Ἐθνική παλιγγενεσία-Ἐθνομηδενισμός (Β΄)


kefali cΚεντρικός ἄξονας τοῦ ἐθνομηδενισμοῦ εἶναι ἡ θεωρία ὅτι τό 1821 δέν ἔ­χου­με ἐ­θνική παλιγγενεσία, ἀλλά γέν­­νηση ἑνός ἔθνους, ὅτι μόλις τόν 19ο αἰώνα φτιά­χνεται τό ἑλληνικό κράτος - ἔ­θνος.
Μά ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες δέν δημι­ουρ­γήσαμε κράτος πρώτη φορά τό 1830 μ.Χ. Τότε ξαναϊδρύσαμε ἑλληνικό κρά­τος, ἀ­φοῦ πολύ πρίν, πρό τῆς τουρκι­κῆς σκλα­βιᾶς, εἴχαμε τό κράτος τοῦ Βυζαν­τίου.
Μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντι­νού­πολης ἀπό τούς Σταυροφόρους, τό 1204 μ.Χ., ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νίκαιας πού σχη­μα­τί­ζεται εἶναι, ἐπίσης, καθαρά ἑλλη­­νικό κρά­τος στή Μικρά Ἀσία. Ἐκεῖ με­τα­φέ­ρον­ται ἀπό τή Βασιλεύουσα ὁ αὐ­­το­κράτορας καί ὁ ὀρθόδοξος πα­τρι­­άρ­χης. Ὁ Ἑλληνι­σμός ἱδρύει στή Νί­καια ἕνα ἀ­μι­γές ἑλληνικό κρά­τος. Ἀπό τότε ὑπάρχει ἡ αἴσ­θηση τοῦ ἑλ­ληνικοῦ ἔθνους-κρά­τους. Ἡ αὐτοκρα­το­ρία τῆς Νίκαιας (1204-1261) χαλυβδώνει τήν ἑλληνορθόδοξη ταυτότη­τα. Κατά τόν Κων­σταντῖνο Χολέβα, τά κεί­μενα τῆς ἐ­πο­χῆς ἐκείνης ἀπαντοῦν σέ ὅσους ἀμφι­σβη­τοῦν σήμερα τή συνέχεια τοῦ Ἑλλη­νι­σμοῦ.
Ὁ αὐτοκράτοράς της Ἰωάννης Γ´ Δού­κας Βατάτζης, ἀπαντώντας στήν ἐ­πι­στο­λή τοῦ πάπα Γρηγορίου Θ´, διακη­ρύσ­σει τόν ἀσίγαστο πόθο του γιά τήν ἀ­πε­λευ­θέρωση τοῦ σκλαβωμένου ἐθνι­κοῦ κέν­τρου. Ἀκόμη ἀναφέρεται στόν ἀγώνα τῶν Ἑλλή­νων γιά τή διατήρηση τῆς πο­λι­τικῆς καί πολιτι­στι­κῆς κληρονομιᾶς τους:
«...Μᾶς γράφεις ὅτι ἀπό τό δικό μας, τό Ἑλληνικό Γένος, ἄνθησε ἡ σοφία καί τά ἀ­γαθά της καί διαδόθηκε στούς ἄλλους λα­ούς. Αὐτό σωστά γράφεις... Πῶς ξέχασες νά γράψεις ὅτι, μαζί μέ τή σοφία, τό Γένος μας κληρονόμησε ἀπό τόν Μέγα Κωνσταν­τῖνο καί τή βασιλεία; Ποιός ἀ­γνο­εῖ ὅτι τά κληρονομικά δικαιώματα τῆς διαδοχῆς πέρασαν ἀπό ἐκεῖνον στό δικό μας Γένος καί ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε οἱ νόμιμοι κληρονόμοι καί διάδοχοι;
Ἔπειτα, σύ ἀπαιτεῖς νά μήν ἀγνοή­σου­με τόν θρόνο σου καί τά προνόμιά του. Ἀλλά καί ἐμεῖς ἔχουμε νά ἀνταπαιτήσουμε νά δεῖς καθαρά καί νά μάθεις τά δικαιώματα πού ἔχουμε ἐμεῖς ἐπί τῆς ἐξουσίας καί τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης, τό ὁποῖ­ο ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο δια­τηρήθη­κε γιά μία χιλιετία καί ἔφτασε σέ μᾶς. Οἱ γενάρχες τῆς βασιλείας μου εἶναι ἀπό τό γέ­νος τῶν Δουκῶν καί τῶν Κομνη­νῶν, γιά νά μήν ἀναφέρω ἐδῶ καί ὅ­λους τους ἄλ­λους βασιλεῖς πού εἶχαν ἑλληνική καταγωγή καί γιά πολλές ἑκατοντάδες χρόνια κατεῖχαν τή βασιλική ἐξουσία τῆς Κωνσταντινούπολης. Αὐτούς ὅλους, καί ἡ ἐκκλησία τῆς Ρώμης καί οἱ ἱεράρχες της, τούς προσ­κυνοῦσαν ὡς αὐ­τοκράτο­ρες τῶν Ρωμαί­ων...
Ἐμεῖς ἐξαναγκαστήκαμε ἀπό τήν πολεμική βία καί φύγαμε ἀπό τόν τόπο μας· ὅ­μως δέν παραιτούμαστε ἀπό τά δικαιώματά μας τῆς ἐξουσίας καί τοῦ κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης. Καί νά ξέρεις ὅτι αὐ­τός πού βασιλεύει εἶναι ἄρχοντας καί κύριος ἔθνους καί λαοῦ καί πλήθους· δέν εἶναι ἄρχοντας καί ἀφεντικό σέ πέτρες καί ξύλα, μέ τά ὁποῖα χτίστηκαν τά τείχη καί οἱ πύργοι...
Ποτέ δέν θά πάψουμε νά δίνουμε μά­χες καί νά πολεμοῦμε αὐτούς πού κατέκτησαν καί κατέχουν τήν Κωνσταντι­νού­πο­λη. Ἀλήθεια, πῶς δέν θά διαπράτταμε ἀδικία ἀπέναντι στούς νόμους τῆς φύσης καί στούς θεσμούς τῆς Πατρίδας μας καί στούς τάφους τῶν προγόνων μας καί στά θεῖα καί ἱερά τεμένη, ἄν δέν πολεμήσουμε γι᾽ αὐτά μέ ὅλη τή δύναμή μας;...».
Ὁ αὐτοκράτορας τῆς Νίκαιας Μι­χαήλ Θ΄ Παλαιολόγος πετυχαίνει τό 1261 τήν ἀνακατάληψη τῆς Κων­σταν­τινούπολης ἀ­πό τούς Φράγκους. Τότε ἐξαγγέλλει γιά πρώτη φορά τόν ὅρο Μεγάλη Ἰδέα, ἐννοώντας ὅτι κάποτε θά ἀνακτήσουν ὅλα τά ἐδάφη, πού τά κατέχουν οἱ Φράγκοι καί οἱ Τοῦρκοι. Τό Βυζάντιο, ἀπό τό 1261 καί με­τά, εἶναι ἑλληνικό ἔθνος-κράτος. Μετά ὅ­μως ἀπό τήν ἅλωση τῆς Πόλης, τό 1453, χάνεται κάθε πολιτειακή ὑπόσταση. Γι’ αὐ­τό στήν Τουρκοκρατία οἱ Ἕλληνες μι­λοῦν γιά «μαρμαρωμένο βασιλιά», λέ­νε μέ ἐλ­πί­δα «Πάλι μέ χρόνια, μέ και­ρούς, πάλι δικά μας θά ᾽ναι». Κατα­­φαίνεται ὁ ἄσβε­στος κα­η­μός νά ἀνα­συ­στήσουν τό κράτος τους.
Ἐπίσης, ἡ ἐθνοαποδομητική σχολή ὑ­ποστηρίζει πώς πρίν ἀπό τήν Ἐπανά­στα­ση τοῦ ’21 δέν ὑπάρχουν Ἕλληνες. Ὑ­πάρ­χουν μόνο Ὀρθόδοξοι. Ἀφοῦ, λοι­πόν, ἡ ταυτότητά τους εἶναι κατεξοχήν ὀρ­θό­δοξη, ἄρα δέν ἔχουν συγκροτημένο ἑλλη­νικό ἔθνος.
Ἀποκρύπτουν πώς στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας Ὀρθοδοξία καί ἑλ­ληνικό ἔθνος ταυτίζονται. Ὁ ἐκκλη­σιαστικός θε­σμός, τό Πατριαρχεῖο, εἶ­ναι ὁ σημαντικό­τε­ρος θεσμός πού ἐκ­προσωπεῖ τούς Ἕλ­λη­νες. Στήν ἱστορία ἔχουμε περι­πτώ­σεις πού κάτω ἀπό κατοχή οἱ Ἕλληνες ἔχασαν τή γλώσσα τους. Ἀλλά ὅπου διατήρησαν τήν ὀρ­θόδοξη πίστη τους, ἐκεῖ μπόρεσαν νά κρατηθοῦν στήν ἑλλη­νική ταυτότητα. Ὁ Ἑλληνισμός ἐπιβίωσε διά τῆς Ὀρ­θοδο­ξίας. Ἀντίθετα, ὅταν κά­ποιος στήν Τουρ­κο­κρα­τία ἀλλαξοπιστοῦ­σε, αὐτό σήμαινε πώς τούρκεψε. Πόσα ἑκατομ­μύρια ἐξι­σλαμι­σθέντων κλαίει ὁ Ἑλ­λη­νισμός, γιατί χάθη­καν ὁριστικά!
«Παράλληλα, λοιπόν, μέ τή διαρκῆ ἀν­τίσταση στά μέτωπα τῶν πολεμικῶν συγ­κρούσεων, ὁ Ἑλληνισμός θά διασω­θεῖ ἀ­κουμπώντας στίς μείζονες πνευ­ματικές πα­ρακαταθῆκες του, στήν ὀρ­θόδοξη πί­στη, τή γλώσσα, τή συνείδηση τῆς ἱστο­ρι­κῆς του διαχρονίας», ὑπο­γραμμίζει στό βιβλίο του «Ἐκκλησία καί Γένος ἐν αἰ­χμα­λωσίᾳ» ὁ πολιτικός ἀ­ναλυτής Γ. Κα­ρα­μπελιάς.
Οἱ Ἕλληνες τοῦ 2021 κουβαλᾶμε πά­νω μας βαρειά ἱστορία χιλιετηρίδων. Αὐτή τήν πραγματικότητα ἐκφράζει ὁ νομπε­λί­στας ποιητής Γ. Σεφέρης στούς παρα­κάτω περίτεχνους στίχους του:
«Ξύπνησα μέ τό μαρμάρινο τοῦτο
κεφάλι στά χέρια,
πού μοῦ ἐξαντλεῖ τούς ἀγκῶνες
καί δέν ξέρω ποῦ νά τ’ ἀκουμπήσω...».
Ὁ ποιητής ξυπνώντας βρίσκεται μέ ἕνα μαρμάρινο κεφάλι στά χέρια του. Εἶ­ναι τό­σο βαρύ πού τόν ἀποδυναμώνει καί δέν ξέρει ποῦ νά τό ἀκουμπήσει. Τό δυσ­βά­στα­χτο ἀντικείμενο, τό μαρμάρινο κε­φά­λι, εἶναι ἡ τεράστια ἐθνική παρα­κα­ταθήκη. Ὥρα ν’ ἀρματωθοῦμε οἱ Νε­οέλ­λη­νες μέ τήν πλού­σια πνευ­μα­τική κλη­ρο­νο­μιά μας, γιά νά ἀν­τιμε­τω­πίσουμε μέ σο­βαρότητα καί γεν­­­ναι­ό­τητα τίς φοβερές, παράλογες προ­κλή­σεις τῶν και­ρῶν μας.

Ἑλληνίς