Τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου γιορτάζει τόν μήνα αὐτό ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία ἀπ’ ἄκρου σ’ ἄκρο. Τό ὄνομα τοῦ μεγαλομάρτυρα συνδέθηκε στενά μέ τήν ἱστορία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, καθώς σέ πολλά περιστατικά -ὅπως ἡ ἱστορία βεβαιώνει- ἔδειξε τήν προστασία του. Ἰδιαίτερα ὅμως καμαρώνει –καί ὄχι ἀδικαιολόγητα- γιά τόν ἅγιό της ἡ Θεσσαλονίκη, πού εἶναι ὄχι μόνο ἡ γενέτειρά του ἀλλά καί ἡ προστατευόμενη πόλη του. Στήν μακραίωνη πορεία της μελετοῦμε περιστατικά ὅπου ὁ ἅγιος τήν ὑπερασπίζεται, ὅταν στίφη ἐχθρῶν τήν κυκλώνουν. Τήν σώζει ἀπό τίς βαρβαρικές ἐπιδρομές. Καταπαύει τίς τρικυμίες πού ταράσσουν τήν θάλασσά της. Ὅταν ἰσχυροί σεισμοί ἀπειλοῦν νά καταστρέψουν τήν πόλη του συθέμελα, συγκρατεῖ καί στερεώνει τήν γῆ. Κι ὅταν αἱρέσεις καί κακοδοξίες ἀπειλοῦν νά σαλεύσουν τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἐκεῖνος, «τῶν Θεσσαλονικέων ὁ προϊστάμενος», τήν στηρίζει. Εἶναι ὁ προστάτης καί βιγλάτοράς της, ὁ ἄγρυπνος φύλακάς της, ὁ εὐεργέτης, ὁ θησαυρός καί ἡ εὐφροσύνη της.
Γι’ αὐτό καί τροπάριο τῆς Λιτῆς προσκαλεῖ τήν Θεσσαλονίκη νά πανηγυρίσει καί εὐφρόσυνα νά δοξολογήσει τόν Κύριο· «Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ, πόλις Θεσσαλονίκη· ἀγάλλου καὶ χόρευε, πίστει λαμπροφοροῦσα, Δημήτριον τὸν πανένδοξον ἀθλητὴν καὶ μάρτυρα τῆς ἀληθείας, ἐν κόλποις κατέχουσα ὡς θησαυρόν· ἀπόλαυε τῶν θαυμάτων τὰς ἰάσεις καθορῶσα· καὶ βλέπε καταράσσοντα τῶν βαρβάρων τὰ θράση, καί εὐχαρίστως τῷ Σωτῆρι ἀνάκραξον· Κύριε, δόξα σοι».
Τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ μεγαλομάρτυρα ἐπίσης γιορτάζει ἡ νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ τά ἐλευθέριά της ἀπό τά δεσμά τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς. Εἶναι καί αὐτό ἕνα σημαντικό γεγονός στό ὁποῖο ὁ πιστός λαός τῆς Θεσσαλονίκης ἔζησε ἔντονα τήν προστατευτική ἀ-γάπη τοῦ «συμπολίτη ἁγίου». Λυρικά ἐκφράζει τό λαϊκό βίωμα ὁ Ἰωάννης Πολέμης στό κλασικό ποίημά του «Ἡ Σαλονίκη». Ἐκεῖ διαβάζουμε ὅτι ἡ ὄμορφη πόλη λίγο πρίν ξυπνήσει ἀπό τόν μακροχρόνιο ὕπνο τῆς σκλαβιᾶς της
«τόν Ἁι-Δημήτρη ἔβλεπε
στ’ ἄτι του τό γοργό
πού ροβολώντας ἔκραζε
μέ τή φωνή τῆς νιότης:
"Ἄνοιξε, πόρτα τῆς σκλαβιᾶς
ἡ Λευτεριά εἶμ’ ἐγώ!..."».
Πράγματι, ἡ συνηθισμένη εἰκόνα τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶναι ἐκείνη πού τόν παριστάνει ἀρματωμένο καβαλάρη σέ κόκκινο ἄλογο. Κάτω ἀπό τά πέλματα τοῦ ζώου σέρνεται ἕνας κακοῦργος, πού τόν διατρυπᾶ στήν καρδιά καί τόν ἐξοντώνει τό δόρυ τοῦ ἁγίου. Αὐτή ἡ εἰκόνα, σύλληψη τῆς λαϊκῆς φαντασίας, εἶναι συμβολική· ὅπως συμβολικές εἶναι οἱ εἰκόνες πού δείχνουν τόν Χριστό νά κρατᾶ ἕνα πρόβατο στόν ὦμο ἤ νά σπέρνει ἕνα χωράφι ἤ νά κατευθύνει τό τιμόνι ἑνός πλοίου, διότι ὁ Ἰησοῦς δέν ὑπῆρξε βοσκός οὔτε σποριάς οὔτε καπετάνιος.
Καί τί θέλει νά συμβολίσει ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Δημητρίου ὡς ἀρματωμένου καβαλάρη; Πρῶτον, ἡ ἀρματωσιά εἶναι σύμβολο τῆς πνευματικῆς πανοπλίας, τῆς «πανοπλίας τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ 6,10-18), μέ τήν ὁποία καλεῖται ὁ κάθε πιστός νά ἀντιμετωπίζει τίς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου. Οἱ ἅγιοι χρησιμοποίησαν μέ ἐπιτυχία τά ὅπλα τοῦ Πνεύματος, γι᾿ αὐτό πολλοί -μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἅγιος Δημήτριος- εἰκονίζονται ὁπλισμένοι.
Ἔπειτα, ἡ λαχτάρα τοῦ λαοῦ, πού ζήτησε καί ἔλαβε ἀμέριστη τήν βοήθεια τοῦ ἁγίου σέ ποικίλες δύσκολες περιστάσεις, ἀρμάτωσε τόν Δημήτριο μέ στρατιωτική πανοπλία, διότι τόν νιώθει ὡς ἰσχυρό προστάτη της. Καβάλα στό κόκκινο ἄλογό του τρέχει κάθε φορά, γιά νά συνδράμει ὅσους τόν ἐπικαλοῦνται καί μάλιστα τούς συμπατριῶτες του Θεσσαλονικεῖς.
Ἀλλά ἄν μείνουμε σ’ αὐτόν τόν συμβολισμό, πού παριστάνει τόν Δημήτριο ἀρματωμένο πάνω στό ἄλογο νά ἐξολοθρεύει τόν κατακτητή, ὅπως μέ τήν εὐχή του ἐνίσχυσε τόν Νέστορα γιά νά συντρίψει τόν Λυαῖο, τόν ἀδικοῦμε κατάφωρα. Τόν ἀνακηρύττουμε ἐθνικό ἥρωα. Δέν εἶναι ὅμως ἕνας κοινός ἥρωας. Εἶναι ἅγιος, μεγαλομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, ἀθλοφόρος τοῦ πνεύματος, βλαστός τῆς θείας χάριτος. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική εἰκόνα του, τό ἱστορικό του πορτρέτο. Ὀφείλουμε μέ σεβασμό νά τό μελετοῦμε καί νά τοῦ προσφέρουμε τήν τιμή πού ἁρμόζει σέ μάρτυρα, τήν μίμηση τῆς ζωῆς του. «Τὸ γὰρ μιμήσασθαι μάρτυρα τὸ ζηλῶσαι τὴν αὐτοῦ ἀρετήν, τὸ κατ᾿ ἴχνος αὐτοῦ τῆς φιλοσοφίας δραμεῖν, τοῦτ᾿ ἔστιν ἑορτὴν ἐπιτελέσαι, τὸ πανηγυρίσαι κατὰ Θεόν», εἶχε διακηρύξει σέ γιορτή τοῦ ἁγίου Δημητρίου ὁ Γαβριήλ ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἐπαναλαμβάνοντας τήν ἰδέα πού συχνά ἀναφέρουν ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος καί ἄλλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Καί ταυτόχρονα, τώρα πού ποικιλώνυμοι ἐχθροί -ἔσωθεν καί ἔξωθεν- ἀπειλοῦν τήν πόλη του, τόν παρακαλοῦμε· «Φρούρησον, πανεύφημε, τὴν σὲ μεγαλύνουσαν πόλιν ἀπὸ τῶν ἐναντίων προσβολῶν, παρρησίαν ἔχων πρὸς Χριστὸν τὸν σὲ δοξάσαντα».
† Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 67 (2012) 280-281