Σήμερα, πού εἶναι ἡ πρώτη Κυριακή τοῦ Λουκᾶ, μᾶς θυμίζει ἡ Ἐκκλησία μας πῶς κάλεσε ὁ Κύριος τούς τέσσερις πρώτους μαθητές του, Ἀνδρέα καί Πέτρο, Ἰωάννη καί Ἰάκωβο. Μελετώντας καί τά τέσσερα Εὐαγγέλια διαπιστώνουμε κάτι πολύ βασικό, ὅτι στίς σχέσεις τοῦ Ἰησοῦ μέ τούς μαθητές του διακρίνονται οἱ ἑξῆς βαθμίδες: γνωριμία κλήση ἐκλογή ἀποστολή.
Ὁ Κύριος πρίν καλέσει τούς μαθητές του, εἶχε μιά γνωριμία μαζί τους. Μετά ἀπό τή Βάπτιση καί τούς πειρασμούς, ἐκεῖ στόν Ἰορδάνη, γνώρισε, ἀνάμεσα στούς μαθητές τοῦ Προδρόμου, τόν Ἀνδρέα τόν πρωτόκλητο, τόν Ἰάκωβο, τόν Ἰωάννη καί κατόπιν τόν Πέτρο. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη γνωριμία, ἡ ὁποία στή συνέχεια ἔπαιξε βασικό ρόλο στήν ἱστορία τῶν μαθητῶν.
Μετά ἀπό τή γνωριμία ἔχουμε τήν κλήση, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στά τρία πρῶτα Εὐαγγέλια ἀλλά μέ μία διαφορά. Στό κατά Ματθαῖον καί στό κατά Μᾶρκον λέγεται μόνο ὅτι ὁ Κύριος τούς συνάντησε στή λίμνη καί τούς κάλεσε νά τόν ἀκολουθήσουν, χωρίς νά ἀναφέρεται ἡ θαυμαστή ἁλιεία. ῾Ο Λουκᾶς ὅμως, βλέπει πολύ ἀπαραίτητο τό στοιχεῖο αὐτό τῆς θαυμαστῆς ἁλιείας καί δέν τό ἀποσιωπᾶ. Ὁ Κύριος κάλεσε τούς πρώτους μαθητές του μετά ἀπό ἕνα καταπληκτικό γεγονός: Παρακάλεσε τόν Πέτρο καί ἔσυρε τό πλοιάριό του λίγο πιό μέσα στή λίμνη. Ἀνέβηκε ἐκεῖ, γιά νά προστατευθεῖ ἀπό τό πλῆθος πού κόντευε νά τόν ρήξει στή θάλασσα. Τό ἔκανε ἄμβωνα καί κήρυξε στόν λαό. Μόλις τέλειωσε θέλησε νά πληρώσει τό ἐνοίκιο στόν Πέτρο καί στούς συνεταίρους του. Γι’ αὐτό τούς εἶπε: «Πηγαίνετε νά ψαρέψετε». «Μά, Κύριε», τοῦ ἀπαντοῦν, «κοπιάσαντες δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς ἐλάβομεν οὐδέν», δέν πιάσαμε τίποτα. Αὐτοί ἦταν ἐπαγγελματίες ψαράδες, ὁ Χριστός -ὡς ἄνθρωπος βέβαιαδέν μποροῦσε νά ξέρει ἀπό θάλασσα, διότι ἦταν τέκτων, τεχνίτης, μαραγκός. Ἦταν ψαράδες, παράλογο γιά ὥρα πρωινή νά πᾶνε νά ψαρέψουν. Ὅμως ὁ Πέτρος συμπληρώνει: «᾿Επὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον», ἐπειδή τό λές, θά ρίξω τά δίχτυα». Δέν εἶπε ὁ ἔμπειρος ψαράς «μά ἐγώ εἶμαι ψαράς, ξέρω σπιθαμή σπιθαμή τή λίμνη, ἐσύ πού δέν ξέρεις θά μοῦ πεῖς νά ψαρέψω τέτοια ὥρα;», ἀλλά λέει: «Ἀφοῦ ἐσύ τό λές θά τό κάνω». Καί γέμισαν τά δίχτυα τόσο, πού κινδύνευαν νά σχισθοῦν καί ζήτησε τή βοήθεια τῶν συνεταίρων, τῶν ἀδελφῶν Ἰωάννη καί Ἰακώβου.
Πολύ σπουδαῖο μήνυμα μᾶς διδάσκει αὐτό τό ἱστορικό σημεῖο· ὅτι οἱ ἄνθρωποι μόνοι τους μπορεῖ νά κοπιάσουν μέρες καί νύχτες στή ζωή τους καί νά μήν κατορθώσουν τίποτε. Ἐνῶ μέ τήν ὑπακοή στόν Κύριο ἔχουν τήν εὐλογία του, καί τά ἀδύνατα γίνονται δυνατά. Μέ τόν Χριστό, καί ἄν ἀκόμα ἡ λογική δέν τό κατανοεῖ, τά ἀποτελέσματα εἶναι θαυμαστά. Θά τό πεῖ ὁ Κύριος ἀργότερα στούς μαθητές του· «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω 15,5).
Καί ἡ συνέχεια πολύ ἀποκαλυπτική, ὅπως τήν γράφει ὁ ἱστορικός Λουκᾶς. Ὁ Πέτρος πέφτει στά πόδια τοῦ Κυρίου καί τοῦ λέγει: «Φύγε ἀπό τή βάρκα μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλός». Ἀλλά ὁ Κύριος τόν ἐνθαρρύνει: «Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν». Θυμίζει ὁ Πέτρος τούς μεγάλους προφῆτες, τόν Μωυσῆ, τόν Ἠσαΐα, τόν Ἰεζεκιήλ, πού ὅταν τούς καλοῦσε ὁ Κύριος πρόβαλλαν τήν ἁμαρτωλότητα καί τήν ἀκαταλληλότητά τους. Καί ὁ Πέτρος καί οἱ ἄλλοι μαθητές, πού καλοῦνται στή μεγάλη ἀποστολή, τό πρῶτο πού νιώθουν εἶναι ἡ ἁμαρτωλότητά τους, ἡ ἀδυναμία τους. Ἔτσι πρέπει νά νιώθει κάθε πιστός, ὅταν τοῦ ἀναθέτει ὁ Κύριος μία ἀποστολή μέσα στό ἔργο του, ὅτι ὄχι μόνο εἶναι ἀδύναμος καί ἀκατάλληλος ἀλλά καί γεμάτος ἁμαρτίες.
Προσέξτε καί μιά λεπτομέρεια, ἀδέλφια μου, πολύ διδακτική. Μετά ἀπό τό θαυμαστό σημεῖο, οἱ ψαράδες τῆς Γαλιλαίας δέν χάρηκαν τήν πλούσια ψαριά. Δέν ἔτρεξαν νά τήν ἐκμεταλλευτοῦν. Ἡ μεγάλη χαρά τους δέν ἦταν ἡ ψαριά, ἦταν πού τούς κάλεσε ὁ Κύριος νά εἶναι κοντά του γιά πάντα. ῎Ετσι λοιπόν ἀφήνουν καί τά δίχτυα, ἀφήνουν καί τά καράβια καί τούς γονεῖς τους, ἀφήνουν καί τήν ψαριά -ἄλλοι ἄς τή χαροῦν καί ἄς τήν ἀπολαύσουνκαί ἀκολουθοῦν τόν Ἰησοῦ.
Στ. Ν. Σάκκος
Κυριακή 23-9-2001, Ἱ. Ν. Ἀναλήψεως,
Φίλυρο Θεσ/νίκης