Ἡ ἀγκαλιά πού ἄργησε...

 SXOLEIO Ἡ πρώτη ἐπαφή τοῦ ἐκπαιδευτι­κοῦ μέ τή σχολική πραγματικότητα, ἡ πρώτη φορά πού μπαίνει στήν τάξη εἶναι μιά ἱερή στιγμή καί μιά ἀξέχαστη ἐμπει­ρία. Αὐτή τήν ὥρα τήν περίμενε πολύ καιρό ἡ Κα­τερίνα, ἡ νεαρή φιλό­λογος πού τό ὄ­νειρό της ἦταν νά μα­θαίνει στά παιδιά γράμ­ματα. Τήν κάλεσαν, λοιπόν, γιά τήν παράλληλη στήρι­ξη ἑνός μαθητῆ μέ αὐτι­σμό. Ὅσο καί νά προσπάθησε ὁ προ­γραμματιστής νά ἀξιοποιηθεῖ ἡ Κα­τερίνα μόνο στά φιλο­λογικά μαθήματα, τό πρό­γραμμα δέν ἔβγαινε κι ἔτσι ἀνα­γκαστικά κάθισε δίπλα στόν Σωτήρη καί στήν ὥρα τῶν Θρησκευτικῶν. Δέν εἶχε προλάβει ἀ­κό­μα ἡ Κατερίνα νά γνω­ρίσει τούς ὑπό­λοιπους συνα­δέλ­φους. Γνώριζε μόνο τίς δύο φιλολόγους πού δίδασκαν στό τμῆμα τοῦ Σωτήρη. Μπῆκε στήν τάξη καί κάθισε ὅπως ὅλα τά παιδιά καί πε­ρίμενε τήν κα­θηγήτρια. Φαινόταν τό­σο νέα, πού δύ­σκο­λα τήν ξεχώριζε κανείς ἀπό τά παιδιά!
  Τό βλέμμα τῆς καθηγήτριας ἔπεσε κατευθείαν ἐπάνω της.
- Εἶμαι τῆς παράλληλης, ἐξήγησε χαμογελώντας ἐκείνη καί κοίταξε ὕστε­ρα ἐρευνητικά τήν καθηγήτρια.
- Συγγνώμη, εἶστε ἡ κυρία Δήμου;
- Ναί! Ἀπάντησε ἐκείνη. Γνωριζό­­μα­στε;
- Εἶμαι...
  Σάν μιά ταινία νά ξεδιπλώθηκε μπρο­στά της καί δέν ἦταν πιά στό Γ´3 μέ τόν Σωτήρη δίπλα της, ἀλλά σέ κεῖνο τό δύ­σκολο κι ἀτίθασο τμῆμα, μιά ἀτί­θαση ἔ­φηβος πού σνόμπαρε τή θεολό­γο της, δηλώνοντας ὅτι τάχα ἦταν ἄθεη καί προ­σπαθώντας νά κινήσει ὅλο τό τμῆμα ἐ­ναντίον της.
- Κυρία, αὐτά νά τά πεῖτε στά παιδιά τοῦ κατηχητικοῦ κι ὄχι σέ μᾶς! Ποῦ ζεῖτε ἐπιτέλους;
- Παιδί μου, τῆς ἀπάντησε ἐκείνη, ἔ­χεις δικαίωμα νά πιστεύεις ἤ νά μήν πι­στεύεις, μά δέν ἔχεις δικαίωμα νά μέ ἐ­­μπο­­δίζεις νά κάνω τό μάθημά μου. Τί λέτε κι ἐσεῖς, παιδιά; εἶπε ἀπευθυνό­μενη στά ὑπόλοιπα παιδιά τῆς τάξης. Ἔχει δικαί­ωμα νά μέ ἐμποδίζει;
  Καί τότε ἡ Κατερίνα μέ κατάπληξη ἄκουσε ὅλη ἐκείνη τήν ἀτίθαση τάξη, πού πίστευε πώς τήν ἐπηρέαζε καί πώς τήν εἶχε τοῦ χεριοῦ της, νά ἀπαντάει μέ μιά φωνή:
- Ὄχι, κυρία, δέν ἔχει κανένα δι­καί­ωμα.
  Μαζεύτηκε μουδιασμένη, ντροπια­σμένη ἡ Κατερίνα. Δέν περίμενε αὐτή τήν ἀπάντηση ἀπό τήν τάξη της.
- Ἐμεῖς, κυρία, δέν εἴμαστε ἄθεοι, εἶ­πε ὁ ἀπουσιολόγος τῆς τάξης. Ἐμεῖς θέ­λουμε νά ἀκούσουμε!
  Ἡ κυρία Δήμου εἶχε γίνει ἀπό κείνη τή μέρα ἡ ἀγαπημένη τους καθηγήτρια. Καί κατά ἕναν παράδοξο τρόπο τήν ἀγα­ποῦ­σε ἀκόμα κι αὐτή. Γιατί, ὄχι, δέν ἦταν ἀ­λήθεια πώς ἡ Κατερίνα ἦταν ἄ­θεη. Μά δέν ἤξερε κι αὐτή νά πεῖ πῶς τῆς ἦρθε νά φερθεῖ ἐκείνη τή μέρα ἔτσι.
- Θέλετε, παιδιά, νά μαζέψουμε χρή­ματα, γιά νά μοιράσουμε τρόφιμα σέ φτωχές οἰκογένειες τά Χριστούγεννα; τούς πρότεινε μιά μέρα ἡ κυρία Δήμου.
  Τά παιδιά δέχτηκαν τήν πρότασή της μέ ἐνθουσιασμό.
- Θέλεις, Κατερίνα, νά μέ βοηθήσεις νά τό ὀργανώσουμε; τήν ἄκουσε νά ἀ­πευθύνεται σ᾽ αὐτήν. Ἔ, τί λές; Θέλεις νά μέ βοηθήσεις; Θέλω κι ἄλλους δύο, εἶπε ἡ καθηγήτρια καί, πρίν προλάβει ἡ Κα­τε­ρίνα νά ἀπαντήσει, ἀμέσως συγκρο­τή­θη­κε ἡ ἐπιτροπή μέ ὑπεύθυνη τήν Κατε­ρίνα.
  Οὔτε πού κατάλαβε πότε τά Θρη­σκευ­τικά γίνανε τό ἀγαπημένο της μά­θη­μα κι οὔτε πού κατάλαβε πότε τῆς γεν­νήθηκε ἡ ἐπιθυμία νά πάει καί στό κατη­χητικό. Ἕνα ὅμως σίγουρα καταλά­βαινε: πώς ἦταν χαρούμενη καί γεμάτη. Πώς ἐ­κεῖνα τά Χριστούγεννα τά ἔζησε μέ ὅλη τήν ψυχή της σάν νά ἦταν τά πρῶτα τῆς ζωῆς της...
Κι ἐκεῖ πάνω στήν πιό καλή της ὥρα ἡ Κατερίνα ἔχασε σέ τροχαῖο τόν πατέρα της. Καί τότε μαύρισε ὅλη ἡ καρδιά της! Καί τότε πείσμωσε μέ τόν Θεό πού τῆς τόν πῆρε καί ὅσες προσπάθειες κι ἄν ἔ­κανε ἡ κυρία Δήμου νά τήν πλησιάσει καί νά τήν παρηγορήσει, πέσανε στό κενό. Ἦταν πολλές οἱ φορές πού ἀπό μόνη της ἤθελε νά τρέξει κοντά της, νά κλάψει μαζί της καί νά τῆς πεῖ τόν πόνο της, μά τό πεῖσμα της δέν τήν ἄφηνε.
  Κι ὕστερα τελείωσε τό Γυμνάσιο κι ἔφυγε μέ τή μητέρα της στήν πόλη πού ἔμενε ἡ γιαγιά της, γιά νά μήν πληρώνουν ἐνοίκιο. Κι ἔτσι ἔχασε τά ἴχνη τῆς κυρίας Δήμου καί ἡ κυρία Δήμου τά ἴχνη τά δικά της. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ κυρία της τήν ἔ­ψαξε κι ὅτι κάποια στιγμή τῆς ἔστειλε μιά κάρτα στή γιορτή της. Ἐκτός ἀπό τίς εὐ­χές τῆς ἔγραφε ὅτι παρακαλεῖ καθη­με­ρινά τόν Θεό νά παρηγορήσει τήν καρ­διά της. Πόσο τήν παρηγόρησε αὐτή ἡ κου­βέντα καί πόσο ξύπνησε μέσα της ὅ­λα ἐκεῖνα πού ἔζησε ἐκείνη τή χρονιά κοντά της! Μά νά, θές ἡ ντροπή, θές ἡ ἀπό­στα­ση δέν ἔδωσαν συνέχεια στήν ἐ­πικοι­νω­νία τους. Ἤξερε ὅμως ἡ Κατε­ρί­να, τό κατα­λάβαινε ὅτι, ἄν ὀρθοπόδησε καί τά κα­τά­φερε στή ζωή της, τό ὀφείλει ἀφε­νός στά ἀποθέματα ἐκείνης τῆς χρο­νιᾶς τῆς Γ´ Γυμνασίου καί ἀφετέρου στήν πί­στη τῆς γιαγιᾶς της στόν Θεό πού στή­ριξε ὅλη τήν οἰκογένειά της.
- Εἶμαι... Εἶμαι ἡ Κατερίνα, κυρία Δή­μου, ἡ Κατερίνα ἡ Ἀθανασιάδου...
  Ἕνας κόμπος ἔκοψε τή φωνή της, μιά ἀγκαλιά ἀνοίχτηκε καί τήν ἔκλεισε μέ­σα, καί μιά τάξη ἀπό ἐφήβους Γ´ Γυμνασίου, πού δέν ἤξερε τίποτα ἀπό τήν ἱστορία τῶν δύο κυριῶν τους, μά πού κα­ταλάβαιναν ὅτι κάτι μεγάλο ἔκρυβε ἐκεῖ­νο τό ἀγκάλιασμα, ξέσπασε σέ χειρο­κροτήματα.
- Παιδιά, εἶπε δακρυσμένη ἡ κυρία Κατερίνα, ἡ κυρία Δήμου ἦταν ἡ ἀγα­πη­μένη μου καθηγήτρια!
- Κι ἡ δική μας! ἀπάντησαν μέ ἕνα στόμα τά παιδιά καί τό χειροκρότημα ἔ­γινε ἀκόμα πιό ζεστό!

Ἑλένη Βασιλείου

Περιοδικό "'Απολύτρωσις",

Τεῡχος Δεκεμβρίου, 2024