Κάθε καινούργιος χρόνος εἶναι μιά πρόκληση ν’ ἀφήσουμε πίσω τό παρελθόν. Τό παρελθόν, ὅσο ἐπιτυχημένο κι ἄν εἶναι, συνδέεται μέ τή φθορά, ἔχει χάσει πιά τή λάμψη του. Ἐνῶ τό παρόν καί πολύ περισσότερο τό μέλλον κουβαλοῦν τήν ἐξέλιξη, τή σπίθα καί τόν ἐνθουσιασμό τοῦ καινούργιου.
Ὅμως ἄν ἡ ἀποδέσμευση ἀπό τό παρελθόν εἶναι γενικά ἐπιθυμία, στήν πνευματική ζωή εἶναι ἀνάγκη. Γιά τόν πιστό πού ἀγωνίζεται, κάθε καινούργια περίοδος, ὅπως εἶναι μιά νέα χρονιά, δέν σημαίνει ἁπλῶς ἐγκατάλειψη τοῦ παλιοῦ, ἀλλά μιά πρόσκληση γιά ψυχική ἀνακαίνιση. Χθές ἡ σχέση μας μέ τόν Κύριο, ὅσο πλούσια καί καρποφόρα κι ἄν ἦταν -ἄν ἦταν!-, σκιάστηκε ἀναπόδραστα ἀπό κηλῖδες, βαρίδια καί πτώσεις. Πῶς λοιπόν θά προχωρήσουμε στό αὔριο ὡς παιδιά τοῦ Θεοῦ μέ τέτοιο φορτίο; Γίνεται; Τό νέο ἔτος, καί μόνο πού παρατείνει τή ζωή μας, εἶναι ἕνα καίριο κάλεσμα πού μᾶς προειδοποιεῖ: «Ἐμπρός! Πέταξε τίς βρομιές ἀπό πάνω σου, ὅσο εἶναι καιρός! Μή ρισκάρεις τή σωτηρία σου!». Ἤ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «...Εἶναι πλέον ὥρα νά σηκωθοῦμε ἀπό τόν ὕπνο. Διότι τώρα εἶναι πιό κοντά μας ἡ σωτηρία ἀπό τότε πού πιστέψαμε. Ἡ νύχτα προχώρησε καί ἡ μέρα πλησιάζει. Ἄς πετάξουμε λοιπόν ἀπό πάνω μας τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἄς ντυθοῦμε τά ὅπλα τοῦ φωτός» (Ῥω 13,11-12).
Γιά νά γίνει βέβαια κάτι τέτοιο ἀπαιτεῖται μετάνοια. Μετάνοια βαθειά, ριζική. Μετάνοια πού δέν θά περιορίζεται στή συντριβή μας γιά κάποιες πράξεις, ἀλλά πού θά ἀγκαλιάζει ὁλόκληρη τή ζωή μας. Ἐδῶ εἶναι σημαντικό νά προσέξουμε δύο βασικές λεπτομέρειες: Ἡ λέξη μετάνοια σημαίνει ὡς γνωστόν τήν ἀλλαγή τοῦ νοῦ, τῆς νοοτροπίας μας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι πρωταρχικά νοοτροπία, ὄχι πράξη. Καί ποιά νοοτροπία συνιστᾶ ἁμαρτία; Ἐκείνη πού μᾶς κάνει εἰδωλολάτρες, πού θρονιάζει στή συνείδησή μας διάφορους ψευτοθεούς καί ἐκθρονίζει τόν ἀληθινό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μ’ ἄλλα λόγια τό ἐρώτημα, στό ὁποῖο πρέπει νά ἀπαντήσουμε εἶναι ἕνα: Ποιά νοοτροπία κυριάρχησε μέσα μας τή χρονιά πού πέρασε; Ἦταν προτεραιότητά μας ὁ Χριστός ἤ ἦταν οἱ ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες μας, τά πάθη μας ἤ ἔστω οἱ ἀνάγκες καί τά ὄνειρα μας; Ἐνδεχομένως βέβαια νά ἀναρωτηθεῖ ἐδῶ κάποιος: Καί δέν γίνεται νά εἶναι πρῶτα στή ζωή μου, μαζί μέ τόν Χριστό, τά ὄνειρά μου γιά τήν οἰκογένειά μου, γιά τίς σπουδές μου ἤ γιά τήν ἀποκατάστασή μου; Τί κακό ἔχουν; Ἀσφαλῶς δέν ἔχουν κανένα κακό, ὅμως ἄν θέλουμε νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, τότε θά ἀναγνωρίσουμε εὔκολα ὅτι ὄχι, δέν γίνεται. Καί δέν γίνεται γιά τόν ἁπλό λόγο ὅτι ἄν αὐτά τά πράγματα μοιράζονται μέ τόν Κύριο τήν πρώτη θέση στή ζωή μου, στήν πραγματικότητα τή μοιράζεται ὁ Σατανᾶς. Ὁ Θεός εἶναι ἕνας. Τό νά λατρεύουμε ὁτιδήποτε ἄλλο μαζί του, ἀκόμη καί τά πιό εὐγενῆ, εἶναι ψεῦδος, δαιμονική κατάσταση∙ «τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ;» (Β΄ Κο 6,15).
Τό ἄλλο πού πρέπει νά μᾶς ἀπασχολήσει εἶναι ὅτι ἡ μετάνοια ὀφείλει, εἶναι ἀνάγκη, νά μετουσιώνεται σέ βίωμα, σέ ἐμπειρία, σέ ζωή. Δέν ἀρκεῖ δηλαδή ἡ συντριβή γιά τίς πτώσεις τοῦ παρελθόντος. Ἄν ἡ συντριβή αὐτή δέν καρπίζει ἀγώνα ἀσυμβίβαστο νά διορθώσουμε ὅ,τι γκρεμίσαμε, ἄν εἶναι ἁπλῶς ἕνας θρῆνος καί ὄχι στέρεη ἀπόφαση γιά ἀλλαγή, τότε ὄχι μόνον εἶναι μάταιη, ἀλλά θά ἐκφυλιστεῖ γρήγορα σέ ὑποκρισία, σέ ἄλλοθι γιά νά ἐπαναλάβουμε τά ἴδια. Ὁ Θεός λέει μέσῳ τοῦ προφήτη Ἠσαΐα στόν Ἰσραήλ πού ἡ μετάνοιά του ἦταν μόνο λόγια: «Ἀκοῦστε λόγο Κυρίου, ἄρχοντες τῶν Σοδόμων. Δῶστε προσοχή στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, λαέ τῆς Γομόρρας... Ὅταν ὑψώσετε τά χέρια σας σέ μένα, θά ἀποστρέψω τά μάτια μου ἀπό σᾶς∙ καί ἄν πληθύνετε τίς δεήσεις, δέν θά σᾶς ἀκούσω, διότι τά χέρια σας εἶναι γεμάτα αἵματα. Λουστεῖτε καί καθαριστεῖτε... πάψτε τίς κατεργαριές σας. Μάθετε νά κάνετε τό καλό... Ἐπιδιῶξτε δικαιοσύνη, σῶστε αὐτόν πού ἀδικεῖται, δικαιῶστε τό ὀρφανό καί τή χήρα. Καί ἐλᾶτε νά συζητήσουμε... Καί ἄν οἱ ἁμαρτίες σας εἶναι σάν τό φοινικοῦν, σάν τό χιόνι θά τίς λευκάνω∙ ἄν εἶναι σάν τό κόκκινο, θά τίς κάνω λευκές σάν τό μαλλί τοῦ προβάτου» (Ἠσ 1,10∙ 15-18). Μ’ ἄλλα λόγια ὄχι μόνο δέν ἔχει ἀποτέλεσμα ἡ μετάνοια ἄνευ ἔργων, ἀλλά εἶναι κάτι τό ἀπεχθές γιά τόν Κύριο. Ἀντίθετα ἡ ἔμπρακτη μετάνοια ἔχει καταλυτική δύναμη∙ συγκινεῖ τόν ἅγιο Θεό καί μέ τή χάρη Του ἀπολυτρώνει τόν ἄνθρωπο.
Τό νέο ἔτος 2022 εἶναι πλέον πραγματικότητα. Τό ἀναλογιζόμαστε; Ὁ Θεός μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά ἀπεμπλακοῦμε ἀπό τά δεσμά πού χαλκεύσαμε τά προηγούμενα χρόνια τῆς βιοτῆς μας καί νά χτίσουμε ἀπό ’δῶ καί στό ἑξῆς μιά καθαρή, ἀψεγάδιαστη σχέση μαζί Του. Ποιός δέν τό θέλει; Ποιός θά ἀπαξίωνε κάτι τέτοιο; Μόνον ἄφρονες. Συνεπῶς ἄς μήν πάει χαμένο αὐτό τό ἀνεκτίμητο δῶρο. Δέν πρόκειται γιά μιά βελτίωση τοῦ ἑαυτοῦ μας κοινωνική, ἠθική, πολιτισμική. Πρόκειται γιά μιά καινούργια, ὁλοκαίνουργια ζωή, γιά ἕνα ἄνοιγμα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού ἔρχεται μέν, ἀλλά στήν ὕπαρξη τοῦ ἀγωνιστῆ πιστοῦ εἶναι ἤδη παροῦσα. Τί ἄλλο καλύτερο λοιπόν νά εὐχηθοῦμε στόν κάθε ἀδελφό ἀπό εὐλογημένη, ἀποδοτική, ἀλλά καί ἀγωνιστική χρονιά;
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας