Στίς σελίδες τῆς Καινῆς Διαθήκης ὑπάρχουν πολλές ἀναφορές στά ζῶα. Ἐκπρόσωποι τοῦ ζωικοῦ βασιλείου πρωταγωνιστοῦν ἤδη ἀπό τό γεγονός τῆς γέννησης τοῦ Ἰησοῦ. Τό γαϊδουράκι καί τό βόδι στό σπήλαιο ζωγραφίζουν μέ τήν παρουσία τους τήν ἄφθογγη προφητεία τοῦ Ἠσαΐα (1,3), οἱ καμῆλες τῶν μάγων ἀπό τήν Ἀνατολή καί τά πρόβατα τῶν βοσκῶν καλωσορίζουν τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ πού μέ ἕναν του λόγο τά ἔφερε στή ζωή. Ἔλλογη καί ἄλογη δημιουργία προσκυνᾶ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ- Δημιουργοῦ.
Τήν ἡμέρα τῆς βάπτισης τοῦ Ἰησοῦ τό Πνεῦμα τό ἅγιο κάνει τήν ἐμφάνισή του «ἐν εἴδει περιστερᾶς» (Λκ 3,22). Ὁ Παράκλητος χρησιμοποιεῖ αὐτό τό «ἥμερον καὶ καθαρὸν»1 ζῶο, ὅπως τό χαρακτηρίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, γιά νά καταστήσει ψηλαφητή τήν ὑπέρκοσμη παρουσία του. Εἶναι σαφές ὅτι τό γεγονός αὐτό δέν ὑποκρύπτει ἴχνος ὑποτίμησης τοῦ τρίτου προσώπου τῆς ἁγίας Τριάδας.
Ἀργότερα, πρίν τήν ἔναρξη τοῦ κηρύγματός του, ὁ Ἰησοῦς, ἐνήλικας πλέον, περνᾶ σαράντα μέρες στήν ἔρημο νηστεύοντας, μέ μόνη συντροφιά τά «θηρία», ἄγρια ζῶα τῆς ἐρήμου, καί τούς ἀγγέλους, νά τόν ὑπηρετοῦν (Μρ 1,13). Μιά εἰκόνα πού μᾶς θυμίζει τόν κῆπο τῆς Ἐδέμ, τότε πού ἄνθρωποι καί ζῶα ζοῦσαν ἁρμονικά μεταξύ τους.
Ἐπιπλέον, στό περιστατικό πού ἔλαβε χώρα στή γῆ τῶν Γαδαρηνῶν, γίνεται φανερό ὅτι τά ζῶα προσβάλλονται ἀπό τά δαιμόνια. Ὁ Κύριος, στό ἐν λόγῳ περιστατικό, ἐπιτάσσει τά δαιμόνια νά ἀπελευθερώσουν τόν ἄνθρωπο καί ἐπιτρέπει νά μποῦν στούς χοίρους, τούς ὁποίους καί ὁδηγοῦν στόν πνιγμό (Λκ 8, 26-39), γεγονός πού ὑπαινίσσεται τήν ἀνωτερότητα τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ἔναντι τῆς ζωῆς τῶν ζώων.
Ἀποστέλλοντας τούς ἑβδομήκοντα νά κηρύξουν, ὑπόσχεται ὁ Κύριος ὅτι θά ἔχουν ἐξουσία νά πατοῦν «ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων» (Λκ 10,19), χωρίς νά ὑπάρχει κανένας κίνδυνος, ὑπενθυμίζοντας τήν προπτωτική ἐξουσία τοῦ ἔλλογου πλάσματός του ἐπί τῶν ζώων, ἀλλά καί τήν ἀκακία τῶν ζώων πρίν τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ τά ζῶα στή διδασκαλία του καί ἰδιαίτερα στίς παραβολές. Τό ἀρνάκι πρωταγωνιστεῖ στήν παραβολή τοῦ χαμένου προβάτου (Λκ 15,4-7), συμβολίζοντας τόν παραστρατημένο ἄνθρωπο. Πολύτιμα τά πρόβατα στούς ποιμένες τους, ἀλλά καί ἡ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή στόν Ἀρχιποίμενα Χριστό. Ἐπιπλέον τό ἀρνίο συμβολίζει τόν ἐρχόμενο Υἱό τοῦ Θεοῦ (Ἰω 1,29) καί σωτήρα, πού σφαγιάζεται γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων (Ἀπ 13,8). Μέ πρόβατα ἐπίσης παρομοιάζονται οἱ δίκαιοι στήν παραβολή τῆς μελλούσης κρίσεως (Μθ 25,31-46). Τά «κρίνα τοῦ ἀγροῦ» καί τά «πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ» προβάλλονται ὡς ἄλαλοι κήρυκες τῆς ἀρετῆς τῆς ἀμεριμνησίας (Μθ 6,26.28).
Στόν ἀντίποδα, τά φίδια, οἱ ἔχιδνες χρησιμοποιοῦνται ἀπό τόν Ἰωάννη τόν Βαπτιστή, γιά νά χαρακτηρίσουν τή μοχθηρία καί τήν ὑποκρισία τῶν Φαρισαίων (Μθ 3,7). Ὡστόσο, μᾶς προτρέπει ὁ Ἰησοῦς νά μιμηθοῦμε τή «φρονιμάδα» τοῦ φιδιοῦ (Μθ 10,16), μιά φρονιμάδα πού εἶναι ἀπομεινάρι τῆς προπτωτικῆς του κατάστασης.
Μέ σκυλιά παρομοιάζονται οἱ ψευδοδιδάσκαλοι στήν πρός Φιλιππησίους Ἐπιστολή (3,2) καί ὅλοι ὅσοι θά μείνουν ἔξω ἀπό τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως (22,15).
Μέ δυό λόγια, μέσα στίς σελίδες τῆς ἁγίας Γραφῆς γίνεται φανερό, ὅπως ὑπογραμμίζουν οἱ θεόσοφοι Πατέρες, ὅτι τά ζῶα πλάστηκαν μέν «πρὸς τέρψιν» τῶν ἀνθρώπων καί τέθηκαν στήν ὑπηρεσία τους ἀλλά -ἰδιαίτερα μετά τήν πτώση- ὡς πλάσματα τοῦ ἴδιου Δημιουργοῦ, συμβάλλουν καί στόν παραδειγματισμό τους.
Δ. Καλογεράκη, Δρ Θεολογίας
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2023
1. Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθαῖον 12,3· ΕΠΕ 9,392.