«Κάθε ἐμπόδιο σέ καλό», λέει ὁ σοφός λαός. Κι ἐγώ τό ἐπαναλαμβάνω σέ συνομιλητές πού παραπονιοῦνται πώς, ἐνῶ κάνουν ὑπερπροσπάθειες γιά τήν ἐπίτευξη ἑνός σπουδαίου ἔργου, ὅλο προκύπτουν ἀπρόοπτα καί ματαιώνουν τό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα. Ὅταν ὅμως στήν προσωπική μου ζωή ἐπιδιώκω τήν πραγμάτωση ἑνός στόχου καί ξεφυτρώνουν σκόλοπες, τότε δυσκολεύομαι νά δώσω τήν ἴδια συμβουλή στόν ἑαυτό μου. Αὐθόρμητα ἐκνευρίζομαι μέ κάθε κώλυμα κι ἐπιμένω νά φέρω εἰς πέρας τό πρωταρχικό μου σχέδιο.
Θά μποροῦσε μία τέτοια τάση νά ἑρμηνευθεῖ ὡς ἰσχυρή θέληση. Ἐνίοτε, ὡστόσο, κρύβει μέσα της ἐγωισμό. Κάποτε φανερώνει καί πνευματική ἀνωριμότητα. Θυμᾶμαι μία φίλη, ὅταν δίναμε πανελλήνιες ἐξετάσεις. Γιά ἐλάχιστα μόρια ἔχασε τήν πρώτη ἐπιλογή. Δύο ἄλλες συμμαθήτριες μπῆκαν στήν πολυπόθητη ὑψηλόβαθμη σχολή. Αὐτή ξαναέδωσε. Πῆγε καλύτερα, ἀλλά οἱ βάσεις ἀνέβηκαν. Πάλι τό ὄνειρο ἔμεινε ἀνεκπλήρωτο. Μέ μισή καρδιά γράφτηκε στή σχολή πού πέρασε. Γρήγορα ἀφοσιώθηκε στά μαθήματα, ἀρίστευσε, πῆρε πτυχίο. Οἱ καθηγητές ἐκτίμησαν τίς ἱκανότητές της καί τήν κράτησαν νά ἐργαστεῖ στό πανεπιστήμιο σέ μία θέση μέ δημιουργικότητα κι ἐπικοινωνιακή δράση, ὅπως ταίριαζε στήν ἱεραποστολική της φύση. Δέν γνώρισε οὔτε μία μέρα στή ζωή της τήν ἀγωνία τῆς ἀνεργίας. Οἱ δύο συμμαθήτριες ἀποφοίτησαν ἀπό τή φημισμένη σχολή, ἀλλά ἀναζητοῦσαν ἐπί χρόνια ἐργασία. Τότε μοῦ ἐκμυστηρεύτηκε: «Τώρα καταλαβαίνω πώς ὁ Θεός εἶχε ἄλλο... καλύτερο σχέδιο γιά μένα».
Πάντοτε ὁ Θεός ἔχει τό καλύτερο σχέδιο γιά τόν καθένα καί μάλιστα μέ ἀπώτερο σκοπό τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ἁπλῶς ἐμεῖς βιαζόμαστε καί κοντόφθαλμα ἀντιμετωπίζουμε τίς ἀποτυχίες ὡς ἀπόρριψη. Δυσκολευόμαστε νά προσλάβουμε τή φραγή στόν δρόμο μας ὡς φιλάνθρωπη κίνηση τοῦ πανάγαθου Πατέρα. Ὑπάρχουν, ὡστόσο, μετασχημα- τιστές πού μεταποιοῦν τόν θυμό καί τήν γκρίνια σέ χαρά κι ἐλπίδα, πού μετατρέπουν τούς θολερούς ὀχετούς σέ θαλερούς λογισμούς.
Σέ κάθε πρόσκομμα καλούμαστε νά ζυγίσουμε τήν ἐμπιστοσύνη μας στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἤ τουλάχιστον νά Τοῦ ζητήσουμε μέ εἰλικρίνεια βοήθεια, γιά νά λειτουργήσει τό ὄμμα τῆς καρδιᾶς καί νά δεῖ σέ κάθε περιστατικό τήν ὠφέλεια. Εἶναι θέμα πίστεως ἡ ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων ἀκυρώσεων καί ἀναμφίβολα μᾶς ἐξασκεῖ στήν ὑπομονή καί στήν πνευματική εὐλυγισία. Ὅταν στίς ἀντιξοότητες κάμπτουμε προσευχητικά τά γόνατα, τά «γιατί σέ μένα;» λαμβάνουν σταδιακά ἑρμηνεῖες πού καί ὁ εὐφυέστερος νοῦς δέν θά μποροῦσε νά συλλάβει.
Σέ κάθε τέτοιο ἀπροσδόκητο γεγονός τῆς ζωῆς μας πού σχετίζεται μέ τήν ὑγεία μας, τήν ἐπαγγελματική μας ἀποκατάσταση, τίς διαπροσωπικές μας σχέσεις νιώθουμε στό ἐσωτερικό πεδίο μα- χῶν νά κονταροχτυπιέται ἡ ἀθλιότητα μέ τήν ἁγιότητα, καθώς καί τά δύο ἐνυπάρχουν μέσα μας. Οἱ ξαφνικές ἀνατροπές τῶν σχεδίων μας μοιάζουν μέ τίς διαπεραστικές ἀκτίνες τοῦ ἡλίου σέ καλοκαιρινούς ὄρθρους, πού διασχίζουν ἀστραπιαῖα τήν ἀτμόσφαιρα καί χτυποῦν ἀπευθείας τίς κόρες τῶν ὀφθαλμῶν. Πεταρίζουν πάνω στά βλέφαρα καί συνδυά- ζονται μέ τίς ἑωθινές δροσοσταλίδες τῶν λουλουδιῶν καί τῶν πρώτων προσευχῶν. Προσπαθοῦμε νά τίς ἀποφύγουμε, μά αὐτές θά βροῦν δίοδο γιά νά σταθοῦν πάνω στό βλέμμα μας. Ἄν τίς ἀφήσουμε νά δράσουν εὐεργετικά, θά δακρύσουμε καί τότε τό φῶς τους θά ἀντικατοπτριστεῖ στή ματιά μας.
Οἱ πρῶτες στιγμές εἶναι πάντα δύσκολες. Ποιός μπροστά στά ἐμπόδια ἀμέσως ὑμνεῖ καί δοξολογεῖ; Ὑψηλά ἀθλήματα γιά τούς ὀλίγους κι ἐκλεκτούς οὐρανοπολίτες τῆς γῆς, ἄφθαστα γιά μένα τόν πηλό. Κι ὅμως μία ἀπότομη φραγή στόν δρόμο μου μπορεῖ νά σταθεῖ ὁρόσημο. Ἄν ἐκμεταλλευτῶ τή φαινομενική ἀναποδιά, ἴσως ἀλλοιωθῶ ἀπό τό κονταροχτύπημα καί ἀπό τάλας νά γίνω ἅλας. Ὡστόσο, ἄν ἐπιμείνω πεισματικά στό ἴδιον θέλημα, τότε θά ἀποτελέσω μία ταλαίπωρη ἐποπτική διδασκαλία τοῦ ἅλατος πού ἔχει μωρανθεῖ καί θά κάνω παρέα στίς μωρές παρθένες ἔξω ἀπό τήν κλειστή θύρα.
Ὡς ἀθεράπευτος ἐγωιστής θεωρῶ πώς πάντα ὅλες οἱ πόρτες θά ἀνοίγουν μπροστά μου. Προχωρώντας μέ μία τέτοια κοσμοθεωρία ἐξελίσσομαι σέ μία κούφια προσωπικότητα πού κερδίζει τίς ἐντυπώσεις τῆς κοινωνίας, χάνει ὅμως τίς ὑποτυπώσεις τῆς Βασιλείας. Ἡ ζυγαριά τοῦ βίου βαραίνει ἀσύμφορα ἀπό τά τιμαλφῆ πρός τά κενά καί τά συναφῆ. Εὐτυχῶς ὅμως πού ὁ Κύριος διαθέτει τήν ἁγία σμίλη καί λαξεύει τήν ὕλη, γιά νά βγεῖ ἀπό τά ἐνδότερα ὁ μετανοημένος ἄνθρωπος. Σμιλεύει ὁ Δημιουργός μέ χτυπήματα παντοδαποῦς φύσεως τόν καθένα μας ἀνάλογα μέ τίς ἀντοχές καί τό δοχεῖο του.
Τελικά, μιά θεάρεστη βιότευση μέ καλεῖ νά ἀξιοποιῶ κάθε κώλυμα γιά τήν καλλιέργεια τῆς μετανοίας μου πρωτίστως. Ἄς μήν ὑπάρχει ἄλλο ὄφελος. Καί μόνο γιά τήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος, τό ἐμπόδιο μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ εὐλογημένο. Καί μόνον ἄν μέσα ἀπό αὐτή τή φραγή ἔμαθα νά ζῶ μέ λίγο πιό ταπεινό φρόνημα, μπορῶ νά ὁμολογήσω πώς ὁ φιλάνθρωπος Θεός μέ τήν ἀγάπη του παραχωρεῖ «τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν».
Α.Τ.
"Ἀπολύτρωσις"
Τεῡχος Ἰουνίου-Ἰουλίου 2024