Tήν ὥρα τῆς προσκομιδῆς -ἐκεῖ στήν κόγχη, ὅπου ἐπιτελεῖται τό Μυστήριο τῶν μυστηρίων ξετυλίγεται μιά ἱερή ἁλυσίδα πολλῶν ὀνομάτων. Ἀνάμεσά τους εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι, πού «ἐν ἡμέραις πονηραῖς ἐν αἷς ἡ τῶν πολλῶν ἀγάπη ἐψύγη», βάδισαν μέ τό τίμημα τῆς ἀγάπης τους στόν Κύριο Ἰησοῦ. Ἔγιναν τά ἐθελούσια θύματα μέ τή μαρτυρία καί τό μαρτύριό τους. Ἔσπευσαν νά κληρονομήσουν τά λάφυρα τοῦ Σταυροῦ. Ἴσως ἐκεῖ -μέσα στή θεία Λειτουργία τά φθαρτά μας μάτια μποροῦν νά ἀντικρίσουν τό θαῦμα αὐτό τῆς ἁγιότητας. Εἶναι παροῦσες οἱ ἀμέτρητες ψυχές «τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος μαρτύρων», «τῶν πεπελεκισμένων διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ».
Ἐκεῖ -πλάι στόν ἱερέα πού προσκομίζεισυνιερουργοῦν θαυμαστοί οἱ ἱερομάρτυρες τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα. Σέ χρόνια κατατρεγμοῦ γιά τήν Ἐκκλησία παίρνουν τήν ἡρωική ἀπόφαση νά ἀναδεχτοῦν τήν ἱεροσύνη. Κρατοῦν μέ πιστότητα τήν ἱερή παρακαταθήκη τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Συντάσσονται στή στρατιά τῶν λυτρωμένων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, πού πόθησαν τό μαρτύριο καί τό ὑπέμειναν μέ χαρά.
Στά βόρεια παράλια τῆς Ἀζοφικῆς θάλασσας, μιά μικρή πόλη, τό Μπερντιάνσκ, σκεπάζεται ἀπό τήν πατρική προστασία τῶν τριῶν ὁμολογητῶν κληρικῶν. Εἶναι ὁ π. Μιχαήλ Μπογκοσλόφσκι, ὁ π. Ἀλέξανδρος Ἰλιένκωφ καί ὁ π. Βίκτωρ Κιράνωφ. Εἶναι ζεστή ἀκόμη ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης τους στόν Ἰησοῦ, πού θέλησαν νά ὑπηρετήσουν μέ τήν ἱεροσύνη τους. Μένει θαλερό τό φῶς τῆς λυχνίας τους, πού θέριευε ὅσο φυσοῦσαν οἱ ἀγέρηδες τῆς ἀθεΐας. Λάμπει -χρυσός γνήσιος ἡ θεολογική τους κατάρτιση στό Ἐκκλησιαστικό Σεμινάριο τῆς Ταυρίδας, στή Συμφερούπολη. Μέσα στίς οἰκογένειές τους διαφυλάγουν, μέ φρόνημα ὁμολογίας, τόν θησαυρό τῆς πίστεως. Ποιμαίνουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ θυσιαστική ἀγάπη. Ἱερουργοῦν καί μεταδίδουν στούς πιστούς τόν ζωντανό Κύριο.
Ἀξιώνονται νά γίνουν συνεφημέριοι στόν ναό τῆς Ἁγίας Σκέπης στό Μπερντιάνσκστόν μόνο ναό πού δέν ἔχουν κλείσει οἱ μπολσεβίκοι. Νά τόν γκρεμίσουν θέλουν, ὅπως πρίν ἀρκετά χρόνια ἔκαναν μέ τόν ναό τῆς Ἀναλήψεως. Πρόφαση προβάλλουν τήν ἀνάγκη νά χρησιμοποιήσουν τά τοῦβλα του γιά τήν ἀνέγερση σχολείου. Δέν δειλιάζουν οἱ εὐλογημένοι διάκονοι τοῦ Θεοῦ. Ἐπισκέπτονται ἕνα-ἕνα τά σπίτια τῶν πιστῶν, τούς ἐνημερώνουν καί τούς καλοῦν σέ ἔκτακτη ἐνοριακή συνέλευση. Στίς 8 Ἰανουαρίου 1937 -παρά τόν φανερό διωγμό καί τή σκληρή τρομοκρατίασυνάσσονται τέσσερις χιλιάδες πιστοί. «Δέ θά ἐπιτρέψουμε νά κλείσουν τήν ἐκκλησία... νά στερηθοῦμε τήν τελευταία μας παρηγοριά. Θά ἀντισταθοῦμε. Ἄν οἱ ἀρχές θέλουν νά κτίσουν σχολεῖο, θά μαζέψουμε χρήματα καί θά τούς δώσουμε. Ποῦ εἶναι τά τοῦβλα ἀπό τίς ἐκκλησίες πού γκρεμίστηκαν ὥς τώρα; Γιατί δέν χτίστηκε μ᾽ αὐτά οὔτε ἕνα σχολεῖο;». Σύντομα ὁ ναός κλείνει καί οἱ ἱερεῖς του ὁδηγοῦνται στίς φυλακές. Ὀδυνηρές οἱ δοκιμασίες τους. Σκληροί οἱ βασανισμοί τους. Οἱ εὐλογημένοι κληρικοί τηροῦν «τὸν λόγον τῆς ὑπομονῆς». Ἀξιόπιστος ὁ Κύριός τους. Μένει κοντά στόν καθένα καί τόν στηρίζει. «Οὐκ ἠρνήσω τὸ ὄνομά μου... κἀγώ σε τηρήσω ἐκ τῆς ὥρας τοῦ πειρασμοῦ».
«Βρίσκομαι στόν δρόμο τῆς σωτηρίας», γράφει ὁ π. Βίκτωρ στήν οἰκογένειά του. «Μέ τήν ὑπομονή στά βάσανα καί μέ τή δοξολογία τοῦ Θεοῦ ἀποκτᾶς ταπείνωση, ἡ ὁποία γεννᾶ τήν ἀγάπη καί αὐτή ὁδηγεῖ στή σωτηρία... Ἡ ζωή μου ἐδῶ εἶναι μιά ζωή γκρίζα, ἀξιοθρήνητη, στερημένη, γεμάτη βάσανα... Μόνον ἡ πίστη μας καί ἡ πνευματική μας ἐπικοινωνία ρίχνουν βάλσαμο σέ τούτη τή βαθιά, ἀλλά ὄχι ἀκόμα θανάσιμη πληγή... Τό ξέρετε ὅτι ὑποφέρω, μολονότι δέν ἔχω διαπράξει κανένα ἀδίκημα. Μπροστά στόν Θεό βέβαια εἶμαι ἔνοχος γιά πολλά ἁμαρτήματα... Ἱκετεύετε τόν Κύριο νά μέ συγχωρέσει. Ἐγώ Τόν εὐχαριστῶ ἀκατάπαυστα γιά τό ἔλεός του... "Δόξα τῷ Θεῷ" γιά ὅλα!».
Ἀφημένος ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ὁ π. Μιχαήλ. Κάνει τήν προσευχή του. Σχηματίζει εὐλαβικά τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Δέν εἶναι τώρα πιά μπροστά στό ποθητό του ἅγιο θυσιαστήριο. Δέχεται τίς παγερές ἀνακρίσεις στήν ὑγρή φυλακή μέ ἕνα περίστροφο στό πρόσωπο. «Πάψε νά σταυροκοπιέσαι!», τόν προστάζουν. «Ἐσεῖς ἔχετε τό δικό σας ὅπλο κι ἐγώ τό δικό μου», ἀποκρίνεται ἀτάραχα.
Μέσα στό στρατόπεδο Νοβοσιμπίρσκ ἀρρωσταίνει βαριά ἀπό τίς κακουχίες. Μαζί μέ τούς ἀφόρητους πόνους ὑπομένει σιωπηλά καί τόν σαδιστικό βασανισμό ἀπό ἕναν βαρυποινίτη ἐγκληματία, πού ἤθελε νά διασκεδάσει. Ἁρπάζει τόν ἄρρωστο ἱερέα καί τοῦ ξεριζώνει μία-μία τίς τρίχες, ὄχι μόνον ἀπό τά μαλλιά καί τά γένια, ἀλλά ἀκόμα καί ἀπό τά φρύδια καί ἀπό τίς βλεφαρίδες τῶν ματιῶν. Μέ παραμορφωμένο τό πρόσωπο, ἀλλά μέ ἀνεξίκακη τήν καρδιά στέκεται μπροστά στόν ἐπόπτη ὁ μαρτυρικός κληρικός. Δέν ἀποκαλύπτει τό ὄνομα τοῦ βασανιστῆ του. Κερδίζει ἔτσι τήν ψυχή του γιά τόν Χριστό.
Ὁ π. Ἀλέξανδρος μπροστά στίς πολύωρες ἀνακρίσεις καί στούς ἀνελέητους ξυλοδαρμούς δέν λυγίζει. Τό αἰώνιο ἔπαθλό του τόν κρατᾶ σταθερό στήν ὁμολογία τῆς πίστεως. «Κράτει ὃ ἔχεις, ἵνα μηδεὶς λάβῃ τὸν στέφανόν σου».
Οἱ πιστοί φυλάγουν μέ προσοχή καί εὐλάβεια τήν παρακαταθήκη τῶν σεβαστῶν τους ποιμένων... τήν ἀλύγιστη ὁμολογία τους, τή φωτισμένη καθοδήγησή τους, τήν πενία τους, τήν ἄσκηση. Ἀνατρέχουν στή σοφία τους σέ διαλέξεις καί συζητήσεις, ὅπου κατατρόπωναν ἀθεϊστικές θεωρίες μέ τή θεολογική τους κατάρτιση. Οἱ ναοί τους γκρεμίστηκαν... καί οἱ τάφοι τῶν λειτουργῶν τους ἔμειναν ἄγνωστοι. Ὁ θριαμβευτής Κύριος ὅμως κατέστησε ἁγίους τούς ἱερομάρτυρες, στύλους «ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ».
Τόν μήνα Μάρτιο -στίς 14, 28 καί 30-στολίζεται ἡ Ἐκκλησία, στή μικρή πόλη τοῦ Μπερντιάνσκ, «ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵματα» τῶν ἱερομαρτύρων της Ἀλεξάνδρου, Μιχαήλ καί Βίκτωρος. Συγκινημένοι οἱ πιστοί πανηγυρίζουν τή νίκη τοῦ ἐσταυρωμένου Κυρίου, πού «ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ».
Οὐρανοδρόμος
"Ἀπολύτρωσις", Μάρτ. 2023