Δίχως πατρίδα τί νά κάνεις τόν πλοῦτο, τή δόξα ἤ τίς χαρές;

 tsounis -Κυρία, σήμερα εἴχατε πεῖ ὅτι μᾶς ἑτοιμάσατε ἕνα ἀφιέρωμα, μοῦ λένε οἱ μαθητές τοῦ Γ1 μόλις μπαίνω.
  -Καλημέρα, παιδιά! Ναί, σήμερα θά ἤθελα νά μιλήσουμε γιά τούς ἐθνικούς εὐεργέτες. Ξέρει κάποιος ποιοί ὀνομάζονται ἔτσι;
  -Μήπως οἱ ἥρωες πού θυσιάστηκαν γιά τήν Ἑλλάδα; ρωτάει ὁ Γιῶργος.
  -Ναί, εἶναι καί οἱ ἥρωες εὐεργέτες τοῦ ἔθνους, ἀλλά ὁ τίτλος «Ἐθνικοί εὐ­εργέτες» ἀφορᾶ ὅσους διέθεσαν μεγά­λα χρηματικά ποσά ἤ καί ὁλόκληρη τήν περιουσία τους γιά τή δημιουργία κοινωφελῶν ἔργων γιά τήν πατρίδα.
  -Ἔ, δέν νομίζω, κυρία, νά ὑπάρχει κάποιος σήμερα πού νά δίνει τήν περιουσία του γιά τήν Ἑλλάδα! πετάγεται ὁ Μάκης.
  -Κι ὅμως, παιδιά, ἡ πατρίδα μας ἔχει ἀκόμα τέτοιους ὑπέροχους ἀνθρώπους! Σάν σήμερα, στίς 10 Ἀπριλίου 2021, ἔ­φυγε ἀπό τή ζωή ὁ Ἰάκωβος Τσούνης, ἕνα φωτεινό παράδειγμα ἀφοσίωσης στήν πατρίδα. Ὁ 97χρονος ἐφοπλιστής ἄφησε τό σύνολο τῆς κινητῆς καί ἀκίνητης περιουσίας του στίς Ἔνοπλες Δυνά­μεις τῆς Ἑλλάδας, ἐνῶ τίς δύο τελευ- ταῖες δεκαετίες δώρισε σ᾽ αὐτές πάνω ἀπό 23 ἑκατομμύρια εὐρώ.
  -Κυρία, αὐτά εἶναι πολλά λεφτά. Πῶς ἔγινε τόσο πλούσιος;
  -Ἡ ἱστορία του εἶναι πολύ συγκινητική. Ἦταν τό 13ο παιδί τοῦ δασάρχη Κωνσταντίνου Τσούνη καί τῆς Μαρίας ἀπό τήν Πάτρα, μέ καταγωγή ἀπό τή Βλασιά Καλαβρύτων. Ἀπόγονος, ὅπως τοῦ ἄρεζε νά λέει, τῶν Πετμεζαίων, τῶν Λονταίων καί τῶν Δημακοπουλαίων ἀγωνιστῶν. Τό 1940, ὁ 16χρονος Ἰάκωβος, προκειμένου νά καταταγεῖ στόν στρατό, πλαστογραφεῖ τήν ταυτότητά του γιά νά φαίνεται μεγαλύτερος. Ὁ πατέρας του μαθαίνει ὅτι ἔχει πάει στόν πόλεμο, ὅταν εἶναι ἤδη στά βουνά. «Ἤ θά ἔρθεις νικητής ἤ θά πεθάνεις ἐκεῖ», τοῦ γράφει. Κι ὁ ἴδιος ἀναφέρει: «Ὅταν πῆ­γα στήν Ἀλ­βανία ἐθελοντής, εἶχα ἄριστη σωματική διάπλαση. Ὅταν πέρασαν 4-5 μῆνες, ὁ Διοικητής τοῦ Στρατηγείου μέ βρῆκε σχεδόν πεθαμένο. Ἀπό τά 65-70 κιλά πού ζύγιζα ὅταν εἶχα πάει ἐκεῖ, εἶχα πέσει στά 29».
  -Καί πῶς ἐπέζησε;
  -Τόν κοινώνησαν ὡς ἑτοιμοθάνατο καί τόν ἐπέστρεψαν στήν Πάτρα. Μέσα σέ ἕνα χρόνο ὅμως ἀνέρρωσε καί μετακόμισε στήν Ἀθήνα ἀπό ὅπου ἐπιστρατεύτηκε γιά δεύτερη φορά.
  -Καί εὐεργέτης καί ἥρωας, δηλαδή, κυρία!
  -Ναί, Ἠλία. Τό 1949 ἐπιστρέφει στήν Ἀθήνα καί ἀποκτᾶ ἄδεια βοηθοῦ ἐκτελωνιστῆ. Ξεκινᾶ τούς ἐκτελωνισμούς μ᾽ ἕνα τραπεζάκι καί καρέκλες, πού δανείζεται ἀπό ἕναν ἰδιοκτήτη καφενείου ἀ­πέναντι ἀπό τό Α´ τελωνεῖο Πειραιᾶ. Συγχρόνως ἀσχολεῖται μέ διάλυση πλοί­ων, πουλώντας κομμάτια τους στή χαλυβουργία, ἀλλά καί μέ τροφοδοσίες κα­- ραβιῶν. To 1960 ἀποκτᾶ τό πρῶτο του πλοῖο, ἕνα μικρό ἐμπορικό 1.000 τόνων. Τρία χρόνια ἀργότερα παντρεύεται τήν Ἄννα Φωκᾶ καί ἀποκτοῦν δύο παιδιά. Μέ τίς διασυνδέσεις πού εἶχε μέ τούς ἄλ­λους ἐφοπλιστές, μέσα σέ λίγα χρόνια ἀ­ποκτᾶ ἕνα στόλο 13 πλοίων, συμπερι­- λαμβανομένου καί ἑνός τάνκερ 35.000 τόνων.
  -Οἱ γονεῖς του θά καμάρωναν γιά    τόν γιό τους!
  -Ναί, κι ἐκεῖνος ὅμως δέν ξεχνοῦσε τίς συμβουλές τοῦ πατέρα του: «Νά μήν ξεχάσεις τήν προέλευσή σου, νά μάθεις νά ντρέπεσαι καί νά θυμᾶσαι ὅτι τά λε­φτά πού ἔχεις δέν εἶναι δικά σου. Εἶναι γι’ αὐτούς πού δέν ἔχουν μιά ἀσπιρίνη ἤ ἕνα ποτήρι νερό. Νά τούς βοηθᾶς ἀθορύβως καί νά μήν περιμένεις εὐχαριστίες, ἄν θές νά εἶσαι χαρούμενος». Ἔ­- τσι ἐξηγεῖται τό ὅτι δωρίζει τό σημαντικό ποσό τῶν 200.000 δολαρίων γιά τήν ἵ­δρυση τοῦ Λύρειου Ἱδρύματος, καί πα­ρά τίς προτροπές τῆς οἰκογένειας Λύρα νά ὀνομαστεῖ Λύρειον καί Τσούνειον Ἵ­δρυμα, ὁ ἴδιος ἀρνεῖται.
  -Δέν ἤθελε νά φαίνεται ὅτι κάνει φιλανθρωπίες;
  -Καθόλου δέν ἐπιζητοῦσε τήν προβολή, ἀλλά ἀφανῶς ἔκανε ἀγαθοεργίες. Τά πακέτα καί οἱ φάκελοι πού ἔστελνε σέ ἀπόρους εἶχαν ἀποστολέα τήν ἔν­δει­ξη «Ἀνώνυμος». Ὅταν τό 2021 τοῦ ἀπένειμε ἡ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας τόν Μεγαλόσταυρο τοῦ Τάγματος τῆς Τιμῆς, δήλωσε: «Ἡ κ.Σακελλαροπούλου θέλει νά μέ βραβεύσει καί δέν μέ γνωρίζει. Οὐ­δέποτε ζήτησα νά μέ παρασημοφορήσουν, οὔτε ποτέ ζήτησα ἀντάλλαγμα γιά τίς προσφορές πού ἔκανα». Καί πό­σες δωρεές του σέ ἐκκλησίες, ἱδρύματα καί νοσοκομεῖα δέν ἔχουν καταγραφεῖ! Αὐτό πού ἰδιαίτερα τόν χαροποίησε εἶ­ναι τό μουσεῖο στό Αἴγιο -πού φέρει τό ὄνομά του- μέ ἐθνικά καί ἐκκλησιαστικά κειμήλια.
  -Γιατί, κυρία, ἤθελε νά δώσει τά περισσότερα χρήματα στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις καί δέν τά ἄφησε στά παιδιά του;
  -Τίς Ἔνοπλες Δυνάμεις τίς ἀποκα­λοῦ­σε «ἅγιες», «τήν ψυχή τοῦ ἔθνους». Θεωροῦσε ὅτι ἐξασφάλισε τά δύο του παιδιά μέ σπουδές στά καλύτερα πανε­πι­στήμια, μέ κα­τοι­κία καί κάποια χρήματα. Σᾶς διαβάζω τήν παρακαταθήκη του: «Δέν εἶναι τό πρώτιστον καί τό ἔ­σχατον τό χρῆμα. Ἀλλά εἶναι ἡ πατρίδα. Δίχως πατρίδα τί νά κάνεις τόν πλοῦ­­το, τή δόξα ἤ τίς χαρές; Ὅλα χάνουν τήν ἀ­ξία τους… Ὁ πιό σπουδαῖος γιά μένα εἶ­ναι ὁ πατριώτης. Ὄχι ἐκεῖνος πού ἔχει λεφτά καί τιμητικές διακρίσεις, ἀλλά αὐ­τός πού πραγματικά ἀγαπάει τήν πα­τρί­δα του... Αὐτή εἶναι ἡ τε­λευ­ταία ἐπι­­θυ­­μία μου, νά φύ­γω ξυπόλυτος ἀπό τή ζω­ή, ὅ­πως ξεκίνησα πεινώντας... Τίποτε δέν παίρνεις μαζί σου». Εἶναι ἀκόμα χαρακτηριστική ἡ ὑπογραφή του σέ μιά ἐ­πι­στο­λή πού ἔστειλε στήν ἐφημερίδα «Ἑστία»: «Ἕ­νας μικρός καί ἀ­σή­μαντος ἀν­θρωπάκος, ἀλλά γνήσιος ἀ­πό­­γονος τῶν πολεμιστῶν τοῦ 1821».
  -Μικρός καί ἀσήμαντος; φωνάζει ὁ Μάριος. Ἔχω πά­θει πλάκα μέ αὐτά πού λέει... Αὐτός ἦταν πολύ μεγάλος καί σημαντικός.
 -Ναί, Μάριε. Πραγματικά μεγάλος. Ἔλεγε ἀκόμα πώς ἐπιθυμεῖ νά εἶναι χρήσιμος καί ὠφέλιμος στούς ἀνθρώπους καί στήν πατρίδα καί ὄχι εὐχάριστος καί ἄριστος. Ἀλλά ὑ­πῆρξε καί ἄριστος καί ἄξιος! Καί κυρίως γιά ὅλους μας... ἀξιομίμητος!

Μ.Ε.Χ.