Ἡ Πασχαλιά μας (Ἑβ 2,11-18)
Μιά μικρή Πασχαλιά εἶναι ἡ σημερινή γιορτή, ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου. Ἀρχίζει ἡ ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας, τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας. Ψάλαμε στό Ἀπολυτίκιο: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ᾿ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις...».
῾Ο Θεός κατέστρωσε ἕνα μυστικό σχέδιο γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου προαιώνια, τότε πού ἀκόμη δέν ὑπῆρχε ὁ ἄνθρωπος. Μά γιά ποιόν τό κατέστρωσε; Γιά τόν ἄνθρωπο πού ἐπρόκειτο νά πλάσει. Γνώριζε ὁ Θεός ὅτι τό ἀγάπημένο του πλάσμα θά πέσει· γνώριζε ὅλη τήν ἀθλιότητα στήν ὁποία θά καταντήσει. Γι᾿ αὐτό ἐξ ἀρχῆς, ὅπως σχεδίασε τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι προγραμμάτισε καί τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ του γιά τήν ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου. Πρόκειται γιά ἕνα «μυστήριο», ἕνα μυστικό σχέδιο, τό ὁποῖο ἀρχίζει νά πραγματοποιεῖται σήμερα μέ τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου. Σήμερα φανερώνεται τό μυστικό τοῦ Θεοῦ. Σήμερα γιορτάζουμε τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ μέσα στή μήτρα τῆς Παρθένου. Αὐτή εἶνε ἡ πρώτη φάτνη! Ἀπό τήν παρθένο Μαρία ὁ Θεός λαμβάνει σάρκα καί αἷμα -κοινωνεῖ «σαρκὸς καὶ αἵματος» (βλ. Ἑβ 2,14)- καί γίνεται ὅμοιος μέ μᾶς ἐκτός ἁμαρτίας, γιά νά μᾶς κάνει καί μᾶς ὅμοιους μέ τόν ἑαυτό του, ἀνθρωπόθεους, κοινωνούς τῆς θείας φύσεως, γιά νά μᾶς χαρίσει τή σωτηρία, τή λύτρωση, τήν ἀνάπλαση, τήν ἄφθαρτη δόξα!
Μιά δόξα ἀπερίγραπτη, μιά δόξα ἀνέκφραστη, θά ἀπολαμβάνουμε, ἀδέλφια μου, στόν αἰώνιο παράδεισο ὡς κοινωνοί τῆς θείας φύσεως. Τό βλέπουμε στό πρῶτο πείραμα πού ἔγινε καί πέτυχε! Τό πρῶτο πείραμα αὐτῆς τῆς θεώσεως, αὐτῆς τῆς δόξας, τοῦ ἄφθαστου θεϊκοῦ μεγαλείου εἶναι ἡ παρθένος Μαρία. Μέ τόν Εὐαγγελισμό ἡ Κεχαριτωμένη ἁγιάζεται, εἶναι ὁ πρῶτος τέλειος ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς, τό ὑπόδειγμα τῆς νέας ἀνθρωπότητος πού δημιουργεῖ ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστός.
Γι᾿ αὐτό εἶπα ὅτι ὁ Εὐαγγελισμός εἶναι ἡ ἀνάσταση, ἡ πασχαλιά τῆς Παναγίας, ἀλλά καί δική μας πασχαλιά.
Εἶναι καταπληκτικό! Ὅπως ἡ Παναγία συνέλαβε μέ Πνεῦμα ἅγιο καί γέννησε τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, ἔτσι κάθε πιστός μπορεῖ μέ τό Πνεῦμα τό ἅγιο νά συλλάβει καί νά γεννήσει τόν Χριστό! Ναί, ὁ Χριστός γεννιέται στόν ἴδιο τόν ἑαυτό μου, ὅταν ὁ ἑαυτός μου ἀναγεννιέται καί ἀναπλάθεται. Μέ τό Βάπτισμά μας, ὑπενθυμίζω, παύουμε νά εἴμαστε αὐτοί πού ἤμασταν. Εἴμαστε πλέον ἕνας ἄλλος Χριστός, γι᾿ αὐτό καί παίρνουμε τό ὄνομά του, καλούμαστε «χριστιανοί». ῾Ο Χριστός παίρνει τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό μας καί τόν θανατώνει, τόν χωνεύει στόν τάφο του καί μᾶς δίνει τόν ἑαυτό του. Καί θέλει στό ἑξῆς νά βλέπει στόν ἑαυτό μας σάν σέ καθρέφτη τόν ἑαυτό του καί ἐμεῖς νά βλέπουμε σ᾿ Αὐτόν σάν σέ καθρέφτη τόν ἑαυτό μας. «῞Οσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθημεν, Χριστὸν ἐνεδύθημεν», ψάλλει ἡ Ἐκκκλησία μας.
Ἀλλά τή μεγάλη αὐτή ἡμέρα, ἀδέλφια μου, πού ἠχεῖ τό χαρμόσυνο «εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν» καί νιώθει ἡ καρδιά μας σκιρτήματα ἀγαλλίασης καί εὐφροσύνης, θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ καί στό δεύτερο γεγονός πού γιορτάζουμε, τό γεγονός τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας, πού συνδέεται ἄμεσα μέ τό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.
Οἱ πρόγονοί μας ἀποφάσισαν νά πεθάνουν γιά νά μᾶς ἐλευθερώσουν. Τοῦτο ἀκριβῶς θέλω νά τονίσω στόν ἑαυτό μου καί σ᾿ ὅλους τούς Νεοέλληνες. ῞Οπως ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μᾶς χάρισε τή λύτρωση, τήν αἰώνια λευτεριά, ὄχι μέ διαταγή οὔτε μέ μιά συνθηκολόγηση μέ τόν σατανᾶ, ὄχι, ἀλλά μέ τήν ἐσχάτη συγκατάβαση καί ταπείνωσή του -καταδέχθηκε νά γίνει ἄνθρωπος καί μάλιστα νά πεθάνει-, ἔτσι ἀκριβῶς καί τή λευτεριά οἱ πρόγονοί μας μᾶς τή χάρισαν ὄχι μέ συνθῆκες καί μέ συμβάσεις πολιτικές -στό τέλος ἐμφανίσθηκαν αὐτές-, ἀλλά μέ τήν ἀπόφαση οἱ ἴδιοι νά πεθάνουν.
Ναί, αὐτό ἀποφάσισαν. ῾Ο Κολοκοτρώνης τό ἔλεγε: «Αὐτό πού κάναμε ἦταν μιά τρέλα. Ἀποφασίσαμε νά πεθάνουμε γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία». Ἀλλά αὐτή ἡ τρέλα εἶναι πού ἐλευθέρωσε τόν τόπο. Μέ τόν θάνατό τους μᾶς χάρισαν τή λευτεριά. «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν», λέγει ὁ Κύριος, «ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει» (Ἰω 12,24). Μόνο ἡ θυσία μπορεῖ νά φέρει λευτεριά. Καί οἱ πρόγονοί μας ἀποφάσισαν νά θυσιασθοῦν καί θυσιάσθηκαν. Ποιός νά μετρήσει τίς σφαγές, τά βάσανα, τό τί ὑπέφεραν; ᾿Αδυνατοῦν τά λόγια νά περιγράψουν τά παθήματά τους, ὥσπου νά προβάλλει ἡ λευτεριά «ἀπ᾿ τά κόκκαλα βγαλμένη τῶν ῾Ελλήνων τά ἱερά»!
Τό χρέος τῶν Νεοελλήνων πρός ὅλους ἐκείνους πού θυσιάσθηκαν εἶναι ἀνεξόφλητο. Δέν ἐξαντλεῖται μέ γιορτές καί ἐγκώμια, παρελάσεις καί στεφάνια, ὄχι! Ξοφλοῦμε τό χρέος μέ βαθειά εὐγνωμοσύνη. Μέ εὐγνωμοσύνη πού ἐμπνέει καί σέ μᾶς φρόνημα θυσίας, πίστης στόν Θεό καί ἀγάπης στήν πατρίδα.
Σήμερα -κρῖμα!- χάνουμε ὅ,τι μέ αἷμα ἀπέκτησαν οἱ πρόγονοί μας... Τό χάνουμε, διότι ξενόφερτα ἤθη, νέα πνεύματα, καινούργιες ἰδέες ἔρχονται νά δημιουργήσουν φοβερότερη σκλαβιά. Τρέμει κανείς ὅταν ἀναλογίζεται ποῦ βαδίζει ἡ χώρα μας, ποῦ βαδίζουν οἱ ἄρχοντες, ποῦ βαδίζει ἡ νεολαία, ποῦ βαδίζει ἡ πατρίδα αὐτή, πού εἶναι σπαρμένη μέ αἵματα καί κόκκαλα ἡρώων!... Βαδίζει πρός τόν χαμό, πρός τήν καταστροφή. Γι᾿ αὐτό, μαζί μέ τά ἐπινίκια καί τά θριαμβευτικά ἄσματα, νά ὑψώσουμε θερμή δέηση: «Κύριε τῶν δυνάμεων, μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γὰρ ἐκτός σου βοηθὸν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε τῶν δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς». Ἀμήν!
Στέργιος Ν. Σάκκος
Παρεκκλήσιο Ἀπ. Παύλου, Φίλυρο 25-3-97