«Τό μαυρισμένο χῶμα σου
ὅπου καί νά τό σκάψουν,
θέλει ἀλαφρές τίς σκαπετιές,
γιατί θά σοῦ ξεθάψουν
ἀνδρειωμένων κόκκαλα
πεσμένων στούς ἀγῶνες,
πού ᾽δωκες γιά τή λευτεριά
ἀπό πολλούς αἰῶνες».
Ἡ κρητική μαντινάδα τονίζει τούς ἀδιάκοπους ἀγῶνες τῶν Κρητῶν γιά λευτεριά ἀπό τόν τουρκικό ζυγό.
Τό ἡμερολόγιο τῆς ἱστορίας ἔχει φτάσει στίς 21 Αὐγούστου 1866. Ἡ λεβεντογέννα Κρήτη δέν ἀντέχει ἄλλο τά δεινά τῆς καταπίεσης. Οἱ αὐθαιρεσίες τῶν Τούρκων ἀναγκάζουν τούς Ἕλληνες κατοίκους τοῦ νησιοῦ νά ἐξεγερθοῦν. «Δεύτερο ᾽21» χαρακτηρίζεται ἡ κρητική ἐπανάσταση τοῦ 1866. Μέ τό σύνθημα «Ἕνωσις ἤ Θάνατος» ὑψώνουν τό ἐπαναστατικό τους λάβαρο. Ἀπό τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα καταφθάνουν ἐθελοντές. Ὁ σουλτάνος θορυβεῖται. Ἐπειγόντως ἀποστέλλει στήν Κρήτη τόν Μουσταφᾶ πασά.
Στή βορειοδυτική πλευρά τοῦ Ψηλορείτη δεσπόζει τό σύμβολο ἡρωισμοῦ κι αὐτοθυσίας, ἡ μονή Ἀρκαδίου. Ὁ μεγαλόπρεπος δίκλιτος ναός της εἶναι ἀφιερωμένος στή Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος καί στούς ἁγίους Κωνσταντῖνο καί Ἑλένη.
Τό Ἀρκάδι γίνεται ἕδρα τῆς τοπικῆς ἐπαναστατικῆς ἐπιτροπῆς. Μέ 15.000 στρατό καί 30 κανόνια ὀργανώνει ὁ Μουσταφᾶς τήν ἐπίθεσή του κατά τοῦ Ἀρκαδίου. Στό μοναστήρι βρίσκονται 966 ψυχές, ἀλλά μόνο 250 εἶναι οἱ ὁπλοφόροι, σύμφωνα μέ τήν ἔκθεση τοῦ προξένου τῆς Ἑλλάδας στά Χανιά Νικολάου Σακοπούλου. Οἱ ὑπόλοιποι εἶναι γυναῖκες, παιδιά, γέροντες. Ἐπικεφαλῆς εἶναι ὁ ἐθελοντής ἀνθυπολοχαγός Ἰωάννης Δημακόπουλος καί ὁ θρυλικός ἡγούμενος Γαβριήλ Μαρινάκης, ἀστείρευτη πηγή θάρρους.
Τά ξημερώματα τῆς 8ης Νοεμβρίου ὁ ἡγούμενος Γαβριήλ ἱερουργεῖ, τιμώντας τούς ἀρχαγγέλους Μιχαήλ καί Γαβριήλ. Θεματοφύλακας τῶν ἱερῶν τῆς φυλῆς μας, ἐμψυχώνει τό ἐκκλησίασμα: «Παιδιά μου, ἀδέλφια μου, γλυκύτερος καί δικαιότερος θάνατος δέν ὑπάρχει ἀπό τό ν’ ἀποθάνει κανείς ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος… Ζήτω ἡ Ἐλευθερία!».
Τό μοναστήρι ὅμως κυκλώνεται ἀπό χιλιάδες Τούρκους. Ὁ πασάς προτείνει στούς πολιορκημένους νά παραδοθοῦν, ἀλλά ἐκεῖνοι τοῦ ἀπαντοῦν: «Μόνο νεκροί θά παραδοθοῦμε». Μέ σφοδρούς κανονιοβολισμούς ἀρχίζει ἡ πολιορκία. Ἑνωμένοι οἱ Κρητικοί σάν μιά γροθιά ἀμύνονται. Ἀνάμεσά τους ξεχωρίζει μιά λεβεντογυναίκα, πού πολεμᾶ μαζί μέ τό 24χρονο παιδί της, τόν Κωνσταντῖνο. Εἶναι ἡ Χαρίκλεια Δασκαλάκη, κόρη, σύζυγος καί μητέρα ἡρώων. Σφαῖρες τοῦ ἐχθροῦ καταρρίπτουν τήν κρητική σημαία τοῦ γιοῦ της, πού κυμάτιζε στήν πύλη τοῦ μοναστηριοῦ πλάι στό ἱερό λάβαρο. Τρέχει μέσα ἀπό τά βόλια ἡ Χαρίκλεια καί τήν ξαναϋψώνει. Τρεῖς φορές ἡ σημαία, διάτρητη ἀπό σφαῖρες, ἔπεσε. Καί τίς τρεῖς τήν ἀναστήλωσε. Τήν τέταρτη ὅμως σπάζει ὁ ἱστός. Καί τότε σπεύδει, τή διπλώνει, τή φιλᾶ καί τή βάζει στόν κόρφο της, γιά νά τήν παραδώσει ἀργότερα σάν ἱερό κειμήλιο. Ἡ σημαία ἔφερε τά ἀρχικά γράμματα Κ (Κρήτη), Ε (Ἕνωσις), Ε (Ἐλευθερία) καί Θ (Θάνατος).
Κάθε φορά πού οἱ Τοῦρκοι ζητοῦν παράδοση, παίρνουν ἀπάντηση ἀπό τίς κάννες τῶν ἑλληνικῶν ὅπλων.
Στίς μεσονυκτικές ὧρες τελεῖ ὁ Γαβριήλ θεία Λειτουργία. Κοινωνοῦν οἱ «Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι» τά ἄχραντα Μυστήρια. «Εἰς τά μέτωπα πάντων ἔλαμπεν ἤδη ὁ στέφανος τοῦ μαρτυρίου».
Τό δεύτερο κύμα ἐπίθεσης ἀρχίζει στίς 9 Νοεμβρίου. Ἡ θέση τῶν ἐγκλείστων χειροτερεύει, γιατί οἱ Τοῦρκοι μεταφέρουν ἀπό τό Ρέθυμνο δύο βαριά κανόνια. Σφυροκοποῦν τή δυτική πύλη τῆς μονῆς. Μόλις καταρρέει, κραδαίνοντας τά γιαταγάνια τους, ὁρμοῦν στήν αὐλή. Τά γυναικόπαιδα τρέχουν στήν μπαρουταποθήκη. Μές στήν κοσμοχαλασιά ἀκούγεται ἡ βροντερή φωνή τοῦ Κωστῆ Γιαμπουδάκη: «Οἱ Τοῦρκοι μπήκανε στό μοναστήρι. Τί προτιμᾶτε; Νά παραδοθοῦμε νά σφαχθῆτε σάν ἀρνιά ἀπό τό τούρκικο γιαταγάνι ἤ νά δώσω φωτιά στό μπαρούτι;». Ὅλοι κράζουν «Φωτιά!», κάνοντας τόν σταυρό τους.
Μέ ἀπόφαση τοῦ Γαβριήλ, ὁ Γιαμπουδάκης βάζει φωτιά στήν πυρίτιδα. Μιά ἐκτυφλωτική λάμψη φάνηκε κι ἕνας τεράστιος κρότος ἀκούστηκε. «Ὕψωσαν τό αἴτημα τῆς κρητικῆς ἐλευθερίας πάνω σέ μιά πύρινη βάση μέ ἀνθρώπινες λαμπάδες». Ἡ μιά πλευρά τῆς μονῆς ἀνατινάσσεται καί 800 περίπου ἀπό τούς πολιορκημένους γίνονται ὁλοκαύτωμα· μαζί τους καί 1.500 Τοῦρκοι.
«... Τρόχαλος ἔγινε ἡ Μονή
κι ἐσείστη ὁ Ψηλορείτης
κι ἀντιλαλοῦνε τά βουνά
κι ἀπ᾽ ἄκρου ὥς ἄκρου ἡ Κρήτη», ἀπαγγέλλει ἡ λαϊκή μούσα.
«Ἡ ἡρωϊκή μονή, ἡ δίκην φρουρίου ἀγωνισαμένη, ἀποθνῄσκει ὡς ἡφαίστειον. Τά Ψαρά δέν εἶναι ἐπικώτερα∙ τό Μεσολόγγιον δέν ἵσταται ὑψηλότερον», σημειώνει ὁ Victor Hugο.
Οἱ ἐχθροί συνεχίζουν μέ μεγαλύτερη λύσσα τούς βανδαλισμούς. Πυρπολοῦν τόν ναό τοῦ Σωτῆρος. Σύμφωνα μέ περιγραφή ἑνός Ἄγγλου, «κουράστηκαν νά σκοτώνουν».
Μοναχοί καί πολεμιστές συνεχίζουν κι αὐτοί νά μάχονται τιτάνια. Μία σφαῖρα χτυπᾶ τόν 40χρονο ἡγούμενο στήν κοιλιά. Πέφτει νεκρός στή μικρή ταράτσα τοῦ κελλιοῦ του. Τοῦ κόβουν τό κεφάλι καί τό περιφέρουν ὡς τρόπαιο. Ἀπό τούς Ἕλληνες πού βρίσκονταν στή μονή 100 περίπου αἰχμαλωτίζονται. Λογχίζουν τόν Δασκαλάκη μπροστά στά μάτια τῆς μητέρας του.
Ἔξω ἀπό τό μοναστήρι, ὑψώνεται σήμερα ἕνα ὀκταγωνικό κτήριο, τό ὀστεοφυλάκιο τῶν ὑπερασπιστῶν τοῦ Ἀρκαδίου. Αἰσθάνεται ἀποτροπιασμό ὁ ἐπισκέπτης σάν πέφτει τό βλέμμα του πάνω στά γυάλινα ράφια μέ τά δεκάδες κρανία τῶν θυμάτων τῆς μάχης. Τά ὀστά εἶναι τρυπημένα ἀπό σφαῖρες. Ἀρκάδι!
«Βράχε θυσίας ἱερέ,
στά σκόρπια ἀπομεινάρια
ἀκόμη δέν ξεθώριασαν
τοῦ αἵματος τ’ ἀχνάρια».
Τό ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρκαδίου μεσουρανεῖ. Ὁ εὐρωπαϊκός κόσμος εὐαισθητοποιεῖται κι ἕνα νέο κύμα φιλελληνισμοῦ δημιουργεῖται. Ἡ ἀρκαδική ἐθελοθυσία δίνει τό ἐρέθισμα στή διεθνῆ κοινή γνώμη νά δεῖ τόν ἀγώνα τῆς Κρήτης μέ ἄλλο μάτι. Ὅπου νά ᾽ναι ἡ ἀνάσταση τῆς Μεγαλονήσου ζυγώνει.
Ἑλληνίς
"Ἀπολύτρωσις", Νοέμβρ. 2023