου. Μέ καύχηση ἔλεγαν· «Υἱοί ᾿Αβραάμ ἐσμεν», ἀντιδιαστέλλοντας τόν ἑαυτό τους ἀπό τούς ἄλλους, τούς ὁποίους θεωροῦσαν κατώτερους.
   ᾿Από τήν καταγωγή του, βέβαια, ἦταν καί ὁ Ζακχαῖος υἱός ᾿Αβραάμ, ἀλλά οἱ φαρισαῖοι εὔκολα ἀμφισβητοῦσαν τήν ἰδιότητα αὐτή σέ πολλούς. ῞Οταν ὁ ᾿Ιησοῦς εἶχε κατηγορηθεῖ γιά τή συναναστροφή του μέ τούς τελῶνες στό σπίτι τοῦ Ματθαίου, εἶχε ἀπαντήσει μέ δύο χαρακτηριστικές φράσεις· «Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες» καί «Οὐ γάρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν» (Μθ 9,12-13). Τώρα ἀπαντᾶ λέγοντας· ῏Ηλθε γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός. Οἱ τρεῖς φράσεις ἐκφράζουν τό ἴδιο νόημα. ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἀναζήτηση καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀπολωλότος εἶναι ἡ δική του ἀποστολή. ῞Οταν συντρώγει μέ τούς ἁμαρτωλούς ἤ τούς συναναστρέφεται καί δείχνει μέ κάθε τρόπο τή στοργή του σ᾿ αὐτούς, δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά ἐκτελεῖ τήν ἀποστολή του.
   Αὐτή τήν ἴδια ἀποστολή, τῆς ἐπιστροφῆς καί σωτηρίας τῶν παραστρατημένων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε ὅλα τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας. ῎Ετσι π.χ. ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅταν πάνω στά βουνά τῆς Βωβούσας στήν ῎Ηπειρο βρῆκε τό λήσταρχο Τότσκα, ἄγγιξε μέ τή διδαχή καί τήν ἁγιότητά του τή σπίθα πού κρυβόταν μέσα στήν καρδιά τοῦ λήσταρχου καί τήν ἔκανε πυρκαγιά πίστεως καί μετανοίας. ῾Υπάρχουν γύρω μας ἄνθρωποι πού ζοῦν μέσα στήν ἁμαρτία, ὅμως διατηρεῖται μέσα τους μιά θεϊκή σπίθα. Αὐτή θά κάψει κάθε κακία, ἄν βρεθεῖ κάποιος νά τήν τροφοδοτήσει.
   ῾Ο Χριστός ἀδιαφόρησε τελείως γιά τόν ἄδικο γογγυσμό τοῦ ὄχλου, τόν ὁποῖο προκάλεσε ἡ συμπεριφορά του πρός τόν ἀρχιτελώνη. Μπροστά στήν ἀξία τῆς ψυχῆς καμία ἀξία δέν ἔχει ἡ ἄδικη ταραχή πολλῶν συνειδήσεων. Τό μεγαλύτερο σκάνδαλο, ἐφόσον εἶναι ἄδικο, εἶναι ἀνάξιο προσοχῆς, προκειμένου νά σωθεῖ μία ψυχή. ῾Ο Χριστός γνώριζε καλά καί δίδαξε τόσο γιά τήν ἀξία τῆς ψυχῆς, τῆς ὁποίας δέν ὑπάρχει ἀντάλλαγμα, ὅσο καί γιά τήν εὐθύνη τοῦ σκανδαλοποιοῦ.
   ῾Ο γογγυσμός φαίνεται ὅτι συνεχιζόταν καί μετά τή γενναία δήλωση τοῦ Ζακχαίου, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά μεταβάλει τό γογγυσμό σέ δοξολογία. Αὐτοί πού γογγύζουν δέν ξέρουν τί εἶναι μετάνοια. ῎Εχουν τήν ἐπιφανειακή καί ἐπίπλαστη εὐσέβειά τους καί νομίζουν ὅτι ζοῦν ὅπως θέλει ὁ Θεός, στήν οὐσία ὅμως κάνουν τό θέλημά τους. Γι᾿ αὐτό ὁ ᾿Ιησοῦς ἀδιαφορεῖ. ῾Ως γιατρός πού εἶναι ἐπισκέπτεται τόν ἄρρωστο Ζακχαῖο καί προβαίνει σέ μιά λεπτή ἐγχείρηση. ῾Ο ἀσθενής του θεραπεύεται καί ἀναθεωρεῖ ἔμπρακτα τό βεβαρημένο παρελθόν του. Αὐτό ὅμως ἀφήνει ἀσυγκίνητους τούς ἐχθρούς τοῦ ᾿Ιησοῦ. Γι᾿ αὐτούς μετράει τό ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς φιλοξενεῖται στό σπίτι τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Μοιάζουν μέ τόν πρεσβύτερο υἱό τῆς παραβολῆς, πού ἡ ζήλεια καί ἡ ὀργή κάνουν τήν ψυχή του νά κοχλάζει ἀπό φθόνο καί κακία, διότι ὁ ἄσωτος υἱός ἐπέστρεψε στό σπίτι τοῦ πατέρα.
                                                                                   * * *
   Προϋπόθεση γιά τήν πνευματική ζωή καί τή σωτηρία εἶναι ἡ εἰλικρινής μετάνοια (βλ. Πρξ 11,18). Αὐτή τή μετάνοια βλέπουμε στήν περίπτωση τοῦ Ζακχαίου, ὁ ὁποῖος περνᾶ ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς, ἀπό τό θάνατο στή ζωή, ἀπό τά δίχτυα τοῦ σατανᾶ στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. Στή σωτήρια πορεία του διακρίνουμε τά ἑξῆς στάδια·
α) Συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος. ῾Ο Ζακχαῖος δέν ἐπαναπαύθηκε στά πλούτη καί τά ἀγαθά του, διότι εἶχε τή συναίσθηση ὅτι τά εἶχε ἀποκτήσει μέ ἀδικίες. ῾Η ἁμαρτία εἶναι μία φωτιά, πού ταράσσει καί ἀναστατώνει τόν ἁμαρτωλό, δέν τόν ἀφήνει σέ ἡσυχία.
β) ᾿Αναζήτηση τοῦ Λυτρωτῆ. ῾Η συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος ὠθεῖ τόν Ζακχαῖο στήν ἀναζήτηση τοῦ ᾿Ιησοῦ, τοῦ μοναδικοῦ Λυτρωτῆ.
γ) ῾Υπέρβαση τῶν ἐμποδίων πού παρεμβάλλονται. Τό μικρό του ἀνάστημα τό μεγαλώνει ἀνεβαίνοντας στό δένδρο. Γιά τήν κακή ἐντύπωση, πού θά προκαλοῦσε αὐτή ἡ ἐνέργειά του στόν κόσμο, ἀδιαφορεῖ.
δ) ᾿Απόφαση ἀλλαγῆς. ᾿Από τή στιγμή πού συνάντησε τόν ᾿Ιησοῦ ὁ Ζακχαῖος ἀποφασίζει νά ζήσει μία νέα ζωή. Τό πρῶτο βῆμα σ᾿ αὐτή τή ζωή εἶναι ἡ θυσία. Θυσιάζει τήν περιουσία του. ᾿Επιστρέφει τά κλεμμένα καί ἀποκαθιστᾶ τίς ἀδικίες πού διέπραξε, χωρίς νά ὑπολογίζει ὅτι ἔτσι στερεῖται τά πλούτη του. Τώρα ἡ ζωή του ρυθμίζεται ἀπό τό θέλημα τοῦ Λυτρωτῆ.
   ῎Αν ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος σώθηκε μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, δέν εἶναι λιγότερο ἀναγκαία καί γιά τή δική μας ζωή ἡ μετάνοια. ῾Η συνάντηση καί ὁ σύνδεσμός μας μέ τόν Θεό δέν εἶναι κάτι δεδομένο καί αὐτονόητο λόγῳ τῆς χριστιανικῆς μας ἰδιότητας. ᾿Αποτελεῖ τό σκοπό τῆς ζωῆς μας, κάτι πού γιά νά τό πραγματοποιήσουμε ἀπαιτεῖται ἰσόβιος ἀγώνας. Σ᾿ ὅποιον βαθμό καί ἄν τό ἐπιτύχουμε, πάντοτε θά ὑπάρχουν περιθώρια ἐπέκτασης. Εἶναι αὐτό πού ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κλίμακος ὀνόμασε «ἀτέλεστον τελειότητα» καί ἡ ὁποία συνιστᾶ τόν θεμελιώδη σκοπό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
   ᾿Αξίζει ἐπίσης νά σημειώσουμε ὅτι ἡ μετάνοια τοῦ Ζακχαίου ἦταν εὐνοϊκή γιά ὅλο τό σπιτικό του. ῾Ο προφήτης Ζαχαρίας περιγράφει σ᾿ ἕνα ὅραμά του πώς πάνω ἀπό τό σπίτι τοῦ κλέφτη ἔρχεται τό πετόμενο δρέπανο, πού θά τό θερίσει (Ζα 5,1-4). Τό σπίτι τοῦ Ζακχαίου χτίστηκε μέ κλεψιές καί ἀδικίες, μέ τό αἷμα καί τόν ἱδρώτα τοῦ φτωχοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖο κατέκλεβε ὡς ἀρχιτελώνης, γι᾿ αὐτό κινδύνευε νά καταστραφεῖ. Σώθηκε ὅμως τήν τελευταία στιγμή μέ τή μετάνοια τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς οἰκογένειας, πού τό παράδειγμά του ἀσφαλῶς θά ἀκολούθησαν καί ὅλα τά μέλη της.
   Καί σήμερα πολλά σπίτια εἶναι κτισμένα μέ χρήματα πού προέρχονται ἀπό κλοπές, ἀδικίες καί ἀπάτες. Μολύνονται καθημερινά ἀπό ἁμαρτίες φοβερές καί μεγάλες, πού μπορεῖ νά μένουν κρυφές ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀλλά τίς γνωρίζει πολύ καλά ὁ Θεός. Κάθε ἁμαρτία εἶναι ἕνας δυναμίτης, πού βάζει ὁ σατανᾶς στά θεμέλια τοῦ σπιτιοῦ. ῾Ο ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔλεγε· «῎Εχεις 100 πρόβατα· θέλεις νά τά χάσεις ὅλα; Βάλε μέσα στό μαντρί σου ἕνα κλεμμένο πρόβατο. ᾿Εξαιτίας τοῦ κλεμμένου θά χάσεις καί τά ἄλλα!».
   ῾Η μετάνοια, ἡ δικαιοσύνη καί ἡ ἐλεημοσύνη ἀσφαλίζουν καί σώζουν ἀπό κάθε συμφορά.


Στεργίου Σάκκου, Εὐαγγελικές περικοπές (βοήθημα γιά κυκλάρχες)