- Καλημέρα παιδιά! Καί... πάντα ἐλεύθερη ἡ Ἑλλάδα μας!
- Γιατί κυρία; Γιορτάζουμε κάτι σήμερα;
-Σάν σήμερα 12 Ὀκτωβρίου τοῦ 1944 ἀπελευθερωθήκαμε ἀπό τή βαριά γερμανική Κατοχή. Τέσσερα χρόνια μετά τό ΟΧΙ τοῦ Ἰωάννη Μεταξᾶ, ὁ Ὀκτώβριος ἔφερε καί πάλι τήν ἐλευθερία.
- Πάντως, κυρία, τώρα πού τό σκέφτομαι, εἶναι κάπως περίεργο. Ὅλοι οἱ λαοί γιορτάζουν τήν ἡμέρα τῆς ἀπελευθέρωσής τους, ἐνῶ ἐμεῖς καί τήν 25η Μαρτίου καί τήν 28η Ὀκτωβρίου γιορτάζουμε τήν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα γιά τήν ἐλευθερία, σχολιάζει ἡ Μαρία.
- Κι ἐγώ τό ἔχω σκεφτεῖ αὐτό, συμπληρώνει δίπλα της ἡ Ἀθηνᾶ.
- Ναί, ἔτσι εἶναι. Κι αὐτό δέν ἦταν κάτι πού ἐπιβλήθηκε, ἀλλά ξεπήδησε μέσα ἀπό τόν ἴδιο τόν λαό. Ὁ ἑλληνικός λαός προτίμησε νά πανηγυρίζει τήν 28η Ὀκτωβρίου, ὅταν δηλαδή ξεκίνησε τό ἡρωικό ἔπος τοῦ ᾽40, μιά περίοδος κατά τήν ὁποία τό ἔθνος μας στάθηκε ὁ πρωταγωνιστής μιᾶς στρατιωτικῆς ἐξέλιξης μέ εὐρύτερη ἐπίδραση καί σημασία. Γιά ἀκόμη μιά φορά οἱ Ἕλληνες, τήν 28η Ὀκτωβρίου τοῦ ᾽40, ταυτίστηκαν μέ τό δίκαιο πού μάχεται τήν ἀλαζονεία καί τή βαρβαρότητα.
- Πότε γιορτάστηκε πρώτη φορά ἡ 28η Ὀκτωβρίου; ρωτάει ὁ Μηνᾶς.
- Εἶναι ἐκπληκτικό ὅτι ἡ πρώτη ἐπέτειος τῆς 28ης Ὀκτωβρίου καθιερώθηκε ἤδη ἀπό τό 1941 μέσα στή μαύρη Κατοχή! Ἔλαβε χώρα στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, ὅπου καί ἐκφώνησε πανηγυρικό λόγο τήν παραμονή -μέ τίμημα τήν ἀπόλυσή του- ὁ καθηγητής τῆς Νομικῆς καί μετέπειτα Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Κωνσταντῖνος Τσάτσος.
Ἀξίζει νά διαβάσουμε γιά τή σημερινή ἡμέρα ἕνα κείμενο ἀπό τό ἡμερολόγιο τῆς συγγραφέως καί ποιήτριας Ἰωάννας Τσάτσου, ἀδελφῆς τοῦ Γιώργου Σεφέρη καί συζύγου τοῦ Κωνσταντίνου Τσάτσου, μέ τό ὁποῖο «ὑποδεχόταν» τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἀθήνας:
«12 Ὀχτώβρη 1944.
Ἡ μακριά σκοτεινή ματωμένη πορεία μας ἔφτασε στήν κορυφή. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖ καί τώρα θά εὐλογήσει τά δάκρυα τῆς λαχτάρας καί τῆς πίκρας μας. Ἀνοίγω διάπλατα τά παράθυρα. Φῶς, ἥλιος, καθαρός οὐρανός. Μαζί μέ τά παιδιά μου παρακολουθοῦμε μέ κατάνυξη θρησκευτική ἕνα σημεῖο ἀπέναντι στήν Ἀκρόπολη. Αὐτό εἶναι ὁ κόσμος ὅλος. Καί βλέπουμε τή γερμανική σημαία σιγά - σιγά νά ὑποστέλλεται, νά ἐξαφανίζεται σάν νά τήν κατάπιε ὁ Ἱερός Βράχος. Καί νά ἀρχίζει νά ἀνεβαίνει στόν ἱστό τό ἀγαπημένο χρῶμα τοῦ οὐρανοῦ μας. Τά θολωμένα μάτια μου δέν μποροῦν πιά νά δοῦν. Ὅταν ἔχω στεγνώσει βιαστικά τά δάκρυα, ἡ γαλανόλευκη κυματίζει περήφανα. Ἡ Ἑλλάδα εἶναι πάλι δική μας, δική μας. Τήν ἔχουμε κατακτήσει μέ τό αἷμα μας, μέ τόν μόχθο μας, μέ τήν καθημερινή στέρηση, μά προπάντων μέ τό σκοτάδι τῆς ὀδύνης ὅλων τῶν χρόνων τῆς σκλαβιᾶς. Ἡ Ἑλλάδα εἶναι πάλι δική μας. Αὐτό εἶναι δικαιοσύνη. Αὐτό εἶναι τάξη».
- Πολύ ὡραῖα τά γράφει... παρατηρεῖ ὁ Χρῆστος.
Δηλαδή οἱ Γερμανοί ἔφυγαν ἐκείνη τήν ἡμέρα ἀπό τήν Ἑλλάδα; πετιέται ὁ Θωμᾶς.
- Ναί, ἐκείνη τήν ἡμέρα, Πέμπτη 12 Ὀκτωβρίου τοῦ 1944, ἄγημα τοῦ γερμανικοῦ στρατοῦ καταθέτει ὑποκριτικά στεφάνι στό μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου. Στίς 9:15 π.μ. ἡ γερμανική φρουρά τῆς Ἀκρόπολης προχωρεῖ στήν ὑποστολή τῆς ναζιστικῆς σημαίας. Ἕνας στρατιώτης τυλίγει βιαστικά τό σύμβολο τῆς Κατοχῆς. Ὅταν τό ἄγημα ἀποχωρεῖ, τό στεφάνι μέ τίς κόκκινες ταινίες καί τόν ἀγκυλωτό σταυρό, πού μολύνει τό μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου, καταστρέφεται μέ ὁρμή ἀπό τόν λαό. Τό νέο διαδίδεται μέχρι τήν τελευταία γειτονιά τῆς Ἀθήνας: «Οἱ Γερμανοί φεύγουν!». Σάν νά δόθηκε σύνθημα, στά μπαλκόνια καί στά παράθυρα τῶν σπιτιῶν ὑψώνονται ἑλληνικές σημαῖες. Οἱ Ἀθηναῖοι ξεχύνονται στούς δρόμους καί ἀλληλοασπάζονται, οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν χτυποῦν χαρμόσυνα.
- Πρέπει νά ἦταν πολύ συγκινητικές οἱ στιγμές!
- Ναί, δεῖτε ἐδῶ καί φωτογραφίες ἀπό ἐκεῖνες τίς ὧρες, λέω καί ἀνοίγω τήν ὀθόνη, ἐνῶ τά παιδιά κοιτάζουν μέ περιέργεια καί σχολιάζουν.
- Θέλετε νά διαβάσουμε καί τήν ἑπόμενη ἡμέρα τοῦ ἡμερολογίου;
- Ναί, ναί!
«13 Ὀχτώβρη 1944.
"Τούτη ἡ γῆ ὅπου πατᾶς εἶναι ἁγία γῆ" (ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστὶ) (Ἔξοδος 3,5). Κατάρα σέ ὅποιον τήν μολύνει, ξένος ἤ προδότης...
Ἡ ψυχή μας εἶναι γεμάτη προσευχή καί εὐγνωμοσύνη. Ὅλοι εἴμαστε στή Μητρόπολη. Εἶναι ἡ πρώτη δοξολογία τοῦ Δεσπότη Δαμασκηνοῦ. Ὁ Μακαριώτατος ψέλνει ὄρθιος τούς αἴνους πού ἔχει συνθέσει ὁ ἴδιος. "Εὐλογεῖτε ἡρώων νεκρῶν σκιαὶ καὶ ζώντων πλήθη καὶ θυμάτων μυριάδες καὶ τάφων στίχοι καὶ θλιβομένων ἑσμοί, ἐν δάκρυσι ἀγαλλιάσεως τὸν Κύριον...". Ξαφνικά ἡ ἐκκλησία δονήθηκε ὁλόκληρη ἀπό τόν μεγάλο ὕμνο τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν αἰώνων... "Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια...". Ὅλα ἦταν βουητό καί λύτρωση. Ἔπεσα γονατιστή. Καί μαζί μέ τούς ἄλλους προσπάθησα νά προσθέσω τή σπασμένη ἀπό τά δάκρυα φωνή μου στή Χάρη Της.
Ἔτσι ἡ Ἑλλάδα λυτρώθηκε μέν ἀπό τούς ξένους, ὄχι ὅμως καί ἀπό τόν ἑαυτό της».
- Κυρία, τί θέλει νά πεῖ ἡ τελευταία πρόταση; Γιατί γράφει ὅτι ἡ Ἑλλάδα δέν λυτρώθηκε ἀπό τόν ἑαυτό της;
- Γιατί, δυστυχῶς, μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας μας κυριαρχεῖ ἡ ἀγωνία γιά κάτι πού πολλοί νιώθουν ὅτι πλησιάζει, καί αὐτό εἶναι ὁ ἐμφύλιος σπαραγμός.
- Αὐτό πού λέγαμε, κυρία, καί τήν ἄλλη φορά, δηλαδή... μετά ἀπό τό μεγαλεῖο στήν Ἑλλάδα παίρνει τό σκῆπτρο ἡ διχόνοια ἡ δολερή!
- Ἔτσι ἀκριβῶς, Ἀριστείδη... Ἡ φιλαρχία καί ἡ διχόνοια, τά προαιώνια πάθη τῶν Ἑλλήνων, πού εἶχαν ξυπνήσει πρίν ἀκόμα φύγουν οἱ Γερμανοί, τώρα κυριαρχοῦν. Ἄς μήν τά ἀφήνουμε νά κυριαρχοῦν καί στή δική μας ζωή καί νά μᾶς κάνουν... ἄνω-κάτω!
Μ.Ε.Χ.
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος Ὀκτωβρίου 2024
* Ἰωάννα Τσάτσου, Φύλλα Κατοχῆς, ἐκδ. Ἑστίας, σσ. 186-189.