Ὁ ἀέρας τῆς λευτεριᾶς στά Γιάννενα!
Πολύμηνος, πεισματώδης ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πρωτεύουσας τῆς Ἠπείρου, πού κινητοποίησε τόν ἁπανταχοῦ Ἑλληνισμό 110 χρόνια πρίν. Ἡ προέλαση ὅμως τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ πρός ἐκπόρθηση τῶν Ἰωαννίνων ἀνακόπτεται ἀπό τά πανίσχυρα τουρκικά ὀχυρά τοῦ Μπιζανίου.
Οἱ ἕλληνες στρατιῶτες καθηλωμένοι μπροστά στά ὀχυρά ὑποφέρουν ἀπό τήν πείνα, τό κρύο καί τά κρυοπαγήματα. Καθώς βγάζουν τίς κάλτσες τους, βλέπουν νά ἐξαφανίζονται καί τά νύχια τους!
«Μέ ρωτᾶς μέχρι πότε θά πολεμοῦμε. Ξέρεις κάθε μέρα πόσους πᾶμε στό χειρουργεῖο; Ξέρεις μέ πόσους ἦρθε τό 8ο σύνταγμα καί πόσους ἔχει τώρα;», γράφει ὁ ἀρχηγός τοῦ πυροβολικοῦ Λεωνίδας Παρασκευόπουλος σέ ἐπιστολή πρός τή σύζυγό του, πού περιέχεται στό βιβλίο του «Βαλκανικοί Πόλεμοι, 1912-1913».
Τόν παγερό Δεκέμβρη οἱ στρατιῶτες μας πολεμοῦν στήν περιοχή τῆς Μανωλιάσας. Τήν παραμονή τῆς μάχης ὁ ἀνθυπολοχαγός Σπύρος Καλλάρης, γιός τοῦ στρατηγοῦ Κωνσταντίνου Καλλάρη, ἐνῶ εἶναι ἄρρωστος, ζητᾶ ἀπό τόν γιατρό ἄδεια νά τόν ἀφήσει νά πολεμήσει. Ὁ γιατρός ἀρνεῖται. Ὁ στρατηγός Καλλάρης ἀπευθύνεται στόν γιατρό: «Γιατρέ, σᾶς παρακαλῶ, νά τόν ἀφήσετε. Ἄν αἰσθάνεται τόν ἑαυτό του καλά, πρέπει νά πάει».
Μές στή νύχτα φέρνουν ἕνα φορεῖο μέ τό ἄψυχο σῶμα τοῦ ἀνθυπολοχαγοῦ, πού ἔπεσε ἡρωικά στή μάχη τῆς 7ης Δεκεμβρίου τοῦ 1912. Μπροστά στή σορό τοῦ παιδιοῦ του ὁ στρατηγός λέει: «Ἀνθυπολοχαγέ Καλλάρη, συγχαρητήρια! Εἶμαι ὁ εὐτυχής στρατηγός, ἀλλά ὁ πλέον δυστυχής πατέρας». Στρέφεται ἔπειτα πρός τόν ὑπασπιστή του: «Φροντίσατε γιά τήν κηδεία τοῦ γιοῦ μου!». Ρίχνει πονεμένα τό βλέμμα του καί πρός τούς ἀξιωματικούς: «Κύριοι, ἐπί τῶν ἵππων! Συνεχίζουμε τήν ἐπίθεση».
«Πολέμησε ὅλη μέρα σάν στρατηγός καί τό βράδυ θρήνησε σάν πατέρας», γράφουν οἱ πολεμικοί ἀνταποκριτές.
Ἐπειγόντως μεταφέρεται ἀπό τό μέτωπο στήν Ἀθήνα ἕνας 25χρονος νεαρός μέ μηνιγγίτιδα. Εἶναι ὁ Ὀλυμπιονίκης Κωνσταντῖνος Τσικλητήρας. Τρεῖς μῆνες πρίν ἀπό τόν πόλεμο εἶχε κατακτήσει τό χρυσό μετάλλιο στούς Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες τῆς Στοκχόλμης. Ὅταν ξεσπᾶ ὁ πόλεμος, ζητᾶ νά καταταγεῖ στήν πρώτη γραμμή. Οἱ στρατολόγοι ἀντιδροῦν, ἐξηγώντας του ὅτι ὡς Ὀλυμπιονίκης θά μποροῦσε νά πάει σέ κάποια μονάδα τῶν μετόπισθεν. Ὁ Τσικλητήρας ἀντιλέγει πώς ὁ Ὀλυμπιονίκης πρέπει νά δίνει τό παράδειγμα. Κατατάσσεται ἐθελοντικά στό στράτευμα. Τόν χτυπᾶ ὅμως τό μικρόβιο τῆς μηνιγγίτιδας καί τόν Φεβρουάριο τοῦ 1913 καταλήγει. Ὁ πρωθυπουργός Βενιζέλος στέλνει συλλυπητήριο γράμμα στήν οἰκογένεια: «Ἀπέθανε δίς ἐνδόξως, Ὀλυμπιονίκης καί στρατιώτης. Ἔδωσε στήν πατρίδα ὅ,τι ἦτο δυνατόν».
Καί οἱ δύο ἐπιθέσεις τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων στό Μπιζάνι ἀναχαιτίζονται. Τά τουρκικά πυροβολεῖα ἐπιφέρουν βαρειές ἀπώλειες. Ὁ κύκλος τοῦ αἵματος στά βουνά τῆς Ἠπείρου δέν λέει νά κλείσει.
Ἐνῶ στό Μπιζάνι ὁ στρατός μας μάχεται, ὁ πρωθυπουργός Βενιζέλος στή Συνδιάσκεψη τοῦ Λονδίνου δίνει διπλωματικές μάχες. Διεκδικεῖ ὅσο τό δυνατόν περισσότερα ἐδάφη ἀπό τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Ἀντιμετωπίζει ὅμως ἕνα ἐμπόδιο: Τά Γιάννενα δέν ἔχουν πέσει ἀκόμη. Ὅσο οἱ Τοῦρκοι τά κατέχουν, οἱ ἀντίπαλες πλευρές στή διπλωματική κονίστρα θέτουν στόν Βενιζέλο ἕνα δίλημμα: ἤ τά Ἰωάννινα ἤ τά νησιά.
Τότε ὁ Βενιζέλος δίνει δυναμική ἀπάντηση σέ ὅσους ἐποφθαλμιοῦν τά Γιάννενα. Διατάσσει τόν ἀρχιστράτηγο Κωνσταντῖνο νά ἡγηθεῖ τῆς ἐκστρατείας στήν Ἤπειρο.
Τόν Γενάρη τοῦ 1913 ὁ Διάδοχος φτάνει μέ τό ἐπιτελεῖο στό μέτωπο τῆς Ἠπείρου καί ἀναλαμβάνει τήν ἀρχιστρατηγία. Γιά νά ἀνυψώσει τό ἠθικό τοῦ στρατεύματος, ἐπισκέπτεται τό μέτωπο καί ὁ πρωθυπουργός Βενιζέλος. Ἕνα ὅμως συγκεκριμένο μπιζανίτικο ὀχυρό τέρας ἀποδεκατίζει τούς Ἕλληνες. Ἔχει περάσει στήν ἱστορία μέ τήν ἐπωνυμία «Σκύλλα». Εἶναι κρυμμένη ἀριστοτεχνικά καί διαθέτει τέλεια κανόνια. Aὐτή "ἔφαγε" τούς Γαριβαλδινούς, τόν Mαβίλη...
Ρητή ἡ ἐντολή τοῦ Στρατηγείου πρός τούς ἕλληνες κατασκόπους τῶν Ἰωαννίνων: «Ἐξακριβῶστε ποῦ ἀκριβῶς εὑρίσκονται τά ταχυβόλα "Σκύλλα"».
Πληροφορίες γιά τή θέση καί τά σχέδια τῶν ὀχυρῶν δίνει ὁ Νικολάκη Ἐφέντης, λοχαγός τοῦ μηχανικοῦ στόν τουρκικό στρατό. Εἶναι Ἕλληνας καί Χριστιανός. Ξέρει καλά τά μυστικά τῆς κατασκευῆς τῶν ὀχυρῶν. Γι’ αὐτό εἶναι τό πρόσωπο-κλειδί στήν καταστροφή τῆς «Σκύλλας».
Τό Στρατηγεῖο μας, κρατώντας στά χέρια του τά πολύτιμα σχεδιαγράμματα, δρᾶ μεθοδικά καί «μέ ἐχεμύθεια ταφόπετρας». Ἡ φωλιά τῆς «Σκύλλας» χτυπιέται ἀλύπητα, γίνεται στάχτη.
Ἀνοίγει ὁ δρόμος γιά τά Γιάννενα. Ζυγώνει ἡ λευτεριά. «Tά Γιάννενα θά πέσουν μόνο μέ χτύπημα ἀπό τά δεξιά τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ», τούς πληροφορεῖ καί πάλι ὁ Νικολάκη∙ πράγμα πού τοῦ στοίχισε θάνατο μαρτυρικό, ὅταν ἀποβιβάστηκε στή Σμύρνη μετά τή λήξη τοῦ πολέμου.
Ἐμπνευστής καί δημιουργός τοῦ σχεδίου τῆς τελικῆς ἐπίθεσης εἶναι ὁ λοχαγός Ἰωάννης Μεταξᾶς. Ἐνῶ τό σχέδιο προβλέπει ἐπίθεση ἀπό δεξιά, τό Στρατηγεῖο ἐσκεμμένα διασπείρει τήν εἴδηση ὅτι θά γίνει ἀπό ἀριστερά. Ἔτσι ὁ Ἀγαρηνός ἔχει τήν ἰδέα πώς ἀπό τήν ἀριστερή πτέρυγα τῶν ὀχυρῶν θά δεχθεῖ τό ἀποφασιστικό χτύπημα.
20 Φεβρουαρίου 1913. Μέρα γενικῆς ἐπίθεσης μέ παγωνιά καί χιονοθύελλα. Αἰφνιδιάζονται οἱ ἐχθροί. Δέχονται χτυπήματα ἀπό τήν περιοχή τῆς Ὀλύτσικας, ἐκεῖ πού οἱ δυνάμεις τους εἶναι ἰσχνές καί ἀφύλακτες. Ἕνα-ἕνα τά εὐζωνάκια μας πατοῦν τά ὀχυρά. Κι ἐνῶ οἱ μάχες στά ὀχυρά ἀκόμη μαίνονται, τή νίκη καθορίζουν ἀπρόβλεπτοι παράγοντες.
Μέ ἀφάνταστο ἡρωισμό τά δύο εὐζωνικά τάγματα μέ τούς παράτολμους ταγματάρχες Ἰωάννη Βελισσαρίου καί Γεώργιο Ἰατρίδη, ἀψηφώντας τίς διαταγές, διεισδύουν στίς παρυφές τῶν Ἰωαννίνων, στό χωριό Ἅγιος Ἰωάννης. Καταστρέφουν τά τηλεφωνικά καί τηλεγραφικά δίκτυα, διακόπτοντας τήν ἐπικοινωνία τῶν Ἰωαννίνων μέ τά ὀχυρά. Τό τουρκικό στρατηγεῖο πανικοβάλλεται.
Κι εἶναι ἀπό τά πρωτάκουστα νά ὑπογράφεται πρωτόκολλο παράδοσης τῆς πόλης, τή στιγμή πού τό Μπιζάνι δέν εἶχε πέσει ἀκόμη! Εἶναι τά ἀστάθμητα τῆς ἱστορίας!
Ροδίζει ἡ 21η Φεβρουαρίου. Γλυκοχαράζει στά Γιάννενα ἡ λευτεριά. Ἕνα σύμβολο ἡρωισμοῦ, αὐτοθυσίας καί ἐθελοντικῆς προσφορᾶς θά παραμένει γιά πάντα τό Μπιζάνι.
Ἑλληνίς