- Σήμερα, παιδιά, θέλω νά μελετήσουμε κάτι ἀπό τή ζωή τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, πού θά μᾶς δώσει ἀφορμή μετά νά συζητήσουμε, λέω μπαίνοντας στό Α3.
- Κυρία, λογοτεχνία ἔχουμε αὐτή τήν ὥρα, ὄχι ἱστορία!
- Μή βιάζεσαι, Ἀνέστη. Τό θέμα μας στή λογοτεχνία αὐτό τόν καιρό εἶναι ἡ μητρική ἀγάπη. Σκέφτηκα λοιπόν νά σᾶς διηγηθῶ ἕνα σχετικό περιστατικό ἀπό τή ζωή τοῦ Ἀλέξανδρου. Νομίζω πώς ταιριάζει νά τό γνωρίσουμε σήμερα, 2 Φεβρουαρίου, πού ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ στό πρόσωπο τῆς Παναγίας μας κάθε χριστιανή μάνα.
- Ἄ, ὡραῖα, κυρία, μᾶς ἀρέσουν πολύ οἱ ἱστορίες!
- Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Πλούταρχος, ἡ Ὀλυμπιάδα, μετά τή δολοφονία τοῦ Φιλίππου, ἀναμειγνυόταν διαρκῶς στά πολιτικά ζητήματα. Ἡ συμπεριφορά της αὐτή δέν ἦταν εὐχάριστη στόν Ἀλέξανδρο, ὡστόσο ποτέ δέν συγκρούστηκε μέ τή μητέρα του. Τήν ἰσχύ τοῦ δεσμοῦ αὐτοῦ φαίνεται πώς ἀγνοοῦσε ὁ Ἀντίπατρος, τόν ὁποῖο εἶχε ὁρίσει ὁ Ἀλέξανδρος ἀντιβασιλέα τῆς Μακεδονίας. Αὐτός ἔστειλε στόν Ἀλέξανδρο μία μακροσκελῆ ἐπιστολή, πού εἶχε σκοπό νά τόν στρέψει ἐναντίον τῆς μητέρας του. Ὅταν τή διάβασε ὁ Ἀλέξανδρος εἶπε: «Ὁ Ἀντίπατρος ἀγνοεῖ πώς ἕνα μητρικό δάκρυ σβήνει δέκα χιλιάδες ἐπιστολές». Σᾶς τό διαβάζω καί ἀπό τό ἀρχαῖο κείμενο: «Ἀναγνοὺς ἀγνοεῖν εἶπεν Ἀντίπατρον, ὅτι μυρίας ἐπιστολὰς ἓν δάκρυον ἀπαλείφει μητρός».
- Ἔξυπνη ἀπάντηση!
- Ναί, φανερώνει τή μεγάλη του ἀγάπη στή μητέρα. Πῶς θά τόν χαρακτηρίζατε γι᾽ αὐτή του τή συμπεριφορά;
- Κυρία, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἦταν κάτι μοναδικό! Ἐγώ δέν ξέρω ἄν θά ἔκανα τό ἴδιο, ἄν καί ἀγαπῶ πολύ τή μητέρα μου.
- Δέν ἦταν μόνον ὁ Ἀλέξανδρος βέβαια… Ἡ ἱστορία διασώζει τό παράδειγμα ἑνός ρωμαίου στρατηγοῦ, τοῦ Γάιου Μάρκιου, πού εἶχε τήν προσωνυμία «Κοριολανός». Ἕνα μητρικό δάκρυ μαλάκωσε καί τή δική του καρδιά καί ἔλυσε τήν πολιορκία τῆς πατρίδας του, τῆς Ρώμης, ἐναντίον τῆς ὁποίας εἶχε ἐπιτεθεῖ. Ὁ Πλούταρχος ἀναφέρει ὅτι οἱ πρεσβεῖες, πού στάλθηκαν γιά νά τόν κάνουν νά ἀλλάξει γνώμη, δέν εἶχαν ἀποτέλεσμα. Τότε βγῆκαν μπροστά οἱ γυναῖκες τῆς Ρώμης, μέ πρῶτες τή Βετουρία, τή μητέρα τοῦ «Κοριολανοῦ», καί τή Βολουμνία, τή σύζυγό του, καί πῆγαν ὅλες μαζί στό ἀντίπαλο στρατόπεδο. Ἀρχικά ἔμεινε ἀσυγκίνητος. Ὅταν ὅμως πληροφορήθηκε πώς ἀνάμεσά τους ἦταν ἡ μητέρα καί ἡ σύζυγός του, σηκώθηκε καί ἔτρεξε νά τίς ἀγκαλιάσει δακρυσμένος. Ἡ Βετουρία τότε ὀργισμένη ἀπευθύνθηκε στόν γιό της: «Προτοῦ δεχθῶ νά μ’ ἀγκαλιάσεις, θέλω νά ξέρω ἄν ἦρθα σέ ἐχθρό ἤ σέ γιό, ἄν εἶμαι αἰχμάλωτη ἤ μητέρα στό στρατόπεδό σου». Τοῦ ζήτησε ἔπειτα νά δώσει τόπο στήν ὀργή καί νά δεχθεῖ τήν εἰρήνη. Καί τοῦ εἶπε ὅτι δέν θά μπορέσει νά μπεῖ στή Ρώμη παρά «περνώντας πάνω ἀπό τό πτῶμα της» -«πρὶν νεκρὰν ὑπερβῆναι τὴν τεκοῦσαν»- καί λέγοντας αὐτά ρίχτηκε στά γόνατά του. Τότε ὁ Μάρκιος, μή ἀντέχοντας τό θέαμα, τή σήκωσε καί σφίγγοντας τό χέρι της εἶπε: «Κέρδισες μία νίκη εὐτυχῆ γιά τήν πατρίδα, ὀλέθρια γιά μένα· θά ἀποσυρθῶ νικημένος μόνον ἀπό σένα». Ἡ ἱκεσία τῆς μάνας ἔσβησε τόν θυμό του. Τόν νίκησε ἡ δύναμη τῆς μητρικῆς ἀγάπης.
- Κυρία, πολύ δυνατό κι αὐτό τό παράδειγμα, ὡστόσο προχτές λέγαμε γιά τόν Ὀρέστη, πού ἐκδικούμενος τόν φόνο τοῦ πατέρα του Ἀγαμέμνονα σκότωσε τήν ἴδια του τή μάνα!
- Ναί, ἀλλά μετά τόν κυνηγοῦσαν οἱ Ἐρινύες. Ὑπάρχουν δυστυχῶς παραδείγματα ἀπό τή ζωή, πού δείχνουν σκληρές συμπεριφορές παιδιῶν. Παιδιά πού μέ σκληρότητα καί βαναυσότητα περιφρονοῦν καί πικραίνουν ἤ ἐγκαταλείπουν στά γηρατειά τούς γονεῖς τους.
- Παραδείγματα πρός ἀποφυγήν, ὅπως μᾶς λέτε...
- Ἀκριβῶς, Νικολέτα. Τώρα μπορεῖ ὅποιος θέλει νά σηκωθεῖ στόν πίνακα νά γράψει λίγες λέξεις ἤ νά ζωγραφίσει κάτι γιά τή μητρική ἀγάπη.
Ὁ πίνακας γεμίζει σέ λίγα λεπτά... Τά παιδιά χαρούμενα γράφουν καί ζωγραφίζουν: «Ἀγάπη ἀτελείωτη, ἰώβεια ὑπομονή, θυσία, χέρι δροσιᾶς στόν πυρετό, καταφύγιο, γλυκιά ἀγκαλιά, ἡ πιό γλυκιά λέξη, εὐχαριστῶ, χρόνια πολλά» καί δίπλα ζωγραφίζουν καρδοῦλες, λουλούδια, θαυμαστικά…
- Πολύ ὄμορφα ὅλα! Μπράβο, παιδιά! Κάτι μικρό μποροῦμε σήμερα νά προσφέρουμε στή μητέρα μας, πού μᾶς ἔφερε στή ζωή καί μᾶς φροντίζει. Γιατί, ὅπως γράφει ὁ ποιητής Ἐλύτης, «Κι ἕνα τέταρτο μητέρας ἀρκεῖ γιά δέκα ζωές, καί πάλι κάτι θά περισσέψει, πού νά τό ἀνακράζεις σέ στιγμή μεγάλου κινδύνου».
- Κι ἄν δέν ἀγαποῦμε γιά κάποιο λόγο τή μητέρα μας, κυρία; Τί κάνουμε; Κι ἄν δέν μᾶς ἀγαπᾶ ἐκείνη καί δέν θέλει οὔτε νά μᾶς ξέρει; λέει ἡ Φανή γεμάτη πίκρα.
- Τότε, Φανή, λέω καί κατευθύνομαι πρός τά τελευταῖα θρανία, ἔχουμε μητέρα τήν Παναγία. Σ᾽ ἐκείνην καταφεύγουμε. Κι ἔχει τόν τρόπο ἡ μεγάλη μας Μητέρα νά μᾶς παρηγορεῖ καί νά ἔρχεται κοντά μας. Στό διάλειμμα μεῖνε νά ποῦμε κι ἄλλα ἄν θέλεις... κι ὅποιος ἄλλος ἔχει παρόμοιες ἀπορίες, λέω μέ νόημα στά παιδιά καί ὑψώνω τό βλέμμα μου στή Γλυκοφιλοῦσα, πού σκύβει πάνω ἀπό τόν πίνακα τῆς τάξης καί μᾶς χαμογελᾶ.
Μ.Ε.Χ.
"'Απολύτρωσις", Φεβρ. 2024