Ὑπάρχουν στιγμές στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ πού τόν κρίνουν. Γεγονότα ἀπρόσμενα, δύσκολα, ἔρχονται νά ταράξουν τά λιμνάζοντα πολλές φορές ὕδατα τῆς πίστεώς μας, καθώς τή δοκιμάζουν. Φέρνουν δέ στήν ἐπιφάνεια τό περιεχόμενο τοῦ βάθους μας. Κι ἄν μέν ἀποδειχθεῖ δυνατή ἡ πίστη μας μέ τήν ἀνδρεία ἀντιμετώπιση τῆς δοκιμασίας, ἔχει καλῶς. ῎Αν ὅμως λιποψυχήσουμε, τότε τί γίνεται; Εἴμαστε χαμένοι;
Τήν ἀπάντηση ἔρχεται νά μᾶς τή δώσει μέ τή ζωή του ὁ ἅγιος Παῦλος ὁ Θηβαῖος, πού τή μνήμη του τιμοῦμε στίς 15 τοῦ Γενάρη.
῾Η Θηβαΐδα, ὅπως καί ὅλη ἡ Αἴγυπτος, τό 250 μ.Χ. βρίσκεται ὑπό ρωμαϊκή κυριαρχία, στά χέρια τῶν εἰδωλολατρῶν βασιλιάδων Δεκίου καί Οὐαλλεριανοῦ. Σ᾿ αὐτή τήν πόλη ζῆ ὁ Παῦλος λατρεύοντας τόν ἀληθινό Θεό. ᾿Αλύγιστος καί σταθερός, παρ᾿ ὅλο πού καθημερινά βλέπει στά μαρτύρια πολλῶν ἀδελφῶν του τό τίμημα αὐτῆς τῆς πίστεως. ᾿Αλλά εἶναι εὔκολο νά βλέπεις τίς δοκιμασίες στούς ἄλλους. ῎Αν ὅμως ἔρθει ἡ ὥρα νά τίς ζήσεις πάνω στό ἴδιο σου τό σῶμα ἤ τήν ψυχή;... Κι ἦρθε καί γιά τόν Παῦλο αὐτή ἡ ὥρα. ῾Η ὥρα τῆς κρίσεως!
῾Ο εἰδωλολάτρης ἄνδρας τῆς ἀδελφῆς του μαθαίνει ὅτι εἶναι χριστιανός. Κι ἀμέσως τό χρησιμοποιεῖ γιά νά τόν βγάλει ἀπό τή μέση, μέ σκοπό νά κληρονομήσει ἐκεῖνος τό μερίδιο τῆς γονικῆς κληρονομιᾶς τοῦ Παύλου. Κι ὁ Παῦλος; ῾Ο Παῦλος δυστυχῶς λιποψυχεῖ καί φοβούμενος τά βασανιστήρια φεύγει στήν ἔρημο, γιά νά σωθεῖ. Νά σωθεῖ τό σῶμα του, μά νά χαθεῖ ἡ ψυχή... Καί θά ᾿ταν πραγματικά αὐτό τό τέλος, ἄν ὁ Παῦλος ὁ Θηβαῖος δέν ἀξιοποιοῦσε τό μεγαλύτερο δῶρο πού μᾶς ἔκανε ὁ φιλεύσπλαγχνος Θεός, τή δυνατότητα μετάνοιας καί ἐπιστροφῆς.
Μέσα στήν ἡσυχία τῆς ἐρήμου, καλλιεργεῖ τή βαθειά πρός τόν Θεό ἀγάπη πού τοῦ ἔλειπε, ἐξαλείφοντας ἔτσι τό φόβο του, πού οὐσιαστικά ἦταν ὀλιγοπιστία. Καί ἀφοῦ διαπίστωσε πώς εἶχαν σταματήσει οἱ διωγμοί -στερώντας του τή δυνατότητα νά ἐπανορθώσει μέ ὁμολογία ζωῆς- ἀποφασίζει νά προχωρήσει πολύ βαθιά στήν ἔρημο καί νά διάγει βίο ἄκρως ἀσκητικό. ᾿Ενενήντα ὁλόκληρα χρόνια ἐκεῖ ὁ Παῦλος ἔτρεφε καθημερινά τό σῶμα του μέ χόρτα καί μισό ἄρτο, πού τοῦ ἔφερνε κόρακας, καί τήν ψυχή του μέ τήν ὁλοήμερη καί ὁλονύκτια γλυκειά συντροφιά τοῦ Θεοῦ.
Τό 340 μ.Χ. δέχεται τήν ἐπίσκεψη τοῦ Μ. ᾿Αντωνίου, πού διά ὁράματος εἶχε μάθει γιά τόν ἀββά Παῦλο, τόν πρῶτο ὅσιο πού ἀσκήτεψε στά ἐνδότερα τῆς ἐρήμου. ῾Η συνάντηση τῶν δύο μεγάλων στάθηκε εὐεργετική καί γιά τόν ᾿Αντώνιο, πού πολλά ὠφελήθηκε ἀπ᾿ τή σύντομη συναναστροφή, ἀλλά καί γιά τόν Παῦλο, πού ὁ Θεός τοῦ ἔστειλε, ὅπως τοῦ τό ζητοῦσε τελευταῖα, κάποιον νά ἐνταφιάσει τό σῶμα του. Καί πραγματικά, ὁ Παῦλος ὁ Θηβαῖος σέ ἡλικία 113 ἐτῶν ἀφήνει τήν τελευταία του πνοή στά χέρια τοῦ μεγάλου συνασκητοῦ ᾿Αντωνίου. Σ᾿ ἐμᾶς δέ ἀφήνει τό μήνυμα τῆς ζωῆς του· ἀδελφοί, καλλιεργῆστε τό φόβο τοῦ Θεοῦ στίς καρδιές σας, γιά νά ἀπαλλαχτεῖτε ἀπό τό φόβο καί τή δειλία μπροστά στό θάνατο!
Μ.Ι.Λ.