Μιά σωτήρια ἐπιστολή

MARTYRAS  Μπορεῖ ἕνα γράμ­μα νά ἀλλάξει τήν πορεία ἑνός ἀνθρώπου; Μπορεῖ μιά ἁ­πλή, χειρόγραφη ἐπιστολή νά συνταράξει ἕναν ἄρ­χο­ν­τα τόσο, ὥστε νά ἀφήσει μιά γιά πάντα ὅλα τά ἀξιώματα, ὅλες τίς τιμές; Τί δύνα­μη νά ἔχουν λέξεις μέ μελάνι γραμμένες, γιά νά μεταβάλουν κάποιον πού κινεῖ τίς τύχες τοῦ κόσμου, ὥστε νά μή νοιάζεται οὔ­τε γιά τή δική του τύ­­χη καί ζωή; Μέ τή συ­γκλονιστι­κή του ἀ­πό­φα­­­ση νά ἀκυρώνει ἀ­­­κόμη καί τό μέλ­λον του, πού δια­γράφεται λαμπρό;
  Ὁ Παγχάριος εἶ­ναι. Ἔχει τόν τίτλο τοῦ πρώτου τῆς Συγκλήτου. Εἶναι ὁ σκρινιάριος, ὁ χαρτουλάριος ὅλης τῆς βασιλείας. Οἱ ἀνέσεις πού ἀπολαμβάνει καί ἡ δόξα τῆς ἐξουσίας σάν τή χόβολη σκεπάζουν τήν πιό λαμπρή τιμή, πού ἀξιώθηκε νά λάβει ἀπό μικρό παιδί. Νά γίνει υἱός τοῦ παμ­βασιλέ­ως Χριστοῦ! Γεννήθηκε στήν πόλη Βιλθαπάτη, στή χώ­ρα τῶν Οὐ­σάνων. Οἱ χριστιανοί γονεῖς του ἐμπι­στεύ­θηκαν τήν ψυχή του στόν ἕνα καί ἀληθινό Θεό. «Πάντα τά ἅγια τοῦ Θεοῦ» τοῦ τά ἔδωσαν προίκα. Τόν ἔντυσαν μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό. Μεγάλωσε ἀληθινά μακάριος ὁ Παγχάριος. Θέλγητρα καί φόβητρα τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης τόν ἄφηναν ἀνεπηρέαστο.
  Ὥσπου βρέθηκε στή Ρώμη. Ἑλκυστικός, ὑψηλός, θαυμαστός νέος. Τόν φθόνησε ὁ διάβολος, τόν ζήλεψε ὁ αὐ­το­κράτορας. Ποιός τό περίμενε; Θέλησε νά γίνει φίλος του. Μετεωρίστηκε ὁ Παγχάριος. Αἰχμαλωτισμένος ἀπό τήν ξεχωριστή ἀγάπη τοῦ Διοκλητιανοῦ καί τήν εὐ­γενῆ συμπεριφορά του ἔδωσε τή συγκατάθεσή του. Στή μακρινή πόλη τῆς Ἰταλίας «ὁ κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» σημειώνει χαιρέκακα μία νίκη. Χρόνος κύλησε στή «φι­λία τοῦ κόσμου».
  Στήν πατρίδα του ὅ­μως δινόταν μιά μυ­­στική μάχη στά γό­να­τα. Εὐ­λογη­μέ­νοι αὐ­τοί πού ἀγάπησαν τόν Παγ­χάριο στό ὄ­νομα τοῦ Χριστοῦ! Τρισευλογημένοι ὅ­λοι ἐκεῖνοι πού τόν πολιόρκησαν μέ τίς δακρύβρεχτες προσευχές τῆς πίστεώς τους! Ἡ ἀγάπη τους διέσχισε τά μίλια πού τούς χώριζαν καί τοπικά καί τροπι­κά. Ἀνάμεσα στά ἔγγρα­φα πού κατέ­φθα­ναν στό ἀρχοντικό του μέ βασιλική προσταγή γιά διάφορα σιτηρέσια, ἔ­φθα­σε στά χέρια του μιά διαφορετική ἐπιστολή. Τήν ἄνοιξε. Ὁ γραφικός χαρακτήρας τῆς μητέρας του, ἀλ­λά καί τῆς ἀδελφῆς του. «Τή μονάκριβη ψυχή σου σκέψου, παιδί μου! Αὐτή πού τήν ἐ­ξαγόρασε ὁ Χριστός μας μέ τό αἷμα Του. “Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδή­σῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυ­χὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀ­ντάλ­λαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;”...» διάβα­ζε. Ὥ­ρα παρμένη ἀπό τήν ὀμορφιά τοῦ Παραδείσου. Δάκρυα αὐλάκωναν τό πρό­σωπό του. Τώρα ἀρχίζει νά εἶναι ἀ­ληθινά χαρούμενος καί πάλι ὁ Παγχάρι­ος. Εἶναι τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς πού ζεῖ μέσα στή μετάνοιά του. «Εἶσαι πλασμένος γιά τόν Αἰ­ώνιο Βασιλιά. Κοίτα σέ Κεῖνον! “Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐ­ρα­νοῖς· ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς”. Τό ἄ­φθαρ­το στεφάνι σοῦ ταιριάζει, χα­ρά μου, Παγχάριε!». Σάν νά τίς βλέπει μπροστά του νά τόν ἐνισχύουν, νά τόν παροτρύνουν. «Θάρσει! Ὁ Χριστός μας εἶναι μαζί σου στήν καινούργια σου ἀπόφαση· “ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσί­αν ... ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐ­δὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ”».
  Μέσα στό ἀρχοντικό δωμάτιο δέν λά­μπουν τώρα πιά οἱ πορφύρες καί τά χρυσάφια. Ὁλόλαμπρη εἶναι ἡ ψυχή τοῦ με­τανοημένου Παγχάριου. Ριγμένος στή γῆ προστρέχει στόν Κύριο τοῦ Οὐρανοῦ. «Ἐ­λέησόν με, Κύριε Παντοκράτορ, σπλαχνίσου με καί μή μέ ντροπιάσεις ἐ­νώπιον τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων!». Τό ἄ­κουσμα τοῦ λυγμοῦ του γί­νεται ὑποψία γιά τούς ὑπηρέτες τοῦ ἀνακτόρου καί ἀκολουθεῖ κατάδοση στόν αὐ­το­κράτο­ρα. Ὁ φίλος ξαφνικά μετατρέπεται σέ ἀνακριτή: «Πές μου, Παγχάριε, μήπως εἶσαι Ναζωραῖος;». Ὁ εὐγενής βασιλεύς ἀπειλεῖ μέ βάσανα τόν «ἀγαπημένο» του συγκλητικό. Μά ὁ τρισμακάριος Ἅγιος στα­θερά ὁμολογεῖ: «Κι ἄν σέ ἀκολούθησα στά φρονήματά σου, βασιλιά, φρίττω καί τρέμω. Τώρα εἶ­μαι τοῦ Χριστοῦ καί εἶναι ὁ Χριστός δικός μου. Πολλές τιμωρίες μοῦ ἀξίζουν. Ἄς ἀ­ναλωθεῖ τό σῶμα μου, ὅπως ὁρίζεις!».
  Ἀπόφαση ὅλης τῆς Συγκλήτου νά κοι­νοποιηθεῖ ἡ «πτώση» του στή θρησκεία τῶν Γαλιλαίων. Γυμνώνεται μέσα στό κεντρικό θέατρο. Τόν δέρνουν ἀλύ­πη­τα μέ βούνευρα. Διστάζουν νά τόν ὁ­δηγήσουν στόν θάνατο, μή τυχόν καί γί­νουν κοινωνοί τοῦ αἵματός του. Ἀπο­στέλ­λεται μέ στρατιωτική συνοδεία στή Νικομήδεια. Ἀληθινά πιά ἐλεύθερος ὁ Παγχάριος συνεχίζει νά ὁμολογεῖ: «Σπου­­δάζω νά ἀποθάνω διά τό ὄνομά του, ἵνα μέ τήν καλήν ὁμολογίαν ταύτην καί τόν θάνατόν μου ἐξαλείψω τήν ἄρ­νησιν». Μέ­νει ἀμετάθετος στήν πίστη. Τόν θανατώνουν μέ ἀποκεφαλισμό. Δι­πλά στεφανω­μένο ὑποδέχονται τόν γενναῖο ἀθλητή τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄγγελοι στόν οὐρανό. Τῆς μετάνοιας τό ἕνα στεφάνι, τοῦ μαρτυρίου τό ἄλλο. Τιμή καί δόξα του! Στίς 19 Μαρτίου 305 μ.Χ. φτάνει αἱματοβαμμένη ἡ ἀ­πάντησή του στή μητέρα καί στήν ἀδελ­­φή του. Σέ κεῖνες χρωστᾶ τά στεφάνια του.

Οὐρανοδρόμος

"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2022