Ἡ ἐκθρόνιση τοῦ Κωνσταντίνου - Ἡ Ἑλλάδα στόν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 1917 (συνέχεια)
Οἱ διεθνεῖς ἐξελίξεις στίς ἀρχές τοῦ 1917 ἐπηρέασαν τήν πολιτική κατάσταση καί στήν Ἑλλάδα. Τόν Φεβρουάριο ἔγινε ἡ Ρωσική Ἐπανάσταση κι ὁ τσάρος, τό σημαντικότερο στήριγμα τοῦ Κωνσταντίνου, παραιτήθηκε. Ἐπίσης, οἱ Η.Π.Α. μπῆκαν τελικά στόν πόλεμο καί ἡ κυβέρνηση στή Γαλλία ἄλλαξε. Οἱ Η.Π.Α. δέν θά διατύπωναν πλέον τίς εὐαισθησίες τους γιά τήν ἀνεξαρτησία τῶν οὐδέτερων χωρῶν, ἐνῶ ὁ νέος πρωθυπουργός, ὁ Ριμπό, ἦταν ἀποφασισμένος νά ξεκαθαρίσει τήν κατάσταση μέ τήν ἐκθρόνιση τοῦ Κωνσταντίνου.
Τό ἴδιο διάστημα, ἡ Ἀντάντ ἐνίσχυσε τήν Προσωρινή Κυβέρνηση τῆς Θεσσαλονίκης, πού ἐπεκτάθηκε στά νησιά τοῦ Ἰονίου καί μέ τά διατάγματα γιά τήν ἀγροτική μεταρρύθμιση καί τήν ἀναγκαστική ἀπαλλοτρίωση τῶν τσιφλικιῶν κέρδισε τή λαϊκή ὑποστήριξη στή Θεσσαλία. Ὁ Κωνσταντῖνος προσπάθησε νά προσεταιριστεῖ τούς Ἄγγλους, οἱ ὁποῖοι ἦταν πιό διαλλακτικοί ἀπέναντί του, ἀλλά ἡ ἀνάγκη γιά ἐνίσχυση τοῦ μακεδονικοῦ μετώπου ἀπό ἑλληνικά στρατεύματα καθόρισε τήν τύχη του. Μέ τελεσίγραφο πού ἐπέδωσε στήν ἑλληνική κυβέρνηση στίς 29 Μαΐου ὁ γάλλος γερουσιαστής Ζονάρ ζητοῦσε τήν ἄμεση παραίτηση τοῦ Κωνσταντίνου ὑπέρ ἑνός ἀπό τούς γιούς του, μέ ἐξαίρεση τοῦ διαδόχου Γεωργίου Β΄, πού θεωροῦνταν ἐπίσης γερμανόφιλος. Ὁ Κωνσταντῖνος ἀναχώρησε ἀπό τήν Ἑλλάδα στίς 2 Ἰουνίου, χωρίς νά παραιτηθεῖ, καί οὐσιαστικά ἀνέλαβε τοποτηρητής, ἄν καί ὁρκίστηκε Βασιλέας, ὁ δευτερότοκος γιός του Ἀλέξανδρος. Ἀμέσως οἱ Γάλλοι ἦραν τόν ἀποκλεισμό καί ἀποβίβασαν στρατό στόν Πειραιά. Συγχρόνως ἐξόρισαν τριάντα ἀπό τούς πιό ἀδιάλλακτους ἀντιβενιζελικούς (Γούναρη, Μεταξᾶ, Δούσμανη, Ἴωνα Δραγούμη κτλ.) στήν Κορσική.
Λίγες μέρες μετά, ἡ κυβέρνηση Ζαΐμη παραιτήθηκε κι ἀνατέθηκε ἡ πρωθυπουργία στόν Βενιζέλο, πού ἐπέστρεψε στίς 14 Ἰουνίου. Στήν πρώτη του ὁμιλία στήν πλατεία Συντάγματος ἀναγνώρισε τόν Διχασμό πού ὑπῆρχε στόν ἑλληνικό λαό καί ζήτησε νά μήν ὑπάρξουν ἀντεκδικήσεις ἀπό τούς ὀπαδούς του. Δυστυχῶς, δέν εἰσακούστηκε καί τό ἑπόμενο διάστημα ἀκολούθησαν, λόγῳ τοῦ στρατιωτικοῦ νόμου πού ἐπιβλήθηκε, εὐρεῖες ἐκκαθαρίσεις τῶν Κωνσταντινικῶν σέ Δημόσιο, Δικαιοσύνη καί Στρατό, ἐνῶ ἔκτακτα στρατοδικεῖα δίκαζαν ὅσους κα- τηγοροῦνταν γιά ἀντίθεση στό καθεστώς. Λόγῳ τῆς ἐμπόλεμης κατάστασης μάλιστα ἀποκλείστηκε ἡ διενέργεια ἄμεσων ἐκλογῶν, καθώς μέρος τῆς Ἑλλάδας ἦταν κατεχόμενο ἀπό ξένες δυνάμεις. Ἔτσι, ἐπανῆλθε ἡ Βουλή πού εἶχε διαλυθεῖ στίς 31 Μαίου τοῦ 1915 ἀπό τόν Κωνσταντῖνο, ἡ ὁποία ὀνομάστηκε εὔστοχα «Βουλή τῶν Λαζάρων», κι ἔδωσε ψῆφο ἐμπιστοσύνης στόν Βενιζέλο. Στή συνέχεια, ἡ νέα κυβέρνηση προχώρησε σέ διακοπή τῶν διπλωματικῶν σχέσεων μέ τίς Κεντρικές Δυνάμεις (Γερμανία, Αὐστροουγγαρία καί τούς συμμάχους τους) καί κηρύχθηκε ἐπιστράτευση. Ἤδη ἄλλωστε μικρές ἑλληνικές δυνάμεις τῆς Ἐθνικῆς Ἄμυνας πολεμοῦσαν στό πλευρό τῶν Βρετανῶν στή Μακεδονία.
1918
Λόγῳ τοῦ Διχασμοῦ, ἡ ἐπιστράτευση ἀποδείχθηκε δύσκολη ὑπόθεση καί χρειάστηκαν ἀρκετοί μῆνες, ὥστε νά συγκροτηθεῖ ἀξιόμαχο στράτευμα δέκα μεραρχιῶν πού θά συμμετεῖχε στό μακεδονικό μέτωπο. Ὡστόσο, αὐτό ἔδειξε τήν ἀξία του στή μάχη τοῦ Σκρᾶ τόν Μάιο τοῦ 1918, ὅπου μαζί μέ τούς γάλλους, βρετανούς καί σέρβους συμμάχους ἀρχικά πέτυχε σημαντική νίκη ἐπί τῶν Γερμανοβουλγάρων, ἐνῶ στίς ἀρχές Σεπτεμβρίου ἔδωσε μέ ἐπιτυχία σκληρές μάχες στήν περιοχή τῆς λίμνης Δοϊράνης. Λίγες μέρες ἀργότερα, ἡ Βουλγαρία συνθηκολόγησε καί στά μέσα Ὀκτώβρη τήν ἀκολούθησε καί ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Μέσα σέ λίγους μῆνες ἡ Ἑλλάδα ἀπό τό χεῖλος τοῦ γκρεμοῦ καί τόν τρομερό Διχασμό ἦταν στό τραπέζι τῶν νικητῶν μέ τούς μεγαλύτερους ἐχθρούς της ἡττημένους. Ἡ ἐπικείμενη διάλυση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας μάλιστα δημιουργοῦσε μία τεράστια εὐκαιρία γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς Μεγάλης Ἰδέας.
1919
Ἐνόψει τῶν συζητήσεων στήν εὐρωπαϊκή διάσκεψη εἰρήνης στό Παρίσι, ὁ Βενιζέλος ἔκρινε σκόπιμο, λόγῳ τῆς καθυστερημένης εἰσόδου τῆς Ἑλλάδας στόν πόλεμο, νά στείλει τόν Ἰανουάριο τοῦ 1919 ἕνα ἑλληνικό ἐκστρατευτικό σῶμα στήν Κριμαία τῆς Οὐκρανίας, γιά νά βοηθήσει στήν ἐκστρατεία τῶν Ἀγγλογάλλων ἐνάντια στούς Μπολσεβίκους. Ἡ ἐκστρατεία αὐτή ἀπέτυχε παταγωδῶς μέ τραγικές συ- νέπειες γιά τόν Ἑλληνισμό τῆς περιοχῆς. Ὡστόσο ἀναμφίβολα ἔπαιξε ρόλο στήν εὐνοϊκή στάση τῶν Συμμάχων, πού ὁδήγησε στήν ἀπόφαση γιά ἀπόβαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στή Σμύρνη στίς 2 Μαΐου. Τή Σμύρνη ἐποφθαλμιοῦσαν οἱ Ἰταλοί, γεγονός πού δημιούργησε δυσαρέσκεια στούς ὑπόλοιπους συμμάχους τους, οἱ ὁποῖοι προτίμησαν τήν παρουσία τῶν Ἑλλήνων ἐκεῖ. Τά πράγματα τούς ἑπόμενους μῆνες ἐξελίχθηκαν ἀκόμη πιό εὐνοϊκά γιά τά ἑλληνικά συμφέροντα, ἀφενός λόγῳ τῆς διακήρυξης τῶν «14 σημείων» ἀπό τόν πρόεδρο τῶν Η.Π.Α. Οὐίλσον, πού ἦταν ὑπέρ τῆς αὐτοδιάθεσης τῶν ὑπόδουλων λαῶν, κι ἀφετέρου ἀπό τή σύμπτωση τῶν ἑλληνικῶν συμφερόντων μέ αὐτῶν τῆς Ἀγγλίας.
Ἔτσι, παρά τήν ἀναστάτωση πού προκλήθηκε ἀπό τά αἱματηρά ἐπεισόδια κατά τήν ἀποβίβαση τῶν Ἑλλήνων στή Σμύρνη, σύντομα οἱ Σύμμαχοι ἔδωσαν τήν ἄδεια στόν ἑλληνικό στρατό νά ἐπεκτείνει τή ζώνη κατοχῆς του στή δυτική Μικρά Ἀσία. Τήν ἴδια στιγμή ὅμως ἡ ἑλληνική παρουσία στή Σμύρνη θέριεψε τήν ἀντίσταση τῶν Τούρκων, πού παρά τή συνθηκολόγηση τῆς σουλτανικῆς κυβέρνησης συσπειρώθηκαν γύρω ἀπό τό πρόσωπο τοῦ στρατηγοῦ Μουσταφᾶ Κεμάλ.
Παναγιώτης Μητσόπουλος