Ἄμουσος μελωδός

romanos  Τέλη τοῦ 5ου αἰ. μ.Χ. στή Συρία συναντοῦμε τήν οἰκογένεια τοῦ μικροῦ Ρωμανοῦ, μιά ἀπ᾿ τίς πολλές ἑλληνικές οἰκογένειες τῆς χώρας. Τό μικρό Ἑλληνόπουλο μεγαλώνει πολύ μακριά ἀπ᾿ τήν πατρίδα, μά πολύ κοντά στή γλῶσσα καί στή θρησκεία της, ὅπως θά ἀποδείξει στή συνέχεια ἡ ἴδια ἡ ζωή του.
  Στήν πρωτεύουσα, τή Βηρυτό, θά γίνει φοιτητής καί κατόπιν θά εἰσέλθει στόν ἱερό κλῆρο τῆς τοπικῆς ἐκκλησίας. Στάδιο μεγάλο ἀνοίγεται μπροστά του, ὅπως ὁ ἴδιος θά ὁμολογήσει, κι ἀγῶνες σκληροί θά διεξαχθοῦν, πού ὅμως θά τόν ἀνεβάσουν στό βάθρο τῶν νικητῶν μέ τόν τίτλο τοῦ «δόκιμου ἐργάτη τῆς ἀρετῆς». Στεφάνωμα ἀπ᾿ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, ἀφανές γιά τούς πολλούς μά χειροπιαστό καί πολυπόθητο γιά τούς ἀθλητές τῆς πίστεως ὅλων τῶν αἰώνων.
  Ὁ Ρωμανός ὅμως ἔτυχε διπλοῦ στεφανώματος. Ἔλαβε κι ἐδῶ στή γῆ τίτλο περίλαμπρο: Ρωμανός ὁ μελωδός! Ὁ μέγιστος τῶν ποιητῶν τῆς χριστιανικῆς Ἑλλάδας. Ὁ Πίνδαρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποίησης. Δόξα μεγάλη γιά τόν ταπεινό ἐργάτη τοῦ Θεοῦ, πού δέν τόν ἄγγιξε ὅμως, διότι -ὤ! τοῦ θαύματος- τό χάρισμα αὐτό τοῦ δόθηκε ἀπό τήν Παναγία... Ναί! Ὁ Ρωμανός, ὅσο δόκιμος ἦταν στήν ἀρετή τόσο ἀδόκιμος, πρός μεγάλη του λύπη, ἦταν στή μουσική! «Ἄμουσος παντελῶς καί ἀηδής κατά τήν φωνήν καί τά ἄσματα, περιεπαίζετο ἀπό τούς πολλούς», λέει χαρακτηριστικά ὁ συναξαριστής.
  Κι ἔτσι, ὅταν στά χρόνια τοῦ Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως ὑπηρετοῦσε στήν Κωνσταντινούπολη στό ναό τῆς Θεοτόκου τῶν ἐν τοῖς Κύρου, στή νυχτερινή Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων τοῦ παρουσιάστηκε ἡ Παναγία, τήν ὁποία διακαῶς ἱκέτευε γιά τό θέμα αὐτό, καί δίνοντάς του ἕνα τυλιγμένο χαρτί -κοντάκιο ὀνομαζόταν- τόν πρόσταξε νά τό φάει. Λίγα λεπτά ἀργότερα, τόν ἄκουσαν ἔκπληκτοι οἱ πιστοί νά ψάλλει ἐκ τοῦ ἄμβωνος τό κοντάκιο «Ἡ Παρθένος σήμερον», πού μόλις εἶχε συνθέσει καί μελοποιήσει. Ἀπό τή νύχτα ἐκείνη καί μέχρι τό 560 μ.Χ. πού ἐξεδήμησε, ὁ Ρωμανός πλούτισε τήν ὑμνολογία μας μέ ἀμέτρητους ὕμνους καί γύρω στά 1.000 κοντάκια -ὁρολογία πού ὁ ἴδιος καθιέρωσε εἰς ἀνάμνησιν τοῦ θαύματος. Μέ τά κοντάκια αὐτά ἀσχολήθηκε ἐπισταμένως καί φρόντισε γιά τήν ἔκδοσή τους ὁ σοφός καθηγητής βυζαντινῆς φιλολογίας Τωμαδάκης.
  Πηγή τῶν ὕμνων του ἡ Κ. Διαθήκη, ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος κι ὁ φυσικός κόσμος. Σέ πολλούς ἀπ᾿ αὐτούς ὁ διάλογος Θεοῦ καί ἀνθρώπου εἶναι πολύ ζωντανός. Ὁ Ρωμανός αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἡ γλῶσσα καί τό στόμα τῶν πιστῶν. Οἱ στίχοι στά χείλη του γίνονται ἔκφραση τοῦ πόνου του καί τοῦ πόνου μας. Ἡ μουσική του θρῆνος ἤ ἀγαλλίαση δική του καί τῶν πιστῶν. Ἡ δέ ταπείνωσή του τόν κατεβάζει τόσο κοντά μας, ὥστε μαζί του νά ψάλλουμε: «Ρερύπωται ἡ ψυχή μου, ἐνδεδυμένη τόν χιτώνα τῶν πταισμάτων μου».
  Συγκλονιστική καί ἀξιοθαύμαστη στ᾿ ἀλήθεια ἡ ζωή τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ τοῦ μελωδοῦ, πού ἀνοίγει δρόμο μίμησης «εἰς σωτηρίαν καί ἡμῶν τῶν μελωδούντων: Λυτρωτά ὁ Θεός, εὐλογητός εἶ!».


Μ.Ι.Λ.

Ἀπολύτρωσις 61 (2006) 274-275