Πλήρης ἡμερῶν καί ἔργων ἀγαθῶν ἀναχώρησε γιά τή χώρα τοῦ οὐρανοῦ στίς 11 Μαΐου ὁ σεβαστός ἀδελφός Παναγιώτης Παναγιωτίδης, ἕνας φλογερός ἐραστής τοῦ θείου λόγου καί χαρισματοῦχος ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γεννημένος στά 1920 γνώρισε ἀπό τή βρεφική του ἡλικία τόν πόνο καί τά βάσανα τῆς προσφυγιᾶς, ὅταν ἡ οἰκογένειά του ξεριζωμένη ἀπό τίς ἀλησμόνητες πατρίδες βρῆκε καταφύγιο στή φτωχομάνα Θεσσαλονίκη. Κι ἦταν αὐτά τά βάσανα πού ὄξυναν τό πνεῦμα τοῦ μικροῦ Παναγιώτη καί χάλκευσαν τόν ἀκέραιο καί ἀξιοπρεπῆ χαρακτήρα του. Ἀσθένεια τοῦ πατέρα τόν ἀνάγκασε νά βγεῖ ἀπό μικρός στή βιοπάλη. Δεκάχρονο παιδί ἀκόμη μέ τή βοήθεια τῆς γιαγιᾶς του πουλοῦσε κουλούρια ἤ ἔκανε ἄλλες «δουλειές τοῦ ποδαριοῦ», γιά νά ἐξοικονομήσει κάποιο ἔσοδο γιά τήν προσφυγική οἰκογένεια. Κι ὅταν τελείωσε τό Δημοτικό, παρότι ἦταν ἄριστος μαθητής καί ἐπέτυχε στίς εἰσαγωγικές ἐξετάσεις γιά τό Γυμνάσιο, δέν φοίτησε, διότι ἔπρεπε νά ἐργασθεῖ.
Τό εἶχε καημό ἡ εὐσεβής μητέρα του, πῶς θά προσφέρει στό ἔργο τοῦ Θεοῦ τό παιδί της, χωρίς νά ἔχει σπουδάσει. Προσευχόταν θερμά καί μέ δάκρυα γι' αὐτό. Κι ἄκουσε ὁ Θεός τήν προσευχή της. Παρόλο πού δέν προχώρησε στά ἐγκύκλια γράμματα, ὁ Παναγιώτης παρουσίαζε ἀπό μικρός ἕναν ξεχωριστό ζῆλο γιά τά ἱερά γράμματα. Τακτικός καί ἐπιμελής βο- ηθός τοῦ ἱερέα τῆς ἐνορίας του, δέν ἔλειπε ἀπό τό ἱερό τοῦ Ὁσίου Δαβίδ. Ζυμώθηκε μέ τήν προσευχή καί τήν εὐλάβεια ἀπό τά παιδικά του χρόνια. Παράλληλα παρακολουθοῦσε τά κατηχητικά μαθήματα. Ἐντρύφησε στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν ἔκανε κύριο μέλημα τῆς σκέψης καί τῆς καρδιᾶς του καί μέ ἁπλότητα καί παλμό τόν μετέδιδε καί σέ ἄλλες ψυχές. Χαράματα, πρίν πάει στό κατάστημα ὅπου ἐργαζόταν, συναντιόταν μέ ἄλλους ἐργα- ζόμενους νέους γιά νά συμμελετήσουν τήν ἁγία Γραφή καί νά ἀντλήσουν ἀπό ἐκεῖ τό σύνθημα τῆς ἡμέρας. Πεζοπορώντας πήγαινε ὥς τή Σίνδο, γιά νά ἐξηγήσει τό Eὐαγγέλιο σέ διψασμένες ψυχές. Ἐκεῖ εἶχε συνδεθεῖ καί μέ ἕναν εὐσεβῆ νέο, τόν μετέπειτα πρῶτο ἐπίσκοπο Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως, μακαριστό Διονύσιο. Ἀργότερα θά συνεργαστοῦν στή νεοσύστατη μητρόπολη γιά τόν ἀντιαιρετικό ἀγώνα καί γιά τούς κύκλους μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Ἀγάπησε τόν Θεό ὁ Παναγιώτης καί τοῦ ἔδωσε τήν πρώτη θέση στήν καρδιά του. Καί ὁ Θεός τόν εὐλόγησε πλούσια. Μέ τήν εὐγενική καί συνετή σύζυγό του Εὐγενία ἀπέκτησαν δύο γιούς καί μία θυγατέρα, πού δημιούργησαν τίς δικές τους εὐλογημένες οἰκογένειες ἀπό τίς ὁποῖες χάρηκε δέκα ἐγγόνια. Ἀλλά ἐκτός ἀπό τά φυσικά του παιδιά τοῦ χάρισε ὁ Θεός τήν εὐλογία νά ὁδηγήσει στήν πνευματική ζωή καί πολλές ψυχές, πού τόν ἀναγνωρίζουν ὡς δάσκαλο καί πνευματικό τους πατέρα.
Καθοριστική ὑπῆρξε γιά τήν πορεία του ἡ γνωριμία μέ τόν διδάσκαλο τῆς Ἀδελφότητός μας μακαριστό Στέργιο Σάκκο. Ἐκεῖνος ἐκτιμώντας τά χαρίσματα τοῦ Παναγιώτη, τόν παρότρυνε νά ἀφήσει τό κατάστημα ὑφασμάτων ὅπου ἐργαζόταν καί νά ἀναλάβει τό βιβλιοπωλεῖο τῆς Ἀδελφότητος. Πρόθυμα δέχθηκε ὁ Παναγιώτης τή θέση πού τοῦ προσφέρθηκε καί παρότι ἦταν μεγαλύτερος ὑποτάχθηκε ταπεινά σάν μαθητής στόν θεολόγο ἱεραπό- στολο. Ἡ μαθητεία αὐτή τόν πλούτισε πνευματικά, τόν κατάρτισε θεολογικά, ἀνέδειξε τά πλούσια χαρίσματά του καί τά ἀξιοποίησε στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ κέντρο καί ὁρμητήριο τό βιβλιοπωλεῖο ὁ ἀδελφός Παναγιώτης ἔκανε κηρύγματα καί κύκλους μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς στή Θεσσαλονίκη, στά περίχωρα ἀλλά καί σέ ἄλλες πόλεις τῆς Μακεδονίας. Ἔφθασε μέχρι τό Τορόντο τοῦ Καναδᾶ, καλεσμένος ἀπό τούς ἐκεῖ ἀδελφούς, γιά νά μιλήσει γιά τόν Θεό καί τήν ὀρθόδοξη πίστη μας. Ἰδιαίτερα ἐπιδόθηκε στόν ἀντιαιρετικό ἀγώνα. Μέ τήν καθοδήγηση τοῦ κ. Σάκκου καί μαζί μέ τόν ἄλλο χαρισματοῦχο ἀδελφό Ἀριστείδη Ἀνδρεάδη ἔκαναν πολλές ἐξορμήσεις καί κατ’ οἶκον συζητήσεις μέ μάρ- τυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί ἄλλους αἱρετικούς· πολλούς βοήθησαν νά προφυλαχθοῦν ἤ καί νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν πλάνη.
Μέ τήν ἐπιμέλεια καί τή φιλεργία πού τόν διέκρινε, συστηματοποίησε τήν ἐμπειρία του ἀπό τόν ἀντιχιλιαστικό ἀγώνα σέ ἕνα μικρό βιβλίο μέ τίτλο «Οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». Συνέταξε ἐπίσης τό «Ἀντιαιρετικό ἐγκόλπιο», τό βιβλίο «Ἡ πλάνη τῶν Πεντηκοστιανῶν» καί ἄλλα τευχίδια γιά πρακτικά θέματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως «Ἡ ἀναγκαιότης τῆς μετανοίας», «Πορεία πνευματικῆς ζωῆς», «Τά ὅπλα καί ὁ ἀγώνας τοῦ πιστοῦ» κ.ἄ.
Μέ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον παρακολουθοῦσε τή λειτουργία τῶν κύκλων μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς τῆς Ἀδελφότητος καί πολλά προσέφερε ὡς τομεάρχης στό ἔργο αὐτό. Ἀλλά καί στά κηρύγματα τῆς Τρίτης καί σέ ἄλλες εὐκαιρίες, ἀναπλήρωνε τόν διδάσκαλο, ὅταν χρειαζόταν. Καθώς τά χρόνια βάραιναν ἐπάνω του καί οἱ δυνάμεις τόν ἐγκατέλειπαν, ἀμείωτος παρέμενε ὁ ζῆλος του γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί φλογερός ὁ πόθος του γιά τήν οὐράνια βασιλεία. Μέχρι πέρυσι, τά καλοκαίρια πού πήγαινε στά λουτρά Πόζαρ, μά- ζευε κάθε βράδυ τόν κόσμο καί ἐξηγοῦσε τίς ἅγιες Γραφές.
Μᾶς ἔλειψε φέτος στή γιορτή λήξης τῶν κύκλων. Ὁπωσδήποτε τόν ἀπολογισμό τοῦ ἔργου, πού ἔκανε κάθε χρόνο, τόν κατέθεσε τώρα περίλαμπρα καί δοξολογικά μπροστά στόν ἀγωνοθέτη Κύριο τοῦ οὐρανοῦ. Ἐκεῖνος ἤδη ἀναπαύει στήν ἔνδοξη βασιλεία του τόν εὐλογημένο ἐργάτη τοῦ ἀμπελώνα του, Παναγιώτη. Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του!
Εἶναι βέβαια μεγάλη ἀπώλεια γιά τήν Ἀδελφότητά μας ἡ κοίμηση τοῦ ἀδελφοῦ Παναγιώτη μετά ἀπό τήν ἐκδημία τοῦ ἀδελφοῦ Παυσανία καί τοῦ διδασκάλου μας Στεργίου. Ταυτόχρονα ὅμως ἡ ἀπουσία αὐτῶν τῶν ἐκλεκτῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι γιά μᾶς πολύτιμη κληρονομιά καί ἱερός θησαυρός. Ἡ ζωή τους ὑπῆρξε μιά ἀντανάκλαση τοῦ οὐρανοῦ στή γῆ μας. Μέ τήν κοίμησή τους ἔγιναν πρεσβεία δυνατή γιά μᾶς στόν Κύριο, ἰδιαίτερα γιά τίς δύσκολες μέρες πού περνοῦμε. Τούς ξεπροβοδίσαμε μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν λόγο τοῦ Θεοῦ· «Ἀμήν, ἀμήν, λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων... μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰω 5,24). Καί τούς ζητοῦμε, τώρα πού ἀπολαμβάνουν τήν ὄντως ζωή, νά προσεύχονται γιά μᾶς, γιά τήν Ἐκκλησία μας, γιά τήν πονεμένη μας πατρίδα. Ἀδελφοί μας, καλή ἀντάμωση! Προσεύχεσθε στόν Κύριό μας καί γιά τήν ταπεινή διακονία τῆς Ἀδελφότητός μας, ὅπου κι ἐσεῖς ἐκδαπανηθήκατε μέ ἀγάπη καί θυσία.