Ἔλεγχος τῶν ἀρχόντων καί τοῦ λαοῦ

osie Μετά τά τρία πρῶτα εἰσαγωγικά κεφάλαια, ὁ προφήτης Ὠσηέ εἰσέρχεται δυναμικά στό κύριο θέμα τῆς προφητείας του. Θά περιγράψει τήν βαθειά διαφθορά τοῦ λαοῦ στό βόρειο, τό ἰσραηλιτικό βασίλειο -μέ παράλληλες ἀναφορές καί στό νότιο, τό ἰουδαϊκό-, καί θά προαναγγείλει τήν τιμωρία πού πρόκειται νά τοῦ ἐπιβληθεῖ. Εἶναι φορές πού ὁ μακρόθυμος Θεός μιλᾶ μέ ἀποτομία, κραδαίνει τήν ρομφαία του ἀπειλητικά, ὄχι διότι ἐπιθυμεῖ νά τιμωρήσει. Χρησιμοποιεῖ τήν ἀπειλή, μήπως ταρακουνηθοῦν οἱ ἔνοχοι καί μετανοήσουν. Γι’ αὐτό καί μέ τό στόμα τοῦ Ὠσηέ ἐξαγγέλλει ἐναντίον τῆς πόρνης ἰουδαϊκῆς θεοκρατίας φοβερές τιμωρίες· ἐρήμωση, ξηρασία, θανάτωση, ἔσχατη ταπείνωση.
  Ἐλέγχεται δριμύτατα τό ἱερατεῖο. Οἱ θυσίες πού προσφέρει ὁ λαός εἶναι ἀκάθαρτες καί βδελυρές στά μάτια τοῦ Θεοῦ, κι ὅμως οἱ ἱερεῖς, προκειμένου νά μή χάσουν τά ὀφέλη τους, τίς ἀνέχονται καί τίς ἐνθαρρύνουν! Ἀναμένει, λοιπόν, καί αὐτούς ἡ τιμωρία τῆς πείνας πού ἀπειλεῖ τόν λαό· «καὶ ἔσται καθὼς ὁ λαὸς οὕτως καὶ ὁ ἱερεύς» (4,9), δηλώνει ἀπερίφραστα ὁ προφήτης. Ὁ ἔλεγχος τοῦ προφήτη ἀπευθύνεται καί στούς ἄρχοντες. Αὐτοί κυρίως εὐθύνονται γιά τήν παρεκτροπή τοῦ λαοῦ. Ἀπό τήν μιά ἄκρη ὥς τήν ἄλλη γέμισαν τόν τόπο μέ παγίδες. Θά γευθοῦν, ὡστόσο, τήν παιδαγωγία τοῦ Κυρίου. Νόμισαν ὅτι μποροῦσαν νά ξεγελάσουν τόν Παντεπόπτη! Διέφθειραν τόν λαό σέ τέτοιο σημεῖο, ὥστε δέν ἔχει πλέον καμία διάθεση μετανοίας. Ὁ Κύριος ἀπερίφραστα λέγει ὅτι καί ὅταν τόν ἀναζητήσουν τήν ὥρα τῆς συμφορᾶς, μάταια θά προσφέρουν τίς θυσίες τους· «μέ πρόβατα καί μοσχάρια θά πηγαίνουν νά ἀναζητήσουν τόν Κύριο (προσφέροντάς του θυσίες γιά νά τόν ἐξευμενίσουν), ἀλλά δέν θά τόν βροῦν, διότι ἀπομακρύνθηκε ἀπ’ αὐτούς» (5,6). Τί νά τίς κάνει τίς θυσίες τους ὁ Θεός, ὅταν δέν βρίσκει θέση στήν καρδιά τους;
 Μέθη καί κραιπάλη, μαγεία καί εἰδωλολατρία, πορνεία καί μοιχεία βαρύνουν καί τόν λαό. Κατηγοροῦνται οἱ Ἰσραηλῖτες γιά ἔλλειψη εἰλικρίνειας, ἀγάπης καί εὐσέβειας. Γέμισαν τό βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ μέ κατάρες, ψέματα, φόνους, κλοπές, μοιχεῖες!.. Καί τό χειρότερο, δέν ὑπάρχει κανείς νά ἐλέγξει τό κακό, παρά μόνον ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο ὅμως οἱ περισσότεροι ἀμφισβητοῦν καί ἀπορρίπτουν. «Ἐπελάθου νόμον Θεοῦ, κἀγὼ ἐπιλήσομαι τέκνων σου» (4,6), βεβαιώνει ἡ θεία δικαιοσύνη. Ξέχασαν οἱ Ἰσραηλῖτες τόν Θεό καί τόν νόμο του, θά τούς ξεχάσει κι Αὐτός, γιά νά διαπιστώσουν ἐμπειρικά τί σημαίνει ἡ ἀνταρσία τους.
 Ἀνεξάντλητη, ὡστόσο, ἡ πατρική ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ξέρει ἄλλοτε νά ἀπειλεῖ καί ἄλλοτε νά συμβουλεύει· «σὺ δέ, Ἰσραήλ, μὴ ἀγνόει, καὶ Ἰούδα, μὴ εἰσπορεύεσθε εἰς Γάλγαλα...» (4,15). Ξέρει, ἐπίσης, νά μιλᾶ μέ τόν πιό ἁπλό καί παραστατικό τρόπο. Μέ δύο ζωηρές εἰκόνες, στήν γλῶσσα τοῦ λαοῦ, παρουσιάζει τήν ἐπικείμενη τιμωρία: Πῶς τινάζεται ἡ δάμαλις, ὅταν κατά τήν ἄνοιξη μπαίνει στά ρουθούνια της μία μεγάλη μύγα, ὁ λεγόμενος οἶστρος, πού τσιμπάει ἄγρια; Πῶς καθώς στροβιλίζεται ὁ ἄνεμος πετᾶ μακριά ὅ,τι βρεῖ στό πέρασμά του; Ἔτσι ἀκριβῶς ἀνταριασμένος ὁ Ἰσραήλ θά βρεθεῖ στήν ἐξορία μετά τήν εἰσβολή τῶν Ἀσσυρίων. Τότε θά καταλάβει ὅτι μάταια στήριξε τήν ἐμπιστοσύνη του στά ψεύτικα εἴδωλα.

Στεργίου Σάκκου, Προσεγγίσεις στούς δώδεκα μικρούς προφῆτες, σελ. 29-31