Μπορεῖ ὁ νικητήριος παιάνας τῆς Ἀναστάσεως νά ψάλλεται φέτος ἀπό τούς χριστιανούς ὅλου τοῦ κόσμου στό τρίτο δεκαήμερο τοῦ Ἀπριλίου, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προγεύθηκε τή χαρά της νωρίτερα, στίς 25 Ἰανουαρίου 2025, μέ τόν παράδοξο ἀλλά γνώριμο σέ αὐτήν τρόπο: μέ τήν κοίμηση ἑνός ἐξέχοντος μέλους της, τοῦ ἐπωνύμου τῆς Ἀναστάσεως Ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας.
Ἡ κηδεία τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου τά εἶχε ὅλα: τόν ἐπιβλητικό καθεδρικό ναό, τή σεπτή χορεία τῶν ἀρχιερέων τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, τούς ποιμένες τῶν κατά τόπους ἐκκλησιῶν τῆς οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας, τούς πολιτικούς ἡγέτες κρατῶν τοῦ κόσμου, τίς ἑκατοντάδες κληρικῶν καί πιστῶν χριστιανῶν, τή βυζαντινή μεγαλοπρέπεια τῆς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας, τούς βαρυσήμαντους ἐπικήδειους λόγους καί ὅσα συνθέτουν μία λαμπρή τελετή.
Ἐπρόκειτο ὡστόσο γιά μία κυριολεκτικά ἀναστάσιμη τελετή, ἐπειδή ὅλα τά παραπάνω συνέβησαν ΕΚΕΙ: στό μέρος ὅπου 34 χρόνια νωρίτερα τά πάντα ἦταν σκεπασμένα ἀπό ἕνα πυκνό καί βαρύ νέφος θανάτου, τό ὁποῖο εἶχε δημιουργήσει ἕνα ἀπό τά πιό ἀπάνθρωπα ὁλοκληρωτικά καθεστῶτα πού γνώρισε ποτέ ὁ πλανήτης. Βασικό γνώρισμά του ὁ ἀθεϊσμός, ὁ ὁποῖος ἐξαφάνισε ὁριζόντια κάθε θρησκευτική ἔκφραση. Ὅταν ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος ἔφθασε στήν Ἀλβανία, βρῆκε ἑνάμιση (!) ὀρθόδοξο χριστιανικό ναό ὄρθιο, μέ τόν ἕναν νά λειτουργεῖ ὡς γυμναστήριο, 10-15 γέροντες ἀποσχηματισμένους κληρικούς καί λίγες δεκάδες λαϊκούς χριστιανούς!
Ἡ ἀντίθεση τῶν δύο εἰκόνων χαοτική καί τό ἐρώτημα φυσικό: Ποιά δύναμη στόν κόσμο μπόρεσε νά ξαναδώσει ζωή στό νεκρό, νά ἀναστήσει τό ἰσοπεδωμένο, νά δοξάσει τό ἀπόλυτα ταπεινωμένο; Ποιά ἄλλη παρά ἐκείνη τοῦ «Χριστός Ἀνέστη!»; Διότι τήν ἀνάσταση τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας δέν ὑποστήριξαν πακτωλοί χρημάτων, στρατοί συμβούλων καί ἐργατῶν ἤ ἰσχυροί σύμμαχοι ἀπό τά μεγάλα κράτη τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλά μόνη ἡ πίστη τοῦ ποιμένα της ὅτι ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἐδῶ· «βρίσκεται μέσα στόν σταυρό καί ὄχι μετά ἀπό αὐτόν!».
Γιά τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο αὐτό ἦταν τό τρίτο ἀναστάσιμο γεγονός πού ἔζησε. Τό δεύτερο ἦταν στήν ἀφρικανική ἤπειρο, ὅπου ἐπίσης ἐργάστηκε τά προηγούμενα 30 χρόνια τῆς ζωῆς του. Πρόκειται γιά τό γεγονός πού εἶναι σέ θέση νά μαρτυρήσουν ὅλοι ὅσοι ἐργάζονται στήν ἐξωτερική ἱεραποστολή: Μέ τίς ἐλάχιστες ὑλικές προϋποθέσεις οἱ ὀρθόδοξες χριστιανικές κοινότητες ἀναδύονται μέσα στήν ἔρημο τῆς ἄγνοιας, τῆς εἰδωλολατρίας καί τῆς δεισιδαιμονίας ὡς εὔχυμοι καρποί τοῦ σπόρου τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος.
Εἶχε ὅμως προηγηθεῖ ἡ «πρώτη ἀνάσταση», αὐτή πού ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος ἔζησε στά χρόνια τῆς νεότητάς του, ὅταν συνδέθηκε μέ τίς χριστιανικές ὁμάδες τῆς Ἀδελφότητας Θεολόγων «Ἡ Ζωή». Ἦταν ἡ περίοδος κατά τήν ὁποία ἡ Ἑλλάδα ἔβγαινε ἀπό τά πέτρινα χρόνια τοῦ πολέμου καί τῆς Κατοχῆς βαρύτατα πληγωμένη καί βαθύτατα πονεμένη, μέ τά ἤθη τῶν ἀνθρώπων ἐξαγριωμένα, τά μίση καί τά πάθη πυρακτωμένα. Τήν καμένη γῆ καλλιέργησε, μεταξύ ἄλλων, συστηματικά ἡ ταπεινή διακονία τῶν πατέρων, διδασκάλων καί μελῶν τῆς Ἀδελφότητας «Ἡ Ζωή», οἱ ὁποῖοι, φλογισμένοι ἀπό τόν ἱεραποστολικό ζῆλο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων γιά ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί καταλλαγή, συνέβαλαν στήν πνευματική ἀναγέννηση τῆς πατρίδας, μεταδίδοντας καί πάλι στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων τό φῶς τῆς ἀναστάσιμης χαρᾶς. Ἐκεῖ ἔμαθε ὁ μακαριστός Ἀναστάσιος τά «τεχνικά χαρακτηριστικά» τῆς πνευματικῆς ἐργασίας, νά ὀργανώνει συνάξεις καί κύκλους μελέτης ἁγίας Γραφῆς, νά πυροδοτεῖ τή νεότητα μέ τό ἐνθουσιῶδες χριστιανικό τραγούδι, νά δημιουργεῖ ἐμπειρίες λατρευτικῆς καί κατασκηνωτικῆς ζωῆς, νά ἐργάζεται μέ ἀνιδιοτέλεια καί μόνο γιά τόν Θεό, νά μή φείδεται κόπου καί μόχθου, νά κατηχεῖ «εὐκαίρως ἀκαίρως» (B´ Τι 4,2), «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» (Ἑβ 1,1) μέχρις ἑνός.
Στό πνευματικό περιβάλλον τῆς «Ζωῆς» ἀναπτύχθηκαν τά ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τοῦ ταπεινοῦ ἐργάτη τοῦ εὐαγγελίου, ἀσφαλίσθηκαν καί στερεώθηκαν, ὥστε νά γίνει τελικά ὅ,τι ὁ ἴδιος ἦταν καί ἔκανε. Γι’ αὐτό καί ὅποιος ἔρθει σέ ἐπαφή μέ τό ἔργο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου στήν Ἀλβανία ἀμέσως αἰσθάνεται τήν ἰδιαίτερη πνευματική εὐωδία τῆς «Ζωῆς τοῦ ᾽50» νά εἶναι διά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ζωντανή ἐκεῖ στά πρόσωπα, στά λόγια καί στά ἔργα τῶν ἀνθρώπων του, ὅσων στελεχώνουν τίς τοπικές ἐκκλησιαστικές κοινότητες, τίς κοινωφελεῖς καί ἄλλες δομές τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς. Εἶναι τά εὔοσμα ἄνθη πίστεως, εὐλαβείας, ἀγάπης, ἀνιδιοτελοῦς προσφορᾶς, ἱεραποστολικοῦ ζήλου, ταπεινῆς διακονίας, δίψας γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί λαχτάρας γιά τήν κοινωνία τῶν ἀδελφῶν, πού ἀναδύθηκαν στόν ἄλλοτε ἔρημο τόπο. Καί «ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε»!
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας δέν εἶναι μία θεωρητική κατασκευή, οὔτε ὑπερφυσική ἀποκάλυψη οὔτε μεταφυσική φιλοσοφία οὔτε εὐσεβής πόθος ἤ μελλοντική εὐχή καί ἐλπίδα, ἀλλά κομμάτι τῆς ζωῆς. Μπορεῖ ὁ σκοτεινός οὐρανός τῆς ἀναστάσιμης νύχτας νά μή φωταγωγεῖται μέ ὑπερκόσμια φῶτα, ὅταν ἀντηχεῖ ὁ ἀναστάσιμος ὕμνος, ἀλλά ὁ Χριστός ἀνασταίνεται ἐδῶ καί τώρα καί καθορᾶται διά γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ, ὅσο τό «ἔργο» τῶν ἀνθρώπων ζωογονεῖται ἀπό τό ἔργο τοῦ Ἀναστάντος. Ὁ μακαριστός ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος καί τό ἔργο του εἶναι μία πρόσφατη ζωντανή μαρτυρία ἀναστάσεως Χριστοῦ!
Ἀθανάσιος Γ. Παπαρνάκης
"Ἀπολύτρωσις",
Τεῡχος Ἀπριλίου, 2025