Μιμητές Χριστοῦ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπαινεῖ τούς νεοφώτιστους χριστιανούς τῆς Θεσσαλονίκης γιά τήν ἄμεση καί ἔμπρακτη ἀνταπόκρισή τους στό κήρυγμά του: «ὑμεῖς μιμηταὶ ἡμῶν ἐγενήθητε καὶ τοῦ Κυρίου» (Α΄ Θε 1,6). «Βαβαί! πόσον τὸ ἐγκώμιον!», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «οἱ μαθηταὶ ἐξαίφνης ἐγένοντο διδάσκαλοι». Δέν ἄκουσαν μόνον τόν λόγο, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος πατέρας, ἀλλά ἔφθασαν στήν ἴδια κορυφή μέ τόν Παῦλο. Κι ἀκόμη περισσότερο τούς ἐξυψώνει λέγοντας ὅτι ἔγιναν μιμητές τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου. Πρότυπο τῶν Θεσσαλονικέων ὁ Παῦλος, πρότυπο τοῦ Παύλου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Μιά ἱερή ἁλυσίδα πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν πραγμάτωση τοῦ σκοποῦ του, νά μοιάσει στόν Θεό. Δημιουργηθήκαμε «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ» (βλ. Γέ 1,26), ὥστε ἀξιοποιώντας τό «κατ᾽ εἰκόνα» νά ἐπιτύχουμε τό «καθ᾽ ὁμοίωσιν».
Ὁ μεγαλύτερος πόθος καί ἡ θερμότερη λαχτάρα κάθε ἀνθρώπου πάνω στή γῆ εἶναι ἡ αἰώνια καί τέλεια εὐτυχία, ἡ μακαριότητα. Κι αὐτό τό πετυχαίνει μόνον ὅποιος ἀγωνίζεται στή ζωή του νά μιμεῖται τόν Θεό, διότι ὁ μοναδικά καί ἀπόλυτα εὐτυχισμένος, ὁ ἀληθινά μακάριος εἶναι ὁ Θεός.
᾿Αλλά εὔλογα προβάλλει τό ἐρώτημα: Πῶς εἶναι δυνατόν οἱ ἄνθρωποι νά μιμηθοῦμε τόν Θεό, πού εἶναι πάνσοφος, παντοδύναμος, παντογνώστης, αἰώνιος; Ἔχει τόσες ἰδιότητες ἀπρόσιτες στήν ἀνθρώπινη φύση καί ἐπιπλέον εἶναι ἀόρατος! Πῶς θά τόν μιμηθοῦμε, ἀφοῦ δέν ἔχουμε τή δυνατότητα νά τόν δοῦμε; Σ᾿ αὐτή μας τήν ἀπορία ἀπάντησε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, πού γιά χάρη μας ἔγινε ἄνθρωπος. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός ἦρθε καί ἔζησε ὡς τέλειος ἄνθρωπος πάνω στή γῆ αὐτή, «ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμὸν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος (Α´ Πέ 2,21).
Εἶναι ὅμως δυνατόν νά μιμηθοῦμε τόν Χριστό; Καί βέβαια εἶναι. Τό πείραμα ἔχει γίνει. ῎Εχουμε ἑκατομμύρια παραδείγματα ἀνθρώπων πού πρίν ἀπό μᾶς ἀγάπησαν καί μιμήθηκαν τόν Χριστό. Εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅλοι οἱ ἀπόστολοι καί διδάσκαλοι τοῦ εὐαγγελίου, οἱ πρῶτοι χριστιανοί τῆς Θεσσαλονίκης, ὅλοι οἱ ἅγιοι καί μάρτυρες τῆς ᾿Εκκλησίας μας, πού ἀποτελοῦν μιά φάλαγγα, ἕναν ἅγιο χορό στόν ὁποῖο μᾶς καλοῦν καί ἐμᾶς. ῾Ο Χριστός εἶναι ὁ ἀρχηγός τῆς παρατάξεώς μας. Οἱ ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ πρίν ἀπό μᾶς χριστιανοί, πιστοί του ἀκόλουθοι, τόν μιμοῦνται καί βαδίζουν πάνω στά χνάρια του. Στοιχίζονται ὅλοι πίσω ἀπό τόν Χριστό καί ἀποτελοῦν ἔτσι τήν ᾿Εκκλησία, τό σῶμα πού ἔχει κεφαλή Αὐτόν. Γιά μᾶς γίνονται οἱ ὁδοδεῖκτες πού δείχνουν τήν πορεία στόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ.
῾Ο Παῦλος συνηθίζει μέ χαρά καί καμάρι νά ὀνομάζει τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας «μιμητές τῶν ἀποστόλων» (πρβλ. Α´ Κο 4,16· 11,1· Φι 3,17), διότι αὐτό ἦταν μία ἐγγύηση ὅτι εἶναι ἀληθινοί χριστιανοί. ῞Οπως τά παιδιά μοιάζουν τούς φυσικούς τους γονεῖς, ἔτσι καί οἱ χριστιανοί μοιάζουν καί μιμοῦνται στή ζωή τους τούς πνευματικούς πατέρες καί διδασκάλους τους. Οἱ πνευματικοί μας πατέρες εἶναι οἱ ἔμπειροι ὁδηγοί πού θά μᾶς κατευθύνουν στόν δρόμο γιά τήν τελειότητα.
Στά χρόνια τοῦ πολέμου, ὅταν ὁ στρατός ἀναγκαζόταν νά περάσει ἀπό μιά ναρκοθετημένη περιοχή, ὅλοι οἱ στρατιῶτες πήγαιναν πίσω ἀπό ἕναν ἔμπειρο ὁδηγό πού γνώριζε τήν ἀσφαλῆ διάβαση, πατώντας μέ πολλή προσοχή ἀκριβῶς πάνω στά δικά του ἴχνη. ῎Ετσι κι ἐμεῖς στή ζωή μας, ὅπου τόσα ἐμπόδια καί νάρκες μᾶς βάζει ὁ πονηρός, ἔχουμε ἀνάγκη πνευματικοῦ ὁδηγοῦ, ὁ ὁποῖος βαδίζοντας πάνω στά χνάρια τῶν πατέρων καί διδασκάλων τῆς ᾿Εκκλησίας μας, πάνω στά χνάρια τῶν ἀποστόλων καί τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, θά μᾶς κατευθύνει μέ σιγουριά στόν δρόμο τῆς σωτηρίας.
῎Ετσι θά γίνουμε μιμητές τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά ἔχουμε ὅμως ὑπ᾽ ὄψιν μας ὅτι μίμηση Χριστοῦ θά πεῖ νά ἀκολουθοῦμε τόν Χριστό παντοῦ. ῾Ο πιστός πού πυρπολεῖται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μιμεῖται τόν Χριστό καί τόν ἀκολουθεῖ καί στίς χαρές καί στίς θλίψεις. ῞Οπως μιά μάνα ρίχνεται καί στή φωτιά καί στήν τρικυμισμένη θάλασσα γιά νά σώσει τό παιδί της, διότι τό ἀγαπᾶ, ἔτσι καί ὁ χριστιανός πού ἀγαπᾶ ἀληθινά τόν Χριστό τόν ἀκολουθεῖ παντοῦ. Μαζί του στή δόξα τῆς Μεταμορφώσεως πάνω στό ὄρος, ἀλλά καί στήν καταφρόνια τοῦ σταυροῦ, στόν Γολγοθᾶ· τίς εἰρηνικές καί εὐτυχισμένες ἡμέρες, ὅταν οἱ ἄνθρωποι τόν ἀναγνωρίζουν καί τόν παραδέχονται, ἀλλά καί τίς σκληρές ἡμέρες τῶν διωγμῶν, ὅταν ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως κοστίζει.
Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅλοι οἱ κανόνες καί ὅλες οἱ διατάξεις τῆς πνευματικῆς ζωῆς συνοψίζονται σέ μία μόνο ἐντολή: Νά γίνουμε μιμητές Χριστοῦ. Αὐτό σημαίνει νά ἐλέγχουμε τά λόγια μας -θά τά ἔλεγε ὁ Χριστός;- τίς πράξεις μας -θά τίς ἔκανε ὁ Χριστός;-, τίς σχέσεις μας μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους -θά συμπεριφερόταν ἔτσι ὁ Χριστός;- ποῦ πηγαίνουμε -θά πήγαινε ὁ Χριστός;- πῶς σκεφτόμαστε· θά σκεφτόταν ἔτσι ὁ Χριστός; Τότε θά εἴμαστε πραγματικοί χριστιανοί. Διότι χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού μιμεῖται τόν Χριστό, πού μιμεῖται τόν Θεάνθρωπο. Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός. Σέ μιά ἐποχή ἄκρατου μιμητισμοῦ, πού χάθηκε τελείως ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου καί οἱ ἄνθρωποι κατήντησαν ἄβουλα νούμερα μιᾶς ἀπρόσωπης μάζας, εἶναι ἐπίκαιρο τό μήνυμα γιά μίμηση τοῦ Χριστοῦ. Ὅποιος μιμεῖται τόν Χριστό ἀποκτᾶ τήν ἀληθινή ἐλευθερία, τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τά δεσμά καί τίς καταπιέσεις τῶν παθῶν, ἀποκτᾶ τήν ἀληθινή καί μόνιμη εὐτυχία.
Στέργιος Ν. Σάκκος