Μέ πλοηγό τή χριστουγεννιάτικη ὑμνογραφία

 hymns 1 Ἡ μεγάλη καί «πρώτη ἑορτή» τῶν Χριστουγέννων, τήν ὁποία μᾶς ἀξιώνει ὁ Κύριος καί φέτος νά ἑορτάσουμε, συγκινεῖ ἰδιαίτερα ἐμᾶς τούς Ἕλληνες μέ τή λαμπρότατη καί θεσπέσια ὑμνολογία της, τόν ἄφθαστο λυρισμό καί τήν ἀνυπέρ­βλη­τη ὡραιότητα, πού δημιουργεῖ κατάνυξη μέσα στίς καρδιές μας. Ἐμπνευσμέ­νοι ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα οἱ ἱεροί ποιητές ὕ­μνησαν τό ὑπερφυέστατο μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου μας καί κληροδότησαν στήν Ἐκκλησία μας ἀνεπανάληπτα διαιώνια ποιήματα λατρείας καί στόν παγκόσμιο πολιτισμό κορυφαῖα δείγ­ματα ὕψιστης ποιητικῆς τέχνης.
  Πρῶτα-πρῶτα ὁ μέγας Ρωμανός ὁ Μελωδός, ὁ Πίνδαρος τῆς ἐκκλησιαστι­κῆς ποίησης, μέ τό προοίμιο τοῦ Κοντακίου του «Ἡ Παρθένος σήμερον» πε­ρι­- γράφει μέ πανηγυρικό καί ἐνθουσιαστικό ὕφος τήν ὑποδοχή τοῦ θείου Βρέφους ἀπό ὅλη τήν κτιστή δημιουργία. Ἡ Παναγία μέ τούς ἀγγέλους, τούς ἁπλοϊκούς ποι­μένες, τούς ἐξ ἀνατολῶν μάγους, τόν μυστηριώδη ἀστέρα, τή γῆ καί τό σπήλαιο ὑποδέχονται τό «Νέον Παιδίον», τόν «πρὸ αἰώνων Θεόν».
  Ἔπειτα ἡ Κασσία, γνωστή ὡς Κασσι­ανή, μᾶς χάρισε τό καταπληκτικό Δοξαστικό «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς...», στό ὁποῖο παραλληλίζεται ἡ ἐγκόσμια βασιλεία μέ τή βασιλεία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Ὁ Καίσαρας μέ τήν πανίσχυρη αὐτοκρατορία του κατάργησε τήν πολυαρχία τῶν λαῶν καί ὑ­πέ­ταξε ὅλα τά ἔθνη. Ἔρχεται τώρα ὁ Βα­σιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων νά καταργήσει τήν πολυθεΐα τῶν εἰδώλων καί νά ἱδρύσει τή δική του αἰώνια βασιλεία στίς καρδιές τῶν ἀν­θρώ­πων. Γεμίζει ἡ ὕπαρξή μας ἀπό αἰ­σθή­μα­τα εὐγνωμοσύνης, ὅπως εὔστοχα τά ἐκ­­φράζει ἡ ποιήτρια: «Μέγα σου τὸ ἔ­λεος. Δόξα Σοι».
  Στή συνέχεια ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Με­λω­­δός, ἡ «λύρα τοῦ πνεύματος» κατά τόν Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, μᾶς ἀ­ναγγέλλει θριαμβευτικά «Χριστὸς γεν­νᾶ­ται, δοξάσατε», παραθέτοντας αὐ­τολεξεί τόν ὑπέροχο ποιητικό λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Μέ τρία ρήμα­τα ὁ ὑμνογράφος μᾶς ἀνάγει σέ τρία πνευματικά στάδια, τή δοξολογία («δοξά­σατε»), τή συνάντηση («ἀπα­ντή­σα­τε») καί τήν ὕψωση («ὑψώθητε»)· καί κα­λεῖ ὅλους μας νά ὑμνήσουμε τό κοσμο­­­- σω­­τήριο γε­γονός, σκιρτώντας ἀπό χαρά καί ἀγαλ­λίαση.
  Στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό χρω­­στοῦμε τόν ἰαμβικό Κανόνα τῆς ἑορ­τῆς «Ἔσωσε λαόν». Τό θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεέμ χαρίζει στούς ἀνθρώπους τή σω­­­τηρία. «Ἐξῆλθε λαῶν εἰς ἀνάπλασιν Λό­γος»· καί οἱ λαοί ἀγαλλόμενοι ἀνα­πέ­μπουν εὐχαριστήριες ὠδές· «λαοὺς πρὸς ὕμνον ἐξανίστησι χάρις».
  Στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου ἀξιοσημείωτα εἶναι τά γνωστά Καθίσματα, «Δεῦ­τε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χρι­στός», «Τί θαυμάζεις, Μαριάμ;», «Ὁ ἀχώρητος παντὶ πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί»· πρόκειται γιά τροπάρια ὑψηλῆς θεολογικῆς καί ποιητικῆς ἀξίας, τά ὁποῖα ἔχουν σκοπό νά εἰσαγάγουν τούς πιστούς στό νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς, ἐξαίροντας τό «ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον» τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό ὁ­ποῖο κατέρριψε καί κατάργησε ὅλους τούς φυσικούς νόμους.
  Στό Δοξαστικό τῶν Αἴνων τοῦ Ὄρ­θρου τῶν Χριστουγέννων «Ὅτε καιρὸς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Σου» ὁ ὑμνογράφος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός Α´, αἰρόμενος σέ ὕψη δυσθεώρητα πνευματικῆς ἔξαρσης, ἀπονέμει ἐκ μέρους ὅ­λων μας στόν γεννηθέντα Κύ­ριο, τόν αἰώνιο παμβασιλέα καί ἄναρχο Θεό, τόν πρέποντα ὕμνο: «Διό σοι προσφέρομεν καὶ ἡμεῖς ὑπὲρ τὴν χρηματικὴν φο­ρο­­λογίαν, ὀρθοδόξου πλουτισμὸν θεο­λο­­γίας». Ὁ ποιητής γνωρίζει πολύ καλά ὅτι ἡ ἀπογραφή τοῦ Καίσαρα Αὐγούστου ἔγινε γιά φορολογικούς λόγους· ἐκεῖνο ὅμως πού τόν ἐνδιαφέρει εἶναι νά κατανοήσει τό πῶς τό συγκεκριμένο γεγονός ἐντάσ­σε­ται στήν ἱστορία τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός παρεμβαίνει ἐ­νεργά μέσα στήν ἀνθρώπινη ἱ­- στο­ρία συ­νερ­γαζόμενος μέ τούς ἀνθρώπους εἶναι ἡ βάση τῆς χριστιανικῆς πίστης, πού τή διαφοροποιεῖ οὐσιαστικά ἀπό ὅλες τίς θρησκεῖες καί τά φιλοσοφικά συστήματα.
  Τό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, «Ἡ Γέν­νη­σίς Σου, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν», περι­κλείει τήν ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας καί συνοψίζει τό κύριο νό­η­μά της. Ὁ στίχος «ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώ­σεως» δίνει τό κυρίαρ­χο νόημα τοῦ τρο­παρίου. Εἶναι ἡ ἀνατο­λή τῆς θεογνωσίας, πού ἔρχεται σάν ἥ­λιος νά καταυγάσει τόν κόσμο καί νά δια­λύσει τό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας τοῦ Θε­οῦ, τῆς πλάνης καί τοῦ ψεύδους, μέσα στό ὁποῖο πλανήθηκε ἡ ἀνθρωπότητα ἐπί αἰ­ῶνες μετά τήν πα­ρακοή τῶν πρωτο­πλά­στων. Ὁ ὑμνογρά­φος ἐπανα­λαμ­βάνει σχε­δόν αὐ­τούσια τήν προφη­τεία τοῦ Ἠ­σαΐα: «Ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶ­δε φῶς μέ­γα...» (9,2). Στό Ἀπολυτίκιο, ἐ­πίσης, χα­ρα­κτη­ρίζεται ὁ Χρι­στός «Ἥλιος τῆς δι­­και­οσύ­νης». Μέ τή λέξη «δικαιο­σύ­νη» δηλώ­­νο- νται ὅλες οἱ ἀρετές τοῦ Θεοῦ στόν ὑ­πέρ­τατο βαθμό μαζί μέ τό πέλαγος τῆς ἀγα­θότητάς του καί τήν ἀνεξιχνίαστη ἄβυσσο τῆς φιλαν­θρωπίας του.
Καταπληκτικός εἶναι καί ὁ Εἱρμός τῆς Θ´ Ὠδῆς: «Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον!»· ἐκφράζει τό δέος τῶν πιστῶν καί τή συνεργασία ὁλόκληρης τῆς ἔμψυχης καί ἄψυχης δημιουργίας, γιά νά πραγματοποιηθεῖ τό σωτήριο γεγονός.
  Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, ὁ «δημι­ουρ­γός τῶν Κανόνων», μᾶς παρέδωσε τούς περίφημους σέ πλοκή Αἴνους τῆς ἑορ­τῆς «Εὐφραίνεσθε, δίκαι­οι», μέ τούς ὁποίους συνεγείρει τά πλή­­θη τῶν πιστῶν νά θυμηθοῦν τό ἀσύλληπτο γεγονός, μπροστά στό ὁποῖο στέκονται ἔκθαμβοι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἄς μή θελήσει κανείς νά ἐρευνήσει μέ τά ὅπλα τοῦ ὀρθοῦ λό­γου τό γεγονός. «Οὐ φέρει τὸ μυστήριον ἔρευναν, πίστει μόνῃ τοῦτο πάντες δοξάζομεν ...».
  Ὄντως, ἐκπληκτικός ὁ πλοῦ­­­τος τῶν ὕμνων τῆς περιόδου τῶν Χριστουγέννων! Κα­θώς γιορτάζουμε τά Χριστού­γεν­να, «τὴν Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν», καλούμαστε -καί μέ­σα ἀπό τήν ὑμνολογία- νά ἑ­τοιμαστοῦμε καί νά προσεγ­γίσουμε τή μεγάλη γιορτή βιωματικά· νά προσέλθουμε στό νοη­τό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ μέ τόν πόθο καί τή λαχτάρα τῶν μάγων, μέ τήν ταπείνωση καί τήν ἁπλότητα τῶν ποιμένων, γιά νά γεννηθεῖ μέσα μας ὁ Ἰη­σοῦς, ὁ Ἐμ­­μα­­νουήλ, ὁ σωτήρας καί λυτρωτής τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός, ὥστε νά ψάλουμε μαζί μέ τούς ἀγγέλους «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρή­νη ἐν ἀν­θρώποις εὐδοκία».
  Λυτρωτικά Χριστούγεννα!

Εὐδοξία Αὐγουστίνου

Περιοδικό "Ἀπολύτρωσις"

Τεῦχος Δεκεμβρίου, 2024