Ἄνθος ἁγνότητας

 agia agni  Στό μεταίχμιο τῆς ἐπιθυμίας καί τῆς πραγματικότητας, στά σύνορα τοῦ ὀνείρου καί τῆς καθημερινότητας ἔρχονται νά συναντήσουν τήν ταλαίπωρη ἀνθρώπινη ὕπαρξη οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Σκύβουν ἀγαπητικά νά ἀφουγκραστοῦν τούς πόνους μας, παρακλητικά μᾶς στηρίζουν στό δρόμο τῆς πίστεως, καί καθοδηγητικά μᾶς δείχνουν τό δρόμο τῆς αἰώνιας ἐλπίδας πού εἶναι ἀποθησαυρισμένη στά χέρια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκείνου πού ὡς νήπιο προσκυνήσαμε πρίν λίγες μέρες. Ἐκείνου πού μᾶς ὑποσχέθηκε πώς συνοδοιπόρος γλυκύς καί σύντροφος κραταιός θά στέκει δίπλα μας «πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς» μας, γιά νά πετυχαίνουμε τό ἀδύνατο, γιά νά ἐγγίζουμε τό τέλειο.
    Στά πρῶτα μας βήματα στήν ἀρχή τοῦ νέου ἔτους μᾶς συναντᾶ, γιά νά μᾶς καθοδηγήσει ἀδελφικά, μιά χαριτωμένη ψυχή. Στήν ἁγία βιοτή της μαθητεύουμε. Διότι ἔρχεται νά διδάξει κι ἐμᾶς, ὅπως δίδασκε τίς φίλες καί συνομήλικές της, ἡ εὐγενής ρωμαία ἀρχοντοπούλα στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰώνα, στά χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ. Μέ φρόνηση καί ταπεινοσύνη, μέ τό χαμόγελο τῆς ἀγάπης καί τό λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στά χέρια καί στήν ψυχή της, στά δεκάξι της χρόνια ἐπιτελοῦσε ἔργο ἱεραποστόλου. Κι ἦταν ἡ ζωή της πού πιό πολύ μιλοῦσε στίς πλούσιες κόρες τῆς ρωμαϊκῆς κοινωνίας καί συγκινοῦσε τίς ψυχές τους. Διότι ἦταν Ἁγνή καί στό ὄνομα καί στήν πράξη. Καί ἡ ἁγνότητα εἶναι ὁ θρίαμβος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πάνω στό ἀνθρώπινο σῶμα, εἶναι τό ἄρωμα πού ἑλκύει, ἡ λάμψη πού καθοδηγεῖ. Καί φύλαξε τήν ἁγνότητα ἡ Ἁγνή ὄχι μόνο τόν καιρό πού μοναχοκόρη πολυαγαπημένη ζοῦσε στήν ἔπαυλη τῆς Νομεντίνης, ἀλλά καί ὅταν οἱ σκληροί εἰδωλολάτρες τῆς Ρώμης τή συνέλαβαν καί τήν ἔρριξαν σέ ἕνα κέντρο διαφθορᾶς. Μέσα στήν ἀκολασία τά πάλλευκα κρίνα της τά φύλαξε ἀνέγγιχτα. Κι ἔσκυψαν οἱ ἄγγελοι νά τά ἀσφαλίσουν, διότι τό γνωρίζουν πώς τοῦτα τά ἄνθη τῆς ἁγνότητας εἶναι ξέχωρα ἀγαπητά στόν Κύριό τους.
    Στάθηκαν μέ θαυμασμό μπρός στήν σταθερή της ἀντίσταση ἀκόμα και οἱ εἰδωλολάτρες. Καί μέ σατανικό μίσος θέλησαν νά τή θανατώσουν. Εὐδόκησε τότε ὁ Θεός τό λευκό στεφάνι της νά στολιστεῖ μέ τά ἄλικα ρόδα τοῦ μαρτυρίου. Φωτιά μεγάλη ὑψώθηκε, γιά νά δώσει τέλος στήν ἐπίγεια ζωή τῆς ἁγίας, μά ἡ φλόγα τῆς πίστεως δυνάμωνε στήν ψυχή της καί τήν ἀνέβασε στή χώρα τῆς ἀπόλυτης ἁγνότητας, τήν ὁποία ἡ τρυφερή ἀρχόντισσα ἀγάπησε καί δίδαξε μέ τό λόγο καί τό παράδειγμά της. Ἦταν ἕνα ἀκόμα ὁλοκαύτωμα, προσφορά ἀγάπης στόν ἀληθινό Θεό. «Ὑπέρ νέον σοι μόσχον, ὡς Δαυΐδ λέγει, ἤρεσκεν Ἁγνή πυρπολουμένη, Λόγε», ἀναφωνεῖ ὁ συναξαριστής μελετώντας τή ζωή καί τή θυσία της.
    Οἱ χριστιανοί μέ κατάνυξη ἐνταφίασαν τό σῶμα της στήν ἔπαυλη ὅπου ἔζησε. Στόν ἴδιο τόπο σώζεται μέχρι σήμερα μία κατακόμβη μέ τό ὄνομα τῆς ἁγίας. Ἐκεῖ, κάτω ἀπό τή γῆ οἱ πρῶτοι ἀδελφοί μας τῆς Ρώμης στά χρόνια τῶν διωγμῶν πρόσφεραν τήν ἀναίμακτη θυσία στόν Ἀρχηγό τῶν μαρτύρων. Λίγα χρόνια ἀργότερα, τό 318 μ.Χ., ἡ κόρη τοῦ πρώτου χριστιανοῦ αὐτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνου θεραπευμένη ἀπό τήν ἁγία ὕψωσε πάνω ἀπό τόν τάφο της ἱερό ναό εἰς ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης πρός τήν παρθενομάρτυρα.
    Μέ θαυμασμό καί ἀγάπη τιμώντας κι ἐμεῖς τή μνήμη της στίς 21 τοῦ μηνός, διαπιστώνουμε πόσο ἡ ἐποχή πού ἔζησε ἡ ἁγία μοιάζει μέ τή δική μας, καί νιώθουμε τά διδάγματα τῆς ζωῆς της νά μᾶς ἀγγίζουν ἰδιαίτερα. Στηριζόμαστε στίς πρεσβεῖες της καί δεόμαστε καί τούτη τή χρονιά, τό 2004 -χίλια ἑπτακόσια χρόνια μετά ἀπό τόν μαρτυρικό θάνατο τῆς ἁγίας Ἁγνῆς (303 μ.Χ.)-, ἡ Ἐκκλησία μας, ὅπως ἡ πρώτη Ἐκκλησία, νά ἔχει νά προσφέρει στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό ζωντανά λουλούδια ἁγνότητας καί ἔμπρακτους καρπούς πίστεως.

Ἰχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 59 (2004) 17-18